Διάγγελμα στους συμπατριώτες του απηύθυνε χθες βράδυ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναφερόμενος στην απόφαση μετατροπής της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί.
Το διάγγελμα ξεκίνησε στις 20:53, με κάποια τουρκικά μέσα να αναφέρουν πως επελέγη η συγκεκριμένη ώρα, καθώς συμβολίζει το έτος 2053 και την συμπλήρωση 600 ετών από την την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453.
Στην ομιλία του, ο Τούρκος πρόεδρος ανέφερε μεταξύ άλλων πως… «ακυρώνουμε την πληρωμένη είσοδο, καθώς η Αγιά Σοφιά εγκαταλείπει το μουσειακό καθεστώς. Η κοινή παγκόσμια κληρονομία της Αγιάς Σοφιάς, θα συνεχίσει να αγκαλιάζει όλο τον κόσμο με το νέο της καθεστώς, με τρόπο ειλικρινή και αυθεντικό.
Οι πόρτες της Αγιάς Σοφιάς θα είναι ανοιχτές σε όλους, ντόπιους και ξένους, Μουσουλμάνους και μη Μουσουλμάνους.
Σχεδιάζουμε να ολοκληρώσουμε σύντομα τις προετοιμασίες και να την ανοίξουμε για προσευχή την Παρασκευή 24 Ιουλίου».
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν κάλεσε όλους να σεβαστούν τη σημερινή απόφαση… «Καλώ όλους να σεβαστούν την απόφαση για την Αγιά Σοφιά, η οποία ελήφθη από τα δικαστικά και εκτελεστικά όργανα της χώρας μας. Κατανοούμε όλες τις απόψεις που κατατίθενται στη διεθνή αρένα. Ωστόσο, το ζήτημα αφορά την κυριαρχία της Τουρκίας. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε σαν παραβίαση της ανεξαρτησίας μας οποιαδήποτε στάση ξεπερνά την έκφραση γνώμης».
Ακολούθως, ο Τούρκος πρόεδρος είπε: «Το δικαίωμα του τουρκικού έθνους στην Αγία Σοφία δεν είναι μικρότερο από αυτό των πρώτων κατασκευαστών αυτού του έργου πριν από περίπου 1.500 χρόνια. Αντιθέτως, το δικαίωμα του έθνους μας στην Αγία Σοφία, που θεωρείται ως ένα από τα πιο σημαντικά έργα της ανθρώπινης κληρονομιάς, είναι μεγαλύτερο λόγω των συνεισφορών μας και της ισχυρής ιδιοκτησίας του».
Η μεγαλομανής επιδίωξη του Ερντογάν να μετατρέψει από μουσείο σε τζαμί την Αγια-Σοφιά συνιστά ακραία πρόκληση κατά της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, περιφρόνηση του θρησκευτικού συναισθήματος του χριστιανικού κόσμου και υπονομευτική ταπείνωση του όποιου κοσμικού χαρακτήρα της Τουρκίας. Για τον ίδιο είναι απλώς άλλος ένας υποκριτικός εξαγνισμός της μοχθηρής επιθετικότητάς του στα μάτια των οπαδών του.
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα επικρατεί αναβρασμός, με την αναμενόμενη απόφαση Ερντογάν, ύστερα από την εισήγηση του Τουρκικού ΣτΕ.
Η μεγαλομανής επιδίωξη του Ερντογάν να μετατρέψει από μουσείο σε τζαμί την Αγιά Σοφιά συνιστά ακραία πρόκληση κατά της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, περιφρόνηση του θρησκευτικού συναισθήματος του χριστιανικού κόσμου και υπονομευτική ταπείνωση του όποιου κοσμικού χαρακτήρα της Τουρκίας. Για τον ίδιο είναι απλώς άλλος ένας υποκριτικός εξαγνισμός της μοχθηρής επιθετικότητάς του στα μάτια των οπαδών του.
Η UNESCO θα επανεξετάσει το καθεστώς της Αγίας Σοφίας
Την ίδια ώρα, η UNESCO ανακοίνωσε απόψε ότι η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς θα αξιολογήσει εκ νέου το καθεστώς της Αγίας Σοφίας, αφού ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την ανακήρυξε τζαμί.
«Είναι λυπηρό που η απόφαση της Τουρκίας δεν ήταν αντικείμενο διαλόγου, ούτε υπήρξε κάποια γνωστοποίηση νωρίτερα», ανέφερε η Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Επιμορφωτική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών σε ανακοίνωσή της.
«H UNESCO καλεί τις τουρκικές Αρχές να ξεκινήσουν χωρίς καθυστέρηση διάλογο προκειμένου να αποφευχθεί η οπισθοχώρηση από την παγκόσμια αξία αυτής της σπάνιας κληρονομιάς, η διατήρηση της οποίας θα επανεξεταστεί από την Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς στην επόμενη συνεδρίασή της», πρόσθεσε η διευθύντρια της UNESCO, Οντρεΐ Αζουλέ.
Η Αγία Σοφία είναι ενταγμένη στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς ως μουσείο.
Νωρίτερα, μετά την ανακοίνωση του προέδρου Ερντογάν, εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν κοντά στην Αγία Σοφία για να γιορτάσουν την απόφαση. «Αυτοί που την έχτισαν το έκαναν για να λατρεύουν τον Θεό επίσης», δήλωσε ο δάσκαλος Οσμάν Σαριχάν. «Δόξα τον Θεό, σήμερα επέστρεψε στον αρχικό σκοπό της. Σήμερα θα λατρεύσουμε τον Θεό σε αυτό το τζαμί», πρόσθεσε.
Στο κοινοβούλιο, στην Άγκυρα, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) σηκώθηκαν όρθιοι και χειροκρότησαν, ενώ διαβαζόταν το διάταγμα που υπέγραψε ο πρόεδρος Ερντογάν.