Χανδρού – Το χωριό της Αντίστασης
Πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου, Ιούνιος 1942. Ο Διοικητής του αεροδρομίου Ταγματάρχης Τροστ, στο μέσον της φωτογραφίας μεταξύ δύο πιλότων (πηγή: Ρομπέρτο Λέμπολντ).

Χαρακτηριστικοί είναι οι παρακάτω στίχοι ριζίτικου τραγουδιού για το χωριό Χανδρού και τη συμμετοχή των λιγοστών κατοίκων του στην Αντίσταση τα χρόνια 1941-1944. Δημιουργός του ριζίτικου είναι ο Χανδριανός δάσκαλος Αλέξανδρος Μουρτζάκης και λέει τα εξής:

Χανδριανές μου ρεματιές, ραχούλες και σπηλιάρια
πέστε μου που’ν οι αντάρτες σας, σε ποια μεριά χωσμένοι.
Οψές αργά περάσανε με το Μπαντουβογιάννη
ένα κερί ανάψανε μέσα στον Άη Γιάννη.
Στα βορεινά τραβήξανε, βγήκανε στην Κεφάλα
στον Ομαλό θα ανέβουνε φωνάζει η πατρίδα.
Ώρα καλή σας σταυραετοί!

Ο δάσκαλος Αλέξανδρος Μουρτζάκης, Γραμματέας του Πολιτιστικού Συλλόγου Χανδρούς, γράφει για το χωριό του που χαρακτηρίζεται και ως χωριό της Αντίστασης τα εξής:

«Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο που διαθέτει αυτό το χωριό σε μεγάλο αναγνωρίσιμο βαθμό είναι η ιστορική διαδρομή του και η πολλαπλή αντιστασιακή δράση κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης 1941-1945. Το χωριό διέθεσε όλες του τις δυνάμεις σε έμψυχο και άψυχο υλικό για τον αγώνα εναντίον των Γερμανών κατακτητών.

Το έδαφος (κοιλάδα- λαγκάδια με πυκνά δέντρα και πλήθος σπηλαίων) παρείχε καταφύγιο για ένοπλους- αντιστασιακούς και υπήρξε κρησφύγετο ντόπιων και συμμάχων σαμποτέρ ανταρτών.

Κυριακή, 22 Μαΐου 2011. Ο Δήμος Μινώα Πεδιάδας τιμά τις αδελφές Βασιλική και Στυλιανή Μουρτζάκη για την αντιστασιακή τους δράση τα χρόνια της κατοχής 1941-1944.

Οι κάτοικοι βοήθησαν και παρείχαν υπηρεσίες και προσφορές στον ένοπλο αγώνα. Χαρακτηριστικά σημεία του χωριού όπως η σπηλιά του Σταλαϊτού (η σπηλιά της Αντίστασης, όπως ονομάστηκε) υπήρξε χώρος συνάντησης των αντιστασιακών ομάδων Εμμανουήλ, Γιάννη και Χρήστου Μπαντουβά.

Άγγλοι και Αυστραλοί αντιστασιακοί μαζί με δικούς μας θα συναντηθούν στο σπήλαιο αυτό και θα συνεργαστούν προκειμένου να προβούν σε αντιστασιακές ενέργειες και σαμποτάζ ανατινάξεων του αεροδρομίου Καστελλίου».

Τον Ιούνιο του 1942, στο μέτωπο της Αφρικής, ο Γερμανός Στρατηγός Έρβιν Ρόμελ, βρίσκονταν με τα στρατεύματά του έξω από το χωριό Ελ Αλαμέιν και προετοιμάζονταν για την τελική επίθεση κατάληψης της Αιγύπτου. Η πολεμική του μηχανή είχε ανάγκη εφοδιασμού σε στρατιώτες, καύσιμα, πυρομαχικά, νερό και τρόφιμα, εφόδια τα οποία ζητούσε επίμονα από τον Γερμανό Διοικητή Κρήτης Αντρέ.

Τα αεροδρόμια Ηρακλείου, Καστελλίου, Τυμπακίου, που βρίσκονταν στoν νομό Ηρακλείου, θα διαδραμάτιζαν έναν σπουδαίο ρόλο την περίοδο αυτή, στον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων του.

Δύο μήνες πριν, το τελευταίο δεκαήμερο του Απριλίου 1942, στα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη, στην περιοχή «Ρούσο Σπηλιάρι», γίνεται μια σύσκεψη μεταξύ του επικεφαλής της Αγγλικής αποστολής στην Κρήτη Τομ Ταμπάμπιν και των Αρχηγών Μπαντουβά, Πετρακογιώργη, Στεφανογιάννη, Χριστομιχάλη Ξυλούρη, Αντώνη Γρηγοράκη ή  Σατανά και ……….  Στη σύσκεψη αυτή οι καπετάνιοι συναποφασίζουν τις εκτελέσεις ορισμένων προδοτών και δωσίλογων, για να διευκολυνθούν οι ομάδες των σαμποτέρ του  Συμμαχικού  Στρατηγείου που θα στέλνονταν στην Κρήτη, με αποστολή τη δολιοφθορά των αεροδρομίων Ηρακλείου, Καστελλίου και Τυμπακίου.

Η προσβολή των αεροδρομίων κρίθηκε απαραίτητη τη  συγκεκριμένη χρονική  στιγμή, γιατί στο μέτωπο της Αφρικής ο Ρόμελ προήλαυνε και ο εφοδιασμός του γίνονταν από τα αεροδρόμια της Κρήτης. Οι  αποφάσεις που πάρθηκαν, υλοποιήθηκαν το πρώτο  δεκαήμερο  του Μαΐου 1942. Οι  προδότες επιλέχτηκαν  και  η αποστολή πέτυχε.

Το Συμμαχικό Στρατηγείο επέλεξε να χτυπηθούν τα αεροδρόμια του νομού Ηρακλείου, (Ηράκλειο-Καστέλλι-Τυμπάκι) και ως ημερομηνία των σαμποτάζ καθορίστηκε η 10η Ιουνίου 1942 και για τα τρία αεροδρόμια. Το σχέδιο εξελίχτηκε για το αεροδρόμιο Καστελλίου όπου Βρετανοί σαμποτέρ με επικεφαλής τον Υπολοχαγό John Duggan και Έλληνες βοηθούς τους Γιώργο Ψαράκη, Κίμωνα  Ζωγραφάκη, Κώστα Μαυραντωνάκη και Γιώργο Δουνδουλάκη έπληξαν το στόχο την καθορισμένη ημερομηνία με επιτυχία.

Ο επικεφαλής του Α΄ σαμποτάζ του αεροδρομίου Καστελλίου στις 10 Ιουνίου 1942, Υπολοχαγός John Duggan (πηγή: Ηρακλής Καλογεράκης, ….).

Στο σαμποτάζ στο αεροδρόμιο Καστελλίου, πήρε μέρος ο Γεώργιος Ψαράκης. Ο ίδιος αφηγείται στο Αρκαλοχώρι, στις 13 Ιουνίου 2005, λέγοντας για τα γεγονότα πριν την επιχείρηση τα εξής, συνδέοντάς τα συγχρόνως με το χωριό Χανδρού:

«…κάνω τότε την εξής πρόταση, να στείλομε ένα τηλεγράφημα από τον ασύρματο στη Μέση Ανατολή να’ρθουν δύο ή περισσότερα αεροπλάνα να ρίξουν μία δέσμη  βομβών στο αεροδρόμιο του Καστελλίου και μετά να συνεχίσουν να υπερίπτανται αλλά πολύ ψηλά να μην τα φτάνουν τα αντιαεροπορικά πυροβόλα των Γερμανών. Εκείνη την ώρα θα γίνει και η επιχείρηση. Στους Άγγλους έκανε εντύπωση η πρόταση και συμφωνούν αμέσως.

Εμείς φεύγουμε από το αμπέλι των Βαλαβάνηδων την ίδια μέρα, στις 7 Ιουνίου το  βράδυ.

Προορισμός μας ήταν το χωριό Χανδρού. Στη Χανδρού δεν γνωρίζαμε το  μέρος καλά αλλά ξέραμε ότι είχε νερά και βλάστηση μεγάλη. Μπαίνουμε σε ένα  ρυάκι που είχε νερό και βλέπω ένα μεγάλο βάτο που είχε από πίσω ένα σπηλιάρι.  Παραμερίζω λίγο το βάτο και βλέπω ότι η  σπηλιά ήταν μεγάλη. Αποφασίσαμε  να μείνουμε εκεί.

Μπαίνουμε μέσα. Οι Εγγλέζοι, ο Κίμωνας ο Ζωγραφάκης, ο Φαλκόνης και ο  Δουνδουλάκης. Κάθομαι εγώ και κρατώ ένα τόμιγκαν στην είσοδο να  παρακολουθώ την κίνηση. Ήρθανε δυο κοπέλες στο νερό να πλύνουν τα πόδια  τους. Οι  αχτίνες του ήλιου χτύπησαν στο μέταλλο του όπλου και έγινε  αντανάκλαση την οποία πήρε χαμπάρι η μία. Έρχεται κοντά στο βάτο και μας  βλέπει. Λέει της άλλης ότι στο βάτο είναι Εγγλέζοι.

Εγώ ακούω. Ξυπνώ τον  Κίμωνα το Ζωγραφάκη που ήταν ξανθός και περνούσε για Άγγλος και του λέω  έβγα να δεις τις κοπέλες και πες τους ότι είμαστε όλοι Εγγλέζοι. Βγαίνει ο Κίμωνας και τους λέει να μη μιλήσουνε γιατί θα καεί ο τόπος. Τα κορίτσια λένε καλύτερα να μας κοπεί η γλώσσα, και φεύγουνε. Μετά μισή ώρα γυρίζουνε και  κρατάνε ένα κατσαρόλι με γάλα. Ποτίζουμε τους Εγγλέζους με το γάλα και  φύγαμε πάλι το βράδυ.

Το χωριό Χανδρού Μονοφατσίου το έτος 2000 (πηγή : Χαράλαμπος Γιαννόπουλος – π. Δήμαρχος Αρκαλοχωρίου).

Περάσαμε πίσω από το Νιπιδιτό. Τα ξημερώματα φτάσαμε στο Μικρό Δροζίτη. Ο  Μικρός Δροζίτης είναι ένας λόφος πλησίον του αεροδρομίου. Καθίσαμε εκεί όλη την  ημέρα. Ήταν η 9η Ιουνίου 1942. Στον Μεγάλο Δροζίτη ήταν πολυβόλα γερμανικά. Το δειλινό ο Άγγλος Λοχαγός βγάζει κάτι φελλούς που είχε, τους άναψε με ένα τσακμάκι και μας έβαψε τα πρόσωπα να χαλάσουν τα χαρακτηριστικά μας. Περιμένομε σιγά σιγά να νυχτώσει. Κατά τις δέκα και μισή με έντεκα ακούμε το βόμβο των αεροπλάνων.

Μας λέει ο Λοχαγός να σηκωθούμε, να προχωρήσουμε σιγά  σιγά αλλά να μην πλησιάσουμε ακόμη το αεροδρόμιο πολύ κοντά. Τα συμμαχικά αεροπλάνα έρχονται και αρχίζουν τον βομβαρδισμό. Κατά τύχη πετυχαίνουν μια υπαίθριο συγκέντρωση βομβών των Γερμανών και γίνεται μεγάλη ταραχή στο αεροδρόμιο…».

Στις αρχές Ιουνίου 1942, αποβιβάστηκαν στην παραλία Τρυπητή στα νότια του νομού Ηρακλείου ένας Υπολοχαγός, ο Τζων Ντούγκαν και δύο δεκανείς. Μαζί με τους Κρητικούς οδηγούς τους, Ζωγραφάκη, Μαυραντωνάκη, Δουνδουλάκη και Ψαράκη, θα επιχειρούσαν δολιοφθορά στο αεροδρόμιο Καστελλίου.

Η πορεία των σαμποτέρ ήταν: Παραλία Τρυπητή, Αποϊνι, Χανδρού, Νιπιδιτός. Δροζίτης, αεροδρόμιο Καστελλίου, Μαθιά, Χανδρού, Αποίνι, παραλία Τρυπητή και αναχώρηση για Μάσα Ματρούχ. Για την επιχείρηση δολιοφθοράς του αεροδρομίου Καστελλίου, ο Γιώργος Ψαράκης συνεχίζει τη διήγησή του, λέγοντας τα εξής:

«…πλησιάζουμε. Κατεβάζουμε τις σακούλες με τις νάρκες. Τρυπούσες τη σακούλα,  έβαζες μέσα ένα καλώδιο που στην άκρη είχε μια αμπούλα. Δάγκωνες την αμπούλα  που είχε ένα οξύ και σιγά σιγά το οξύ προχωρούσε προς το εκρηκτικό υλικό το οποίο  ήθελε μια ώρα και ένα τέταρτο για να σκάσει. Αυτό προστάτευε εκείνους που έκαναν  την επιχείρηση. Εμείς όλη αυτή τη διαδικασία την είδαμε στην πρώτη τοποθέτηση της νάρκης που την έκανε ο Λοχαγός στην είσοδο του αεροδρομίου.

Έμεινα εγώ πενήντα μέτρα πίσω από τα σύρματα. Ο Κίμωνας με τον Φαλκόνη πήγαν  μέχρι τα σύρματα και ο Λοχαγός με τους δυο δεκανείς και τον Δουνδουλάκη μπήκανε μέσα. Πέσαμε χάμω. Εγώ κρατούσα ένα αυτόματο. Ο Κίμωνας με τον Φαλκόνη πιστόλια και ένα τόμιγκαν. Ο Κίμωνας και ο Φαλκόνης κρατούσαν και ένα μικρό φακό που έβγαζε πράσινο και κόκκινο φως ανάλογα με ποιο κουμπί πατούσες.

Η δουλειά τους ήταν να δίνουνε φωτεινά σήματα. Αν ερχόταν καμιά περίπολος  κόκκινο, αν όλα ήταν ήσυχα πράσινο. Και μετά την επιχείρηση με τα φωτεινά σήματα να συγκέντρωναν τους σαμποτέρ στο σημείο αυτό για να φεύγαμε.

Μπαίνουν μέσα στο αεροδρόμιο του Καστελλίου λοιπόν ο Δουνδουλάκης με τους  Άγγλους που ήταν ειδικευμένοι γι’αυτές τις επιχειρήσεις. Πριν αρχίσει  η  τοποθέτηση των ναρκών, ο Λοχαγός, όπως είπα πριν, έβαλε μια νάρκη στην είσοδο, από κει που θα έμπαιναν μέσα.

Κανόνισε να εκραγεί νωρίτερα από τις άλλες στα αεροπλάνα. Μόλις ακούγανε την πρώτη έκρηξη οι κομάντος, η επιχείρηση θα σταματούσε και θα επέστρεφαν πίσω να αποχωρήσομε. Οι σαμποτέρ θα μείνανε  περίπου μια ώρα μέσα στο αεροδρόμιο.

Σκάει η νάρκη στην είσοδο και ο Κίμωνας με τον Φαλκόνη ανάβουν τον φακό  πατώντας το κουμπί με το πράσινο χρώμα. Έρχονται οι Άγγλοι με τον Δουνδουλάκη,  παίρνουν τον Φαλκόνη και τον Κίμωνα και πλησιάζουν σε  μένα. Παίρνουμε  γρήγορα το δρόμο προς τα “Κουτσουνάρια” για τη Μαθιά…».

Η επιχείρηση του σαμποτάζ του αεροδρομίου Καστελλίου στις 10 Ιουνίου 1942, καταγράφεται ιστορικά ως το πρώτο σαμποτάζ εναντίον των δυνάμεων του άξονα στην Ευρώπη, από άντρες του συμμαχικού στρατηγείου.

Το χωριό Χανδρού επιλέχτηκε από τον Γιώργο Ψαράκη ως ενδιάμεσος σταθμός των δολιοφθορέων πριν και μετά την επιχείρηση. Μια σπηλιά με πυκνή βλάστηση στις όχθες του ποταμού που διασχίζει το χωριό, ήταν ο τόπος απόκρυψής τους. Και ενώ είχαν πάρει τα μέτρα που απαιτούνταν, δυο κοπελιές του χωριού, η Στυλιανή και η Βασιλική Μουρτζάκη τους αντιλήφθηκαν και τους παρείχαν τροφή και νερό.

Ο Γιώργος Ψαράκης, τελειώνει την αφήγησή του, αναφέροντας μεταξύ άλλων τα γεγονότα μετά την επιχείρηση τονίζοντας τα εξής:

«…προχωρούμε και φτάνουμε στη Μαθιά. Δεν μπαίνουμε στο χωριό αλλά  προχωρούμε πιο πάνω στο βουνό. Όταν ξημέρωσε αλλά και κατά τη νύχτα  παρακολουθούσαμε τις φωτιές που άναβαν. Όλη τη μέρα έβγαιναν μαύροι καπνοί από το αεροδρόμιο.

Το βραδάκι κατεβήκαμε μέσα στη Μαθιά και φάγαμε σε ένα σπίτι, του Κοζυράκη μου είπε αργότερα ο Κίμωνας ότι ήταν το σπίτι. Μόλις φάγαμε ξεκινήσαμε πάλι για τη Χαντρού. Στη Χαντρού συναντήσαμε κι ένα βοσκό. Εμείς κρατούσαμε τα όπλα μας. Του είπα να πάρει τους Εγγλέζους να τους περιποιηθεί κι αυτός αρχίνησε και  φώναζε, βλαστημούσε, χαλούσε τον κόσμο. Εκείνη τη στιγμή μου’ρθε να γυρίσω  το όπλο και να τον θερίσω. Φύγαμε γρήγορα,  βρήκαμε το ίδιο σημείο με τον βάτο και τη σπηλιά  και μπήκαμε μέσα.

Εγώ δεν έμεινα εκεί. Έφυγα και ήρθα στο  Αρκαλοχώρι. Οι Γερμανοί είχαν απαγορεύσει την κυκλοφορία μέσα στο Αρκαλοχώρι από το βράδυ μέχρι τις εφτά η ώρα το πρωί. Φτάνω στο σπίτι πριν τις εφτά και χτυπώ ένα παραθυράκι που βρισκόταν στην ανατολική μεριά.

Οι δικοί μου πίστευαν ότι βρισκόμουν στην Αλεξάνδρεια. Δεν τους είχα πει που θα πήγαινα. Με βλέπουν, ανοίγουν την πόρτα και μπαίνω μέσα. Ήμουνα πολύ κουρασμένος.

Το ηλιοβασίλεμα πήγα στο ραφείο του Κανιαδάκη και βρισκόταν εκεί και ο Λευτέρης ο Λυδατάκης. Τους ρώτησα αν παρακολούθησαν το χθεσινό βράδυ το αεροδρόμιο του Καστελλίου. Μου απάντησαν ναι. Αυτοί ήταν μέλη της ομάδος του Ραφτόπουλου.

Μου είπαν ότι χαιρόμαστε να το βλέπουμε να καίγεται. Παίρνω από του Κανιαδάκη μια τραγιάσκα, τη βάνω στο κεφάλι μου. Σηκώνομαι και φεύγω και πηγαίνω πάλι στη Χαντρού. Από τη Χαντρού φύγαμε. Φτάσαμε στο Αποϊνι. Πάλι  στου Βαλαβάνη το αμπέλι. Από το Αποϊνι οδηγηθήκαμε στην Τρυπητή.

Στην Τρυπητή είχαμε μαζευτεί πολλοί αντάρτες. Όλοι αυτοί περιμέναμε να φύγουμε.  Δεν ήρθε τορπιλάκατος αλλά ένα πολύ μικρό σκάφος να μας πάρει.

Το καραβάκι ίσα που μας χωρούσε. Και φτάσαμε την άλλη μέρα στη Μάσα Ματρούχ. Λίγο πριν πέσει στα χέρια των Γερμανών. Βρισκόταν τριάντα χιλιόμετρα απ’έξω. Προλάβαμε και φύγαμε και φτάσαμε στην Αλεξάνδρεια.

Οι Γερμανοί δεν έκαναν αντίποινα στο Καστέλλι και στην περιοχή του αμέσως γιατί  είχαν μπερδευτεί με τον συμμαχικό βομβαρδισμό. Όταν το ανακάλυψαν σε ένα δυο  μέρες, έγινε και το σαμποτάζ του Ηρακλείου και σκότωσαν τους 50 πατριώτες στον  Ξηροπόταμο…».

Στις 22 Μαΐου 2011, σε τελετή τιμής και μνήμης στο χωριό της Αντίστασης Χανδρού Μονοφατσίου, ο Δήμαρχος Μινώα Πεδιάδας κ. Ζαχαρίας Καλογεράκης τίμησε τις αδελφές Βασιλική Μουρτζάκη – Κόνιαλη και Στυλιανή Μουρτζάκη – Νταναλάκη. Ήταν οι αδελφές που στις 7 Ιουνίου 1942, αντιλήφθηκαν σε σπηλιά στις όχθες του ποταμού που διασχίζει το χωριό τους, την ομάδα των Βρετανών και Ελλήνων που ανατίναξε το πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου. Νεαρά κορίτσια τότε, συνέδραμαν  τους άντρες του συμμαχικού στρατηγείου, δίδοντάς τους γάλα και τροφές.

Η Στυλιανή Μουρτζάκη – Νταναλάκη, την Κυριακή 22 Μαΐου, θυμάται τη συνάντηση αυτή και αφηγείται:

«Εβοηθούσαμε τους γονείς μας σε όλες τις δουλειές εδώ του χωριού. Το πρωί συνηθίζαμε με τη Βασιλική να κατεβαίνομε στον ποταμό και να πλυνόμαστε. Το κρυγιό νερό μας έκανε καλό. Όταν εβάλαμε τα πόδια μας στο νερό, η αδερφή μου λέει:

-Στελιανή, σαν να’δα πράμα να αντιφεγγίζει, και μου δείχνει τσι βάτους μπροστά στη σπηλιά. Κοιτάζω κι εγώ και βλέπω να αστράφτει κάτι. Μου λέει η Βασιλική να πλησιάσομε να δούμε. Πάμε και βλέπομε ένα να κάθεται στον πόρο τση σπηλιάς με ένα όπλο περασμένο στα πόδια του. Αυτός άμα μας είδε εσκιάχτηκε και εμπήκε μέσα.

Και βγαίνει ένας άλλος ξανθής και μας λέει ποιες είστε; Του απαντήσαμε ότι εδώ στο χωριό στη Χαντρού μένομε, είμαστε κόρες του…, Μουρτζάκη. Μας είπε ότι είναι κι άλλοι μέσα στη σπηλιά και ήρθανε για μια αποστολή. Μα να μη πούμε πουθενά πράμα γιατί οι Γερμανοί θα’ρθούνε να κάψουνε το χωριό. Λέω τση αδερφής μου όταν εφύγαμε από το ποταμό, να μη το πούμε σε κανένα.

-Μα ήντα λες, ούτε στου πατέρα μας; Εγώ λέω να του το πούμε.

Και βρίσκομε τον πατέρα μας και του το λέμε, ότι ετσέ κι ετσέ στο ποταμό στη σπηλιά. Από το χωριό μας επερνούσανε αντάρτες πολλές φορές κι ο πατέρας εκατάλαβε ότι κι αυτοί είναι αντάρτες. Και μας ε λέει να πάρομε γάλα, να πάρομε ένα τυρί και παξιμάδια κι ελιές και να τα πάμε των αθρώπω. Και να μη μιλήσομε σε κανένα. Τα πήραμε και τα πήγαμε.

Ο πατέρας μας δεν ήρθε. Τα δώσαμε σ’αυτόν που κάθουντανε στον πόρο. Την άλλη μέρα το πρωί που εξαναπήγαμε στη σπηλιά, είχανε φύγει. Εμάθαμε δα ύστερα άμα φύγανε οι Γερμανοί από την Κρήτη ότι αυτός που του δώσαμε το γάλα ήτανε ένας Αρκαλοχωρίτης, ο Γιώργης ο Ψαράκης. Και μαζί με τσ’άλλους επήγανε κι εκάψανε το αεροδρόμιο στο Καστέλλι».

Η Στυλιανή Χονδράκη – Γιαμαλάκη, αδελφή του μεγάλου ήρωα Αντωνίου Γιαμαλάκη που εκτέλεσαν οι Γερμανοί στην Αγυιά Χανίων στις 27 Οκτωβρίου 1944, σε δύο χειρόγραφα σημειώματά της αναφέρεται στο χωριό Χανδρού και στην πατριωτική  οικογένεια των Μουρτζάκηδων. Συγκεκριμένα γράφει:

«…ερχόμενος και ο αδερφός μου Αντώνης από το Ηράκλειο, γράφεται στην Οργάνωση. Επειδή ήξερε την Γερμανική γλώσσα προσλήφθηκε ως Διερμηνεύς. Έκλεβε όλες τις κινήσεις των Γερμανών κι εγώ νύχτα της πήγαινα στους συνδέσμους. Μια νύχτα, εκεί που ήθελα να κάνω την καθημερινή αποστολή μου για να πάω στη Χανδρού, ακούω ένα απόσπασμα των γερμανών. Πρόλαβα ενώ ήτον εκεί μία βάγκα και εκεί εξημερώθηκα…».

«…ο Αντώνης Κ. Γιαμαλάκης εις την υπηρεσίαν των Γερμανών προσελήφθη ως διερμηνέας το 1942 τον Ιούνιο με τον σκοπό να μεταδίνει όλες τις μετακινήσεις των Γερμανών στους αντάρτες με σύνδεσμο την αδελφή του Στέλλα Γιαμαλάκη τα οποία τα έδινε στον ξάδελφό της  Κωνσταντίνο Μουρτζάκη και τους αδελφούς του στη Χανδρού και αυτοί τα μετέφεραν στον προορισμό τους…».

Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου