Πριν από 61 χρόνια είχε την τόλμη να τελέσει την εξόδιο ακολουθία του Νίκου Καζαντζάκη, χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες που θα είχε. Χθες, με θλίψη, κλήρος και λαός είπαν τον τελευταίο «αντίο» στον παπά Σταύρο Καρπαθιωτάκη που πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
Το 1957 ήταν στρατιωτικός παπάς και, αντίθετα με τις διαταγές που είχε, δε δίστασε να θάψει τον κορυφαίο Κρητικό συγγραφέα και στοχαστή. Η κηδεία του έγινε χθες το μεσημέρι από τον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννη στο ομώνυμο προάστιο του Ηρακλείου.
Στον ναό βρέθηκε πλήθος κόσμου, εκπρόσωποι από την Περιφέρεια, την τοπική αυτοδιοίκηση, τον κλήρο.
Η εξόδιος ακολουθία εψάλη από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, κ. Ειρηναίο, ενώ παρών ήταν ο μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάνου, κ. Ανδρέας.
Οι κληρικοί εξήραν το έργο του ενώ έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στη στάση του στην κηδεία του Καζαντζάκη, όταν δε δείλιασε στιγμή να ακολουθήσει ο, τι πρόσταζε η καρδιά του και το αίσθημα του καθήκοντος που ακολουθούσε πάντα. Μίλησαν για έναν πρωτοπόρο ιερέα που αγωνιζόταν για το καλό του συνανθρώπου του και της Εκκλησίας.
Επισημάνθηκε ότι, αντίθετα από το τι πιστεύει πολύς κόσμος, ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε ποτέ από την Εκκλησία. Ο παπά Σταύρος ήταν στρατιωτικός παπάς και είχε τη στήριξη του τότε Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγένιου, ο οποίος είχε δεσμευτεί πως αν είχε αντίποινα από το στρατό για την πράξη του, θα είχε μία θέση σε ναό της Κρήτης, όπως και έγινε.
Η καταγωγή του ήταν από τον Ξυδά, από όπου ήρθε πλήθος κόσμου αλλά και ιερείς.
Ο καθηγητής Μιχάλης Ταρουδάκης, Πρόεδρος του Δ.Σ. του Μουσείου Καζαντζάκη, ανέφερε στον αποχαιρετισμό του, μεταξύ άλλων
«Πατέρα Σταύρο,
Ήσουν ίσως η τελευταία στην επίγεια ζωή πνευματική σύνδεση με τον Μεγάλο Κρητικό.
Πηγαίνεις τώρα κοντά στους Αγίους για να τον συναντήσεις μαζί με όλο το ποίμνιό σου που έχει μεταφερθεί στην αιώνια ζωή. Είμαι σίγουρος ότι ο Νίκος Καζαντζάκης σε περιμένει για να συναντήσει για πρώτη φορά από κοντά τον άνθρωπο που του έδωσε το τελευταίο πνευματικό αποχαιρετισμό.
Εμείς στο Μουσείο Καζαντζάκη θα θυμόμαστε πάντα την επίγεια συνάντηση που είχαμε στο σπίτι σου πριν τρία περίπου χρόνια και την κατάθεση ψυχής που μας παρείχες μιλώντας για τη ζωή σου, για τα πιστεύω σου, για τον Μεγάλο Κρητικό στοχαστή. Η κατάθεση αυτή, ηχητικό ντοκουμέντο, φυλάσσεται στο Μουσείο κοντά στα τεκμήρια για τον Νίκο Καζαντζάκη, πολύτιμο απόκτημα για όλες τις ερχόμενες γενιές.»
Ο πρώην βουλευτής και τέως πρόεδρος του Μουσείου Καζαντζάκη, κ. Στέλιος Ματζαπετάκης, δεν κατάφερε να πει χθες το τελευταίο «αντίο». Σε μήνυμά του αναφέρει πως «έφυγε ένας λεβέντης, ένας παπάς όπως τον θέλει η κοινωνία, όπως πρέπει να είναι. Αποχαιρετώ τον γείτονα, τον φίλο, τον εξαιρετικό ιερέα που σε δύσκολες στιγμές δεν δείλιασε.
Ημουν τυχερός που τον γνώρισα. Ήταν φάρος πραγματικός για όλους μας και ήμασταν τυχεροί που καταφέραμε, που προλάβαμε να τον τιμήσουμε εν ζωή από το μουσείο Καζαντζάκη. Τον αποχαιρετούμε με μεγάλη θλίψη».
Το μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, κ. Κατερίνα Ζωγραφιστού, υπογράφει την εξής ανακοίνωση:
«Με συγκίνηση και βαθιά λύπη πληροφορηθήκαμε την αποδημία του πατέρα Σταύρου Καρπαθιωτάκη, που μαζί με δεκαέξι ακόμα ιερείς είχαν τελέσει την κηδεία του Ν. Καζαντζάκη στο Ηράκλειο το 1957 και είχε ακολουθήσει τον θανόντα μέχρι τον τάφο.
Ο πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Ν. Καζαντζάκη κ. Γιώργος Στασινάκης μαζί με την Πρόεδρο του Ελληνικού Τμήματος της Εταιρείας, Κλεοπάτρα Πρίφτη (1925-2015), είχαν συναντήσει κατά το παρελθόν πολλές φορές τον πατέρα Σταύρο, είχαν συζητήσει μαζί του και είχαν δημοσιεύσει την μαρτυρία του στο Regard Crétois, την επίσημη επιθεώρηση της Εταιρείας.
Ο πρόεδρος, η Συντονιστική Επιτροπή και τα Μέλη της ΔΕΦΝΚ εκφράζουν τα θερμά τους συλλυπητήρια στην οικογένεια του εκλιπόντος».
Το ‘σκασα κρυφά από τον στρατό τη μέρα της κηδείας.
Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στο Μαρτινέγκο και τον έθαψα
«Η συνείδησή μου με πείραζε πολύ»
Ο ίδιος είχε μιλήσει για την απόφασή του να κηδέψει τον Καζαντζάκη σε συνέντευξή του στη δημοσιογράφο Ελένη Κατσουλάκη. «Τον Νοέμβριο του 1957 ήμουνα στρατιώτης και παπάς και υπηρετούσα τη θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν την κηδεία του Καζαντζάκη, ο διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς και έδωσε διαταγή να μην βγει κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοέμβριου.
Οι αρχές και ο στρατός φοβόνταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει εκκλησιαστική διαταγή να μην ταφεί ο Καζαντζάκης. Όταν θα το ‘παιρναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα έκαναν μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένιωσα πολύ άσχημα. Η συνείδησή μου με πείραζε πολύ. Ήμουν παπάς.
Δεν άντεχα να πάρω στον λαιμό μου τέτοιο άδικο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ τα ιερά μυστήρια σ’ ένα βαφτισμένο Χριστιανό που δεν έκανε ποτέ κάτι ανήθικο ή εγκληματικό.
Όσο αφορά τα βιβλία του, δεν είμαι εγώ άξιος να τον κρίνω(…) Το ‘σκασα κρυφά από τον στρατό τη μέρα της κηδείας. Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στον Μαρτινέγκο και τον έθαψα».
Σε ερώτηση αν ο κόσμο ήξερε τι έγινε, είχε απαντήσει αρνητικά. «Όχι. Όλοι νόμισαν ότι με έστειλε η εκκλησία να τον κηδέψω. Είχαν δει και τον μητροπολίτη Ευγένιο στον Άγιο Μηνά. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν στα παρασκήνια!» είχε πει στη συνέντευξή του και είχε αναφέρει ότι είχε τιμωρηθεί για την πράξη του. «Πέρασα από στρατιωτικό δικαστήριο και μπήκα φυλακή για έξη μήνες!».
Στην πράξη αυτού του θαρραλέου ιερέα από την Κρήτη αναφέρθηκε αργότερα και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος ο οποίος είχε πει: «Όταν έφτασε η σορός του στο Μαρτινέγκο, κάποιος έβγαλε επικήδειο λόγο. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Μενέλαος Παρλαμάς, μα κανείς κληρικός δεν ήταν γύρω για να θάψει τον νεκρό. Σκεφτείτε τώρα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου και τις φωτογραφικές μηχανές του διεθνούς Τύπου! Πουθενά παπάς.
Οι βρακοφόροι Κρητικοί άρχισαν να φουρτουνιάζουν, έμαθα από άλλους παρόντες, άναψαν τα αίματα και ήθελαν να βουτήξουν το φέρετρο και να το θάψουν με τα ίδια τους τα χέρια. Εκείνη την τραγική στιγμή, ως εκ θαύματος παρουσιάστηκε ένα νέος παπάς με ράσα και θυμιατό! Ούτε ήξερα ποιος ήταν και πώς βρέθηκε εκεί, από πού ξεφύτρωσε! Κανείς δεν ήξερε!».