Σημαντική απώλεια αποτελεί για την Ελλάδα αλλά και την επιστήμη της ψυχιατρικής ο θάνατος του κορυφαίου Έλληνα ψυχιάτρου Ματθαίου Γιωσαφάτ. Ψυχαναλυτής, από τους πιο περιζήτητους κι από τους πιο αναγνωρίσιμους, ο Ματθαίος Γιωσαφάτ, τόσο από τα διαβάσματα όσο και από την κλινική του εμπειρία.
Ο ίδιος τόνιζε ότι «η ψυχανάλυση, δεν είναι θρησκεία, δεν εξηγεί τα πάντα, έχει πολλά σκοτεινά και αντιφατικά στοιχεία, αλλά είναι η μόνη θεωρία κι επιστήμη που εξηγεί τα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, κίνητρα που έχουν τα αίτιά τους στον ασυνείδητο ψυχικό κόσμο του βρέφους, του παιδιού, του ενήλικα».
Τον αποκαλούσαν «Δάσκαλο της ψυχανάλυσης» και όχι τυχαία, δεδομένου ότι πολλά από τα βιβλία του έγιναν best seller. Δεν είναι τυχαίο που ο Γιωσαφάτ, συμμετέχοντας επί δυόμισι δεκαετίες σε επιτροπές του Υπουργείου Υγείας με την ιδιότητα του παιδοψυχίατρου, έχει αγωνιστεί για να δίνεται στις εργαζόμενες, του δημόσιου τομέα τουλάχιστον, ένας χρόνος άδειας μητρότητας μετ’ αποδοχών.
Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας. Η είδηση του θανάτου, έγινε μέσω της επίσημης σελίδας του.
Συγγραφέας πολλών σπουδαίων πονημάτων, όπως το «Μεγαλώνοντας μέσα στην ελληνική οικογένεια», καθώς και το δίλημμα «Να παντρευτεί κανείς ή να μην παντρευτεί».
Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1963 και απέκτησε την ειδικότητα του Νευρολόγου-Ψυχιάτρου το 1967. Μετέβη για περαιτέρω σπουδές στον Λονδίνο, όπου και παρέμεινε για δεκαπέντε χρόνια. Εκεί έλαβε μετά από εξετάσεις διάφορα διπλώματα στην Ψυχιατρική και Παιδοψυχιατρική ( Δίπλωμα Ψυχολ. Ιατρικής, ανώτατο Δίπλωμα Ψυχιατρικής του Κολλεγίου Ψυχιάτρων κ.λ.π.).
Εξελέγη διευθυντής στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (Κέντρο Παιδικής και Οικογενειακής Ψυχιατρικής Finchley Λονδίνου). Δίδαξε στο Κέντρο Tavistock και στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (Ιατρικό Μεταπτυχιακό Κέντρο) ως Επίκουρος Καθηγητής (Senior Lecturer).
Έκανε επίσημη πενταετή εκπαίδευση στην Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία και τετραετή στην Ομαδική Ανάλυση και Οικογενειακή Θεραπεία.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα εξελέγη διευθυντής του Παιδοψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής.
Ίδρυσε με άλλους την Ελληνική Εταιρία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας, που εκπαιδεύει στην ατομική ψυχαναλυτική θεραπεία, και την Ελληνική Εταιρία Αναλυτικής Ομαδικής και Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας, της οποίας είναι και πρόεδρος και διετέλεσε διευθυντής του Εκπαιδευτικού της Ινστιτούτου.
Υπήρξε τακτικό μέλος πολλών διεθνών επιστημονικών Εταιριών και είχε μετάσχει στην συγγραφή πολλών επιστημονικών βιβλίων και πολυάριθμων άρθρων.
Πραγματοποίησε ομιλίες σε πολλά κέντρα του εξωτερικού (Παν/μιο Οξφόρδης, London School of Economics κ.α.) καθώς και σε πολυάριθμα νοσοκομεία, επιστημονικά κέντρα, στη σειρά διαλέξεων του Megaron Plus, ΤED X, Ίδρυμα Θεοχαράκη κ.λ.π.
Ήταν ο ιδρυτής, με άλλους συναδέλφους, της Παιδοψυχιατρικής Εταιρίας Ελλάδος, της οποίας και εξελέγη ο πρώτος Πρόεδρος.
Δεν μασούσε τα λόγια του
Σε μία από τις λίγες συνεντεύξεις του ο σπουδαίος ψυχαναλυτής είχε χαρακτηρίσει ανώριμους τους Έλληνες. «Είναι οι Έλληνες ανώριμοι. Ε, ναι. Όπως και οι Ελληνες πολιτικοί. Γι’ αυτό και υπάρχει αυτό το κενό συνεννόησης και συναίνεσης σε πολλά πράγματα. Οι μεν απορρίπτουν τους δε και ο διχασμός έχει γίνει εθνικό σπορ. Οι μισοί Ελληνες φθονούν τους άλλους μισούς. Δεν αγαπάμε στ’ αλήθεια την πατρίδα μας εξαιτίας της ανωριμότητάς μας…» έλεγε.
Για τις γυναικοκτονίες
Όταν δημοσιογράφος τον ρώτησε: «Πώς εξηγείτε, κύριε Γιωσαφάτ, το γεγονός ότι πληθαίνουν σοκαριστικά οι γυναικοκτονίες, οι κακοποιήσεις, οι βιασμοί στη χώρα μας;». Εκείνος απάντησε, μεταξύ άλλων: «Στην πραγματικότητα, ο γυναικοκτόνος είναι ένας βαθιά πληγωμένος νάρκισσος. Νιώθει ανασφάλεια και έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, όσο καλά και να πλασάρει τον εαυτό του εξωτερικά. Αυτοί οι άνδρες συνήθως είναι πολύ χειριστικοί και ύπουλα φροντιστικοί στην αρχή προς τη γυναίκα, για να την κερδίσουν. Μετά τη θεωρούν κτήμα τους, αναπόσπαστο κομμάτι της υπάρξεώς του, την ελέγχουν συνεχώς, πού πήγε, τι έκανε, με ποιον ήταν, τη δέρνουν μερικές φορές κ.λπ. Γι’ αυτό και πολλοί από αυτούς μετά το φόνο είτε αυτοκτονούν είτε αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν, διότι η ζωή τους πια δεν έχει νόημα.
»Είναι όπως το βρέφος που σπαράζει όταν φεύγει η μητέρα του, γιατί φοβάται ότι θα πεθάνει δίχως αυτήν. Έτσι νιώθει το βρέφος, είναι η μαμά μου, την κατέχω, άρα υπάρχω. Φεύγει, ή μπορεί να μου φύγει, άρα δεν την κατέχω, πεθαίνω.
«Ο τρελός έρωτας φεύγει γρήγορα και δεν έχει σχέση με τον άνθρωπο που έχουμε δίπλα μας,αλλά με τον εαυτό μας γράφει σε ένα από τα βιβλία του
«Με τον φόνο ο άνδρας αισθάνεται ότι μαζί σκοτώνει και την εξάρτησή του από τη γυναίκα. Επίσης, σκοτώνοντας νιώθει ότι αυτός την κερδίζει τελικά, αφού δεν θα μπορεί πια να γίνει κάποιου άλλου».
Εκτός από αυτήν την παράνοια, έχουμε βέβαια και περιστατικά ανδρών που βιάζουν ή κακοποιούν γυναίκες. Και πάλι εδώ έχουμε τη ναρκισσιστική παθολογία με σαδιστικά στοιχεία από το πρωκτικό στάδιο πολλές φορές. Αυτά βέβαια είναι ακραίες περιπτώσεις μαζί με άλλες, όπως η παιδοφιλία, βιασμοί ηλικιωμένων κ.λπ.».