Με το νέο του βιβλίο ο Μανόλης Δρεττάκης όχι μόνο αυτοβιογραφείται αλλά και αποκαλύπτει το παρασκήνιο μιας ολόκληρης εποχής.

Τον θυμάμαι με τον «σκαραβαίο». Με το μουσάκι του καθηγητή, τα γυαλιά, το κάπως αυστηρό, αλλά κυρίως σοβαρό ύφος. Φαινόταν ψηλός στα μάτια μου- πιτσιρικάς ων- καθώς τον έβλεπα να κατεβαίνει τα σκαλάκια του καφενείου στο χωριό. Καθόταν εκεί απέναντι στο τραπέζι και συζητούσε με τους χωριανούς για όλα: τα αγροτικά, την ΕΟΚ, το ΠΑΣΟΚ, κάτι έλεγε για τις γεννήσεις… Από τότε…

Οι πρώτες εικόνες που μου ήρθαν στο νου τώρα που διάβασα το βιβλίο του «Μια διαδρομή με απρόσμενες αλλαγές πορείας- Συνοπτική αυτοβιογραφία». Σχεδόν 40 χρόνια μετά. Ο Μανόλης Δρεττάκης έχει γράψει 33 βιβλία, διδακτικά συγγράμματα και χιλιάδες άρθρα. Και προφανώς δεν θα μπορούσε να λείψει η αυτοβιογραφία του. Συνοπτική αλλά απολύτως κατατοπιστική αν και αποφεύγει τον (δημοσιογραφικό) πειρασμό να πει ονόματα που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν κουτσομπολίστικες συζητήσεις.

Ένα κείμενο λιτό, σαν καλογραμμένο ρεπορτάζ, από μνήμης, όπως λέει, που περιγράφει μια διαδρομή ενός παιδιού το οποίο ξεκίνησε με τους χειρότερους οιωνούς, αλλά έφτασε όσο ψηλά μπορούσε και ακόμη ψηλότερα! Για όσους παλιότερους πιστεύουν ότι ο Δρεττάκης είναι ξεχωριστός και ιδιαίτερος άνθρωπος θα το πιστοποιήσουν όταν διαβάσουν το βιβλίο αυτό. Δεν είναι και λίγο για ένα παιδάκι να χάνει τον πατέρα του τόσο νωρίς, μετά, στην πιο κρίσιμη ηλικία, να χάνει και το απόλυτο στήριγμα της οικογένειας: τη μητέρα του.

Κι όμως η θέλησή του, ο δυνατός χαρακτήρας του, το κοφτερό μυαλό και η πίστη του- το αναφέρει συνεχώς- τον έσπρωξε να ξεφύγει από μια μίζερη επαρχία και να ανοίξει τη φτερά του. Να πάει να σπουδάσει και μετά να βρεθεί στο εξωτερικό για να συνεχίσει και να φτάσει στην κορυφή. Κι όλα αυτά με τεράστιες στερήσεις, οι περιγραφές της φτώχειας και της ένδειας για νεότερους θα μοιάζουν σαν ένα παραμύθι. Κι όμως είναι μια διαδρομή που είχε απρόσμενες αλλαγές πορείας.

Αυτές οι αλλαγές περιγράφονται με γλαφυρό τρόπο, αλλά χωρίς υπερβολές.

Η γέννηση στο Ηράκλειο, τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής στην Κρήτη, το σχολείο…Και μετά από την Αθήνα και το Ηράκλειο για μια μίζερη δουλειά στην τράπεζα σπουδάζοντας ταυτόχρονα- και στο Λονδίνο (όπου εργάστηκε και στο BBC) μέχρι το πανεπιστήμιο του Λιντς η διαδρομή ήταν όμορφη, συναρπαστική και συνάμα δύσκολη.

Ο νόστος για την πατρίδα ποτέ δεν άφησε την οικογένεια Δρεττάκη, ωστόσο και προτίμησαν να αφήσουν πίσω μια σπουδαία καριέρα για να επιστρέψουν στην Ελλάδα, ο Δρεττάκης κατάφερε να πάρει μια έδρα στην ΑΣΟΕΕ, κι αυτό όχι εύκολα δεδομένων των πολιτικών συνθηκών στην Ελλάδα. Αλλά κι εκεί οι δυσκολίες ήταν μεγάλες, ο ίδιος ήταν πάντα στο στόχαστρο του συντηρητικού κατεστημένου των καθηγητών.

Τα πάντα άλλαξαν όταν ξαφνικά, το 1977, μια αντιπροσωπεία της Νομαρχιακής Ηρακλείου του ΠΑΣΟΚ τον επισκέφτηκε και του πρότεινε μια θέση στο ψηφοδέλτιο του κόμματος στον νομό. Ο ίδιος αιφνιδιάστηκε, αφού δεν είχε ποτέ εμπλοκή με την πολιτική, αλλά για ένα απροσδιόριστο λόγο- ουτε ο ίδιος εξηγεί-  δέχτηκε αφού συναντήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με τον οποίο δεν είχε σχέσεις, αντίθετα με ό,τι πιστεύαμε πολλοί για αρκετά χρόνια… Μια φορά στο Λονδίνο τον είχε συναντήσει τα χρόνια της χούντας.

Ο Μαν. Δρεττάκης με τη σύζυγό του

Όσο αναπάντεχα ξεκίνησε η ενασχόληση με την πολιτική τόσο… περισσότερο κράτησε! Η Βουλή του 1977 (από τότε έλεγε για την απλή αναλογική, το δημογραφικό πρόβλημα, το εθνικό απολυτήριο αργότερα), η νίκη του ΠΑΣΟΚ το 1981, το Υπουργείο Οικονομικών η παραίτηση, η απογοήτευση από το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα…Και μετά άλλη αλλαγή: η έδρα στο ΚΚΕ, ο Ενιαίος Συνασπισμός, αλλά και πάλι απογοητεύσεις…Το πολιτικό προσωπικό της χώρας-με κάποιες εξαιρέσεις- στις περισσότερες περιπτώσεις στάθηκε κατώτερο των περιστάσεων.

Μια τέτοια εξαίρεση σίγουρα ήταν ο Μανόλης Δρεττάκης. Στην περίπτωση του οποίου κυριαρχούσε το ήθος και η αξιοπρέπεια. Εμεινε σταθερός και προσηλωμένος στις αρχές του, ποτέ δεν πέρασε την κόκκινη γραμμή. Κι αυτό είναι κάτι που θα το γράψει η ιστορία. Ήδη το ταμείο του είναι απολύτως θετικό!

Ο φόρος και η έξοδος από την κυβέρνηση

Ο πρώην υπουργός δεν μπορεί φυσικά να μην σχολιάσει τα όσα συνέβησαν το 1982 με τον περίφημο Φόρο Ακίνητης Περιουσίας που τον οδήγησε στην έξοδο. “Από τις πληροφορίες που κατόρθωσα να συλλέξω, ένας από τους κύκλους που εισηγήθηκε στον Πρωθυπουργό την κατάργηση του ΦΑΠ ήταν η τρόικα των μελών του Εκτελεστικού Γραφείου, ένας υπουργός και ένας στενός σύμβουλός του.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, ο τελευταίος τού έδειξε έναν σάκο με τηλεγραφήματα εκείνων που ήταν εναντίον της φορολογίας της ακίνητης περιουσίας τους. Τα ίδια τηλεγραφήματα τα παρουσίαζε τις επόμενες μέρες ως νέα, για να πειστεί ο Πρωθυπουργός ότι η κοινή γνώμη ήταν εναντίον της φορολογίας αυτής. Επιπλέον του επισήμαναν ότι θα πρέπει να πληρώσει φόρο και ο ίδιος για τη βίλα στην οποία διέμενε στο Καστρί.

Και ενώ είχαν υποβληθεί ήδη 1.000.000 δηλώσεις, λίγο πριν από τις 3 το απόγευμα και ενόσω ήμουν ακόμα στο γραφείο μου στο υπουργείο, ο γραμματέας του Πρωθυπουργού μού τηλεφώνησε ότι με απόφασή του η ανακοίνωση για την ουσιαστική κατάργηση του ΦΑΠ θα μεταδιδόταν από το ραδιόφωνο.

Του είπα να πει στον Πρωθυπουργό ότι, αν πράγματι μεταδοθεί η ανακοίνωση αυτή προτού τον δω, θα παραιτηθώ. Έκλεισα ένα ραντεβού μαζί του στις 17.45, ελπίζοντας να προλάβω τη μετάδοση της ανακοίνωσης αυτής από το δελτίο των 18.00. Ανοίγοντας, όμως, το ραδιόφωνο στις 17.00 διαπίστωσα ότι η ανακοίνωση είχε ήδη μεταδοθεί.

Με τη χαριστική στους πλούσιους απόφαση αυτή του Πρωθυπουργού χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία: α) Από τη μια μεριά, να φορολογηθούν μόνο οι έχοντες και κατέχοντες ακίνητη περιουσία πάνω από ένα όριο (με σημερινά δεδομένα πάνω από 75.000 ευρώ, το οποίο αυξανόταν ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του φορολογουμένου) και με συντελεστές που αυξάνονταν ανάλογα με τη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας του φορολογουμένου και έφταναν μέχρι το 2%.

Ο ΦΑΠ δεν είχε καμιά σχέση με τον ψευδεπίγραφο Ενιαίο Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΕΝΦΙΑ), με τον οποίο μονιμοποιήθηκε το χαράτσι που έμπαινε στους λογοριασμούς της ΔΕΗ, δηλαδή η κατάφωρα άδικη φορολόγηση των πιο φτωχών πολιτών, που η μόνη ακίνητη περιουρία τους μπορεί να είναι ένα διαμέρισμα λίγων τετραγωνικών μέτρων, και β) Από την άλλη, να καταρτιστεί ανέξοδα ένα μερικό Εθνικό Κτηματολόγιο.

Έκλεισα το ραδιόφωνο, συνέταξα και δακτυλογράφησα ο ίδιος δύο επιστολές. Η μία απευθυνόταν στον Πρωθυπουργό, με την οποία του υπέβαλα την παραίτησή μου από το αξίωμα του υπουργού Οικονομικών, και η άλλη προς τον Πρόεδρο της Βουλής, με την οποία υπέβαλα την παραίτησή μου από τη βουλευτική έδρα. Πήγα στο Καστρί και υπέβαλα στον Πρωθυπουργό την παραίτησή μου.

Η συνάντηση εκείνη ήταν πραγματικά δραματική και σ’ αυτήν θίχτηκαν πολλά καίριας σημασίας θέματα. Στο επίμαχο θέμα της κατάργησης του ΦΑΠ, του τόνισα ότι κατά την άποψή μου η απόφασή του αυτή ήταν μεγάλο λάθος. Σε ό,τι αφορά την επιστολή που απευθυνόταν στον Πρόεδρο της Βουλής, του διευκρίνισα ότι με αυτήν ήθελα να γνωρίζει ότι θα παρέμενα στο ΠΑΣΟΚ και δεν επρόκειτο να ανεξαρτητοποιηθώ, κρατώντας μια έδρα που ανήκε στο κόμμα με το οποίο είχα εκλεγεί βουλευτής Ηρακλείου δύο φορές.

Του είπα, μάλιστα, ότι αν ήθελε (δηλαδή αν νόμιζε ότι θα προχωρούσα σε ανεξαρτητοποίηση), μπορούσε ο ίδιος να τη στείλει στον Πρόεδρο της Βουλής. Δεν το έπραξε, διότι γνώριζε ποιος ήμουν. Παρέμεινα απλός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ επί δύο ολόκληρα χρόνια.

Παρά το ότι του είχα επισημάνει ότι η παραίτησή μου από το αξίωμα του υπουργού Οικονομικών ήταν αμετάκλητη, εκείνος μου είπε ότι δεν τη δέχεται. Ήταν ημέρα Τετάρτη 23.6.1982. Μου είπε ότι θα έφευγε για επίσημο ταξίδι στη Βουλγαρία και θα επέστρεφε το Σάββατο. Του είπα ότι δεν θα πάω στο υπουργείο Πέμπτη και Παρασκευή. Συμφώνησε και μου είπε ότι θα επικοινωνούσε μαζί μου όταν επέστρεφε το Σάββατο.

Έφυγα από το Καστρί και δεν επέστρεψα στο υπουργείο. Την άλλη μέρα πήγα στην Κρήτη και έδωσα το τηλέφωνο στο οποίο θα μπορούσε να με αναζητήσει ο Πρωθυπουργός, όταν επέστρεφε από τη Βουλγαρία. Πράγματι με πήρε ο ίδιος στο τηλέφωνο από το αεροδρόμιο μόλις αποβιβάστηκε από το αεροπλάνο το Σάββατο το απόγευμα, λέγοντάς μου ότι εξακολουθεί να μη δέχεται την παραίτησή μου, διότι με θέλει υπουργό Οικονομικών. Του είπα ότι αυτό είναι αδύνατον, διότι η παραίτησή μου ήταν αμετάκλητη.

Στη συνέχεια με ρώτησε αν θα δεχόμουν να αναλάβω άλλο υπουργείο, στον επικείμενο ανασχηματισμό. Του απάντησα «Όχι» και τον παρακάλεσα να δοθεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης μια ακριβής και σύντομη περιγραφή του χρονικού της παραίτησής μου. Μου το υποσχέθηκε. Ύστερα από αυτή τη συνομιλία ανακοινώθηκε από το ραδιόφωνο στις 6 το απόγευμα του Σαββάτου 26.6.1982 η αποδοχή της παραίτησής μου από τον Πρωθυπουργό…”.

Ποιος ήταν ο Ανδρέας και τι προσέφερε

Ένα επεισόδιο που σκαγραφεί τον χαρακτήρα του Ανδρέα Παπανδρέου περιγράφει στο βιβλίο:

“Λίγο μετά τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ το 1981, είχε οργανωθεί μια μεγάλη εκδήλωση στην οποία παρευρέθηκε όλη η πολιτική ηγεσία του τόπου, καθώς και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου και άλλων φορέων. Σ’ αυτήν παρευρισκόταν και ο Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου.

Τότε ένας βουλευτής της Ν.Δ., που είχε  οικειότητα με τον Πρωθυπουργό, του είπε: «Ανδρέα, αν προεκλογικά δεν είχες τη θέση “Έξω από την ΕΟΚ, έξω από το ΝΑΤΟ”, εγώ θα ήμουν βουλευτής ΠΑΣΟΚ και ίσως, μάλιστα, και υπουργός σου». Και ο Ανδρέας Παπανδρέου τού απάντησε: «Δεν πίστευα ότι ήσουν τόσο αφελής»(!).

Αυτή τη στιχομυθία του με τον Ανδρέα Παπανδρέου μού την εκμυστηρεύτηκε ο ίδιος ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή η κυνική απάντηση ήταν μια από τις πολλές φορές που ο Ανδρέας Παπανδρέου απέδειξε ότι δεν πίστευε αυτά που έλεγε και υποσχόταν στον λαό. Δηλαδή, τον παραπλανούσε.

Δυστυχώς, τόσο για τον ίδιο όσο και, κυρίως, για την Ελλάδα, από τα λόγια και τις πράξεις του και τον εν γένει βίο του φάνηκε καθαρά ότι δεν είχε αρχές. Το γεγονός αυτό προκάλεσε πολύ σοβαρή διαχρονική ζημία σε πάρα πολλούς τομείς της ζωής της χώρας, ζημία που ο λαός και ο τόπος την υφίστανται ακόμα σήμερα και που είναι εξαιρετικά δύσκολο να επανορθωθεί.

Τα όσα προαναφέρθηκαν δεν σημαίνουν ότι στα πάνω από δέκα χρόνια στα οποία ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν Πρωθυπουργός της χώρας δεν προσέφερε θετικό έργο. Προσέφερε και μάλιστα σε πολύ σημαντικούς τομείς, όπως η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, με την οποία καταργήθηκαν οι διακρίσεις των πο¬λιτών από τη Δεξιά σε δύο κατηγορίες μετά τον εμφύλιο πόλεμο, η νομοθέτηση και εφαρμογή —έστω και κουτσουρεμένου από συντεχνιακές παρεμβάσεις— του Εθνικού Συστήματος Υγείας, το ΑΣΕΠ, τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα κ.ά.

Αρνητικά και θετικά χαρακτηριστικά, όπως εκεί¬να του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν και άλλοι πολιτικοί που διετέλεσαν Πρωθυπουργοί της χώρας μας, όσο και Πρωθυπουργοί άλλων χωρών, στις οποίες λειτουργούν Κοινοβούλια. Η τελική, όμως κρίση – θετική ή αρνητική – της Ιστορίας δεν είναι όμοια για όλους”.

Η συνάντηση με το ΠΑΣΟΚ  και η “τραυματική εμπειρία” των εκλογών στο Ηράκλειο

Ο Μαν. Δρεττάκης περιγράφει το πώς έγινε βουλευτής Ηρακλείου και πώς συνάντησε τον Ανδρέα Παπανδρέου. “… Και ενώ είχε μπροστά του τις υποχρεώσεις αυτές, ήρθε στο γραφείο μου στη Σχολή, στις αρχές Οκτωβρίου του 1977, μια αντιπροσωπεία της Νομαρχιακής Επιτροπής (Ν.Ε.) του ΠΑΣΟΚ του Νομού Ηρακλείου και μου πρότεινε να συμπεριληφθώ στο ψηφοδέλτιο του κόμματος στον νομό για τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, που είχαν ήδη προκηρυχθεί και θα διεξάγονταν στις 17.11.1977. Η πρόταση, δηλαδή, αυτή μου έγινε ενώ είχε ήδη αρχίσει η προεκλογική πβρίοδος.

Όπως φάνηκε από το Μέρος Α’ του βιβλίου αυτού, είχαν ήδη σημειωθεί στη ζωή μου πολλές απρόσμενες αλλαγές πορείας. Η νέα, όμως, απρόσμενη αλλαγή πορείας που θα προέκυπτε, αν αποδεχόμουν την πρόταση αυτή και εκλεγόμουν βουλευτής Ηρακλείου, ήταν πολύ διαφορετική και πάρα πολύ μεγάλη, δεδομένου ότι μέχρι τότε δεν είχα αναμειχθεί ενεργά στην πολιτική και δεν ήμουν μέλος του ΠΑΣΟΚ.

Παρόλα αυτά, οι πολιτικές θέσεις μου συγγένευαν με εκείνες του κόμματος αυτού, εξαιτίας της οικογένειάς μου, της γνωριμίας με βουλευτή και ψηφοφόρους του Εργατικού Κόμματος στο Λονδίνο, της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής που εφάρμοσε το κόμμα αυτό τη δεκαετία του 1960 και των εμπειριών μου στην Ελληνική Υπηρεσία του BBC, ιδιαίτερα την περίοδο της δικτατορίας.

Η απάντησή μου στα μέλη της αντιπροσωπείας της Ν.Ε. Ηρακλείου του ΠΑΣΟΚ ήταν ότι θα σκεφτώ την πράγματι τιμητική αυτή πρόταση που μου γίνεται, όχι εκ των άνω, δηλαδή από τον Πρόεδρο ή τα ηγετικά στελέχη του, αλλά από τη βάση του κόμματος στον Νομό Ηρακλείου. Για να αποφασίσω, όμως, θα έπρεπε να συναντήσω πρώτα τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και να συζητήσω μαζί του ορισμένα βασικά πράγματα τόσο για το άτομό μου όσο και τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζα στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αν αποδεχόμουν την πρόταση της Ν.Ε. Ανάλογα με τις απαντήσεις που θα έπαιρνα από τον Πρόεδρο του Κινήματος θα έδινα την απάντησή μου αμέσως μετά τη συνάντησή μου αυτή.

Η μόνη φορά που είχα συναντήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου, όπως προανέφερα, ήταν στο Λονδίνο το 1968. Η συνάντηση που ζήτησα, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, έγινε σε ένα ξενοδοχείο στη Γλυφάδα. Του εξέθεσα λεπτομερώς τη μέχρι τότε πορεία μου, την εκλογή μου και τη θέση μου στην ΑΣΟΕΕ, καθώς και το ότι δεν διέθετα τα οικονομικά μέσα που χρειάζονταν για την προεκλογική μου εκστρατεία. Δεν είχα καν σπίτι να μείνω στο Ηράκλειο και θα έπρεπε κατά τη διάρκειά της να μένω σε ξενοδοχείο. Επιπλέον, με το να μην είμαι μέλος του Κινήματος, δεν είχα καμιά πρόσβαση στις οργανώσεις του στον Νομό Ηρακλείου, όπως συνέβαινε με όλους τους άλλους υποψηφίους, που θα συμπεριλαμβάνονταν στο ψηφοδέλτιο του νομού.

Τα θέματα ήταν πολλά και η συνάντηση κράτησε μιάμιση ώρα. Ο Πρόεδρος μού είπε, όπως εξάλλου μου είχαν πει και τα μέλη της αντιπροσωπείας του κόμματος, ότι θα μου συμπαραστέκονταν, αλλά δεν υπήρχε καμιά δυνατότητα κάλυψης των εξόδων της προεκλογικής μου εκστρατείας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η αποδοχή της πρότασης αυτής εκ μέρους μου δεν ήταν εύκολη. Τελικά η απάντησή μου, παρά τα παραπάνω προβλήματα, ήταν θετική. Τα όσα, όμως, αντιμετώπισα από την πλευρά ορισμένων από τους συνυποψήφιους μου και τους γύρω από αυτούς στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, και στη συνέχεια μέσα στη Βουλή από εκείνους που εκλέχτηκαν, ήταν μια τραυματική εμπειρία…”.

 

“Στην πολιτική ή θα φθαρείτε ή θα διαφθαρείτε”

Ο Μαν. Δρεττάκης περιγράφει μια σημαντική συνάντηση με τον αείμνηστο Γιάννη Χρονάκη:

“Πριν   προχωρήσω, θα ήθελα να αναφερθώ σε μια συνάντηση που είχα τους πρώτους μήνες μετά την εκλογή μου με τον τότε πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου, τον αείμνηστο Γιάννη Χρονάκη. Ήταν η πρώτη φορά που τον συναντούσα και μου είπε καλοπροαίρετα: «Κύριε Δρεττάκη, εσείς, καθηγητής Πανεπιστημίου, τι γυρεύετε στην πολιτική; Στην πολιτική ή θα φθαρείτε ή θα διαφθαρείτε».

Σοκαρίστηκα. Ήταν πολύ βαριά αυτή η κουβέντα. Δυστυχώς, όμως, είναι αληθινή για αρκετούς πολιτικούς, όπως διαπιστώνουμε από τα λίγα που είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια.

Φυσικά αυτά είναι η κορυφή του παγόβουνου. Άραγε θα αναδυθεί το παγόβουνο, ώστε να αποκαλυφθούν οι πολλοί περισσότεροι οι οποίοι «έβαλαν το χέρι τους στο μέλι»; Αμφιβάλλω. Αυτό, όμως, που μπορώ να πω είναι ότι η φράση που μου είπε ο τότε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου δεν ισχύει για όλους τους πολιτικούς.

Υπήρξαν πολιτικοί που έχουν «φύγει», καθώς και πολιτικοί που βρίσκονται εν ζωή, οι οποίοι ήταν και παρέμειναν αδιάφθοροι. Σε ό,τι με αφορά, προσπάθησα να μην ξεχάσω τα λόγια του Γιάννη Χρονάκη τη 15ετία που ήμουν βουλευτής, έως και σήμερα”.