«Χωρίς ελεύθερα και ποιοτικά μέσα ενημέρωσης, δεν υπάρχει δημοκρατία», τόνισε ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ σε ομιλία του στο Κογκρέσο, για να συμπληρώσει ότι «χωρίς αξιόπιστες και διαφοροποιημένες πηγές πληροφόρησης, οι πολίτες είναι τυφλοί».
Στην Ισπανία, όπως άλλωστε συμβαίνει παντού, οι νέες μορφές παρουσίασης και διάδοσης των ειδήσεων μέσα από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων και βίντεο, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη επιρροή στον πολιτικό λόγο και μπορούν να προσεγγίσουν ένα πολύ ευρύτερο κοινό από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.
Ο Πέδρο Σάντσεθ σημείωσε ότι με το νέο νομοσχέδιο η Ισπανία θα ευθυγραμμιστεί με τον νέο ευρωπαϊκό νόμο για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης που εγκρίθηκε τον περασμένο Μάρτιο και ότι το κανονιστικό πλαίσιο απευθύνεται σε όλα τα μέσα ενημέρωσης. Επιπλέον, υπογράμμισε ότι έχει σχεδιαστεί ώστε να προστατεύει τους δημοσιογράφους από την κρατική κατασκοπεία ή από εξαναγκασμούς να αποκαλύψουν τις πηγές τους.
Ο επικεφαλής της ισπανικής κυβέρνησης ανέφερε ότι ο νέος νόμος θα απαιτεί από τα μέσα ενημέρωσης να δημοσιοποιούν την ταυτότητα όλων των μετόχων που έχουν λόγο στη γραμμή του μέσου, καθώς και τα ποσά που λαμβάνουν από διαφημίσεις χρηματοδοτούμενες από το δημόσιο και τρίτες χώρες.
Ανακοίνωσε επίσης ότι η κυβέρνηση θα επιδοτήσει με 100 εκατομμύρια ευρώ την ψηφιακή μετάβαση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης. Το ποσό αυτό θα εκταμιευτεί από ευρωπαϊκά κονδύλια και θα κατανεμηθεί στα ΜΜΕ, ανεξάρτητα από τη γραμμή τους, υπογράμμισε ο Ίβηρας πρωθυπουργός.
Το σχέδιο νόμου προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από την αντιπολίτευση, με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα να το χαρακτηρίζει ως ένα «νόμο λογοκρισίας».
Μάλιστα, κατηγορεί τον πρωθυπουργό Σάντσεθ ότι με αυτόν τον τρόπο επιδιώκει να ελέγξει τα επικριτικά μέσα ενημέρωσης.
Επιπλέον, το Λαϊκό Κόμμα διερωτάται για τη σκοπιμότητα της χρονικής στιγμής εισαγωγής του νέου νομοσχεδίου, δύο μόλις ημέρες πριν εμφανιστεί στο δικαστήριο η σύζυγος του Σάντσεθ, Μπεγκόνια Γκόμεθ, για μια υπόθεση διαφθοράς, η οποία έτυχε μεγάλης δημοσιότητας από τα μέσα ενημέρωσης που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση, ενώ η κυβέρνηση μιλά για μια ξεκάθαρη περίπτωση παραπληροφόρησης και διασποράς ψευδών ειδήσεων.
Πηγές: Reuters, EFE