Ο κ.κ. Βαρθολομαίος και Κύριλλος ήρθαν ακόμα πιο κοντά στην οριστική ρήξη
Ο κ.κ. Βαρθολομαίος και Κύριλλος ήρθαν ακόμα πιο κοντά στην οριστική ρήξη

Η απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη να χορηγήσει  καθεστώς Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας (Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία-Πατριαρχείο Κιέβου)  οδηγεί πλέον σε “εμφύλιο πόλεμο” Φανάρι και Μόσχα, κάτι που στην πραγματικότητα δεν προκαλεί έκπληξη δεδομένων των διαταραγμένων σχέσεων των δύο Πατριαρχείων.

Είναι γνωστό ότι το θέμα αυτό αποτελεί «casus belli» για την Εκκλησία της Ρωσίας, στη δικαιοδοσία της οποίας ανήκει η Ουκρανική Εκκλησία και έχει απειλήσει ακόμα και με Σχίσμα το Φανάρι. Το Πατριαρχείο Μόσχας θεωρεί την κίνηση αυτή ωμή παραβίαση του εκκλησιαστικού δικαίου και κατηγορεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη  ότι αναιρεί και ακυρώνει τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει, ενώ τον καθιστά αποκλειστικά υπεύθυνο για την πρόκληση παγκόσμιου σχίσματος της Ορθοδοξίας.

Σε κάθε περίπτωση θα ήταν τουλάχιστον αφελές   να αγνοήσει κάποιος ότι στο βάθος το πραγματικό διακύβευμα αυτής της διαρκούς  κόντρας σχετίζεται με την  ουσιαστική πρωτοκαθεδρία στον ορθόδοξο εκκλησιαστικό κόσμο, ενώ αναμφισβήτητα το ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα  διασυνδέεται στενά με την υφιστάμενη πολιτική κατάσταση.

Ως πρώτη αντίδραση στην ανακοίνωση του Πατριαρχείου Ρωσίας αναφέρεται πως διακόπτεται η αναφορά του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχη στα Δίπτυχα καθώς και η Κοινωνία με τους ιεράρχες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ενώ αποσύρονται από όλες τις κοινές επιτροπές οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Ρωσίας. Μάλιστα ο Πατριάρχης Κύριλλος παραλλήλισε την αντιπαράθεση με την κόντρα της δεκαετίας του 1920 μεταξύ Μόσχας και Κωνσταντινούπολης, σημειώνοντας πως τότε η Ρωσική Εκκλησία βίωσε τις χειρότερες δυνατές συνθήκες.

«Σε περίπτωση συνέχισης της αντικανονικής δραστηριότητας του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης στο έδαφος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα υποχρεωθούμε να σπάσουμε εντελώς την ευχαριστιακή κοινωνία με το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης» αναφέρεται στην συνοδική ανακοίνωση που τονίζει ότι «κάθε ευθύνη για τις τραγικές συνέπειες αυτής της διαίρεσης θα πέσει προσωπικά στον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης Βαρθολομαίο και στους επισκόπους που τον υποστηρίζουν».

Το αδιέξοδο στο λεγόμενο ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα είχε προαναγγελθεί και από την άκαρπη συνάντηση Βαρθολομαίου-Κύριλλου στο Φανάρι, στις 31 Αυγούστου, οπότε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης φέρεται να ανακοίνωσε στον κ. Κύριλλο ότι αποτελεί ειλημμένη απόφαση και το Φανάρι θα προχωρήσει στο αυτοκέφαλο της Ουκρανικής εκκλησίας.

Τα «μαύρα σύννεφα» στις σχέσεις Φαναρίου-Μόσχας είχαν φανεί ήδη από τον Ιούνιο του 2016, στην διάρκεια της Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης,  με την ηχηρή απουσία του Πατριαρχείου Μόσχας από τις εργασίες της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου παρά τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί στην σύναξη των Προκαθημένων, στο Σαμπεζύ της Γενεύης. Η Μόσχα απείχε επικαλούμενη την άρνηση των Εκκλησιών της Βουλγαρίας, της Αντιοχείας και της Γεωργίας να συμμετέχουν σε αυτήν.

Τότε ανάμεσα σε άλλα «αγκάθια», προσχηματικά και μη,  τριγμούς στις σχέσεις των δύο Πατριαρχείων είχε προκαλέσει και η απόφαση  του ουκρανικού κοινοβουλίου να ζητήσει ευθέως την παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχη για την αυτοκεφαλία της Σχισματικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, στη διάρκεια της Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης.

Στην σύναξη των Προκαθημένων στο Σαμπεζύ  ο Πατριάρχης Κύριλλος είχε ασκήσει βέτο για το θέμα της Ουκρανικής Εκκλησίας ως απαράβατο όρο για την διεξαγωγή της Πανορθόδοξης Συνόδου με τον Οικουμενικό Πατριάρχη να διαβεβαιώνει πως δεν τίθεται ζήτημα αυτοκεφαλίας των σχισματικών καθώς αναγνωρίζει μόνο την Ουκρανική Εκκλησία του Πατριαρχείου Μόσχας.

Έξι μήνες μετά όμως τα δεδομένα άλλαξαν με την Μόσχα να επιχειρεί να τινάξει στον αέρα τις εργασίες της Πανορθόδοξης Συνόδου αφενός με την μη συμμετοχή της, αφετέρου με την επιμονή της να ζητά αναβολή της διεξαγωγής της Συνόδου, θέτοντας ζητήματα νομιμότητας των αποφάσεών της.

Η στάση του Πατριάρχη Μόσχας και άλλων φίλα προσκείμενων (παραδοσιακών και μη) Προκαθημένων είχε αποδοθεί από εκκλησιαστικούς κύκλους του Φαναρίου σε μεθοδεύσεις της Ρωσίας να «σαμποτάρει» την Πανορθόδοξη Σύνοδο, να πλήξει το κύρος του Οικουμενικού Πατριάρχη και να αναλάβει ρόλο ρυθμιστή, δομώντας το προφίλ του πραγματικού ηγέτη της Ορθοδοξίας.

Η αρχή του καυγά έγινε για την διάταξη των Προκαθημένων στο Κολυμπάρι, κοινώς για τις καρέκλες, ακολούθησαν αλυσιδωτές αντιδράσεις κατά της Μεγάλης Συνόδου από άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, παραδοσιακών σύμμαχων της Μόσχας (Βουλγαρία και Γεωργία) αλλά και νέων  (Αντιοχεία). Οι συγκυρίες και η άρνηση των τριών Εκκλησιών να συμμετέχουν στη Σύνοδο της Κρήτης ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για το Πατριαρχείο Μόσχας ώστε να βγει μπροστά και να ξεκινήσει ανοιχτό πόλεμο κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Όπως έχει γράψει η «Π» σε αυτό το συντονισμένο σχέδιο της Μόσχας φέρονται να εντάσσονταν και οι απόψεις αναλυτών σε διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία σύμφωνα με τις οποίες «ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης απέτυχε ως ηγέτης της ενότητας, ρόλο που δικαιωματικά πρέπει να αναλάβει η Μόσχα», ότι «τελεί υπό την επιρροή των ΗΠΑ», ότι «ασκεί σκληρή δικτατορική τακτική και προωθεί την εγκαθίδρυση του «Παπισμού».

Στον αντίποδα, στον Οικουμενικό Πατριάρχη καταλογίζεται η τακτική του «διαίρει και βασίλευε» για να μην απωλέσει την… πρωτοκαθεδρία στην Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη και κατηγορείται  ότι αθέτησε τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει. Η απόφασή του αυτή να αποδώσει το αυτοκέφαλο στην σχισματική εκκλησία της Ουκρανίας έχει προκαλέσει τριγμούς και σε άλλες αυτοκέφαλες Εκκλησίες, όπως της Σερβίας και των Ιεροσολύμων.