Αξιωματικός ΕΛΑΣ

Η κατάθεση ψυχής, τα «καρφιά» και ο πληροφοριοδότης

Μπορεί το δικαστήριο να τον αθώωσε για τις κατηγορίες της ελευθέρωσης και απόδρασης κρατουμένου, τον έκρινε όμως ένοχο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος και του επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι μηνών.

Πλέον ο αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. μπορεί να ελπίζει για την πλήρη αθώωση του στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, όμως η καταδικαστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου αναμφίβολα τον «τραβάει» πίσω υπηρεσιακά και αυτό είναι που του στοιχίζει περισσότερο, καθώς κατά γενική ομολογία πρόκειται για αξιωματικό καριέρας. Μια απόφαση με φοβερό αντίκτυπο στη σταδιοδρομία του και στην ψυχοσύνθεση του, κάτι που δεν έκρυψε και στη συναισθηματικά φορτισμένη απολογία του.

Η υπόθεση που εκδικάστηκε χθες ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου αφορά σε περιστατικό που είχε σημειωθεί τον περασμένο Νοέμβριο με αφορμή την αυτόφωρη σύλληψη νεαρού Ηρακλειώτη, ιδιοκτήτη μπαρ, για παράβαση υγειονομικού ενδιαφέροντος.

Ο αξιωματικός βρισκόταν με τη σύζυγο του στο συγκεκριμένο μπαρ τη στιγμή του ελέγχου και ζήτησε από τους αστυνομικούς να μην προχωρήσουν σε αυτόφωρη σύλληψη. Κάτι που δεν έγινε καθώς θα έπρεπε, όπως ειπώθηκε, να πράξουν ανάλογα και στο απέναντι μπαρ.

Ο νεαρός επιχειρηματίας συνελήφθη και οδηγήθηκε στα κρατητήρια του Αστυνομικού Μεγάρου. Εκεί μετέβη και ο αξιωματικός, ο οποίος ζήτησε να τον δει ιδιαιτέρως σε άλλο χώρο, υπογράφοντας  στο υπηρεσιακό  βιβλίο για την παραλαβή του κρατουμένου. Στην πορεία όμως διαπιστώθηκε από την επόπτη νύχτας ότι ο αξιωματικός με τον κρατούμενο είχαν βγει εκτός Μεγάρου. Επέστρεψαν σχεδόν τρεις ώρες μετά, όμως είχε ήδη κινηθεί η διαδικασία σε βάρος του αξιωματικού.

«Δώστε μου πίσω τα σπασμένα μου φτερά…»

Συναισθηματικά φορτισμένος ο αξιωματικός, χρόνια διοικητής σε ειδική μάχιμη υπηρεσία, ζήτησε από το δικαστήριο να τον κρίνει  με συμπάθεια και ειλικρίνεια.  «Δεν διώκομαι για χρηματισμό. Δεν διώκομαι για διαφθορά. Έχουν σπάσει τα φτερά μου. Δεν είμαι καθόλου καλά. Ε

ίμαι στα πρόθυρα της οικονομικής και συναισθηματικής κατάρρευσης. Θέλω να μου δώσετε πίσω τα σπασμένα μου φτερά. Είμαι έτοιμος να γυρίσω στην υπηρεσία και να προσφέρω πολλά. Όμως αν μου βάλετε την παραμικρή ποινή, δεν θα μπορέσω να επιστρέψω».

Αναφέρθηκε στην υπηρεσιακή του πορεία, στις επιτυχίες που έχει φέρει στην Αστυνομία, την οποία όπως είπε υπηρετεί με μεγάλη αφοσίωση και πολλές φορές υπερισχύει ακόμα και της οικογένειας του.

«Κάποτε ως μάχιμος αξιωματικός ο λόγος μου είχε αυξημένη βαρύτητα. Σήμερα βρίσκομαι στη θέση του κατηγορουμένου, ο λόγος μου δεν έχει την ίδια ισχύ, όμως θα πω αυτά που νιώθω. Είμαι με την πλάτη στον τοίχο, οι μάσκες έπεσαν. Πρέπει να ειπωθεί όλη η αλήθεια.

Ούτε στο χειρότερο εφιάλτη μου ότι θα βρισκόμουν σε αυτή τη θέση μετά τα όσα έχω προσφέρει στην ΕΛΑΣ και στην τοπική κοινωνία. Τηρώ τον όρκο που έδωσα και έχω φιλότιμο και στον προσωπικό και στον υπηρεσιακό μου βίο. Δείτε το φάκελο μου. Παράσημα που τα έχω δουλέψει και είμαι υπερήφανος γι’ αυτά. Δεν τα αγόρασα από το Μοναστηράκι», είπε.

«Ήταν πληροφοριοδότης»

Ο αξιωματικός είπε στην απολογία του ότι μεγάλο μέρος της υπηρεσιακής του διαδρομής τα τελευταία χρόνια το αφιέρωσε στην πρόληψη με σκοπό να σώσει ζωές. Ο κρατούμενος για τον οποίο βρέθηκε στο εδώλιο ήταν μία από τις ζωές που βοήθησε να σωθούν. «Είμαι υπερήφανος που τον βοήθησα».

Παράλληλα αναφέρθηκε ότι ήταν πληροφοριοδότης «υψηλής αξιοπιστίας» για την υπηρεσία, εξηγώντας ότι το δίκτυο πληροφοριών είναι προσωποπαγές. «Με έχουν απειλήσει να κατονομάσω ποιος «κάρφωσε» κατηγορούμενο. Ζω τον υπηρεσιακό μου θάνατο όμως δεν θα καταπατήσω ποτέ τις αρχές μου. Αν η Αστυνομία θέλει τέτοιους αστυνομικούς, ας το κρίνετε εσείς και η κοινωνία κατ’ επέκταση».

Ισχυρίστηκε ότι εκείνη τη νύχτα ο νεαρός πληροφοριοδότης τον κάλεσε για μία επείγουσα εμπιστευτική πληροφορία, όμως μεσολάβησε η σύλληψη του. Τον πήρε από τα κρατητήρια για να μιλήσουν εμπιστευτικά και στην συνέχεια βγήκαν εκτός Μεγάρου για να του υποδείξει το ακριβές σημείο της παράνομης δραστηριότητας, στην περιοχή του Κοκκίνη. Λίγο μετά τις 6 τα ξημερώματα επέστρεψαν στο Μέγαρο όμως τελικά δεν αποφεύχθηκε η διαδικασία σε βάρος του.

Υποστήριξε ότι δεν αποκάλυψε τότε τον πραγματικό λόγο γιατί δεν είχε το πράσινο φως από τον ίδιο το νεαρό. «Μου είχε απαγορεύσει να μιλήσω. Φοβόταν για τη ζωή του».

Ο αξιωματικός ισχυρίστηκε ότι η εμπιστευτική πληροφορία σχετιζόταν με αστυνομική επιχείρηση που έγινε το ίδιο πρωί και μάλιστα είχε θετικό αποτέλεσμα.

Μάλιστα όταν ερωτήθηκε από έδρας ποια ήταν η δική του διασύνδεση με την αστυνομική επιχείρηση δεδομένου ότι εκείνος είχε μετατεθεί σε άλλη υπηρεσία, απάντησε: «Η Αστυνομία είναι μία. Θλίβομαι που σε αυτήν την αίθουσα η Αστυνομία είναι κατά της Αστυνομίας και το έχω προκαλέσει εγώ αυτό».

 

«Κινήθηκε εκδικητικά»

Κατά την ακροαματική διαδικασία κατέθεσαν αρκετοί αστυνομικοί που είχαν βάρδια τη νύχτα εκείνη. Μεταξύ των μαρτύρων και η αξιωματικός που ήταν επόπτης νύχτας, η οποία και κίνησε τη διαδικασία σε βάρος του κατηγορούμενου αξιωματικού.

Στο δικαστήριο κατέθεσε και η σύζυγος αστυνομικός του κατηγορούμενου αξιωματικού, η οποία ισχυρίστηκε  ότι η επόπτης κινήθηκε εκδικητικά σε βάρος της ίδιας και του άνδρας της επειδή είχε μένος εναντίον τους και ήθελε να τους βλάψει.

Ως άριστο αξιωματικό χαρακτήρισαν τον κατηγορούμενο αρκετοί μάρτυρες αστυνομικοί.  Ο πρόεδρος της Παγκρήτιας Ένωσης Αξιωματικών, Στέλιος Καρακούδης τον αποκάλεσε «άριστο», εκτιμώντας ότι σε καμία περίπτωση δεν θα εξέθετε τον εαυτό του και την υπηρεσία του. Τα καλύτερα είπε και ο δήμαρχος Φαιστού. Υπήρξαν και αστυνομικοί που απέφυγαν να εκφράσουν την άποψη τους και περιορίστηκαν αυστηρά στα περιστατικά της επίμαχης νύχτας.

Όλοι ωστόσο ή σχεδόν όλοι παραδέχτηκαν ότι συνηθίζεται στην Αστυνομία να παίρνουν κρατούμενους από τα κρατητήρια για εμπιστευτικές πληροφορίες.

Η εισαγγελέας έδρας πρότεινε την πλήρη απαλλαγή του αξιωματικού, όμως το δικαστήριο τελικώς τον έκρινε ένοχο για την παράβαση καθήκοντος, θεωρώντας ότι πήρε τον κρατούμενο για να τον ανακουφίσει από το άγχος του στρες της κράτησης και όχι για υπηρεσιακούς λόγους.  Πλήρως απαλλάχτηκε ο αρχιφύλακας που είχε βάρδια και παρέδωσε στον αξιωματικό τον κρατούμενο αφού προηγήθηκε η υπογραφή της παραλαβής στο βιβλίο.