Τη δεκαετία του ’80 οι περισσότεροι παραγωγοί θερμοκηπιακών καλλιεργειών στην Κρήτη, συμβουλεύονταν ειδικά γραφεία τεκμηρίωσης, προκειμένου να προχωρήσουν σε καλλιέργειες. Τη δεκαετία του 2020, οι παραγωγοί «συμβουλεύονται» τις αγορές και παράγουν κατά κύριο λόγο προϊόντα με μικρό κόστος και μεγάλα οφέλη στις εξαγωγές.
Αυτή η τρομακτική αλλαγή στην πρακτική και στον τρόπο προσέγγισης έχει ως αποτέλεσμα η θερμοκηπιακή καλλιέργεια της Κρήτης, η οποία είναι η μεγαλύτερη καλλιέργεια της Ελλάδας καθώς υπολογίζεται ότι προσφέρει πάνω από το 65 % της συνολικής παραγωγής, παράγει κατά κύριο λόγο αγγούρια και πιπεριές. Ότι δηλαδή μπορεί εύκολα να εξαχθεί. Αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι παράγονται τα συγκεκριμένα προϊόντα μόνο, απλά πλέον η επιλογή, ειδικότερα των μικρών παραγωγών, στρέφεται κυρίως προς τα εκεί.
Ποιο είναι ενδεχομένως το πρόβλημα; Ή ένα από τα προβλήματα που δημιουργούνται; Έντεκα δισ ευρώ τρύπα εισαγωγών! Όσο κι αν ακούγεται ασύλληπτο κι ενώ η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να παράξει στα θερμοκήπια της όλες τις ποσότητες που ζητά η χώρα, εισάγει αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα έντεκα δισεκατομμυρίων ευρώ ανά έτος.
Κι αυτό ασφαλώς είναι κάτι που όλοι έχουν διαπιστώσει πως δημιουργεί πρόβλημα και πως είναι απαραίτητο να αλλάξει. Στη σύσκεψη της Κυριακής, ο αρμόδιος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης έδωσε το στίγμα των προθέσεων του και τις βασικές κατευθυντήριες. Οι αγρότες μάλιστα είναι έτοιμοι να ακολουθήσουν.
«Αυτό που συζητάμε να γίνει, είναι κάτι που λίγο έως πολύ συνέβαινε τη δεκαετία του ’80 με τους συμβούλους και γεωπόνους και συνέβαινε επίσης με την Γεωργική Σχολή Μεσσαράς» αναφέρει μιλώντας στην «Π» ο πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Δήμου Φαιστού κ. Μανόλης Ορφανουδάκης για να προσθέσει:
«Είναι προφανές πως εμείς ως παραγωγοί είμαστε διατεθειμένοι να προχωρήσουμε στις αλλαγές εκείνες που θα διασφαλίζουν επάρκεια στην αγροδιατροφή της χώρας, αρκεί να γνωρίζουμε πως θα υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες ζήτησης και διάθεσης του προϊόντος μας.
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης έχει δείξει πολύ καλή θέληση και διάθεση να βοηθήσει. Οι φορείς νομίζω έχουμε μια ωριμότητα να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση. Νομίζω πως μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά και όλοι μαζί να προσφέρουμε πολύ καλά αποτελέσματα».
Αυτό βέβαια, είναι ένα από τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον κλάδο των ιδιοκτητών θερμοκηπιακών καλλιεργειών, διότι υπάρχει μια σειρά από άλλα θέματα που χρήζουν άμεσης διευθέτησης.
Το βασικό από αυτά είναι η ουσιαστική έλλειψη ασφάλειας της παραγωγής για το οποίο αναζητούνται ήδη λύσεις μέσα από ένα νέο νομικό πλαίσιο. Υπενθυμίζεται ότι, με δεδομένες τις σημερινές συνθήκες ασφάλισης των θερμοκηπιακών καλλιεργειών, ένα συντριπτικό ποσοστό ιδιοκτητών που ξεπερνά το 85% επιλέγει να μην ασφαλιστεί, αφού θεωρεί ότι δεν υπάρχει κανένα όφελος. Παρ’ όλα αυτά έχουν δοθεί διαβεβαιώσεις πως θα υπάρξει μέριμνα για το θέμα κι αναμένονται οι επόμενες κινήσεις.