Χριστομιχάλης Ξυλούρης προς Ραλφ Στόκμπριτζ
Ο ανδριάντας του Αρχηγού της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων ΑΟΑ Χριστομιχάλη Ξυλούρη στη συνοικία Περαχώρι στα Ανώγεια

Ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1892. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Ανωγείων. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε με τον Τουρκομάχο Μανόλη Ξυλούρη ή Τζιτζή.

Άκουγε με προσοχή τις ιστορίες που του έλεγε (για τους πολέμους και τις μάχες με τους Τούρκους). Εντυπώθηκαν στο μυαλό του οι διηγήσεις του Τζιτζή για τα κατορθώματα του Γεωργίου Ξυλούρη ή Σουβλή στη Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση 1821-1830. Τους προγόνους Τζιτζή και Σουβλή είχε ο Χριστομιχάλης ως πρότυπα στη ζωή του.

Στην πίσω όψη της φωτογραφίας αναγράφεται χειρόγραφα από τον Χριστομιχάλη Ξυλούρη: Μάιος 1944, εις θέση κορυφή πεθαμένου εις πετροδολάκια - Μιχάλης Ξυλούρης

Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Τα χρόνια του Μεσοπολέμου 1930 – 1940, σε ηλικία τριάντα οχτώ χρονών, φεύγει από τα Ανώγεια και ανοίγει κρεοπωλείο στην περιοχή Καμαράκι της πόλης του Ηρακλείου.

Στη μάχη της Κρήτης 20 – 31 Μαΐου 1941, σφραγίζει το μαγαζί του, ζώνεται τα όπλα και πολεμά τους αλεξιπτωτιστές στα ενετικά τείχη. Με την κατάληψη της Κρήτης επιστρέφει στα Ανώγεια, παραμένει όμως στα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη καθ’όλη τη διάρκεια της Κατοχής.

Με άλλους τέσσερις Βενιζελικούς συντρόφους του, (Γιάννη και Γιώργη Δραμουντάνη, Παπαγιάννη Σκουλά και Νικόλαο Σταυρακάκη), ιδρύουν και οργανώνουν την Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων το πρακτικό της οποίας υπογράφουν την 15η Αυγούστου 1941 και δύο Ανωγειανοί γιατροί, (μέλη του Λαϊκού κόμματος), ο Νικόλαος Μανούσος και ο Κωνσταντίνος Κουνάλης. Ζει την καταστροφή του χωριού και τον ξεριζωμό των συγχωριανών του τον Αύγουστο του 1944. Μια εικόνα που δεν βγήκε ποτέ από το μυαλό και τη σκέψη του όπως έλεγε ο ίδιος.

Ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι πενήντα τριών ετών.

Δεν παντρεύεται και ορίζεται Δήμαρχος Ανωγείων για μικρό χρονικό διάστημα. Η προσπάθειά του επικεντρώνεται στην ανασυγκρότηση των Ανωγείων, την επιστροφή των Ανωγειανών και στη δημιουργία του Ανωγειανού σχολείου στο Ηράκλειο. Με μια μικρή διακοπή την περίοδο του Εμφυλίου, (για την Κρήτη αυτή η περίοδος ήταν σύντομη).

Προσωπικός φίλος του Σοφοκλή Βενιζέλου, τον φιλοξένησε στα Ανώγεια και τον στήριξε πολιτικά. Δε δέχτηκε ποτέ χρηματική βοήθεια από τους φίλους του, πάντοτε ζούσε λιτά και φτωχικά. Του άρεσε τους καλοκαιρινούς μήνες να παίρνει ένα αντίσκηνο και να διαμένει στον αγαπημένο του Ψηλορείτη.

Τη δεκαετία του 1950 επέλεξε και διέμενε σε μια καλύβα στη Βαρυμπόμπη Αττικής. Σ ’αυτήν την καλύβα τον επισκέπτονταν πολλές προσωπικότητες της εποχής, (πνευματικοί άνθρωποι, πολιτικοί, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι, διπλωμάτες κ.α.).

Τα χρόνια της δικτατορίας ο Χριστομιχάλης ήταν εβδομήντα πέντε ετών. Ένα σεβαστό για την εποχή χρηματικό βοήθημα που του έστειλε ο Στυλιανός Παττακός, το επέστρεψε αμέσως πίσω και αρνήθηκε τη συνταξιοδότηση που του πρόσφερε.

