Οι ποινές για τους πολίτες που αρνούνται να εργαστούν στα γερμανικά οχυρωματικά έργα, περιγράφονται στις διαταγές των Διοικητών του «Φρουρίου Κρήτης» Στούντεντ, Αντρέ, Μπρόγερ και Μίλερ. Φυλάκιση, ειρκτή, θάνατος, συνεισφορά σε προϊόντα, χρηματικά πρόστιμα, μεταφορά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή εργασίας. Πολλές φορές επιβάλλονται συλλογικά πρόστιμα στην Κοινότητα σε χρήματα και σε προϊόντα (γεωργικά και κτηνοτροφικά).
Με απειλές προς τους πολίτες, με τη συνδρομή της γερμανικής μυστικής αστυνομίας, με τη συμβολή των νομαρχών και των αξιωματικών της Διοίκησης Χωροφυλακής, οι γερμανοί επιμένουν στην καταναγκαστική εργασία των Κρητικών. Θέλουν να καταστήσουν το νησί απόρθητο, να το χρησιμοποιήσουν στην εξέλιξη των πολεμικών τους επιχειρήσεων στη Βόρειο Αφρική, αλλά και στο ανατολικό μέτωπο.
Παρά τις απειλές και τις ποινές, ο ρυθμός της καταναγκαστικής εργασίας δεν είναι ικανοποιητικός για τα στρατεύματα κατοχής, πολλοί αρνούνται να παρουσιαστούν για εργασία και τα έργα καθυστερούν.
Μετά την εφαρμογή των διαταγών καταναγκαστικής εργασίας, οι γερμανοί παρατήρησαν ότι πολλές Κοινότητες δεν στέλνουν τον απαραίτητο αριθμό εργατών στα οχυρωματικά έργα. Ο Στρατηγός Αντρέ, αναγκάζεται να στείλει εγκύκλιο,
(BEKANNTMACHUNG – ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΙΣ) στους Προέδρους των Κοινοτήτων, αναφέροντας τις ποινές που αφορούν τα χωριά τους. Για κάθε εργάτη που απουσιάζει, η Κοινότητα θα παραδίδει 100 οκάδες λαδιού, η οποία θα αυξάνεται κατά 20 οκάδες για κάθε επιπλέον ημέρα απουσίας του εργάτη. Η γνωστοποίηση του Στρατηγού Αντρέ αναφέρει :
«Διεπιστώθη, ότι κοινότητές τινες δεν διαθέτουν τον καθωρισθέντα αριθμόν εργατών δια την εκτέλεσιν των τεχνικών έργων του γερμανικού στρατού. Αφού εις διαφόρους προειδοποιήσεις δεν εδόθη προσοχή, θα έδει εις το εξής η στάσις αύτη να αποδοθή εις εκ προθέσεως σαμποτάζ και άρνησιν εργασίας.
Εις τας καθυστερούσας κοινότητας θα συλλαμβάνεται εν τω μέλλοντι αντίστοιχος αριθμός ομήρων, οίτινες κατ’ αρχάς θα υποβάλωνται εις αναγκαστικήν εργασίαν, επιφυλασσομένης της μεταγωγής των εις στρατόπεδον συγκεντρώσεως ή της λήψεως αυστηροτέρων μέτρων.
Εκτός τούτου εκάστη κοινότης θα παραδίδη εν είδη προστίμου δι’ έκαστον απουσιάζοντα εργάτην 100 οκάδας ελαίου, αυξανομένας κατά 20 οκάδας δι’ εκάστην περαιτέρω ημέραν απουσίας. Δια την εντός προθεσμίας παράδοσίν του, συμφώνως προς τας διαταγάς των φρουραρχείων νομών, (Κράις κομμανταντούρ), υπεύθυνος είναι η ολότης των μελών της κοινότητος».
Ο Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης, χωρίς καθυστέρηση, ενημερώνει τους Προέδρους για τη «Γνωστοποίηση» του Στρατηγού Αντρέ, καλώντας τους ταυτόχρονα να καταγγέλλουν στις γερμανικές αρχές όσους κατοίκους αρνούνται να παρουσιαστούν στα έργα. Το κείμενο της εγκυκλίου του Νομάρχη αναφέρει :
«Αποστέλλομεν συνημμένως γνωστοποίησιν του Διοικητού του Φρουρίου Κρήτης εν τη οποία εκτίθενται αι συνέπειαι εις βάρος όλων των κατοίκων της Κοινότητος δια την περίπτωσιν καθ’ ήν δεν διατίθενται να ευρίσκονται εκ της Κοινότητός σας εργάται δια τα τεχνικά έργα του Γερμανικού Στρατού.
Την γνωστοποίησιν ταύτην δέον να φέρητε εις γνώσιν των κατοίκων δια να μην υπάρξη κανείς, όστις να αγνοή ταύτην. Σεις ως Πρόεδρος οφείλετε να διατάσετε στους εργαζομένους να μην απουσιάζουν ποτέ από τας εργασίας των και να αναφέρετε αμέσως τους αρνουμένους εις τας Γερμανικάς Αρχάς, ίνα ούτοι τιμωρούνται και αποφεύγεται ούτω η ομαδική τιμωρία της Κοινότητος».
Η απροθυμία των εργατών για υποχρεωτική εργασία, είτε των κατοίκων της πόλης του Ηρακλείου, είτε των κατοίκων της υπαίθρου, συνεχίζεται όλο το διάστημα της κατοχής. Ο Νομάρχης Ηρακλείου, απειλεί με αυστηρές ποινές, όπως αναφέρονται στην παρακάτω ανακοίνωσή του :
«Διεπιστώθη και πάλιν, ότι τόσον εις την Πόλιν του Ηρακλείου όσον και εις τινας Κοινότητας, οι καλούμενοι δια την εκτέλεσιν της προσωπικής των εργασίας, δεικνύουσιν απροθυμίαν συνεπεία της οποίας επιβάλλονται υπό του Στρατού Κατοχής ατομικαί ή ομαδικαί τιμωρίαι. Το Φρουραρχείον παρεκάλεσε όπως γνωσθή γενικώς ίνα πάντες οι καλούμενοι δια εκτέλεσιν προσωπικής εργασίας, είτε εκ μέρους του Εργατικού Κέντρου Ηρακλείου είτε εκ μέρους των Κοινοτήτων εκτελώσιν προθύμως την υπηρεσίαν των, ίνα μη ευρίσκεται εις την δύσκολον θέσιν της επιβολής αυστηρών ποινών».
Σε κάθε αλλαγή εργατών των Κοινοτήτων, (ανά δεκαπέντε ημέρες), οι Πρόεδροι ήταν υποχρεωμένοι να συνοδεύουν την πρώτη ημέρα τους συντοπίτες τους, υποβάλλοντας στις γερμανικές υπηρεσίες τον κατάλογο με τα ονόματά τους. Οι Πρόεδροι 23 Κοινοτήτων το έτος 1943, δεν υπέβαλαν καταλόγους ούτε συνόδευαν τους εργάτες κατά την πρώτη ημέρα καταναγκαστικής εργασίας, (αλλαγή βάρδιας). Η ποινή που τους επιβλήθηκε από το γερμανικό Φρουραρχείο ήταν 100.000 δραχμές. Μεταξύ των Προέδρων ήταν και της Άνω Βιάννου και του Χόνδρου. Η διαταγή του Φρουράρχου και η συνοδευτική επεξήγηση του Νομάρχη Ηρακλείου αναφέρουν :
«Αφορά: Αδιαφορίαν Δημάρχων δια μίαν διαταγήν
Οι Δήμαρχοι των κάτωθι αναφερομένων Κοινοτήτων παρά τας επανειλημμένας συστάσεις, δεν ηκολούθησαν την διαταγήν, όπως εις εκάστην αλλαγήν των εργατών παρουσιάζωνται μετά τούτων και να υποβάλλουν, δύο ημέρας προηγουμένως (προ της απαλλαγής), τον απαιτούμενον κατάλογον των εργατών. Η διαγωγή αύτη αποδεικνύει μίαν αναμφισβήτητον αδιαφορίαν, έναντι μιας διαταγής του Στρατού Κατοχής. Εναντίον όλων τούτων των Δημάρχων επιβάλλεται πρόστιμον ανά 100.000 δρχ. Και εν η περιπτώσει δεν τας πληρώσουν, το ποσόν τούτο μεταβάλλεται εις 10ήμερον φυλάκισιν. Το πρόστιμον δέον να καταβληθή εις το Ταμείον του Φρουραρχείου μέχρι της 30- 8- 43. Εντέλλεται η Νομαρχία όπως γνωρίση εις τους δημάρχους την ποινήν και να τους δηλώσει ότι δια μελλοντικάς αδιαφορίας».
«Διαταγή
Προς τους Προέδρους των Κοινοτήτων Αρκαλοχωρίου, Γερακίου, Κασταμονίτσας, Καραβάδω, Κασσάνων Λιλιανού, Μαθιάς, Μουκτάρων, Παναγιάς, Χόνδρου, Εμπάρου, Ίνι, Καστελλίου, Μάρθας, Μηλιαράδω, Πατσιδέρου, Σχοινιά, Θραψανού, Βιάννου Άνω, Βουτουφού, Σμαρίου, Ξενιάκου
Το Γερμανικόν Φρουραρχείον μας γνωρίζει ότι παρά τας επανειλημμένας συστάσεις δεν ακολουθήστε την διαταγήν, όπως εις εκάστην αγγαρείαν των εργατών παρουσιάζεσθε και υμείς μετά τούτων και να υποβάλλητε δύο ημέρας πριν εκάστης αλλαγής τον απαιτούμενον κατάλογον των εργατών. Η διαγωγή αύτη αποδεικνύει μίαν αναμφισβήτητον αδιαφορίαν έναντι του Στρατού Κατοχής. Δια τον λόγον τούτον επιβάλλει το Φρουραρχείον πρόστιμον των δρχ. 100.000 εις έκαστον εξ υμών προσωπικώς, πληρωτέον εις το ταμείον του Φρουραρχείου, το αργότερον μέχρι της 30- 8- 43. Εις περίπτωσιν δε καθ΄ην το ποσόν τούτο δεν πληρωθεί εγκαίρως, θα μετατρέπηται εις 10ημερον φυλάκισιν. Το Φρουραρχείον μας γνωρίζει ότι εις μελλοντικάς αμελείας σας θα επιβληθώσιν αυστηρότατα μέτρα.
Προθεσμία πληρωμής δεν θα τηρηθή απαραιτήτως. Εφιστώμεν την προσοχήν δια την ακριβήν συμμόρφωσιν».
Στις 23 Αυγούστου 1943, μεταξύ των χωριών Κάτω Βιάννου και Μάρθας, αντάρτες πυροβόλησαν εναντίον γερμανικού στρατιωτικού αυτοκινήτου. Μετά την πράξη των ανταρτών, ο Φρούραρχος Ηρακλείου διατάσει μεταξύ άλλων να οδηγηθούν σε καταναγκαστική εργασία οι συλληφθέντες πολίτες των Κοινοτήτων Κάτω Βιάννου, Μάρθας και Σκινιά επί τρεις εβδομάδες, ως αντίποινα της παραπάνω πράξης. Η διαταγή του Φρουράρχου αναφέρει :
«Σύμφωνα με μίαν είδησιν, την οποίαν έλαβε το Φρουραρχείον, επυροβολήθην ένα στρατιωτικόν αυτοκίνητον, κατά την 23.8.43 μεταξύ Κάτω Βιάννου και του χωρίου Μάρθα υπό αγνώστων, εις το ύψωμα 783 και 843. Το μέρος όπου έλαβε χώραν η πράξις αύτη ευρίσκεται εις τον μεταξύ των χωρίων Κάτω Βιάννος, Μάρθα και Σκινιάς χώρον. Αι τρεις αύται κοινότητες όθεν θεωρούνται υπεύθυνοι δια την πράξιν αυτήν.
Ως αντίποινα διατάσσονται.
1) Εκάστην εκ των τριών Κοινοτήτων να παραδώση εις το Τοπ. Φρουραρχείον Αρκαλοχωρίου ένα μουλάρι ή ένα όνον και μέχρι της 6-9-43.
2) Και δια τας τρεις κοινότητας περιορίζεται η ώρα της κυκλοφορίας δια 4 εβδομάδας μέχρι τας 7.30. επιτήρησις του μέτρου τούτου θα γίνη υπό του Φρουραρχείου Αρκαλοχωρίου.
3) Τα ήδη εκ των τριών κοινοτήτων συλληφθέντα πρόσωπα, θα κρατηθούν επί τρεις εβδομάδας δι’ υποχρ. Εργασίαν».
Όταν οι γερμανικές αρχές διαπίστωσαν ότι ο Πρόεδρος της Κοινότητας Άνω Βιάννου Φουρναράκης δεν παρουσιάζονταν στο Φρουραρχείο Καστελλίου στην αλλαγή της δεκαπενταμερίας των συγχωριανών του, ως όφειλε σύμφωνα με τις γερμανικές διαταγές και ότι δεν υπέβαλλε δύο ημέρες νωρίτερα τον κατάλογο των εργατών του χωριού του, τοποθέτησαν στη θέση του, (στις 27 Αυγούστου 1943), τον δικηγόρο Ιωάννη Γουναλάκη του Κωνσταντίνου με καταγωγή από τα χωριά της Ιεράπετρας. Είχε προηγηθεί στις 23 Αυγούστου αυστηρή εντολή – προειδοποίηση προς τον Πρόεδρο Φουρναράκη και ακολούθησε η καθαίρεσή του. Ο Ιωάννης Κωνσταντίνου Γουναλάκης, όπως ο ίδιος αναφέρει σε επιστολές του προς τις γερμανικές αρχές, είχε μετοικήσει και κατοικούσε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στην Άνω Βιάννο.
Μετά την καταστροφή των χωριών και τις εκτελέσεις στη Βιάννο τον Σεπτέμβριο του 1943, ο Πρόεδρος της Κοινότητας Άνω Βιάννου Ιωάννης Κωνσταντίνου Γουναλάκης στέλνει επιστολή στον Φρούραρχο Ηρακλείου, ζητώντας κριθάρι και βρώμη για την οικογένειά του και για την οικογένεια του γραμματέα της Κοινότητας Γεωργίου Κουσκουμπεκάκη. Η επιστολή, ύμνος στο κατοχικό καθεστώς, αναφέρεται στην καταναγκαστική εργασία των κατοίκων της Κοινότητας Βιάννου στο πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου και τα συγχαρητήρια που εισέπραξε από τον Φρούραρχο και Διοικητή του αεροδρομίου Ταγματάρχη Τροστ. Η επιστολή έχει ημερομηνία 22 Οκτωβρίου 1943 και ο Πρόεδρος Γουναλάκης αδιαφορεί για την ένδεια των κατοίκων της Βιάννου μετά τα βάρβαρα γεγονότα του Σεπτεμβρίου από τον φασιστικό κατοχικό στρατό, τον απορφανισμό των παιδιών από τους πατεράδες τους, τις εκατοντάδες γυναίκες που έμειναν χήρες και άστεγες. Τον ενδιαφέρει μόνον ο εαυτός του. Για πληρέστερη αντίληψη του περιεχομένου της επιστολής, παραθέτουμε αυτούσιο το περιεχόμενό της :
«Λαμβάνω την τιμήν ν’ αναφέρω Υμίν, ότι διωρίσθην πρόεδρος Κοινότητος Άνω Βιάννου, κατά διαταγήν Σας, την 27ην Αυγούστου 1943, άμα τη λήψει των καθηκόντων μου, πιστός στρατιώτης εις τα Γερμανικά προστάγματα, εγκατέλειψα τας οικογενειακάς μου εργασίας και έθεσα ως το μέγιστον μέλημά μου το πώς να εξυπηρετήσω τας αρχάς κατοχής.
Ούτω κατώρθωσα, εντός ελαχίστου χρονικού διαστήματος να κανονίσω το εργατικόν ζήτημα εργατών της Κοινότητός μου Αεροδρομίου Καστελλίου, εις σημείον ν’ αποσπάσω τα συγχαρητήρια του κ. Φρουράρχου Καστελλίου, πλέον δε κατά τα τελευταία λυπηρά γεγονότα τα επισυμβάντα, εν τη επαρχία, ετέθη ευθύς εξ’ αρχής παρά το πλευρόν του Στρατού Σας και υπό τας διαταγάς των Αξιωματικών Του, εξετέλεσα την υπηρεσίαν μου με προθυμίαν και αυταπάρνησιν εργαζόμενος ημέραν και νύκτα, πράγμα όπερ δύνανται , να βεβαιώσωσιν αι Τοπικαί Γερμανικαί Αρχαί και οι Αξιωματικοί του κινουμένου τότε Στρατού, δια την εξόντωσιν των ανταρτών.
Επειδή λόγω της οικονομικής καχεξίας των Κοινοτικών πόρων, υποφέρω οικονομικώς τόσον εγώ όσον και ο γραμματεύς της Κοινότητος Γεώργιος Κουσκουμπεκάκης, η δε Σεβαστή Νομαρχία Ηρακλείου, μου εδήλωσεν ο κ. Νομάρχης, δεν δύναται να χορηγήση διατακτικήν, ίνα πληρωθώμεν εις είδος εκ της συγκεντρώσεως της Κοινότητός μας.
Όθεν τολμώ, να παρακαλέσω τα ευγενή και φιλάνθρωπα Υμών αισθήματα, όπως μου φανήτε χρήσιμος εις την δυσχερή δι’ εμέ περίστασιν και διατάξητε, αν κρίνητε τούτο δίκαιον και σωστόν, να εκδοθή η σχετική διατακτική, ίνα βάσει αυτής παραλάβω εγώ και ο Γραμματεύς την κατά την κρίσιν υμών ποσότητα κριθής και βρώμης εκ της ευρισκομένης εις την αποθήκην συγκεντρώσεως της Κοινότητάς Άνω Βιάννου, προς κάλυψιν των οικογενειακών μας αναγκών και των Κοινοτικών τοιούτων».
Η μελέτη των αρχείων απέδειξε ότι ο Φρούραρχος Ηρακλείου διέταξε και χορηγήθηκαν σιτηρά : α) στον Πρόεδρο Ιωάννη Γουναλάκη, 50 οκάδες κριθάρι και 8 οκάδες φακή. β) στον Γραμματέα Γεώργιο Κουσκουμπεκάκη 30 οκάδες κριθάρι και 5 οκάδες φακή. Η τιμή καθορίστηκε σε 100 δραχμές η οκά το κριθάρι και 1.500 δραχμές η οκά για τη φακή.
Στις 28 Νοεμβρίου 1943, ο διορισμένος Πρόεδρος της Κοινότητας Άνω Βιάννου Ιωάννης Γουναλάκης, 73 ημέρες μετά τις εκτελέσεις των κατοίκων, τις πυρπολήσεις και καταστροφές των χωριών της επαρχίας, συντάσσει βιαστικά επιστολή παραίτησης και την απευθύνει στο γερμανικό Φρουραρχείο Ηρακλείου. (Η βιασύνη του καταγράφεται στο λάθος που έκανε με την ημερομηνία. Αντί για το σωστό έτος 1943, γράφει 1934)
Από τα γραφόμενα του Ιωάννη Γουναλάκη, διαπιστώνουμε ότι στην Κοινοτική Επιτροπή του Δήμου είχε απομείνει μόνον ένας σύμβουλος, ο Γεώργιος Τζαγκρουνής. Η άρνησή του Τζαγκουρνή να υπηρετήσει τα κελεύσματα των κατοχικών αρχών και τον ίδιο τον Πρόεδρο, καθώς και η αδυναμία του Ιωάννη Γουναλάκη να συστήσει εργατικούς καταλόγους καταναγκαστικής εργασίας για το πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου, ήταν κάποιοι από τους λόγους της παραίτησής του. Γεγονός είναι ότι μετά την καταστροφή των χωριών της επαρχίας Βιάννου στις 14-16 Σεπτεμβρίου 1943, τον είχε κυριεύσει ο φόβος και οι αποστολές κατοίκων των έρημων πλέον χωριών για τις δεκαπενταμερίες στο αεροδρόμιο Καστελλίου είχαν σταματήσει. Συγκεκριμένα, ο Ιωάννης Κωνστ. Γουναλάκης γράφει στην επιστολή της παραίτησής του :
«28 Νοεμβρίου 1943
αίτησις παραιτήσεως του Προέδρου της Κοινότητος Άνω Βιάννου
Λαμβάνω την τιμήν να υποβάλω την παραίτησίν μου, με την παράκλησιν όπως γίνη αύτη αποδεκτή δια τους εξής Νομίμους λόγους : Αον) Είμαι κουρασμένος εκ της υπερβολικής εργασίας, καθόσον δεν υπάρχει Κοινοτική επιτροπή διωρισμένη, μόνον εις Κοινοτικός Σύμβουλος, Γεώργιος Τζαγκουρνής, όστις ουδεμίαν απολύτως υπηρεσίαν προσφέρει, τουναντίον αντιδρά εις το βαρύ έργον της Κοινότητος, δεδομένου ότι τη ενεργεία του και βάσει ασφαλώς ψευδής προφορικής αναφοράς απαλλάσσει ο κ. Νομάρχης Ηρακλείου τον Εμμανουήλ Δημ. Παπαμαστοράκην εκ της προσωπικής εργασίας, ότι δήθεν είναι εις την διαχείρισιν του εργοστασίου του ενώ τούτο δεν συμβαίνει αλλά έγινε σκοπίμως δια να αποφύγη ούτος την υποχρεωτικήν εργασίαν του αεροδρομίου Καστελλίου και
Βον) Ο γαμβρός του ως άνω Κοινοτικού Συμβούλου Γεώργιος Δημ. Παπαμαστοράκης υπόχρεως εις υπηρεσίαν του αεροδρομίου Καστελλίου και ειδοποιηθείς, δεν συνεμορφώθη, προς τας διαταγάς της Κοινότητος, να παραδώση την ταυτότητά του, αλλά προσπαθεί να αποφύγη την υπηρεσίαν αυτήν και ούτω δεικνύει το κακόν παράδειγμα εις τους εργάτας της κωμοπόλεως…ª.
Πρώτος στόχος του κατοχικού στρατού μετά την κατάληψη της Κρήτης την 1η Ιουνίου 1941, ήταν να γίνει το νησί ένα «απόρθητο φρούριο». Αμέσως ξεκίνησαν σε όλη την επικράτεια της Κρήτης οχυρωματικά έργα. Ως εργάτες οι γερμανοί χρησιμοποίησαν τους κατοίκους του νησιού. Διέταξαν απογραφή και όρισαν το 10% του πληθυσμού των χωριών και των πόλεων να εργάζεται στα έργα. Χωρίς μισθό και τροφή, κάτω από σκληρές συνθήκες και απειλές, οι Κρητικοί εκτέλεσαν όλα τα αμυντικά έργα στις γερμανικές εγκαταστάσεις, (αεροδρόμια, λιμάνια, δρόμους, αποθήκες κ.α.). Η εργασία αυτή χωρίστηκε σε δύο ομάδες των δεκαπέντε ημερών ανά χωριό και πόλη. Οι κάτοικοι την ονόμασαν δεκαπενταμερία.
Στο πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου οδηγούνταν κάθε δεκαπέντε ημέρες ομάδες καταναγκαστικών εργατών από όλα τα χωριά της επαρχίας Βιάννου. Την ευθύνη αποστολής των εργατικών καταλόγων είχαν αναθέσει οι γερμανοί στους Προέδρους των Κοινοτήτων. Στην απογραφή του 1942, στην επαρχία Βιάννου απογράφηκαν 7.280 κάτοικοι και αποστέλλονταν στα έργα του αεροδρομίου Καστελλίου 728 καταναγκαστικοί εργάτες, (σύμφωνα με τις γερμανικές διαταγές).
Οι ανάγκες όμως των κατακτητών για εργάτες συνεχώς αυξάνονταν με αποτέλεσμα τον επόμενο χρόνο 1943 ο αριθμός των εργατών των χωριών της Βιάννου σχεδόν να διπλασιαστεί και να ανέλθει στους 1361.
Τα αιτήματα των Προέδρων των Κοινοτήτων των χωριών της Βιάννου για μείωση του αριθμού των δεκαπενταμεριών, δεν είχαν θετική απάντηση. Έτσι αναγκάζονταν πολλές φορές οι Πρόεδροι των Κοινοτήτων, ή να μην στέλνουν εργατικούς καταλόγους ή να αδιαφορούν παρά τις ποινές των γερμανικών εντολών και διαταγών.
Οι κατακτητές που πρέσβευαν το δόγμα της συλλογικής ευθύνης, τιμωρούσαν με πρόστιμα τις Κοινότητες που ήταν αναγκασμένοι όλοι οι κάτοικοι να τα πληρώνουν σε χρήματα ή σε αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα.
Το κατοχικό καθεστώς καθαιρούσε τους ανυπάκουους Προέδρους (όπως τον Πρόεδρο της Άνω Βιάννου Φουρναράκη κ.ά.) και στη θέση τους τοποθετούσε Προέδρους φιλικούς με τις αρχές κατοχής.
Την περίοδο της καταστροφής και των εκτελέσεων των χωριών της επαρχίας Βιάννου, Πρόεδρος της Κοινότητος Άνω Βιάννου ήταν ο Ιωάννης Κ. Γουναλάκης, που εργάστηκε για τη σύνταξη νέων εργατικών καταλόγων στις αγγαρείες του αεροδρομίου Καστελλίου. Μετά τις πυρπολήσεις των χωριών και την κήρυξη της περιοχής της Βιάννου ως νεκρής ζώνης, οι Βιαννίτες δεν ξαναπήγαν στα οχυρωματικά έργα του Καστελλίου και ο Πρόεδρος Γουναλάκης παραιτήθηκε από τη θέση του.
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού