ΕΚΑΒ ΤΡΟΧΑΙΑ

Αίσθηση ακόμα και σε νομικούς κύκλους έχει προκαλέσει η απόφαση που εξέδωσε χθες τα ξημερώματα το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Λασιθίου σε υπόθεση που αφορούσε στην κατηγορία της θανατηφόρας έκθεσης σε βάρος του 24χρονου Λευτέρη Μαθιουδάκη από τη  Μάρθα, ο οποίος έχασε τη ζωή του υπό τραγικές συνθήκες όταν χτυπήθηκε από διερχόμενο όχημα ξημερώματα της 19ης Μαρτίου του 2011, κοντά στον κόμβο  Σκαλανίου.

Κατηγορούμενος ωστόσο δεν ήταν ο οδηγός του μοιραίου οχήματος. Ο άνθρωπος, ο οποίος  οδηγούσε το αυτοκίνητο που παρέσυρε και τραυμάτισε θανάσιμα τον άτυχο νέο, δεν εντοπίστηκε ποτέ. Στο εδώλιο κάθισε φίλος του θύματος και οδηγός του αυτοκίνητου στο οποίο επέβαινε το θύμα και τα υπόλοιπα μέλη της παρέας.

Ο 39χρονος σήμερα άνδρας κρίθηκε ένοχος για την κατηγορία της θανατηφόρας έκθεσης επειδή μετά από καυγά και μεγάλη αναστάτωση μέσα στο αυτοκίνητο από τα μεθυσμένα μέλη της παρέας-έγινε πραγματική πάλη και άνοιξαν μύτες κατά τη διάρκεια της οδήγησης- κατέβασε τον 24χρονο και έναν ακόμα φίλο τους σε έναν επικίνδυνο δρόμο, μέσα στη νύχτα και σε κατάσταση μέθης με αποτέλεσμα λίγο αργότερα να γίνει το κακό.

Με βάση το παραπεμπτικό βούλευμα ο οδηγός νωρίτερα είχε προσπαθήσει δύο φορές να τους ηρεμήσει, σταματώντας το αυτοκίνητο αλλά μάταια. Ισχυρίζεται επίσης ότι ανησύχησε για την κατάσταση του τέταρτου συνεπιβάτη λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας που αντιμετώπιζε. Όταν πλέον τους αποβίβασε οριστικά φέρεται να επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον αδελφό του 24χρονου, τον οποίο ενημέρωσε για την κατάσταση του τελευταίου ώστε να πάει να τον παραλάβει.

Το δικαστήριο κατά πλειοψηφία (5-2) έκρινε ένοχο τον 39χρονο, στον οποίο επέβαλε ποινή κάθειρξης έξι ετών, ωστόσο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι ωθήθηκε σε αυτήν την πράξη λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς του θύματος.

Υποστηρίζει ότι βρισκόταν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και άμυνας

«Παρά το γεγονός ότι με καταδικάσατε, εγώ έχω τη συνείδησή μου καθαρή» φέρεται να είπε ο κατηγορούμενος.  Πρόκειται για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα υπόθεση τόσο σε νομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο και σίγουρα ασυνήθιστη.

Το τροχαίο είχε σημειωθεί τον Μάρτιο του 2011 και η οικογένεια του 24χρονου Λευτέρη Μαθιουδάκη είχε απευθύνει έκκληση μέσω της «Π» σε όποιον γνωρίζει κάτι να το καταθέσει. Το παιδί τους έφυγε για νυκτερινή διασκέδαση και δεν το ξαναείδαν ζωντανό.

Δυστυχώς η έρευνα της Τροχαίας δεν κατέληξε κάπου για τον οδηγό που σκότωσε τον 24χρονο. Έτσι η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο. Ανασύρθηκε και πάλι μετά από μηνυτήρια αναφορά που υπέβαλε στην Εισαγγελία Ηρακλείου η οικογένεια, αξιολογώντας μαρτυρίες και καταθέσεις, σε βάρος του οδηγού της παρέας του άτυχου Λευτέρη.

Η υπόθεση τελικά οδηγήθηκε στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Λασιθίου.

Ο δικηγόρος της οικογένειας του 24χρονου, Γιώργος Κοκοσάλης, έκανε λόγο «για μία εξόχως νομικά μα προπαντός κοινωνικά σημαντική απόφαση με πολλούς συμβολισμούς κι αποδέκτες. Είναι φανερό ότι το δικαστήριο απέδωσε δικαιοσύνη και συνάμα έδειξε τον τρόπο με τον οποίο πρέπει όλοι μας να αντιμετωπίζουμε τον συνάνθρωπό μας επί τη βάσει αλληλεγγύης και αμοιβαίας προστασίας.

Αισθάνομαι την ανάγκη εκ μέρους της οικογένειας του αείμνηστου Λευτέρη να ευχαριστήσω την Ελληνική Δικαιοσύνη, για τη δικαίωση και την ανάπαυση της ψυχής του αδικοχαμένου παιδιού».

Ο δικηγόρος της οικογένειας του θύματος, Γιώργος Κοκοσάλης

Οι συνθήκες που οδήγησαν στην τραγωδία

Η πλευρά της υπεράσπισης, την οποία είχε ο συνήγορος Άγγελος Ζερβός,  υποστηρίζει ότι ο οδηγός αναγκάστηκε να κατεβάσει τους δύο φίλους καθώς βρισκόταν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και άμυνας λόγω της επιθετικής συμπεριφοράς του θανόντος. Γινόταν πάλη μέσα στο αυτοκίνητο, δεν μπορούσε να συνεχίσει να οδηγεί ασφαλώς και όταν πλέον εξάντλησε τις προσπάθειες να ηρεμήσουν τα πνεύματα, προέβη σε αυτήν την ενέργεια, ενημερώνοντας ωστόσο τον αδελφό του θύματος. Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι ο τέταρτος της παρέας αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας και είχε αναστατωθεί από την όλη κατάσταση.

Η παρέα των τεσσάρων φίλων είχαν βγει για διασκέδαση σε διάφορα μπαρ στην πόλη του Ηρακλείου αλλά και στην περιοχή της Χερσονήσου. Γύρω στις 3:30-4:00 τα ξημερώματα επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο για να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα, λίγη ώρα μετά την επιβίβασή τους ο 24χρονος άρχισε να τσακώνεται με έναν από τους συνεπιβάτες.

Μάλιστα από μία γροθιά η μύτη του ενός άνοιξε και έτρεχε αίμα. Ο οδηγός του αυτοκινήτου σταμάτησε και αποβιβάστηκαν όλοι σε μία προσπάθεια «ανακωχής». Επιβιβάστηκαν και πάλι όμως ο καυγάς συνεχίστηκε. Ο οδηγός σταμάτησε και πάλι το αυτοκίνητο. Τότε ο ένας εκ των δύο διαπληκτιζομένων ανέβηκε στην καρότσα για να χωριστούν.

Μάταια όμως. Συνέχιζαν να καυγαδίζουν και ο ένας χτυπούσε με δύναμη το τζάμι. Έτσι ο οδηγός πήρε την απόφαση να τους κατεβάσει οριστικά και να τους αφήσει στον δρόμο. Παράλληλα επικοινώνησε με τον αδερφό του 24χρονου στον οποίο ανέφερε την κατάσταση, προτρέποντάς τον να πάει να πάρει τον αδερφό του.

Με βάση τα όσα αναφέρονται στο βούλευμα, οι δύο φίλοι που ήταν τύφλα στο μεθύσι, συνέχισαν να τσακώνονται.  Κάποια στιγμή ο ένας απομακρύνθηκε λίγο από το σημείο που τους είχε αφήσει ο οδηγός προκειμένου, όπως υποστηρίζει, να κάνει την φυσική του ανάγκη. Στα λεπτά που ακολούθησαν αντιλήφθηκε ότι είχε περάσει από το σημείο ένα αυτοκίνητο, κινούμενο με μεγάλη ταχύτητα και την ίδια στιγμή άκουσε έναν θόρυβο. Αμέσως έστρεψε το βλέμμα του προς τον φίλο του, τον οποίο αντίκρισε πεσμένο στο οδόστρωμα, μέσα στα αίματα.

Κατά το παραπεμπτικό βούλευμα, ο οδηγός και φίλος του θύματος φέρει ευθύνη καθώς αν και ο 24χρονος ήταν σε κατάσταση πλήρους μέθης, τον άφησε σε ένα σημείο σκοτεινό, σε μέρος που δεν γνώριζε, σε δρόμο που τα περισσότερα αυτοκίνητα κινούνται με υπερβολική ταχύτητα και ήταν σφοδρά πιθανό να παρασυρθεί και να προκληθεί ο θάνατος του.

«Ήταν επίσης σε θέση να αντιληφθεί πως εάν είχε ενδιαφερθεί για τη μεταφορά του φίλου του στο νοσοκομείο, ο θάνατός του θα είχε αποφευχθεί καθόσον αφενός μεν θα συνερχόταν από την μέθη, αφετέρου θα είχε απομακρυνθεί από το επικίνδυνο σημείο». Αναφέρεται επίσης ότι «το γεγονός πως είχε ειδοποιήσει τον αδελφό του 24χρονου δεν αναιρεί την οποιαδήποτε ευθύνη του καθώς εκείνος βρισκόταν μακριά και χρειαζόταν χρόνος για να μεταβεί στο σημείο».

Σημειώνεται ότι ο οδηγός που παρέσυρε το άτυχο παλικάρι κινούνταν με τέτοια υπερβολική ταχύτητα που ούτε καν αντιλήφθηκε ότι υπήρχε πεζός στο οδόστρωμα ώστε να ενεργήσει οποιονδήποτε ελιγμό. Το παιδί καταπατήθηκε κυριολεκτικά αφού το αυτοκίνητο πέρασε πάνω από το σώμα του. Καταγράφεται ότι δεν εντοπίστηκαν καν ίχνη φρεναρίσματος.