Τα τελευταία του χρόνια απομονώθηκε στη Βαρυμπόμπη, και όταν πια δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του ανιψιού του Ηρακλή Ξυλούρη, (του Αστρινού). Η γυναίκα του Ηρακλή Ξυλούρη, Μαρία (Περάκη) και ό ίδιος τον φρόντισαν και του συμπαραστάθηκαν με τον καλύτερο τρόπο. Πέθανε στο σπίτι και στα χέρια του Ηρακλή Ξυλούρη την Τρίτη 6 Ιουνίου 1972, στις 11 η ώρα το πρωί, σε ηλικία 80 ετών.

Το ταφικό μνημείο του Αρχηγού Χριστομιχάλη Ξυλούρη στ’Ανώγεια

Τον Μάρτιο του 2014, ο ανιψιός του Αρχηγού της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων Χριστομιχάλη Ξυλούρη, Ηρακλής Ξύλούρης, διηγείται τις τελευταίες στιγμές του θείου του λέγοντας τα εξής :

«…είχαμε γυρίσει από το Λαϊκό Νοσοκομείο. Στις 10 η ώρα το πρωί μου ζήτησε ο θείος μου ο Χριστομιχάλης να του αλλάξω τη θέση στο κρεβάτι του. Με έβαλε και τον γύρισα να κοιτάζει την ανατολή. Δάκρυσα και το πήρε είδηση. Μου λέει “μη τυραννιέσαι. Μια ώρα θα ζήσω ακόμη”. Μου παράγγειλε να ανοίξω το πορτοφόλι του και να πάρω τα λεφτά που είχε μέσα. “Να πάρεις τα λεφτά, μου λέει, και να πάρεις τρία τυριά.

Να δώσεις ένα του Πουρνάρα, ένα του Κελαηδή και ένα του Τριγώνη”. Αυτοί ήταν γιατροί στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών που τον παρακολουθούσαν. “Και να μην αφήσεις κανένα να κλείσει τα μάθια μου παρά μόνο εσύ”. Αυτά μου’πε στις 10 η ώρα. Δεν εξαναμίλησε. Το σπίτι ήταν γεμάτο κόσμο.

Όλοι οι συγγενείς είχανε έρθει. Τρακόσα άτομα και στο δρόμο βγαίνανε. Στις 11 η ώρα πέθανε. Την παραγγελιά με τα τυριά την έκανα. Πήρα τρεις μεγάλες γραβιέρες από το τυροκομείο του Καδενιά, (Ξυλούρης Εμμανουήλ του Ιωάννου) και τα πήγα στο νοσοκομείο…».

Η μόνη περιουσία που άφησε ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης ήταν μια βαλίτσα με τα ρούχα του, η κατοχική σημαία της Ανεξάρτητης Ομάδος Ανωγείων και μια κορνίζα με τη φωτογραφία του τουρκομάχου Εμμανουήλ Ξυλούρη ή Τζιτζή.

Ο Ραλφ Στόκμπριτζ, Βρετανός αξιωματικός Σύνδεσμος της Ιντέλιτζενς Σέρβις τα χρόνια της κατοχής στην Κρήτη

Ο Βρετανός Ραλφ Στόκμπριτζ έφτασε τον Δεκέμβριο του 1940 στα Χανιά με τον βαθμό του Λοχία. Αμέσως προωθήθηκε στο Ηράκλειο, έμαθε σε πέντε μήνες να μιλά Ελληνικά και τον Μάιο του 1941 πήρε μέρος στη Μάχη της Κρήτης. Μετά τη μάχη διέφυγε στην Αίγυπτο και εκπαιδεύτηκε ασυρματιστής. Στις αρχές του 1941 επέστρεψε την Κρήτη ως ασυρματιστής του Βρετανού Αξιωματικού Συνδέσμου Τζακ Σμιθ Χιουζ.

Τον Ιανουάριο του 1942 πήρε τον βαθμό του Υπολοχαγού. Τον Απρίλιο του 1942 έφυγε ξανά στην Αίγυπτο ως μέλος πια της Ιντέλιτζενς Σέρβις, με μόνη αποστολή τη συλλογή πληροφοριών. Τον Μάιο του 1943 επέστρεψε στην Κρήτη με σταθμό ασυρμάτου και φιλοξενήθηκε στον Ψηλορείτη από την Ανταρτική Ομάδι Ανωγείων.

