Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτεν- μπεργκ

Τον δυναμικό ρόλο του ΝΑΤΟ επιχειρεί να επαναφέρει στο προσκήνιο ο Γενικός Γραμματέας της συμμαχίας Γένς Στόλτενμπεργκ, ο οποίος ωστόσο επιλέγει να κρατήσει ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Στη λογική που θέλει την Τουρκία να παραμένει στη συμμαχία και να διατηρεί έναν ισχυρό ρόλο, ο Γενικός Γραμματέας υποστηρίζει πως υπάρχουν καλές σχέσεις τόσο με την Ελλάδα, όσο και με την Τουρκία που δεν επιθυμεί να διαταραχθούν.

Την ίδια στιγμή ωστόσο, υπεραμύνεται της ισχύος του ΝΑΤΟ, αλλά και των μηχανισμών που διαθέτει προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές συγκρούσεις.

«Το ΝΑΤΟ έχει δημιουργήσει έναν μηχανισμό αποφυγής σύγκρουσης, τον οποίο χρησιμοποιήσαμε το 2020, για να καθιερώσουμε περισσότερη διαφάνεια και να αποτρέψουμε τη δημιουργία ενός ανεξέλεγκτου σπιράλ εντάσεων» λέει ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, για να προσθέσει: «Είμαστε έτοιμοι να το ξανακάνουμε, η κατάσταση είναι δύσκολη».

Ο Γενς Στόλτενμπεργκ υποστηρίζει επίσης ότι τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία παραμένουν πολύτιμοι σύμμαχοι.

«Η κατάσταση είναι δύσκολη και γι’ αυτό είναι απαραίτητο το ΝΑΤΟ να είναι μια πλατφόρμα, όπου μπορούν να συναντηθούν Ελλάδα και Τουρκία» σημειώνει ακόμη, αναγνωρίζοντας την ένταση που επικρατεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και φανερώνοντας την ανησυχία του.

Ερωτηθείς κατά πόσον είναι δικαιολογημένες οι περί τρομοκρατίας ενστάσεις της Άγκυρας αναφορικά με τα αιτήματα προσχώρησης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, απαντά: «Λέω ότι, όταν εκφράζονται τέτοιες ανησυχίες, πρέπει να διαβουλευόμαστε και να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε, μαζί, για να διασφαλίσουμε ότι θα καταπολεμήσουμε από κοινού την τρομοκρατία».

Στην ερώτηση «γνωρίζετε ότι η Τουρκία σήμερα χαρακτηρίζει ως “τρομοκράτες” απλούς πολιτικούς αντιπάλους», ο Στόλτενμπεργκ απαντά: «Γνωρίζω ότι οι σύμμαχοι ανησυχούν για την κατάσταση της αντιπολίτευσης στην Τουρκία. Το ΝΑΤΟ είναι μια πλατφόρμα, όπου οι σύμμαχοι μπορούν επίσης να συζητούν αυτά τα θέματα».

Τέλος, αναφορικά με το ουκρανικό, εξηγεί πώς η Συμμαχία επιδιώκει «να εξασφαλίσει τη νίκη για την Ουκρανία, χωρίς να κάνει πόλεμο με τη Ρωσία», υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «η πυρηνική ρητορική του Πούτιν είναι επικίνδυνη».