Ένα βήμα πίσω έκανε η Ρωσία, στο παρά πέντε σε σχέση με το φυσικό αέριο, αφού δήλωσε ότι δεν πρόκειται να ζητήσει άμεσα από άλλες χώρες να πληρώσουν με ρούβλια για την εισαγωγή του.
Η ανακοίνωση έγινε από το Κρεμλίνο, με τον εκπρόσωπο τύπου Ντμίτρι Πεσκόφ να διευκρινίζει πως η διαδικασία μετάβασης σε πληρωμές σε ρούβλια για τις παραδόσεις ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου, θα πάρει χρόνο και δε θα ξεκινήσει αμέσως αυτή την εβδομάδα παρά την εκπνοή της προθεσμίας στις 31 Μαρτίου. «Αυτή η διαδικασία είναι πιο μακροχρόνια τεχνολογικά» είπε.
Μάλιστα υποσχέθηκε μια σταδιακή μετάβαση επισημαίνοντας ότι η Μόσχα θα εργαστεί πάνω στην ιδέα να διευρύνει τον κατάλογο των προϊόντων της που εξάγει για τα οποία θα ζητεί να πληρώνεται σε ρούβλια.
Νωρίτερα χθες πάντως, ο πρόεδρος της Δούμας Βιάτσεσλαβ Βολόντιν είχε προειδοποιήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι, αν θέλει ρωσικό φυσικό αέριο, θα πρέπει να πληρώνει σε ρούβλια, επισημαίνοντας ότι το ίδιο θα συμβεί και για τις εξαγωγές πετρελαίου, σιτηρών, μετάλλων, λιπασμάτων, άνθρακα και ξυλείας.
Την ίδια ώρα, όπως έγινε νωρίτερα γνωστό, η Γερμανία ενεργοποίησε το πρώτο επίπεδο σχεδίου έκτακτης ανάγκης για την διαχείριση της προμήθειας φυσικού αερίου προς την πρώτη οικονομία της Ευρώπης στο πλαίσιο προετοιμασίας για την διατάραξη ή τον τερματισμό της ροής φυσικού αερίου από την Ρωσία.
Υπενθυμίζεται ότι οι ρωσικές εξαγωγές αντιστοιχούν στο 55% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Γερμανίας για το 2021. Αν και το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 40% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022, ο υπ. Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε ότι η Γερμανία δεν θα επιτύχει πλήρη ανεξαρτησία από τις ρωσικές προμήθειες πριν από τα μέσα του 2024.
Μετά την «αναδίπλωση» του Κρεμλίνου, οι διεθνείς αναλυτές συγκλίνουν στο γεγονός πως η δήλωση Πούτιν έγινε περισσότερο για «εσωτερική κατανάλωση» και λιγότερο για να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, με δεδομένο ότι όσο χρειάζονται οι Ευρωπαϊκές αγορές το φυσικό αέριο, άλλο τόσο χρειάζεται η Ρωσία τα χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους «πελάτες» της. Την ίδια ώρα τονίζεται ότι με δεδομένες τις διμερείς συμβάσεις, αναφέρεται ρητά ο τρόπος πληρωμής. Για να αλλάξει ο τρόπος πληρωμής πρέπει να συμφωνήσουν και οι δύο πλευρές, ενώ αν η μία από τις δύο επιμένει – κι εν προκειμένω η Ρωσία – η πληττόμενη πλευρά μπορεί να προσφύγει στη διεθνή διαιτησία, όπου και θα δικαιωθεί.