Οι αντάρτης του έδωσαν το ψευδώνυμο “Σήφης”. Μεταξύ του Ραλφ Στόκμπριζ και του Αρχηγού Χριστομιχάλη Ξυλούρη, αναπτύχτηκε βαθιά φιλία που κράτησε και μετά τον πόλεμο. Ο Ραλφ Στόκμπριτζ εγκατέλειψε το νησί 1945 και θεωρείται ο μακροβιότερος Βρετανός πράκτορας που παρέμεινε στην Κρήτη τα χρόνια 1940-1945.

Μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ραλφ Στόκμπριτζ υπηρέτησε στο Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών (Foreign Office) και στη βρετανική πρεσβεία των Αθηνών. Μεταξύ του Ραλφ Στόκμπριζ και του Αρχηγού Χριστομιχάλη Ξυλούρη, αναπτύχτηκε βαθιά φιλία που κράτησε και μετά τον πόλεμο.

Μεταξύ τους συχνά αντάλλαζαν επιστολές. Ακολουθεί μία απ’αυτές τις επιστολές του Χριστομιχάλη Ξυλούρη προς τον φίλο του Ραλφ Στόκμπριτζ, με ημερομηνία 30 Ιουλίου 1964.

Είναι απάντηση του Αρχηγού Χριστομιχάλη στον Ραλφ Στόκμπριτζ με τις θέσεις του για την ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την Ελλάδα, αντίθετη απ’αυτήν των Βρετανών που επιθυμούσαν διχοτόμηση της Κύπρου.

Η επιστολή βρίσκεται το αρχείο του Χριστομιχάλη Ξυλούρη και είναι ένα γραπτό κείμενο αγάπης προς την πατρίδα, αλληλεγγύης προς τους αδελφούς Κυπρίους, άδολου πατριωτισμού και παράδειγμα μίμησης ενός Αρχηγού του αντιστασιακού Αγώνα, που διδάσκει όλους. Συγκεκριμένα ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης γράφει στον Ραλφ Στόκμπριτζ :

 «Ηράκλειον, 30-7-1964.

Αγαπητέ μου Σήφη

Εύχομαι πάντοτε να είσθε καλά γιατί εγώ δεν παύω δυστυχώς να υποφέρω από ρευματικά, πότε πατριωτικά και πότε διάφορα και πολλά άλλα.

Εύχομαι επίσης να είσθε καλά, για να μας θυμάσθε κάποτε-κάποτε, έστω και αργά και πολύ αργά, γιατί φοβούμαι όπως έρχονται τα πράγματα πως θα μας λησμονήσητε τελείως.

Φοβούμαι δηλαδή ότι θα συναντώμεθα καμμιά φορά και θα σου μιλώ και συ θα μου λες:

“Ποιος είσαι; Δεν σ΄ενθυμούμαι…. ούτε εσένα ούτε την Κρήτη”

Και τώρα για την Κύπρο :

Ομολογώ ότι δεν περίμενα ένα τέτοιο δικό σου διπλωματικό φάλτσο στον διπλωματικό τομέα. Είναι απολύτως βέβαιον, ότι ηθικώς και πολιτικώς, η μοναδική λύσις δια το Κυπριακόν είναι η Ένωσις, σύμφωνα και με τας αρχάς άλλως τε του Ο. Η. Ε. Είναι απόλυτον και αναφαίρετον δικαίωμα του Κυπριακού Λαού, να διαθέση τον εαυτόν του όπως θέλει και όχι όπως άλλοι θέλουν… δια διαφόρους λόγους και συμφέροντα.

Όταν αποφασισθή από τον Κυπριακόν λαόν κατόπιν αδεσμεύτου ανεξαρτησίας η Ένωσις, η απόφασίς του αυτή θα είναι και ηθικώς και νομικώς ακλόνητος.

Τώρα γιατί μου βάζεις συ τους Τούρκους και την ανάγκην συμφωνίας μετ΄αυτών, για ν΄αποφύγωμεν μάλιστα τον πόλεμον, στην μέση, αυτό δεν το καταλαβαίνω. Μου είναι τελείως ακατανόητον.

Και τούτο, διότι, όπως συ σαν διπλωμάτης γνωρίζεις καλύτερα βέβαια από μένα – εδώ που τα λέμε οι δυο μας – οι Τούρκοι δεν έχουν καμιά δουλειά, ούτε στην μέση ούτε στην άκρη, εκτός αν τους έσπρωξαν ή τους σπρώχνουν άλλοι. Γνωρίζεις κάλλιστα νομίζω, πως οι Τούρκοι επούλησαν την Κύπρο σε σας.

Γνωρίζεις επίσης ότι στην συνθήκη της Λωζάνης παρεδέχθησαν και υπέγραψαν ότι όχι μόνον δικαίωμα, αλλά ουδέ και βλέψεις καν δεν δύνανται να έχουν επί της Κύπρου πλέον. Πώς και γιατί τώρα η Κύπρος πρέπει να κάμη συμφωνίαν με τους Τούρκους – και μάλιστα για να μη γίνη πόλεμος – και πώς και γιατί η Ελλάς πρέπει να τους προσφέρη εδαφικά ανταλλάγματα – και μάλιστα ελανσαρίσθη καταλλήλως τώρα τελευταίως ότι τα προσέφεραν ήδη, αλλά δεν έπιασαν – ή άλλου είδους ικανοποίησιν, αυτό δεν το χωρεί το μυαλό μου, ούτε και το γράφουν τα χαρτιά τα δικά μου.

Φαίνεται όμως, ότι το γράφουν τα χαρτιά τα δικά σου και αυτό σε ώθησε και στο διπλωματικό σου ολίσθημα, εκτός αν το κάνης για να δοκιμάσης την ιδικήν μου διπλωματικήν δεινότητα και πίστιν.

Και το τραγικόν απ’ όσα γράφεις, είναι το να τονίζης και υπογραμμίζης μάλιστα, ότι είναι απολύτως αναγκαίον να γίνη πόλεμος. Ότι θα είναι ανόητο να νομίζη κανείς, πως μπορεί να γίνη αλλοιώς.

Το γιατί και για ποιον λόγον όμως πρέπει να γίνη η συμφωνία και ν΄αποφευχθή ο πόλεμος δεν μου το εξηγείς, διότι ημείς πιστεύομεν ότι προκειμένου να γίνωμεν και να είμεθα δούλοι, χίλιες φορές να γίνη πόλεμος, γιατί τότε θα επικρατήσουν αι αρχαί του δικαίου και της ελευθερίας.

Έχεις αρκετήν πείραν της ζωής μας και της νοοτροπίας μας και ψυχοσυνθέσεώς μας από την Γερμανικήν κατοχήν, που σας είχαμεν μαζί μας και ζούσαμε μαζί και πολεμούσαμε μαζί. Και γνωρίζεις πως τον πόλεμον δεν τον φοβόμαστε, ούτε τον σκεπτόμαστε. Και αν γίνη θα νικήσωμεν, γιατί έχουμε το δίκιο μαζί μας και γιατί ξέρουμε πως νικά εκείνος που πιστεύει πως θα νικήσει.

Και σ’ ερωτώ εγώ αφού εσύ δεν μου το εξηγείς και σε παρακαλώ να μου απαντήσης. Για ποιo λόγο και για ποιο δικαίωμα πρέπει να γίνη αυτή η συμφωνία και μάλιστα με τους Τούρκους;

Και επειδή απορώ και αγωνιώ, θέτω τα ερωτήματα εις τον εαυτό μου μόνος μου και διερωτώμαι.

Μήπως διότι οι 18 Τούρκοι, πρέπει να κυβερνούν τους 82 Έλληνες στην Κύπρον και να επιβάλλουν τας απόψεις και τας θελήσεις των όπως αυτοί θέλουν; Αλλά τότε αι αρχαί της Δημοκρατίας και του Ο. Η. Ε. πάνε περίπατο; Και σκέπτομαι αμέσως μέσα στην αυξανομένην απορίαν μου, μήπως ισχύει ακόμη και σήμερον στο 1964 το δίκαιον του ισχυροτέρου και είναι φενάκη η λέξις Δημοκρατία;

Και συνεχίζω προσπαθών να ικανοποιήσω τας απορίας μου με το ολίσθημα του Σήφη. Μήπως οι Άγγλοι ξέχασαν πως οι Τούρκοι υπήρξαν φοβεροί εχθροί τους, στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο;

Αλλά και πάλιν, είναι αδύνατον να ξέχασαν τα Δαρδανέλια; Μήπως ελησμόνησαν την πολιτικήν και την ουδετερότητα των Τούρκων κατά τον Β΄ παγκόσμιον πόλεμον;

Μήπως ακόμη ελησμόνησαν οι Άγγλοι τα λόγια του σερ Ουϊστον Τσώρτσιλ στην Βουλή των Κοινοτήτων, όταν από του βήματος αυτής διεκήρυσσε με την μεγαλυτέραν υπερηφάνειαν, ότι “Δύο νησιά μόνον έμειναν αδελφωμένα εις τον Αγώνα.

Η Μεγάλη Βρεττανία και η Κρήτη”. Μήπως τέλος, ελησμόνησαν τις θυσίες μας στην Γερμανική κατοχή και τον κοινόν αγώνα μας για την Δημοκρατία και την Παγκόσμια Ελευθερία;

Πώς και γιατί τώρα κόπτονται και υποστηρίζουν τους Τούρκους εναντίον μας και εις βάρος του δικαίου της ηθικής και της Ελευθερίας και των αρχών της Δημοκρατίας, που διέπουν σήμερον, σχεδόν ολόκληρον τον κόσμον;

Εστάθη αδύνατον να βρω οιανδήποτε απάντησιν και πολλοστημόριον πιθανήν και λογικήν εις τα ερωτήματά μου αυτά και περιμένω τας ιδικάς σου για να βγω από το κράτος του σκότους και του ερέβους που μ’ έρριξε το γράμμα σου.

Από την αγωνία μου και τον πόνον μου, ξαναδιάβασα και πάλιν την επιστολήν σου και τα μάτια μου, έπεσαν με κατάπληξιν στην φράσιν σου.

“Αν έλειπεν ο Μακάριος θα είχε ρυθμισθεί το ζήτημα αυτό προ ετών και υπέρ της Ελλάδος. Δυστυχώς ο Μακάριος σκέπτεται μόνον τον εαυτόν του και το μεγαλείον του κλπ.”.

Αλλά τι έγκλημα έκαμεν ο Μακάριος; Μήπως εφρόντισε και φροντίζει να πλουτίση εις βάρος της Κύπρου; Μήπως όπως λέγεις θέλει να παραμείνει Αρχηγός για το μεγαλείον του και δεν θέλει την Ένωσιν; Αυτά αγαπητέ μου Σήφη είναι μόνον δια μικρά παιδιά.

Ημείς βλέπομεν και πστεύομεν ακραδάντως ότι διεξάγει έναν υπέροχον αγώνα και τον βοηθούμε και ακολουθούμεν ολόψυχα και είμεθα έτοιμοι να θυσιασθώμεν δια τον αγώνα του αυτόν, τον αγώνα της ηθικής, του δικαίου και της ελευθερίας, γιατί είναι απαράδεκτον, είναι φοβερόν ν’ αποκτήσουν όλοι οι άγριοι την ανεξαρτησίαν των και την ελευθερίαν των και η Κύπρος, με ιστορίαν άφθαστον και υπέροχον πολιτισμόν χιλιετηρίδων πολλών, να είναι σκλάβα των Τούρκων ή οιουδήποτε άλλου κατακτητού και ιδία των Τούρκων, οι οποίοι από αιώνων αποτελούν απαίσιον στίγμα δια την Ευρώπην και τον πολιτισμόν και οι οποίοι θα έπρεπε προ πολλού να είχον εκδιωχθή εις τα βάθη της Ασίας κακείν κακώς, ως βάρβαροι και λαός μη επιδεχόμενος, ουδέν καν στοιχεία πολιτισμού.

Ο Μακάριος αγαπητέ μου Σήφη, είναι άξιος παντός επαίνου και θαυμασμού για τον τίμιον και ιερόν Αγώνα που κάνει για την πατρίδα του και σεις – RIGHT ORWRONG IS MY COUNTRY- και όπως κάνει κάθε καλός και τίμιος πατριώτης για την χώραν του.

Αλλά ας πάρουμε και ας παραδεχθούμε την άποψι την δική σου, Σήφη, ότι δηλαδή, ο Μακάριος δεν θέλει την Ένωσιν και θέλει μόνον την αδέσμευτη ανεξαρτησία, για να παραμείνη Αρχηγός για το μεγαλείο του και για να κάνη τα δικά του. Ερωτώ λοιπόν.

Σεις και όλοι οι άλλοι, οι οποίοι σκέπτονται κατά τον τρόπον αυτόν και έχουν την αυτήν αντίληψιν με σένα θα έπρεπε, θα έπρεπε λέγω για το πρόσωπο ενός ανθρώπου, ενός ατόμου, ενός οιουδήποτε και όσον το δυνατόν υψηλά ισταμένου, για ένα Μακάριον τέλος, θα έπρεπεν επαναλαμβάνω να θυσιάσετε την Ελλάδα και ξεχωριστά την Κρήτην, να τας καταστρέψετε και να μας κάνετε φοβερούς εχθρούς εις την αιωνιότητα να ταχθήτε υπέρ των βαρβάρων, να ταχθήτε υπέρ εκείνων οι οποίοι σας έκαναν ίσως και θα σας κάνουν και μόλις δοθή και πάλιν ευκαιρία τον μεγαλύτερον πόλεμον και τα μεγαλύτερα κακά;

Ασυγχώρητον και ανυπολόγιστον αυτό. Δεν βλέπω και δεν ξέρω κανένα χαρακτηρισμόν να ταιριάζει εις την σκέψιν και την πράξιν αυτήν. Όσα για τους σοβιετικούς και τους κομμουνιστικούς γράφεις είναι όλα ουτοπιστικά για μένα και άνευ ουδεμιάς αξίας, διότι είναι ανύπαρκτα.

Το αν οι Ρώσοι ενδιαφέρονται ή όχι δια την Κύπρον είναι θέμα που ενδιαφέρει αυτούς και μόνον όπως και αν θέλουν να κατέβουν εις την Μεσόγειον δεν θα μπορέσουμε να τους εμποδίσομε εμείς.

Αυτά που είναι πραγματικότης και μοναδική αλήθεια και γι’αυτό θεωρώ ουτοπιστικά τα γραφόμενά σου, είναι το ότι και ημείς και ο Μακάριος ιδιαιτέρως, εχόμεθα στερρώς της πατροπαραδότου φιλίας και συμμαχίας μας με τους Δυτικούς συμμάχους μας και καμμιά δύναμις δεν είναι δυνατή να μας αποσπάση απ’ αυτούς, εκτός αν οι ίδιοι μας κλωτσίσουν και μας πετάξουν και βέβαια αυτό θα συμβή οπωσδήποτε, αν η συμμαχική αγάπη, υποστήριξις και συμπεριφορά, συνεχισθή ως σήμερον. Θα αγκαλιάσετε τους Τούρκους; Δικαίωμά σας είναι.

Αλλά ντροπή μεγάλη. Εκτός αυτού θα τους βάλλετε στον κόρφο σας και θα σας δαγκώσουν με δηλητηριασμένα δόντια εις δοθησομένην στιγμήν και θα σας εγκαταλείψουν εις την πρώτην πνοήν του ανέμου. Άλλως τε, δείγματα της ακραιφνούς φιλίας των, έχετε πάμπολλα. Αγκαλιάστε τους, κάμετε τα δικά σας και μεις θα κάνουμε τα δικά μας. Το “σφάξε με αγά μου ν’ αγιάσω” δεν υπάρχει πια.

Το τελικόν πάντως συμπέρασμα και η μεγάλη αλήθεια την οποίαν παραγνωρίζετε δυστυχώς, είναι τούτο με δύο λόγια. Εμείς υπήρξαμεν οι φίλοι σας εις το Απώτερον και το εγγύς παρελθόν, εμείς είμεθα οι ειλικρινείς φίλοι σας και σήμερον και ημείς θα είμεθα και εις το μέλλον και πάντοτε.

Λυπούμαι που δεν θα μπορέσης να κατέβης τώρα το καλοκαίρι να πιούμε καμμιά και να πούμε από την καλή προσωπικά όπως τα λέγαμε και στην κατοχή και μετά.

Εάν εγώ έλθω στην Αθήνα, ο πρώτος που θα ιδώ θα είσαι εσύ για να τα πούμε και μαλώσουμε γιατί έχουμε καιρό να τα πούμε και δεν υπάρχει αρκετός πλέον… ως τα Χριστούγεννα θ’ αργήσης πολύ και δεν ξέρουμε ως τόσο τι θα γίνη.

Με πολλή αγάπη

Μιχάλης Ξυλούρης».

 

*Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι

δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,

διευθυντής δημοτικού σχολείου Καστελλίου