Δύο από τις πιο γνωστές και αγαπητές Μονές της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου, η Μονή Απεζανών και η Μονή του Αγίου Αντωνίου στο Βροντήσι, πανηγυρίζουν ανήμερα του Αγίου στις 17 Ιανουαρίου.
Από τον εσπερινό της παραμονής πλήθος πιστών συρρέει στις δύο είναι εκτός από μνημεία πίστης και μνημεία τέχνης και ιστορίας καθώς φιλοξένησαν σπουδαίες προσωπικότητες αλλά διαθέτουν σημαντικά κειμήλια και εικόνες που είναι έργα τέχνης.
Την Μονή Απεζανών βρίσκεται στο δρόμο που οδηγεί από την Πλώρα στο Αντισκάρι, σε μια εκπληκτική τοποθεσία αγναντεύει τον κάμπο από τα Αστερούσια Όρη και βρίσκεται μια ανάσα από το Λιβυκό πέλαγος.
Η πρωϊμότερη γνωστή μνεία για τη μονή ανάγεται στα μέσα του 16ου αι., αν και είναι πιθανόν ότι προϋπήρχε. Η Μονή Απεζανών υπήρξε το μεγαλύτερο ανθενωτικό-αντιπαπικό κέντρο της Κρήτης κατά την Ενετοκρατία. Ο 16ος και ο17ος αι. υπήρξαν περίοδος ακμής και πνευματικής ακτινοβολίας της μονής στην οποία σύμφωνα με τις πηγές λειτουργούσε σχολείο και εργαστήριο αντιγραφής χειρογράφων. Στην ακμή της συνετέλεσαν οι λόγιοι μοναχοί της, σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Μελέτιος Πηγάς, μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο κωδικογράφος και λόγιος ιεροδιδάσκαλος Ιωάσαφ Δωριανός και ο Μελέτιος Συρίγος, σημαντική εκκλησιαστική προσωπικότητα με έντονη αντικαθολική δράση κατά τον πρώιμο 17ο αι. Την περίοδο των κρητικών επαναστάσεων του 19ου αι., αν και καταστράφηκε από τους Τούρκους εξαιτίας της ενεργούς της δράσης, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να ορθοποδήσει εκ νέου. Το 1918 είχε στο μοναχολόγιό της 21 μοναχούς, ενώ στη δικαιοδοσία της ανήκαν πολλά μοναστηριακά εξαρτήματα, όπως το μετόχι του Αγίου Ιωάννη στις Φαρκατίνες, η Παναγία Γοργοεπήκοος στα Πηγαϊδάκια, η Μονή Αγίας Πελαγίας στην Αγία Βαρβάρα, καθώς και ένα μετόχι με αστικά ακίνητα στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας.
Η μονή παρά την πολυτάραχη ιστορική διαδρομή της διασώζει ακόμη και σήμερα μία ενδιαφέρουσα συλλογή από κειμήλια αντικείμενα εκκλησιαστικής τέχνης, χειρόγραφα και παλαίτυπα βιβλία.
Η Μονή του Αγίου Αντωνίου στο Βροντήσι
Η μονή του Αγίου Αντωνίου στο Βροντήσι βρίσκεται στις νότιες υπώρειες της οροσειράς του Ψηλορείτη, σε απόσταση περίπου δύο χλμ. από τον οικισμό Ζαρός.
Αν και οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την μονή ανάγονται στον πρώιμο 15ο αι., πολύ πιθανόν η ίδρυσή της έγινε αρκετά παλαιότερα. Ο ύστερος 16ος και ο 17ος αι. φαίνεται ότι ήταν η κύρια περίοδος ακμής, αφού τότε κατασκευάσθηκαν πολλά από τα κτίσματά της. Την εποχή αυτή κατασκευάσθηκε στον περίβολο και η μαρμάρινη κρήνη με τον μοναδικό γλυπτό διάκοσμο που απεικονίζει τους Πρωτόπλαστους Αδάμ και Εύα και τους τέσσερις προσωποποιημένους ποταμούς του Παραδείσου ως κρουνούς. Κατεξοχήν δείγματα της ακμής αυτής αποτελούν και οι έξι εικόνες του μεγάλου ζωγράφου της Κρητικής Σχολής Μιχαήλ Δαμασκηνού, οι οποίες είχαν παραγγελθεί για την μονή και σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο της Αρχιεπισκοπής Κρήτης στον ναό της Αγίας Αικατερίνης στο Ηράκλειο. Το διώροφο κτηριακό συγκρότημα της μονής αναπτύσσεται βόρεια και δυτικά της αυλής, στο μέσο της οποίας υψώνεται το δίκλιτο καθολικό, αφιερωμένο στον Άγιο Αντώνιο και στην Ψηλάφηση του Θωμά.
Το αρχικό μονόχωρο καθολικό προς το τέλος του 16ου αι. επεκτάθηκε προς τα δυτικά και στη συνέχεια, με την προσθήκη στα βόρεια ενός ευρύχωρου κλίτους διπλασιάστηκε. Την ίδια περίοδο προστέθηκε και το δυτικού τύπου πυργόμορφο κωδωνοστάσιο. Το αρχικό κλίτος φέρει στο εσωτερικό του τοιχογραφικό διάκοσμο του 14ου αι., ενώ αποτελεί μοναδική περίπτωση στην Κρήτη που στον κυρίως ναό αντί για τον καθιερωμένο ευαγγελικό κύκλο έχει απεικονιστεί το Μηνολόγιο. Από το σωζόμενο τμήμα του μηνολογίου χαρακτηριστική, στον νότιο τοίχο, είναι η απεικόνιση του Δεκεμβρίου με τους εορτάζοντες αγίους και τη Σφαγή των Νηπίων, ως τελευταία σκηνή του πίνακα για τις 29 του συγκεκριμένου μήνα.
Μοναδική στην Κρήτη είναι στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης του ιερού και η παράσταση του Δείπνου του Χριστού στους Εμμαούς που περιβάλλεται από στηθάρια αποστόλων, προφητών και αγγέλων. Η υψηλής ποιότητας ζωγραφική του Βροντησίου, αντιπροσωπευτική της ογκηρής τεχνοτροπίας των αρχών του 14ου αι., θεωρείται ότι εκτελέσθηκε από μετακλητό ζωγράφο ενός από τα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα της εποχής, την Κωνσταντινούπολη ή ίσως τη Θεσσαλονίκη. Στο καθολικό εκτίθενται εικόνες του σπουδαίου κρητικού αγιογράφου Αγγέλου, του 15ου αι., ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει αυτή του Χριστού ως Άμπελος.
*Τα ιστορικά στοιχεία για τις δύο Μονές προέρχονται από την orthodoxcrete.com είναι η επίσημη ιστοσελίδα προβολής θρησκευτικών και εκκλησιαστικών μνημείων της Εκκλησίας Κρήτης.