Αποχαιρετισμός σε ένα αληθινό Ζορμπά της ζωής

Σήμερα, με βαριά καρδιά αλλά και απέραντη ευγνωμοσύνη, αποχαιρετούμε ένα ξεχωριστό άνθρωπο.

Ένα καλλιτέχνη, ένα τραγουδοποιό, ένα αφηγητή, ένα φίλο, ένα ζωντανό φορέα της μνήμης και της παράδοσης: Τον Μπάμπη Χαιρέτη (ή Βούργια).

Γεννήθηκε στ’ Ανώγεια, ένα χωριό που σημάδεψε η ιστορία- ένα χωριό που έγινε ολοκαύτωμα από τους Ναζί στην Κατοχή.

Εκεί που χάθηκαν αθώοι, παιδιά, γυναίκες, οικογένειες. Κι όμως η φωνή αυτή των ανθρώπων δεν χάθηκε. Γιατί ο Βούργιας την κράτησε ζωντανή.

Είχε ένα σπάνιο χάρισμα μπορούσε να αφηγείται  ιστορίες από εκείνα τα χρόνια όπως ακριβώς τις έζησαν οι άνθρωποι της εποχής.

Με την ίδια προφορά, με τον ίδιο τρόπο ομιλίας, με τις ίδιες λέξεις, την ίδια ψυχή.

Ήταν σαν να τους άκουγες ζωντανούς. Ακόμα και τα μοιρολόγια από τις χαροκαμένες και πολυβασανισμένες μανάδες είχε το χάρισμα να τις αφηγείται με το ίδιο πάθος και συναίσθημα. Ήταν αυθεντικός, γνήσιος, παραστατικός τόσο που δεν μπορούσες να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του όταν μιλούσε, δεν κοιτούσες ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Στεκόσουν εκεί απόλυτα παρόν, και ένιωθες να σε διαπερνά η η ιστορία, το βίωμα, η ζωή. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και το χιούμορ του, οι ατάκες του, η μουσική του, η λύρα, το λαούτο, το μαντολίνο όλα στα χέρια του αποκτούσαν ψυχή.

Έζησε χρόνια δύσκολα στην Αθήνα, στις δεκαετίες του ‘70, του ‘80 και του ‘90 παλεύοντας με το μεροκάματο. Το κουτούκι του στου Ζωγράφου και στο Βύρωνα έγινε σημείο αναφοράς όχι μόνο για το φαγητό αλλά για τις βραδιές που άφηναν ανεξίτηλο αποτύπωμα.

Εμείς οι δικοί του το είχαμε καθιερώσει στέκι μαζί με τον Νίκο Κακαουνάκη περάσαμε άπειρες μαγικές στιγμές πίνοντας τσικουδιά, τραγουδώντας με το μαντολίνο μέχρι τα ξημερώματα.

Τα τελευταία χρόνια γύρισε στην Κρήτη.

Ήρεμος, ώριμος, πλούσιος σε εμπειρίες και αναμνήσεις.

Πάντα δίπλα του η γυναίκα του, η Καλλιόπη και πάντα με αγάπη για το γιο τους το Μίνω που σήμερα σπουδάζει στην Αμερική, μα φέρει βαθιά μέσα του το πνεύμα του πατέρα του.

Ο Βούργιας δεν έφυγε απλώς. Ανέβηκε σε ένα άλλο ουρανό, την άνοιξη, την εποχή της αναγέννησης. Σαν ήθελε η φύση να το αποχαιρετήσει με άνθη και φως.

Και σήμερα όπως τα λουλούδια ανθίζουν και τα δέντρα ντύνονται στα πράσινα ,του ψιθιρίζουμε κι εμείς ένα αποχαιρετισμό:

Σαν δέντρο που άνθισε μέσα στην άνοιξη,

Κι ας το πήρε ο άνεμος,

το άρωμά του έμεινε στον κόσμο.

Και το άρωμα αυτό θα συνεχίσει να υπάρχει, γιατί υπάρχουν νέοι άνθρωποι που σε ακούν, που αφηγούνται τις ιστορίες σου, που βαδίζουν στα χνάρια σου.

Καλό ταξίδι φίλε μου δεν φεύγεις απλώς περνάς σε άλλη διάσταση, εμείς θα συνεχίσουμε να σε ακούμε και να σε θυμόμαστε πάντα.