ΟΙ ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΓΩΓΗ ΛΕΜΠΙΔΑΚΗ
“Όσο δεν μιλάω, έχω ασφάλεια” ισχυρίστηκε ο 44χρονος επιχειρηματίας στην απολογία του

«Οχυρωμένος» πίσω από τον ισχυρισμό ότι ενεπλάκη στην υπόθεση της απαγωγής του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη λόγω εκβιασμού που αφορούσε προσωπικό του θέμα προ 24ετίας, ο 44χρονος ιδιοκτήτης της μάντρας, που αποτέλεσε το τελευταίο κρησφύγετο των απαγωγέων, αρνήθηκε κατά την απολογία του χθες να προβεί σε… αποκαλύψεις.

Κατ’ επανάληψη τόσο η πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης κ. Θεονύμφη Λυράκη όσο και η εισαγγελέας έδρας κ. Γεωργία Δούρου κάλεσαν τον κατηγορούμενο να πει την αλήθεια, όμως εκείνος επέμεινε να σιωπά ως προς το περιβόητο  θέμα του εκβιασμού λέγοντας «δεν μου επιτρέπεται».

«Δεν μπορώ να σας πω ποιος με εκβίαζε. Φοβάμαι ακόμα. Όσο δεν μιλάω, έχω ασφάλεια» ισχυρίστηκε ο 44χρονος με την πρόεδρο να υπογραμμίζει: «Βλάπτετε τον εαυτό σας και αφήνετε κάποιους να κυκλοφορούν ελεύθεροι».

Κατά τους ισχυρισμούς του ιδιοκτήτη της μάντρας, το άτομο που τον «κρατούσε» στο χέρι επί μία και πλέον 20ετία (από το 1995) νωρίς το μεσημέρι της 10ης Αυγούστου επικοινώνησε μαζί του, απαιτώντας να διαθέσει τον χώρο στη  μάντρα για την κράτηση κάποιου ανθρώπου.

Την ίδια νύχτα μετέφεραν εκεί τον Μιχάλη Λεμπιδάκη και στις 17 Αυγούστου ο 44χρονος πήρε στα χέρια του τα «αποδεικτικά στοιχεία» με τα οποία, όπως ισχυρίζεται, τον εκβίαζαν.

«Επιμένετε να μην λέτε;» τον ρώτησε ξανά η πρόεδρος. «Δεν μου επιτρέπεται» αποκρίθηκε και πάλι. «Αν σας ξανατύχει, θα το ξανακάνετε επειδή σας εκβιάζουν;» ήταν το επόμενο σχόλιο της προέδρου. «Δεν μπορώ να πω. Θα βγουν στην επιφάνεια πράγματα που δεν μαζεύονται» απάντησε εκείνος.

«Εδώ φοβάται ο κ. Λεμπιδάκης. Εγώ γιατί να φοβάμαι λιγότερο;»

Ασφυκτική ήταν η πίεση προς τον κατηγορούμενο και από την εισαγγελέα έδρας.

Εισαγγελέας: «Γιατί δεν κατονομάζετε τον άνθρωπο αυτό. Τι να τις κάνουμε τις ανέξοδες μετάνοιες και τις συγνώμες. Να δείξετε έμπρακτα τη  μετάνοιά σας και να πάρετε τις ευθύνες σας».

Κατηγορούμενος: «Υπάρχει φόβος»

Εισαγγελέας: «Μιλάμε για κακοποιό δηλαδή»

Κατηγορούμενος: «Αφού το είπατε εσείς, κακοποιό-εγκληματία».

Εισαγγελέας: «Αν τον κατονομάσετε, ακυρώνεται  η οποιαδήποτε διαδικασία να σας κάνει κακό. Δεν το καταλαβαίνω. Δεν έχετε καθόλου μετανιώσει. Η έγνοια σας είναι ότι προστατεύετε τους αρχηγούς σας, αυτό θα σκεφτόταν ένας λογικός άνθρωπος. Είναι αστεία αυτά, δεν τρώμε κουτόχορτο. Τώρα να μας πείτε αν όντως έχετε μετανιώσει. Βέβαια, δικαίωμά σας η σιωπή».

Κατηγορούμενος: «Δεν φοβάμαι μόνο τον κακοποιό, αλλά φοβάμαι αυτούς που δίνουν τις εντολές και αυτούς που καλύπτουν τα πράγματα. Έχετε αναρωτηθεί ο κ. Λεμπιδάκης ποιό φοβάται; Εγώ γιατί να φοβάμαι λιγότερο; Ο κ. Λεμπιδάκης δεν φοβάται τους κακοποιούς».

Πρόεδρος: «Γι’ αυτό δεν μίλησε εδώ;»

Κατηγορούμενος: «Πολύ πιθανόν».

Πρόεδρος: «Και η Δικαιοσύνη θα μυρίσει τα νύχια της;».

Σε άλλο σημείο της απολογίας ο 44χρονος υποστήριξε ότι ο απαχθείς επιχειρηματίας είχε αντιληφθεί πού βρισκόταν (στη μάντρα του) καθώς, όπως είπε, είχε ακούσει αρκετά ονόματα πελατών και εργαζομένων. «Ο κύριος Μιχάλης γνώριζε που βρισκόταν…» υποστήριξε ο 44χρονος. «Έχουμε αντιληφθεί ότι ο κ. Μιχάλης ξέρει, αλλά ο κ. Μιχάλης δεν λέει» σχολίασε με καυστικό τρόπο η πρόεδρος.

Ένα σημείο που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση τόσο στην έδρα όσο και στο ακροατήριο ήταν ο ισχυρισμός του 44χρονου ότι το άτομο που τον εκβίαζε και τού επέβαλε να κρατήσει στον χώρο του τον Μιχάλη Λεμπιδάκη εμφανίστηκε ξανά ενώπιόν του τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου προκειμένου να πάρει τον απαχθέντα και να τον μεταφέρουν αλλού.

«Του είπα ότι τον έχει πάρει (τον απαχθέντα) ο 46χρονος ακτιβιστής για κάποιες ημέρες και έφυγε». Ο ισχυρισμός αυτός προκάλεσε το μειδίαμα της έδρας που ευθέως τον αμφισβήτησε. Προκύπτει επίσης αυτό ήταν το συμπέρασμα της έδρας ότι ο 46χρονος Ρεθυμνιώτης ακτιβιστής γνωρίζει το πρόσωπο που φέρεται να εκβίαζε τον 44χρονο.

Και αυτό το συμπέρασμα προέκυψε από τα λεγόμενά του. Περιέγραψε δηλαδή ότι στις 12 το μεσημέρι της 10ης Αυγούστου ο άνθρωπος που τον εκβίαζε επικοινώνησε μαζί του για να του δώσει τελεσίγραφο για τη «φιλοξενία» του απαχθέντα. Τελικά το βραδάκι της ίδιας ημέρας πέρασε από τη μάντρα του ο 46χρονος ακτιβιστής. «Δεν περίμενα να έρθει αυτός. Μου είπε για την υπόθεση Λεμπιδάκη». Λίγο αργότερα μετέφεραν τον απαχθέντα στη μάντρα.

Ο 44χρονος επέμεινε ότι ενεπλάκη στην υπόθεση άθελά του και ότι στην πορεία μαζί με τον 46χρονο ακτιβιστή και τον 61χρονο μεσίτη (πληροφορήθηκε την εμπλοκή του μεσίτη περί τις 17-18 Αυγούστου) προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να προστατεύσουν τον απαχθέντα χωρίς να κινδυνεύσει η ζωή του. Προκάλεσε επίσης εντύπωση ότι ο 44χρονος στη ροή του λόγου του έλεγε συνεχώς «οι απαγωγείς».

Σε «τραγική σύμπτωση» απέδωσε την εμπλοκή στην υπόθεση του 40χρονου εργαζόμενου του, στον οποίο αποδίδεται ο ρόλος του προτελευταίου φύλακα, του αποκαλούμενου «Φιλόσοφου».

«Είμαι αθώος»

Φορτισμένος συναισθηματικά εμφανίστηκε στην απολογία του ο 40χρονος με αποτέλεσμα πολλές φορές η έδρα να του κάνει σύσταση για τον τόνο της φωνής του. «Δεν μπορώ να ηρεμήσω. Είμαι άδικα στη φυλακή 1,5 χρόνο. Έχω τρελαθεί εκεί μέσα. Έχω ξεφτιλιστεί στο πανελλήνιο. Ποιο είναι το λάθος μου;».

Ο 40χρονος κατηγορείται ως εμπλεκόμενος, επειδή  βρέθηκε αποτύπωμά του στο κολλώδες τμήμα μονωτικής ταινίας που είχε χρησιμοποιηθεί για το σφράγισμα του παραθύρου στη σοφίτα όπου κρατούνταν ο Μιχάλης Λεμπιδάκης. Επίσης βρέθηκε αποτύπωμα του σε χαρτί που δόθηκε στον απαχθέντα για σημειώσεις, καθώς ακόμα και σε μία τοπική εφημερίδα που βρέθηκε στον χώρο κράτησης του επιχειρηματία.

Ο ίδιος επιμένει ότι όλα αυτά δικαιολογούνται λογικά από τη στιγμή που είχε φιλοξενηθεί στον χώρο αυτό ακριβώς πριν τη μεταφορά του επιχειρηματία στη μάντρα. Εκεί έμενε μέχρι και την  10η Αυγούστου, οπότε και ο εργοδότης και φίλος του, ο ιδιοκτήτης της μάντρας, απαίτησε χωρίς εξηγήσεις να φύγει από τον χώρο. Όπως είπε, πήρε τα βασικά και τα υπόλοιπα τα άφησε για να τα πάρει σε δεύτερο χρόνο.

Τα χρέη και το σπίτι  με την πισίνα

Στην απολογία του ο 42χρονος από τη Θεσσαλονίκη, τελευταίος φύλακας του Μιχάλη Λεμπιδάκη, ζήτησε συγνώμη από τον απαχθέντα και την οικογένειάτου. Ενεπλάκη μετά από ασφυκτικό πρέσινγκ του 46χρονου Ρεθυμνιώτη ακτιβιστή, χωρίς να γνωρίζει ότι ο άνθρωπος που θα φύλαγε ήταν ο Μιχάλης Λεμπιδάκης, τον οποίο εξάλλου δεν γνώριζε. Από τη διαδικασία προέκυψε ότι ως αντάλλαγμα για τν φύλαξη που θα παρείχε, θα κάλυπταν τα χρέη του περίπου 70.000 ευρώ.

Υποστήριξε ότι από τις 18 Σεπτεμβρίου που ανέλαβε καθήκοντα μέχρι και την 2α Οκτωβρίου, ημέρα απελευθέρωσης του επιχειρηματία, ήταν…έγκλειστος. Δεν του επέτρεπαν να ανοίξει ούτε την πόρτα. Ήδη την 4η ημέρα δεν άντεχε από την κλεισούρα. Παραπονιόταν συνεχώς να βγει έστω για ένα καφέ. Του είχαν υποσχεθεί ότι θα έμενε σε σπίτι με πισίνα με πανοραμική θέα του Ρεθύμνου και μάλιστα τον είχαν συμβουλεύσει να κρατάει και μαγιό.

Στις διαμαρτυρίες του προς τον 44χρονο ιδιοκτήτη της μάντρας με τον οποίο είχε επαφή, ο τελευταίος τού έλεγε να κάνει υπομονή, καθώς μέσα στις επόμενες ημέρες θα μετέφεραν τον απαχθέντα στο σπίτι του πεθερού του.  Ο 42χρονος φύλακας, πατέρας τριών παιδιών, είπε ότι πέντε ημέρες πριν την έφοδο της Αστυνομίας ο 44χρονος τού ζήτησε να αρχίσει να πακετάρει πράγματα για την επικείμενη μετακόμιση.

Η διαδικασία συνεχίζεται την ερχόμενη Τετάρτη με τις απολογίες των υπόλοιπων κατηγορουμένων. Τη διαδικασία παρακολουθούν  μετά από αίτημα της έδρας τόσο ο Μιχάλης Λεμπιδάκης όσο και στενά συγγενικά του πρόσωπα.