Το Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, το 1942 αποφάσισε την αποστολή εγκατάστασης Ελληνικού συμμαχικού ασυρμάτου στην Κρήτη, με αξιωματικό υπεύθυνο τον Θωμά Ταμιωλάκη (από το χωριό Κασάνοι), ασυρματιστή τον Αντώνη Αγγελικούση (από το χωριό Καρδάμυλα της Χίου) και τον αστυνομικό Μανόλη Αθουσάκη, (από τη Βιάννο), ως ασφάλεια του ασυρμάτου.
Μετά τις προετοιμασίες της αποστολής της ομάδας, που πήρε την κωδική ονομασία ΕΤΟΝ, στις 12 Νοεμβρίου 1942 έγινε η πρώτη προσπάθεια αποβίβασης στην Κρήτη. Η αποβίβαση σχεδιάστηκε να γίνει στην παραλία Δέρματος, νότια της Κρήτης και ανατολικά του Τσούτσουρα. Στην παραλία εκβάλει ο ποταμός Αναποδάρης.
Στην προκαθορισμένη ημερομηνία, προσέγγισε το σκάφος επιφανείας με τους άντρες της ομάδας Θωμά Ταμιωλάκη, Αντώνη Αγγελικούση και Μανόλη Αθουσάκη. Η προσπάθεια αποβίβασης των ανδρών και του υλικού τους δεν ήταν επιτυχημένη. Το σκάφος με τους άντρες, επέστρεψε στη Μέση Ανατολή. Η δεύτερη και επιτυχημένη προσπάθεια της ομάδας, πραγματοποιήθηκε τελικά τον Απρίλιο του 1943.
Θωμάς Ταμιωλάκης
Ο Θωμάς Ταμιωλάκης του Εμμανουήλ γεννήθηκε στο χωριό Κασσάνοι Πεδιάδος Ηρακλείου το 1920. Πήρε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41. Με κρυοπαγήματα γ΄ βαθμού, νοσηλεύτηκε στο 18ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών.
Όταν οι Γερμανοί εισέβαλλαν στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941, ζήτησε και έλαβε άδεια δύο μηνών από το νοσοκομείο, με σκοπό να αναχωρήσει για την Κρήτη χωρίς να έχουν επουλωθεί ακόμη οι πληγές του. Επιβιβάστηκε στο πλοίο ΣΑΜΟΣ και έφτασε στη Σούδα Χανίων, την Κυριακή του Θωμά 27 Απριλίου 1941.
Στη Μάχη της Κρήτης ο Θωμάς Ταμιωλάκης δεν πήρε μέρος, αφού τα κρυοπαγήματα των ποδιών του είχαν ως αποτέλεσμα να χάσει ένα δάχτυλο και τα πόδια του να παραμένουν ακόμη αρκετά πρησμένα.
Στα τέλη Δεκεμβρίου 1941, ο Θωμάς Ταμιωλάκης με το Ελληνικό υποβρύχιο ΤΡΙΤΩΝ, διαφεύγει στη Μέση Ανατολή. Ο Θωμάς Ταμιωλάκης παρουσιάστηκε στην 1η Ελληνική Ταξιαρχία με έδρα την Παλαιστίνη.
Από τη Μέση Ανατολή, με τον βαθμό του Λοχία, βρέθηκε με την ομάδα του Ελληνικού Συμμαχικού ασύρματου στην Κρήτη, την 1η Απριλίου 1943. Η ομάδα του πήρε την κωδική ονομασία ΕΤΟΝ.
Μετά την απελευθέρωση, ο Θωμάς Ταμιωλάκης συνέχισε τη σταδιοδρομία του στον Ελληνικό στρατό, απ’όπου αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Υποστράτηγου. Πέθανε το έτος 2003 και τάφηκε στο νεκροταφείο του Παπάγου στην Αθήνα.
Αντώνης Αγγελικούσης
Ο Αντώνης Αγγελικούσης γεννήθηκε στη Χίο το 1919. Το 1939 κατατάχθηκε στον Ελληνικό στρατό. Τη βασική εκπαίδευση έλαβε στον Πόρο και στη συνέχεια στο Βοτανικό όπου παρακολούθησε μαθήματα ειδικότητας ασυρματιστή Ναυτικού. Τον Σεπτέμβριο του 1939 μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Παρέμεινε εκεί ως τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Τον Ιανουάριο του 1940 μετατέθηκε στο Υπουργείο Ναυτικών στην Αθήνα όπου παρέμεινε ως τον Απρίλιο.
Στο διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα, πήρε δίπλωμα ασυρματιστή του Εμπορικού Ναυτικού. Τοποθετήθηκε στη συνέχεια στο ναρκαλιευτικό «Στρυμών», ως ασυρματιστής του πλοίου. Στο πλοίο αυτό παρέμεινε καθ’όλη τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, με πολλές δράσεις υπό τη Ναυτική Διοίκηση Ιονίου.
Σε αεροπορική επίθεση στα μέσα Μαρτίου, το πλοίο «Στρυμών» έπαθε πολλές ζημιές, σκοτώθηκαν αρκετά μέλη του πληρώματος και πολλοί τραυματίστηκαν, με αποτέλεσμα να καταπλεύσει τελικά στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας για επισκευές. Ακολούθησε η Γερμανική εισβολή.
Ο Αντώνης Αγγελικούσης είχε επιστρέψει στην πατρίδα του τη Χίο. Με μερικούς συντοπίτες του καταφεύγει στην Τουρκία. Από την Τουρκία, μετά από πολλές περιπέτειες, βρέθηκε στην Κύπρο και από εκεί στην Αλεξάνδρεια όπου παρουσιάστηκε στην Ελληνική Ναυτική Διοίκηση για κατάταξη. Ω
ς εθελοντής όταν του προτάθηκε, ενσωματώθηκε στην ομάδα ΕΤΟΝ με τον Θωμά Ταμιωλάκη και τον Μανόλη Αθουσάκη και ήρθαν στην Κρήτη με ασύρματο τον Απρίλιο του 1943, μετά από μία αποτυχημένη προσπάθεια στις 12 Νοεμβρίου 1942.
Μανόλης Αθουσάκης
Ο αστυνομικός από τη Βιάννο Μανόλης Αθουσάκης, ανέλαβε υπηρεσία στον Ελληνικό συμμαχικό ασύρματο που θα στέλνονταν στην Κρήτη από το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Η αποστολή του θα ήταν η με κάθε τρόπο ασφάλεια του ασυρμάτου και των μελών της αποστολής. Ο Μανόλης Αθουσάκης, το 1942 είχε διαφύγει από την Ελλάδα και υπηρετούσε στο Κάιρο στις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, με την ιδιότητα του αστυνομικού. Τον Μανόλη Αθουσάκη περιγράφει ο Θωμάς Ταμιωλάκης στο βιβλίο του «Αποστολή στην κατεχόμενη Κρήτη», σελ. 92, ως εξής:
«Άνδρας ώριμος, μελαχρινός, κανονικού αναστήματος, αστυνομικός στο επάγγελμα, επιλεγμένος από την υπηρεσία του ως κατάλληλος και γεροδεμένος, σε αντίθεση με μένα που είμαι αδύνατος και τον ψιλόλιγνο Αντώνη Αγγελικούση».
Αποτυχημένη προσπάθεια αποβίβασης της ομάδος ΕΤΟΝ τον Νοέμβριο του 1942
Ο Θωμάς Ταμιωλάκης, μετά τη διαφυγή του από την Κρήτη το 1942, κατατάχθηκε και υπηρετούσε στον Βασιλικό Ελληνικό Στρατό Μέσης Ανατολής (ΒΕΣΜΑ) με έδρα το Τελ Αβίβ. Ο Συνταγματάρχης Μπουρδάρας, στα τέλη Ιουλίου 1942, του ανακοίνωσε ότι με διαταγή του Παναγιώτη Κανελόπουλου αποσπάται στο Συμμαχικό Γενικό Στρατηγείο για εκτέλεση υπηρεσίας αορίστου διαρκείας.
Με συνοδεία τον Βρετανό υπολοχαγό Ραλφ Στόκμπριτζ, αναχώρησαν για την Ιερουσαλήμ. Στα γραφεία της Βρετανικής Υπηρεσίας, ο Προϊστάμενος του ανακοίνωσε πρόταση του Στρατηγείου για επιστροφή του στην Κρήτη με την έγκριση της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης.
Τη μυστική αποστολή του εξήγησε ο Βρετανός αξιωματικός, λέγοντάς του: «Θα γυρίσεις πίσω στα παλιά σου λημέρια, εφοδιασμένος με ασύρματο μακράς εμβελείας. Φυσικά θα είναι μαζί σου Έλλην, έμπειρος χειριστής ασυρμάτου, καλό παιδί.
Εάν θέλεις και κανένα βοηθό, θα τον βρούμε εμείς. Θα συλλέγεις πληροφορίες που αφορούν, τα στρατεύματα κατοχής, τις δραστηριότητες που αναπτύσσουν, τα αμυντικά μέτρα που λαμβάνουν, τον πάσης φύσεως οπλισμό που διαθέτουν, την ταυτότητα μονάδων, αεροσκαφών, πλοίων κλπ. Εξυπακούεται, βέβαια, η συνεργασία με τις ανταρτικές μονάδες.
Όσον αφορά εις τους τρόπους ενεργείας και λοιπάς λεπτομερείας της αποστολής, αυτά όλα και άλλα ακόμη, θα αποτελέσουν αντικείμενα εκπαιδεύσεώς σας εδώ..».
Ο Θωμάς Ταμιωλάκης χωρίς δισταγμό, δέχτηκε αμέσως την αποστολή. Ο Αντώνης Αγγελικούσης υπηρετούσε στη Ναυτική Διοίκηση Αλεξάνδρειας.
Η συμμαχική υπηρεσία πληροφοριών ζήτησε από το Ελληνικό Ναυτικό έναν ασυρματιστή εθελοντή, έμπιστο, ικανό να συμμετάσχει μυστικής αποστολής στην Ελλάδα. Ο Πλοίαρχος Μελισσινός, κάλεσε αμέσως τον Αντώνη, προκειμένου να συζητήσει μαζί του και να απαντήσει στο Συμμαχικό αίτημα. Ο Αντώνης Αγγελικούσης δέχτηκε. Έφυγε για την Ιερουσαλήμ και συναντήθηκε με τον Θωμά στα γραφεία της υπηρεσίας.
Ο Βρετανός αξιωματικός Dillon, επανέλαβε στους δύο άντρες τον σκοπό της αποστολής, χαρακτηρίζοντάς την άκρως απόρρητη, (top secret), λέγοντάς τους τα παρακάτω: «Ο κ. Ταμιωλάκης, ο οποίος είναι Κρητικός, θα φροντίσει να οργανώσει δίκτυο πληροφοριών με ανθρώπους απολύτου εμπιστοσύνης και υπάρχουν πολλοί εκλεκτοί πατριώτες στην ηρωική μεγαλόνησο τους οποίους γνωρίζει. Ο κ. Αγγελικούσης θα έχει την ευθύνη του ασυρμάτου με τα λοιπά εξαρτήματά του και θα μεταδίδει με σήματα, τις πληροφορίες, που θα ζητούμε και θα συλλέγετε. Σχεδιαγράμματα και εκτενείς αναφορές, μόνον με έμπιστα πρόσωπα..».
Η εντατική εκπαίδευση των δύο αντρών κράτησε τρεις μήνες. Τελείωσε στις αρχές Νοεμβρίου 1942. Αναχώρησαν αμέσως για το Κάιρο. Στο Κάιρο γνώρισαν το τρίτο μέλος της αποστολής, τον Μανόλη Αθουσάκη που τοποθετήθηκε ως ασφάλεια του ασυρμάτου.
Ο Θωμάς Ταμιωλάκης, Υποστράτηγος ε.α. το έτος 1988, γράφει το βιβλίο «Αποστολή στην κατεχόμενη Κρήτη», με υποσημείωση στον πρόλογο ότι το βιβλίο «εκτυπούται εις περιορισμένον αριθμόν αντιτύπων». Στις σελίδες 92-98, περιγράφει την πρώτη προσπάθεια απόβασης της ομάδος ΕΤΟΝ στην Κρήτη στις 12 Νοεμβρίου 1942, που δεν στέφθηκε με επιτυχία, λέγοντας τα εξής:
´«… όλα ήσαν έτοιμα, πακεταρισμένα με επιμέλεια: Μηχανήματα και λίγα τρόφιμα. Ήταν εντυπωσιακή η οργάνωση και η τάξη που διέκρινε όλες τις ενέργειες των Άγγλων. Ο καθένας ήξερε τη δουλειά του και την έκανε σωστά, ευσυνείδητα, χωρίς καθυστέρηση ή εκνευρισμό, με συνέπεια και υπευθυνότητα. Με καλούς οιωνούς και αισιοδοξία, ανεχώρησαν ένα πρωινό, από το Κάιρο για τη ΜΑΡΣΑ ΜΑΤΡΟΥΧ.
Ένα ταχύπλοο σκάφος, MOTOR LONTS, τους περίμενε στο μικρό λιμάνι της κωμοπόλεως. Ώρα επιβιβάσεως; Είχε ορισθεί η 6η πρωινή της 12ης Νοεμβρίου 1942.
Σας έφθασε η ορισμένη ώρα χωρίς να φανεί αξιωματικός του σκάφους, να παραλάβει τους επιβάτες όπως είχε συμφωνηθεί, εκεί που περίμεναν, ο Βρετανός συνοδός τους, ακούγεται να λέει με σπασμένα Ελληνικά:
-Πάω να βρίσω τον καπετάνιο.
-Γιατί να βρίσεις τον άνθρωπο, τι έκανε; του απαντούν.
-Να θέλω, να το βλέπω, να το ρωτήσω εξήγησε. Ήθελε αν πει, ότι θα πήγαινε να βρει τον καπετάνιο, να τον συναντήσει και όχι, φυσικά, να τον σκυλοβρίσει.
Εν τω μεταξύ έφθασε ο αντιπρόσωπος του πλοίου να παραλάβει τους επιβάτες, για επιβίβαση και, εν συνεχεία, ανεχώρησαν παλιννοστούντες με καλό καιρό. Στην αρχή το πλοίο έπλεε με μικρή ταχύτητα. Είχαν διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της αποστάσεως όταν άρχισε να νυχτώνει. Μόλις σκοτείνιασε, το M.L. ανέπτυξε ταχύτητα. ΄Έφευγε σαν βολίδα, πάνω στο ταραγμένο, ανοιχτό πέλαγος με πλήρη συσκότιση. Έσχιζε τη θάλασσα, αφήνοντας στα πλάγια και πίσω του αφρισμένα άσπρα νερά, θαρρεί ς από θυμό, για τον απρόσκλητο βίαιο επισκέπτη, που τους χαλούσε το ρυθμό του τραγουδιού των κυμάτων.
Οι άνθρωποί μας, δεν είχαν ούτε το χρόνο, ούτε τη ρομαντική διάθεση να απολαύσουν το εντυπωσιακό θέαμα, που δημιουργούσε το γρήγορο όργωμα της θάλασσας. Μαζεμένοι μέσα στο σκάφος, με τον Κυβερνήτη να τους επισκέπτεται κατά διαστήματα, ήσαν σκυμμένοι πάνω στον χάρτη της Κρήτης, με τα μάτια καρφωμένα, στο συμφωνημένο σημείο προσεγγίσεως.
Είχε επιλεγεί τελικά η τοποθεσία ΔΕΡΜΑΤΟΣ δίπλα στην όχθη του ποταμού ΑΝΑΠΟΔΑΡΗ. Προσπαθούσαν να αποτυπώσουν στη μνήμη τους, τις λεπτομέρειες της μορφολογίας του εδάφους, τα μονοπάτια, το πιο πρόσφορο σημείο της πρώτης σταθμεύσεως και αποθέσεως των πραγμάτων. Η αγωνία ήταν διάχυτη. Άραγε, θα είναι άνθρωπος στην ακτή να τους περιμένει, όπως είχε υποσχεθεί τελευταία ο DILLON; Αν υπάρχει, τα πράγματα θα ήσαν εύκολα. Θα τους οδηγούσε σε μέρος ασφαλές και, ασφαλώς θα είχε φροντίσει, για τον τρόπο μεταφοράς των αποσκευών στην πρώτη δύσκολη φάση. Εάν όμως για οποιοδήποτε λόγο, είτε γιατί τους γέλασε ο Άγγλος, είτε γιατί κάποιο απρόοπτο δεν θα επέτρεπε την παρουσία οδηγού στην ακτή, τι θα γίνει; Η τελευταία αυτή εκδοχή, αν έβγαινε αληθινή, τα πράγματα περιπλέκονταν άσχημα. Ή θα έπρεπε να επιστρέψουν άπρακτοι με όλο το δίκιο δικό τους ή να διακινδυνεύσουν αποβίβαση στα τυφλά, αψηφώντας όλους τους κινδύνους, που ήταν ενδεχόμενο να ελλοχεύουν πίσω από μια τέτοια ενέργεια.
Το βάρος της ευθύνης έπεφτε στους ώμους του Θωμά. Αυτός έπρεπε να πάρει την απόφαση, αφού πρώτα θα στάθμιζε όλους τους παράγοντες, θετικούς και αρνητικούς, που επιδρούσαν αποφασιστικά υπέρ της μιας ή της άλλης λύσεως. Ο ιδρώτας έσταξε από το μέτωπό του, όχι γιατί ήταν ζέστη. Η θερμοκρασία ανέβαινε από την αγωνία αναζητήσεως της ορθής λύσεως, εάν συνέβαινε η μη ευκταία περίπτωσις. Την αγωνία του Θωμά, ηύξανεε η εμπιστοσύνη που του έδειχνα οι άλλοι και κυρίως ο Αντώνης, ο οποίος δεν εγνώριζε τίποτε από την περιοχή. Λίγο είναι να έχει κανείς την ευθύνη για τη ζωή των άλλων;
Πλησίαζε 11 η ώρα, όταν ο Κυβερνήτης ανήγγειλε ότι έφθασαν προς της ακτής. Έτρεξαν όλοι στο κατάστρωμα. Σκοτάδι βαθύ. Ο ουρανός συννεφιασμένος. Η θάλασσα, σχεδόν ήρεμη. Η κίνηση του σκάφους αργή. Τα μάτια τους καρφώθηκαν στην κοντινή στεριά αναζητώντας να διακρίνουν κάποιο φωτεινό σήμα.
Δυο φορές κινήθηκε το πλοίο, μπρος και πίσω, στο υποτιθέμενο μέρος που θα έβγαιναν. Κανένα σημάδι. Η αγωνία φούντωσε. Οι φόβοι επαληθεύτηκαν.
Μας την έσκασε ο άτιμος, ψιθύρισε ο Θωμάς εννοώντας τον DILLON. Με τα κυάλια, ανίχνευαν μήπως αναγνωρίσουν χαρακτηριστικό σημείο της στεριάς, που θα βοηθούσε να προσανατολιστούν.
Είναι πολύ διαφορετική η εικόνα, όταν βλέπει κανείς τη στεριά από τη θάλασσα και μάλιστα κάτω από το βαθύ σκοτάδι, από εκείνη, που έχει την ημέρα παρατηρώντας το ίδιο μέρος, από τη στεριά. Η απόφαση επί του πρακτέου στην περίπτωση αυτή, είχε ληφθεί νωρίτερα. Θα επιχειρήσουν να βγουν και ο Θεός βοηθός.
Ανακοίνωσαν, στον Κυβερνήτη του πλοίου, την απόφασή τους, με την παράκληση, να δώσει εντολή στους ναύτες, να περιμένουν στην ακτή με τη βάρκα, μέχρι να απομακρυνθούν προς το μέρος της πλαγιάς του βουνού, αυτοί με τα πράγματά τους. Ο Κυβερνήτης συμφώνησε.
Γρήγορα – γρήγορα κατέβασαν βάρκα και πράγματα και με δύο ναύτες κωπηλάτες, τράβηξαν προς την ανατολική άκρη του αλιπέδου που σχηματίζει η εκβολή του ποταμού. Η πιθανότης να συναντήσουν ναρκοπέδιο, στο σημείο αυτό, ήταν μικρότερη, γιατί άρχιζε ανώμαλη βραχώδης ανωφέρεια, γνωστή στο Θωμά από πριν.
Μόλις έφθασαν στην άκρη του γιαλού, πήδηξε ο ένας, πανύψηλος Αυστραλός, ναύτης από τη βάρκα, κρατώντας τη μηχανή φορτίσεως μπαταριών και πάτησε πάνω σε μεγάλη πέτρα, η οποία ξεκόλλησε από τη θέση της και έπεσε με πάταγο στο νερό, ενώ άλλες ακόμη πέτρες συνέχιζαν να πέφτουν κάτω η μια πίσω από την άλλη με θόρυβο. Αυτό ήταν. Αμέσως ακούσθηκαν φωνές ακαταλαβίστικες και θόρυβος μεταλλικών αντικειμένων που προερχόταν από τη δυτική πλευρά της εκβολής του ποταμού.
Πριν προλάβουν να αντιληφθούν τι συνέβαινε, δέχτηκαν ριπές αυτομάτων όπλων με τις βολίδες να σφυρίζουν πάνω από τα κεφάλια τους, ενώ το κροτάλισμα του πολυβόλου, έδειχνε ότι η θέση βολής θα ήταν λιγότερο από 200 μέτρα απ’αυτούς. Το μοτέρ είχε πέσει στη θάλασσα. Ο ναύτης ξαναμπήκε στη βάρκα, λέγοντας BACK QUICLY, (γρήγορα πίσω). Κωπηλατώντας, με όλη τη δύναμη, γύριζαν πίσω άπρακτοι.
Το MOTORLONTS είχε μετακινηθεί ανατολικώτερα, αλλά η σιλουέτα του μόλις διεκρίνετο, στο βάθος. Σας έφτασαν, έδεσαν τη βάρκα, φορτωμένη όπως ήταν, με μακρύ παλαμάρι πίσω στο πλοίο και οι επιβάτες ανέβηκαν πάνω, με την ανεμόσκαλα.
Τώρα τι γίνεται; Ο Πλοίαρχος και αυτός οργισμένος, έναντι της υπηρεσίας αποστολών, πρότεινε να γυρίσουν αμέσως, στην Αλεξάνδρεια.
Η ώρα ήταν περίπου μεσάνυχτα. Έμενε, ακόμη, εκμεταλεύσιμος χρόνος νυκτός, μιας ώρας και πλέον, ύστερα το πλοίο έπρεπε να φύγει, με την προστασία του σκότους. Οι τρεις της ομάδος, ύστερα από λιγόλεπτη συνεννόηση, αντιπρότειναν να καταβληθεί μια ύστατη προσπάθεια να βγουν στη στεριά, κάπου δυτικά του Αγίου Νικήτα, εκμεταλλευόμενοι το διαθέσιμο χρόνο.
Ο Πλοίαρχος δέχτηκε και τράβηξαν δυτικά, όσο μπορούσαν πλησιέστερα προς την ακτή, ψάχνοντας να βρουν προσπελάσιμο μέρος. Δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν την περιοχή “Aλυκές” που ήταν κατάλληλη για αποβίβαση.
Κοντά πια στην περιοχή “Τρεις Εκκλησιές” κατέβηκαν στη βάρκα και με τα κουπιά, δίπλα στους απορρώγες βράχους προσπαθούσαν να διακρίνουν σημείο πρόσφορο να ξεμπαρκάρουν. Πελώριοι απότομοι βράχοι, ορθώνονταν μπροστά τους. Ούτε γάτα θα μπορούσε να σκαρφαλώσει, όχι άνθρωποι με πράγματα και προ παντός ευαίσθητα μηχανήματα. Η ώρα περνούσε χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια στιγμή, ακούστηκε φωνή από τον τηλεβόα του πλοίου που τους παρακολουθούσε πιο μέσα: COME BACK DAYLIGHT COMES, (Ελάτε πίσω, έρχεται το φως της ημέρας). Τι να κάνουν; Εγύρισαν στο πλοίο, ανέβασαν πάνω τα πράγματα και πήραν το ταξίδι της επιστροφής με αισθήματα οργής και απογοητεύσεως.
Έπαθαν ότι έπαθε ο διψασμένος που έφτασε στη βρύση να πιει νερό και τη βρήκε διπλοκλειδωμένη. Όπως έμαθαν τον επόμενο χρόνο, οι Γερμανοί είχαν εγκαταστήσει, προσωρινά, φυλάκιο στη “Δέρματο”, ύστερα από πληροφορίες, άγνωστον από πού, ότι δύναμις COMMANDOS θα απεβιβάζετο στην περιοχή αυτή…».
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος