Δεξιά ο Ιωάννης Ροκαδάκης του Γεωργίου και αριστερά ο Γεώργιος Μιζεράκης του Νικολάου. Και οι δυο, νεαροί το 1943, είδαν και διηγούνται τον τραυματισμό και τον θάνατο του συγχωριανού και φίλου τους Μηνά Ανδρεαδάκη.
Δεξιά ο Ιωάννης Ροκαδάκης του Γεωργίου και αριστερά ο Γεώργιος Μιζεράκης του Νικολάου. Και οι δυο, νεαροί το 1943, είδαν και διηγούνται τον τραυματισμό και τον θάνατο του συγχωριανού και φίλου τους Μηνά Ανδρεαδάκη.

Η Καλλιόπη Γκαλανάκη του Νικολάου και της Αικατερίνης Φραγκιαδουλάκη ή Κολυβοκατερίνης γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου 1886 στο χωριό Λιλιανό Πεδιάδος. Παντρεύτηκε τον Ανδρεαδάκη Γεώργιο του Ανδρέα και της Μαρίας Βασιλάκη ή ´Υπόφτη.

Το παρατσούκλι “Υπόφτης” είναι από παραφορά της λέξης επόπτης – που σημαίνει αρχηγός, κουμανταδόρος.

Η Καλλιόπη με τον σύζυγό της Γεώργιο, απέκτησαν πέντε παιδιά. Τον Μανόλη, τον Νικόλαο, τη Σοφία, την Αικατερίνη και τον Μηνά. Τον Μηνά απέκτησε σε ηλικία σαράντα ετών, στις 17 Σεπτεμβρίου 1927.

Η διαταγή που άλλαξε τη ζωή του Γεωργίου και της Αικατερίνης και καθόρισε τη μοίρα του γιου τους Μηνά,  την εξέδωσε ο Αντιπτέραρχος Κουρτ Στούντεντ αμέσως μετά την κατάληψη της Κρήτης, που ολοκληρώθηκε την 1η Ιουνίου 1941.

Ο Γερμανός Στρατάρχης της αεροπορίας Χέρμαν Γκαίριγκ, διορίζει Στρατιωτικό Διοικητή Κρήτης τον Αντιπτέραρχο Κουρτ Στούντεντ. Από τις πρώτες διαταγές που εξέδωσε ο Στούντεντ, δεκαεφτά ημέρες μετά την κατάληψη της Κρήτης, ήταν εκείνη της 17ης Ιουνίου 1941.

Διαταγή υποχρέωσης καταναγκαστικής εργασίας των Κρητών. Με τη διαταγή του ο Στούντεντ δεν έθετε όριο ηλικίας, φύλου και επαγγέλματος. Στόχος  η κατασκευή οχυρωματικών έργων, ώστε η Κρήτη να καταστεί «Φρούριο» της Μεσογείου και ενδιάμεσος σταθμός κατάληψης της Βορείου Αφρικής από τα γερμανικά στρατεύματα. Από την καταναγκαστική εργασία δεν εξαιρούνταν οι Κυριακές και ο χρόνος εργασίας (οι εργάτες μπορούσαν, αφού διαταχθούν, να δουλέψουν όλες τις ώρες του εικοσιτετράωρου).

 

Η άρνηση της εργασίας επέφερε στους αρνητές διάφορες ποινές (φυλάκιση, ειρκτή και θάνατο). Όλες οι Κοινότητες της Κρήτης ήταν υποχρεωμένες να στέλνουν στην εργασία δέκα (10) εργαζόμενους ανά εκατό (100) κατοίκους, δημιουργώντας ταυτόχρονα φάλαγγες εργασίας. Η διάρκεια της εργασίας ήταν δεκαπέντε ημέρες, γι’αυτό ονομάστηκε από τους Κρητικούς «Δεκαπενταμερία». Συγκεκριμένα, η διαταγή του Κουρτ Στούντεντ ανέφερε τα παρακάτω :

«ΚΡΗΤΗ τη 17 Ιουνίου 1941

Βάσει της εξουσιοδοτήσεως ήν μοι παρέσχεν ο Φύρερ και Ανώτατος Αρχηγός του Στρατού εντέλλομαι τα κάτωθι.

1          Υ Π Ο Χ Ρ Ε Ω Σ Ι Σ   Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α Σ

1ον / Όλος ο πληθυσμός ανεξαρτήτως επαγγέλματος ηλικίας και φύλου υποχρεούνται κατά διαταγήν του Δημάρχου να προσφέρουν ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ ΕΡΓΑΣΙΑΝ. Τούτο ισχύει ιδιαιτέρως δια την συγκέντρωσιν της συγκομιδής, δι’αεροδρόμια, δρόμους και παρομοίας εργασίας.

2ον / Μέχρι νεωτέρας διαταγής τούτο ισχύει ΚΑΙ ΔΙΑ ΚΥΡΙΑΚΑΣ και εκτός συνήθους ώρας εργασίας.

3ον / Όλα τα μεταγωγικά μέσα (άλογα, όνοι) καθώς και άμαξαι οφείλουν να τίθενται εις την διάθεσιν των Δημάρχων εις περίπτωσιν απαιτήσεως προς παροχήν εργασίας.

4ον /Κάθε Κοινότης οφείλει αμέσως να συστήσει υπό την οδηγίαν καταλλήλων προσώπων μίαν φάλαγγα εργασίας δια την εκτέλεσιν επειγουσών εργασιών ούτως ώστε εντός 3 ωρών να είναι εις θέσιν να εργασθή. Η δύναμις καθορίζεται αναλόγως του αριθμού των κατοίκων επί 100 κατοίκων αναλογούν 10 άντρες και 5 έφεδροι.

5ον / Εκείνος ο οποίος δεν ήθελε συμμορφωθή προς τα υποχρεώσεις τας εκπηγαζούσας εκ των ανωτέρω διαταγών θα τιμωρηθή λόγω αρνήσεως εργασίας ή λόγω σαμποτάζ με φυλάκισιν ή ειρκτήν και εις ιδιατέρας σοβαράς περιπτώσεις με την ποινήν του Θανάτου.

Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ»1

Αντιαεροπορική γερμανική πυροβολαρχία υποστήριξης αεροδρομίου Καστελλίου. Στο βάθος διακρίνεται το χωριό Μουχτάρω.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1943, σκοτώθηκε

Το χωριό Μουχτάρω, με βάση την απογραφή που διέταξε ο Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης το 1942 κατόπιν εντολής των κατοχικών δυνάμεων, είχε 506 κατοίκους. Ήταν υποχρεωμένος ο Πρόεδρος της Κοινότητας Μουχτάρων, να συντάσσει καταλόγους με τα ονόματα 51 κατοίκων (η αναλογία ήταν 1 προς 10), οι οποίοι θα δούλευαν στα καταναγκαστικά έργα του πολεμικού αεροδρομίου Καστελλίου, ανά δεκαπέντε ημέρες. Μεταξύ των Μουχταριανών της καταναγκαστικής εργασίας ήταν και ο Γεώργιος Ανδρεαδάκης, πατέρας του Μηνά Ανδρεαδάκη. Όμως, οι ανάγκες επιβίωσης της οικογένειας (έπρεπε να ασχοληθεί με τα χωράφια και τις φτωχικές για την εποχή καλλιέργειές του) ανάγκαζαν τον Γεώργιο Ανδρεαδάκη να στέλνει στη θέση του για αγγαρεία τον γιο του Μηνά.

Ο Πρόεδρος του χωριού Μουχτάρου δεν εκτελούσε πάντοτε τα καθήκοντά του ως προς τη σύνταξη των καταλόγων των εργατών της Κοινότητάς του, με αποτέλεσμα τον Αύγουστο του 1943 να τιμωρηθεί με πρόστιμο 100.000 χιλιάδων δραχμών, το οποίο σε περίπτωση μη πληρωμής του μετατρεπόταν σε δεκαήμερη φυλάκιση. Το έγγραφο των ποινών με την υπογραφή του Φρουράρχου Ηρακλείου (Kreiskommandantur) περιλαμβάνει τους Προέδρους είκοσι δύο (22)

Κοινοτήτων και αναφέρει:

´”Ηράκλειον τη 21 Αυγούστου 1943

Αφορά: Αδιαφορίαν Δημάρχων δια μίαν διαταγήν

Οι Δήμαρχοι των κάτωθι αναφερομένων Κοινοτήτων παρά τας επανειλημμένας συστάσεις, δεν ηκολούθησαν την διαταγήν, όπως εις εκάστην αλλαγήν των εργατών παρουσιάζωνται μετά τούτων και να υποβάλλουν, δύο ημέρας προηγουμένως (προ της απαλλαγής), τον απαιτούμενον κατάλογον των εργατών. Η διαγωγή αύτη αποδεικνύει μίαν αναμφισβήτητον αδιαφορίαν, έναντι μιας διαταγής του Στρατού Κατοχής. Εναντίον όλων τούτων των Δημάρχων επιβάλλεται πρόστιμον ανά 100.000 δρχ. Και εν η περιπτώσει δεν τας πληρώσουν, το ποσόν τούτο μεταβάλλεται εις 10ήμερον φυλάκισιν. Το πρόστιμον δέον να καταβληθή εις το Ταμείον του Φρουραρχείου μέχρι της 30- 8- 43. Εντέλλεται η Νομαρχία όπως γνωρίση εις τους δημάρχους την ποινήν και να τους δηλώσει ότι δια μελλοντικάς αδιαφορίας…

Προς τους Προέδρους των Κοινοτήτων Αρκαλοχωρίου, Γερακίου, Κασταμονίτσας, Καραβάδω, Κασσάνων Λιλιανού, Μαθιάς, Μουκτάρων, Παναγιάς, Χόνδρου, Εμπάρου, Ίνι, Καστέλλι, Μάρθας, Μηλιαράδω, Πατσιδέρου, Σχοινιά, Θραψανού, Βιάννου Άνω, Βουτουφού, Σμαρίου, Ξενιάκου».2

Για τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς του αεροδρομίου Καστελλίου, αποκαλυπτικά είναι τα κείμενα του Καστελλιανού γιατρού Κλεάνθη Βεληβασάκη:

“´…επειδή  απαγορευόταν  η  κυκλοφορία  τη  νύχτα  και  δεν  μπορούσαμε,  ούτε  στα  καταφύγια  να  τρέξουμε  κατά  τους  συχνούς,  άλλωστε  συμμαχικούς  βομβαρδισμούς  του  αεροδρομίου,  οι  Καστελλιανοί,  αλλά  και  οι  κάτοικοι  των  πέριξ  του  αεροδρομίου  χωριών  του  κάμπου  ανηφόριζαν  με  τη  δύση  του  ήλιου  στα  ορεινά  χωριά  προς  τον  Αφέντη  και  την  Κάτω  Ρίζα…”

“…ήταν  τόσο  συχνές  οι  συμμαχικές  αεροπορικές  επιδρομές,  που  ο  κόσμος  έφτασε  στο  σημείο  να  ξεχωρίζει  τα  συμμαχικά  αεροπλάνα,  από  τα  γερμανικά,  από  τον  ήχο  και  μόνο.  Κι  όταν  κάποτε  έπεσαν  βόμβες  από  αεροπλάνα  με…γερμανικό  ήχο,  διαδόθηκε  την  επομένη,  ότι  ήταν  πράγματι  γερμανικό,  που  είχε  περιέλθει  σε  συμμαχικά  χέρια…”ª

“´…στο  αεροδρόμιο  του  Καστελλιού,  σημαντική  βάση  αεροπορικής  στήριξης  και  ανεφοδιασμού  του  AFRICA  CORPS,  στις  προς  ανατολάς,  ιδίως  επιχειρήσεις  του,  οι  βομβαρδισμοί  από  τα  συμμαχικά  αεροπλάνα  ήσαν  κυρίως  νυχτερινοί,  χωρίς  να  σπανίζουν  και  οι  της  ημέρας…”ª

“…ξεχωρίζουν,  έτσι  δύο  περίοδοι  εντατικοποίησης  των  βομβαρδισμών του  Μαΐου-Ιουνίου  1942  και  η  άλλη  8  μήνες  αργότερα…”

“…κατά  τις  επιδρομές  με  το  φως  της  ημέρας,  ενώ  πολλές  φορές  τα  αεροπλάνα  περνούσαν  πάνω  από  ιταλοκρατούμενες  περιοχές (Λασίθι),  που  θα  μπορούσαν  να  προειδοποιήσουν  σχετικά  τους  Γερμανούς  στο  αεροδρόμιο,  εν  τούτοις,  πρώτα  βλέπαμε  να  ξεπροβάλλουν  τα  συμμαχικά  αεροπλάνα  από  την  κορυφογραμμή  του  Αφέντη  κι  από  κει  ν’αφήνουν  τις  βόμβες,  που  μας  έρχονταν  αστράφτοντας  στον  ήλιο  κι  ύστερα  ακούγαμε  τη  σειρήνα  του  συναγερμού…”

“…μόλις  οι  Γερμανοί  άκουγαν  συναγερμό  έτρεχαν  ακάθεκτοι  στα  καταφύγια,  από  τα  οποία  ξεχνούσαν  να  βγούν. Εμείς,  οι  σκλάβοι  τους,  ασφαλείς  στα  ορεινά  χωριά,  όπου  διανυκτερεύαμε,  πεταγόμαστε  από  τα  κρεβάτια  μας  στις  ταράτσες  και  τα  χωματένια  δώματα  ή  στα  προ  του  αεροδρομίου  υψώματα  με  το  πρώτο  άκουσμα συναγερμού  ή  του  γνώριμού  μας  πια  ήχου  των  συμμαχικών  αεροπλάνων  και  απολαμβάναμε(!)  κυριολεκτικά  το  μεγαλειώδες  πανόραμα  των  βομβαρδισμών. Πανευτυχείς  για  το  χαλασμό  και  την  πύρινη  κόλαση  του  εχθρού  και  χωρίς  ίχνος  τύψεων  για  την  τέρψη  που  αισθανόμαστε,  τα  δεχόμαστε  σαν  σωσίβια  ψυχολογικά…”3

Ανατολικά του πολεμικού αεροδρομίου Καστελλίου, στην πετρώδη περιοχή «Δροζίτης», οι Γερμανοί είχαν εργοτάξιο ανόρυξης πέτρας. Τις πέτρες χρησιμοποιούσαν για να καλύπτουν τους κρατήρες από τις βόμβες που ανοίγονταν στο διάδρομο του αεροδρομίου από τους συχνούς συμμαχικούς βομβαρδισμούς.

Μικρές σιδηροδρομικές γραμμές οδηγούσαν σιδερένια βαγόνια γεμάτα πέτρες, από τον ´Δροζίτηª στο αεροδρόμιο. Οι Καστελλιανοί είχαν ονομάσει τις ράγες και τα βαγόνια «Ντεκοβίλ». Την ανόρυξη των πετρωμάτων, την φόρτωση και εκφόρτωση των βαγονιών και την μεταφορά τους στο αεροδρόμιο έκαναν οι εργάτες της καταναγκαστικής εργασίας.

Ο Μηνάς Ανδρεαδάκης του Γεωργίου. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1943, σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό του αεροδρομίου Καστελλίου σε ηλικία 16 ετών.

Εκεί στο νταμάρι του Δροζίτη δούλευε ο Μηνάς Ανδρεαδάκης που αντικαθιστούσε στην αγγαρεία τον πατέρα του. Η δουλειά που έκανε ήταν να γεμίζει ένα σταμνί με νερό από το «γερμανικό πηγάι», που βρισκόταν κοντά στο νταμάρι στην περιοχή Αη Γιάννης Λιλιανού και τριγυρνώντας στους εργάτες με ένα μεταλλικό λαγήνι να τους δίνει να πίνουν νερό. Το σταμνί το είχε φορτωμένα στον ώμο του.

Το πρωινό της 7ης Σεπτεμβρίου 1943, ο Μηνάς ξεκίνησε όπως κάθε μέρα από το χωριό του Μουχτάρω για το Καστέλλι. Στο χέρι του κρατούσε ένα κατσαρολάκι με το φαγητό του. Η μητέρα του είχε μαγειρέψει χλωρά φασολάκια «της μπαμπακιάς» με πατάτες.

Μετά τη συγκέντρωση των εργατών στη βορεινή πλευρά του αεροδρομίου, ο Μηνάς κατευθύνθηκε στον Δροζίτη. Έφτασε στο νταμάρι και κρέμασε το κατσαρολάκι με το φαγητό του σε ένα κλαδί ελιάς.

Πήρε το σταμνί και κατευθύνθηκε στο πηγάδι. Στις έντεκα η ώρα πριν το μεσημέρι, από την κορυφή Αφέντης των Λασιθιώτικων βουνών, εμφανίστηκαν πέντε – έξι συμμαχικά αεροπλάνα. Κατευθύνθηκαν στο αεροδρόμιο και άρχισαν να ρίχνουν τις βόμβες τους. Ένα θραύσμα χτύπησε στο κεφάλι τον Μηνά. Έπεσε κάτω αιμόφυρτος και βαριά τραυματισμένος.

Οι φίλοι  και συγχωριανοί του αντιλήφθηκαν το βαρύτατο τραυματισμό του. Οι Γερμανοί στο τέλος του βομβαρδισμού μετέφεραν τους νεκρούς και τραυματίες στο ιατρείο στο Καστέλλι.

Οι Γερμανοί γιατροί που τον εξέτασαν δεν  έδωσαν ελπίδες. Διέταξαν και τον μετέφεραν στο σπίτι του στο Μουχτάρω. Παρέμεινε  σε κώμα είκοσι δύο (22) ημέρες.

H Καλλιόπη Ανδρεαδάκη, μητέρα του Μηνά.
Ο Μηνάς Ανδρεαδάκης του Γεωργίου.

Η μητέρα του Καλλιόπη στάθηκε συνεχώς δίπλα του όλες αυτές τις ημέρες και του μιλούσε με μαντινάδες. Πολλοί μαρτυρούν στο Μουχτάρω ότι οι μαντινάδες που του είπε ξεπερνούν τον αριθμό των δύο χιλιάδων (2.000). Στάθηκε δίπλα του είκοσι δύο μερόνυχτα, ελπίζοντας ότι το παιδί της θα γίνει καλά.

Ο Μηνάς όμως δεν τα κατάφερε. Πέθανε την 22η ημέρα. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1943. Ο Μηνάς ήταν δεκαέξι χρονών. Από τότε η μητέρα του τον έκλαιγε τα επόμενα δεκαεννέα χρόνια, ως το 1962 που πέθανε. Έπαιρνε το καλάθι της κάθε μέρα, πήγαινε στο αλώνι της οικογένειας στην περιοχή «Ανεμόμυλος» και έκλαιγε ασταμάτητα με τις ώρες.

Η Καλλιόπη μετά τον θάνατο του Μηνά δεν ξαναμαγείρεψε ποτέ στο σπίτι της φασολάκια της μπαμπακιάς. Στο Μουχτάρω θυμούνται δυο στροφές από τα μοιρολόγια της την ώρα της ταφής του”:

“… Μηνά μου παλικάρι μου παιδί μου

που πας και που μισεύγεις γιασεμί μου.

Μηνά μου καντηφέ μου και κρινάκι μου

γεμάτο απ’ ανθούς να’ναι ο δρόμος σου παιδάκι μου…”

Στην περιοχή του νταμαριού του Δροζίτη, τα χρόνια της κατοχής υπήρχαν λιγοστές ελιές. Οι περισσότερες ήταν αιωνόβιες. Σε μια απ’αυτές είχε κρεμάσει το κατσαρολάκι με τα φασολάκια της μπαμπακιάς ο Μηνάς Ανδρεαδάκης. Πριν το μεσημέρι χτυπήθηκε από θραύσμα βόμβας συμμαχικού αεροσκάφους. Το κατσαρολάκι έμεινε κρεμασμένο. Κανείς δεν το κατέβασε από την ελιά.  Όσοι δούλευαν στο νταμάρι το θυμούνται και το μαρτυρούν. Εκεί κρέμονταν από τον Σεπτέμβρη του 1943 ως τον Οκτώβρη του 1944 που οι Γερμανοί αποσύρθηκαν στα Χανιά. Ένα χρόνο κι ένα μήνα παρέμεινε στο κλαδί.

«…επηγαίναμε στην αγγαρεία στο νταμάρι. Εγώ τις πιο πολλές φορές εδούλευγα στο ντεκοβίλ. Εκουβαλούσαμε όλη μέρα πέτρες στο αεροδρόμιο. Κι εσκεπάζαμε τσι λάκκους που κάνανε οι βόμβες των συμμάχων. Κι εβλέπαμε το κατσαρόλι του Μηνά του Μουχταριανού.

Τόνε χτύπησε μια βόμβα και τον εσκότωσε. Κι είπαμε όλοι να μη το κατεβάσομε. Τ’αφήσαμε στο κλαδί. Και οι Γερμανοί δε το πειράξανε. Ώσπου εσκούριασε το χέρι του κατσαρολιού. Όλο το χειμώνα ήτανε κρεμασμένο. Όντεν εφύγανε οι Γερμανοί, ήρθε από το Μουχτάρω η μάνα του, το κατέβασε και το πήρε…»4

Τον συμμαχικό βομβαρδισμό και τον βαρύ τραυματισμό του Μηνά Ανδρεαδάκη παρακολούθησαν οι συγχωριανοί του Ροκαδάκης Ιωάννης και Μιζεράκης Γεώργιος.

Η διήγησή τους είναι συγκλονιστική.

«Εγώ εγεννήθηκα το 1928 και επήγαινα στην αγγαρεία στη θέση του πατέρα μου δεκαπέντε μέρες και τις άλλες δεκαπέντε μέρες του μήνα επήγαινα για άλλους και επαίρναμε στο σπίτι μας έξε οκάδες κριθάρι. Επήγαινα με το γάιδαρο. Κάθε πρωί εμαζευόμαστε στη κάτω μεριά του αεροδρομίου οι Μουχταριανοί, στου Μανούσου τη κρεβατίνα και επαίρνανε οι Γερμανοί παρουσίες. Μετά μας πηγαίνανε στα έργα.

Το νταμάρι του Δροζίτη, όπως είναι σήμερα.
σε βομβαρδισμό του αεροδρομίου

Εγώ εδούλευγα με τσι χωριανούς μου στο νταμάρι του Δροζίτη. Και εφόρτωνα το γάιδαρο πέτρες από τη Τζουγκριανή και το νταμάρι και τσι πήγαινα στο αεροδρόμιο, που εχτίζανε καταφύγια. Και μια μέρα πριχού το μεσημέρι, έρχουνται έξε αεροπλάνα από τον Αφέντη και εβομβαρδίζανε το αεροδρόμιο. Οι Γερμανοί εκάνανε γυμνάσια στον Αη Γιάννη πιο κάτω από το νταμάρι.

Και γίνουνται ψίχαλα. Και εχτυπήθηκε και ο Μηνάς. Όλους τσι εμαζώξανε οι Γερμανοί και τσι φορτώσανε σε μια καρότσα ενός αυτοκινήτου μεγάλου. Και το Μηνά. Τον είδαμε πεσμένο γεμάτο αίματα. Εθαρούσαμε πως είναι σκοτωμένος,. Αλλά αυτός έζησε μερικές μέρες. Κι ύστερα επόθανε εδώ στο Μουχτάρω».5

´”Εγώ εγεννήθηκα το 1926. Στην αγγαρεία επήγαινα από το 1942, δεκάξε χρονών. Ο Μηνάς ήτανε νερουλάς. Είχε το σταμνί στον ώμο και με ένα λαήνι ήδιδε νερό στσ’εργάτες. Όταν εξεκίνησε ο βομβαρδισμός, ετρέξαμε όλοι οι Μουχταριανοί στον Αη Γιάννη και εσταθήκαμε σε μια μεριά.

Ο Μηνάς έτρεχε να’ρθει κι αυτός. Και τότε τόνε χτύπησε ένα βλήμα. Στο πρόσωπα. Κι έπεσε ο Μηνάς. Πρώτος τον είδε το Παυλιώ το Παπαδομανωλάκη. Και είδαμε μετά τσι Γερμανούς να τσι παίρνουνε μ ’ένα αυτοκίνητο. Ήτανε πολλοί σκοτωμένοι. Εκάνανε γυμνάσια κι εσκοτωθήκανε πολλοί Γερμανοί. Επήρανε και το Μηνά. Κι έζησε κάμποσες μέρες.

Στη κατοχή εγίνηκε εδώ στο χωριό μας ένα μεγάλο γεγονός. Οι Γερμανοί είχανε τα αντιαεροπορικά στον Άγιο Νεκτάριο, έξε πυροβολαρχίες. Θυμούμαι και μέρα κι έσκασε ένα βλήμα μέσα στο κανόνι κι εσκότωσε τέσσερις-πέντε γερμανούς. Στην Κάτω Παναγιά, την άλλη εκκλησία, εβγάλανε οι Γερμανοί τον Άγιο Θρόνο από το ιερό, τόνε βάλανε όξω σε μια μεριά κι εστέσανε απάνω του ένα μεγάλο προβολέα.

Και κάθε βράδυ ετριγύριζε μια γυναίκα με μαύρα ρούχα γύρω γύρω από την εκκλησία. Οι Γερμανοί τήνε χτυπούσανε με τα τουφέκια και μετά τη γυρεύγανε σκοτωμένη. Και δε τη βρίσκανε. Κάθε βράδυ το ίδιο. Μια γυναίκα με μαύρα ρούχα να τριγυρίζει γύρω από την εκκλησά της Κάτω Παναγιάς. Εμείς από το χωριό εγροικούσαμε τσι πυροβολισμούς και τη φασαρία τω Γερμανώ.

Κι έρχεται ένας αξιωματικός και βρίσκει το Πρόεδρο του χωριού, το Κωστή το Χαριτάκη. Και του λέει ότι αν δε βρεθεί η γυναίκα που πάει κάθε βράδυ στη Κάτω Παναγιά, θα κάψει το χωριό. Και ο Πρόεδρος του’πε ότι αυτή δεν είναι γυναίκα μόνο είναι η Παναγία. Και να βάλει τον Άγιο Θρόνο στο ιερό και δε θα ξαναφανεί. Ο Γερμανός το’κανε κι έβαλε τον Άγιο Θρόνο στο ιερό. Και δεν εξαναφάνηκε η γυναίκα με τα μαύρα ρούχα. Αυτό το ξέρουνε όλοι οι χωριανοί, γιατί το ζήσανε και το θυμούνται».6

 

1 ΓΕΣ, Αρχείο Εθνικής Αντίστασης, τόμος 6ος,  σελ. 15. Αντιπτέραρχος Κούρτ Στούντεντ, Διοικητής Κρήτης από 1 Ιουνίου 1941 ως 8 Ιουλίου 1941.

2 Αρχείο Γερμανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Κρήτης, (ΓΑΚ).

3 Κλεάνθης Ζ. Βελημπασάκης, Προσκύνημα στις ρίζες, σελ. 88.

4 Φερετζάκης Κωνσταντίνος ή Μπομπόλιος,  μαγνητοφωνημένη συνέντευξη, Καστέλλι Πεδιάδος, Απρίλιος 2002.

5 Ροκαδάκης Ιωάννης τ. Γεωργίου, απομαγνητοφωνημένη συζήτηση, Μουχτάρω, Μάιος 2018.

6 Μιζεράκης Γεώργιος τ. Νικολάου, απομαγνητοφωνημένη συζήτηση, Μουχτάρω, Μάιος 2018.

 

* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης, είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής  Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος