Αρνείται ο ασθενής να πάρει τα φάρμακά του; Υπάρχει κι άλλη λύση!
Η πρόεδρος της Δημοκρατίας, η καθηγήτρια κ. Ευθυμίου και ο πρόερος του ΙΤΕ

Οι ασθενείς με χρόνιες σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές όπως είναι η  ψύχωση και η διπολική διαταραχή αντιμετωπίζουν πολλαπλές εισαγωγές στο νοσοκομείο, λόγω μη συμμόρφωσης στην θεραπευτική αγωγή.

Έχει υπολογιστεί ότι το ποσοστό αυτών των ασθενών είναι πάνω από 50%.

Η κινητή ψυχιατρική μονάδα του ΠΑΓΝΗ δημοσίευσε σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό μια μελέτη που σκοπός  της ήταν να συγκρίνει την αποτελεσματικότητα των αντιψυχωτικών φαρμάκων σε ενέσιμη μορφή, σε σχέση με την φαρμακευτική αγωγή από το στόμα, στην ελάττωση των εισαγωγών στο νοσοκομείο.

Η  αγωγή  με ένεση, χορηγείται μια φορά τον μήνα, ή κάθε δεκαπέντε μέρες.

Η εργασία περιλάμβανε  193 ασθενείς, που ζουν στην κοινότητα και η   μέση περίοδος παρακολούθησης τους, ήταν γύρω στα 5,5 χρόνια.

«Παρατηρήσαμε, μας είπε ο καθηγητής ψυχιατρικής Αλέξανδρος Βγόντζας, μια σημαντική μείωση, σχεδόν 50% στις επανεισαγωγές στο νοσοκομείο».

Επιπλέον παρατηρήθηκε ότι δεν διέφεραν   στην αποτελεσματικότητα τα αντιψυχωτικά «πρώτης γενιάς» π.χ. αλοπεριδίνη, με τα αντιψυχωτικά «δεύτερης γενιάς» π.χ. αλανζαπίνη, αριπιπραζόλη.

Να σημειωθεί ότι τα αντιψυχωτικά «πρώτης γενιάς» είναι πολύ φθηνότερα από της «δεύτερη γενιάς».

Τέλος παρατηρήθηκε ότι όσο πιο νωρίς ήταν η έναρξη της ενέσιμης αγωγής, τόσο μεγαλύτερο ήταν το αποτέλεσμα στο να μειωθούν οι υποτροπές της νόσου που απαιτούσαν εισαγωγή στο νοσοκομείο.

Σύμφωνα με τον κ.Βγόντζα, τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύουν την κλινική χρησιμότητα των ενέσιμων  μακράς διάρκειας αντιψυχωτικών αλλά και  την ανάγκη για την εκπαίδευση τόσο των γιατρών όσο και των ασθενών και των οικογενειών τους για την μακρόχρονη αποτελεσματικότητά και ασφαλή χορήγηση αυτής της θεραπευτικής προσέγγισης.

Επίσης, όπως τόνισε, τα αποτελέσματα της εργασίας  μπορούν να είναι ιδιαίτερα  σημαντικά  στη χάραξη Εθνικών Σχεδίων Δράσης για την ψυχική υγεία.

Δηλαδή αυτή η θεραπευτική προσέγγιση εκτός απο το γεγονός ότι βελτιώνει τα συμπτώματα, την πορεία και την ποιότητα ζωής αυτών των ασθενών, ελαττώνει και το μεγάλο κόστος για τους ασθενείς, τις οικογένειες τους και την κοινωνία, καθώς έχει υπολογιστεί ότι στην Ευρώπη και στην Αμερική , αυτή τη δαπάνη ανέρχεται στο 1-1,5 % του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος.