Έχουν περάσει πάνω από 24 ώρες από τότε που ο ισχυρός σεισμός 7,7 Ρίχτερ χτύπησε την Μιανμάρ και για δεύτερο βράδυ τα σωστικά συνεργεία αναζητούν επιζώντες στα συντρίμμια. Δορυφορικές εικόνες δείχνουν το μέγεθος της καταστροφής με ισοπεδωμένα κτίρια και σπασμένους δρόμους.
Σύμφωνα με την χούντα της Μιανμάρ, 1.644 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί και 3.408 άνθρωποι τραυματίστηκαν ενώ τουλάχιστον 139 άνθρωποι εξακολουθούν να θεωρούνται αγνοούμενοι.
Σε δορυφορικές φωτογραφίες φαίνονται σπίτια να έχουν μετατραπεί σε ερείπια και να έχουν γίνει μεγάλες καταστροφές στις υποδομές.
Πριν τον σεισμό Πηγή: Associated Press
Μετά τον σεισμό Πηγή: Associated Press
Κοιμούνται στους δρόμους
Στην Μπανγκόκ, πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης τα τελευταία επίσημα στοιχεία αναφέρουν ότι 11 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, 32 τραυματίστηκαν και 83 αγνοούνται. Νωρίς το απόγευμα του Σαββάτου οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ταϊλάνδης έγραψαν στο Facebook ότι μία ακόμη σορός ανασύρθηκε από το κτίριο που κατέρρευσε στην πρωτεύουσα.
Καθώς οι έρευνες για επιζώντες συνεχίζονται για δεύτερη νύχτα και στις δύο χώρες, φίλοι και συγγενείς των αγνοούμενων περιμένουν με αγωνία νέα για τους αγαπημένους τους.
Στην πρωτεύουσα της Μιανμάρ, Νάι Πι Τάου οι κάτοικοι έχουν στήσει σκηνές και κοιμούνται στους δρόμους καθώς φοβούνται να μπουν στα σπίτια τους.
Ταυτόχρονα προκάλεσε ιδιαίτερα αρνητική εντύπωση το γεγονός ότι ο στρατός της Μιανμάρ προχώρησε σε αεροπορικές επιδρομές κατά ανταρτών σε περιοχές που έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά τον σεισμό.
Αγωνία για τους παγιδευμένους
Οι διασώστες αναρριχήθηκαν σήμερα στα συντρίμμια του ιδιωτικού λυκείου Wisdom Villa, στα προάστια της πόλης Μανταλάι, μέχρι που έφτασαν σε μια πόρτα που τους εμπόδιζε να συνεχίσουν. Φώναξαν: «Υπάρχει κανείς μέσα;».
Οι δεκάδες άνθρωποι που είχαν συγκεντρωθεί τριγύρω και παρακολουθούσαν, έκαναν ησυχία, περιμένοντας να ακούσουν μια κραυγή, μια φωνή, έναν ψίθυρο. Το εξαώροφο κτίριο κατέρρευσε από τον σεισμό της Παρασκευής. Ό,τι απέμεινε είναι χαλάσματα σε ύψος περίπου ενάμιση ορόφου.
Σύμφωνα με τους κατοίκους, τουλάχιστον επτά άνθρωποι παραμένουν παγιδευμένοι στο εσωτερικό του κτιρίου. Οι δύο είναι εκπαιδευτικοί, οι υπόλοιποι μαθητές. Άλλοι επτά σκοτώθηκαν και δύο ανασύρθηκαν ζωντανοί, ώρες μετά τον σεισμό. Δεκάδες άνθρωποι, συγγενείς ή γείτονες των αγνοούμενων, κάθονται γύρω από το κτίριο, περιμένοντας να ακούσουν κάποιο καλό νέο.
Η Γιν Νου, η 26χρονη κόρη της οποίας, η Γιαμίν Σουέ Ζιν, είναι εκπαιδευτικός και παγιδεύτηκε στο κτίριο, προσπαθεί να παραμείνει ψύχραιμη. Οι διασώστες διαβεβαιώνουν ότι νωρίτερα άκουσαν τη Γιαμίν να φωνάζει: «Είμαι η δασκάλα Γιαμίν. Είμαι ζωντανή εδώ μέσα. Βοηθήστε με, παρακαλώ. Διψάω», φέρεται να είπε.
Έκτοτε, η μητέρα της μετράει τις ώρες. «Δεν έκλεισα μάτι όλη τη νύχτα», λέει με δάκρυα στα μάτια. «Στριφογύριζα σαν την τρελή γύρω από το κτίριο. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να φωνάζω το όνομά της και να κλαίω. Τίποτε άλλο».
Στο σχολείο αυτό φοιτούν περίπου 200 μαθητές, ηλικίας 12-15 ετών. Το τρίμηνο είχε τελειώσει και, ευτυχώς, οι περισσότεροι από αυτούς είχαν φύγει. Όσοι βρίσκονταν στο ένα από τα δύο κτίρια του πρόλαβαν να φύγουν. Εκείνοι που βρίσκονταν στο άλλο και έκαναν πρόβες χορού για την επικείμενη γιορτή του νερού, το παραδοσιακό νέο έτος στη Μιανμάρ, παγιδεύτηκαν στα ερείπια.
«Κατάφερα να γλιτώσω», αφηγήθηκε η εκπαιδευτικός Κιμ Μα Ζιν, 35 ετών, που φέρει ένα μεγάλο τραύμα στο μέτωπο. «Εδώ μιλάμε για φυσική καταστροφή, κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή», είπε.
Οι διασώστες προσπαθούν να ανοίξουν δίοδο ανάμεσα στις πλάκες του μπετόν για να φτάσουν στο σημείο όπου υποθέτουν ότι βρίσκονται οι εγκλωβισμένοι.
Η Γιν Νου ελπίζει ότι η κόρη της, ένα από τα τέσσερα παιδιά της, επέζησε. «Ο γιος μου είπε ότι φοβάται πως δεν θα βγει ζωντανή. Δυσκολεύομαι να το δεχτώ, είναι η κόρη μου. Πάντα ήταν προσεκτική. Κάθε φορά που πάει στον ναό ή επισκέπτεται μια παγόδα, προσεύχεται να γίνει η κόρη που θα γηροκομήσει τους ηλικιωμένους γονείς της», είπε.
Οι ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στην Μιανμάρ παρεμποδίζονται από τις κατεστραμμένες υποδομές και τους κατεστραμμένους δρόμους, ανακοίνωσε σήμερα το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (OCHA) .
Ο σεισμός 7,7 βαθμών που έπληξε χθες τη χώρα κατέστρεψε κρίσιμες υποδομές, περιλαμβανομένων κεντρικών δρόμων και γεφυρών καθιστώντας δύσκολη την πρόσβαση των ανθρωπιστικών επιχειρήσεων στις πληγείσες περιοχές, προσθέτει η ανακοίνωση.