Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 1998 στο εξειδικευμένο επιστημονικό περιοδικό «Harvard Business Review», χρησιμοποίησε το κέικ γενεθλίων ως παράδειγμα για να περιγράψει τη μετάβαση στη λεγόμενη «οικονομία της εμπειρίας», μία έννοια που πρωτο-εισήγαγαν οι συγγραφείς του, Pine & Gilmore.
Όταν κυριαρχούσε ακόμη η αγροτική οικονομία, οι μητέρες έφτιαχναν κέικ με αλεύρι, ζάχαρη, βούτυρο και αυγά που προέρχονταν από τη δική τους παραγωγή ή αγοράζονταν με ελάχιστα σεντς από τους συγχωριανούς. Με τη ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας καταναλωτικών ειδών, οι Αμερικανίδες στράφηκαν στα έτοιμα μείγματα για κέικ, τα οποία στοίχιζαν ένα δύο δολάρια το κουτί. Αυτά πρωτοεμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’20, αλλά γνώρισαν μεγάλη επιτυχία μετά τον Νοέμβριο του 1947, όταν η General Mills ανακάλυψε ένα μείγμα που δεν αλλοιωνόταν και ήθελε μόνο νερό, λανσάροντάς το αρχικά με το τζίντζερ κέικ της πιο διάσημης σειράς προϊόντων της ονόματι «Betty Crocker». Λίγες δεκαετίες αργότερα, με τη μετάπτωση στην «οικονομία των υπηρεσιών», οι πολυάσχολοι γονείς πλήρωναν 10 – 15 δολάρια για να αγοράσουν την τούρτα γενεθλίων από ζαχαροπλαστείο, ποσό που αντιστοιχούσε σχεδόν στο δεκαπλάσιο του κόστους των επιμέρους υλικών.
Όταν δημοσιεύθηκε το άρθρο του «HBR», οι Αμερικανοί πλέον δαπανούσαν εκατοντάδες –σε κάποιες περιπτώσεις χιλιάδες– δολάρια για την οργάνωση πρωτότυπων ή θεματικών παιδικών πάρτι, τα οποία προσέφεραν μοναδική εμπειρία στα παιδιά. Συχνά οι εταιρείες που τα διοργάνωναν χάριζαν την ίδια την τούρτα, την οποία είχαν βεβαίως ήδη χρεώσει εμμέσως στο πολλαπλάσιο. Αυτά στην Αμερική.
Στη χώρα μας, τα έτοιμα μείγματα δεν έφτασαν ποτέ στα επίπεδα κατανάλωσης που απολαμβάνουν στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Σε πολλά σπίτια οι νοικοκυρές (ή οι νοικοκύρηδες) έφτιαχναν και φτιάχνουν παραδοσιακά κέικ αγοράζοντας τα επιμέρους υλικά ή καταφεύγουν στον φούρνο της γειτονιάς, όπου συχνά βρίσκει κανείς πολύ καλά έτοιμα. Με εξαίρεση την περίοδο της κρίσης χρέους, οι υπηρεσίες ολοκληρωμένης οργάνωσης παιδικών πάρτι γνωρίζουν μεγάλη άνθηση.
Ακολουθώντας, π.χ., το κόνσεπτ «Δεινόσαυροι», στολίζουν το σπίτι με πλαστικούς δεινοσαύρους και σερβίρουν τεράστιες καταπράσινες τούρτες σε ανάλογο σχήμα, με γεύση που κυμαίνεται από κακή έως άθλια. Μπορεί το θέαμα του γλυκού να ενθουσιάζει τους μικρούς καλεσμένους, η ποιότητα των υλικών από τα οποία έχει παρασκευαστεί, όμως, είναι πολλές φορές φορές αμφίβολη. Ειδικά στην περίπτωση των απίθανων χρωμάτων, αυτά επιτυγχάνονται με πρόσθετα τα οποία δεν είναι πάντα αθώα και υγιεινά, ιδιαίτερα για τα παιδιά. Στις μέρες γενικά η κατάσταση έχει ξεφύγει αφού προσφέρονται π.χ. spa party για κορίτσια αλλά και master chef party για όλους, επιλογές που ωστόσο είναι μάλλον ατυχείς εάν θέλουν οι γονείς να ξανακατοικήσουν στο σπίτι τους μετά το πάρτι.
Στην Ελλάδα η βαθύτατη ύφεση που ακολούθησε την πτώχευση (η πτώση του ΑΕΠ ήταν παρόμοια με αυτή του κραχ του ’29) προκάλεσε, κυρίως για λόγους οικονομίας, το αυξανόμενο ενδιαφέρον των Ελλήνων για τη ζαχαροπλαστική, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι στρέφονταν στην οίκοθεν ζαχαροπλαστική η οποία, πέρα από τα σημαντικά οικονομικά και γευστικά οφέλη, συχνά λειτουργεί και ψυχοθεραπευτικά.
Πολλά χρόνια αργότερα η πανδημία του Covid εγκλώβισε τους πολίτες στα σπίτια τους και είχε σαν αποτέλεσμα την εκρηκτική αύξηση της κατ’οίκον μαγειρικής, αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής. Εκείνη την περίοδο, εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης, συχνά η μαγιά και το baking powder ήταν σε έλλειψη ενώ πολλοί που δεν είχαν ασχοληθεί με την παρασκευή οποιουδήποτε φαγητού ή γλυκού κατά το παρελθόν, αναγκάστηκαν να το κάνουν. Αυτή η εμπειρία είναι πολύ σημαντική διότι ακονίζει το γαστρονομικό αισθητήριο, την αντίληψη του φαγητού αλλά και την κατανόηση της σημασίας της πρώτης ύλης.
Σήμερα σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την πρωτοποριακή δουλειά των Pine & Gilmore, πολλοί νεότεροι ερευνητές θεωρούν ότι η οικονομία της εμπειρίας έχει φθάσει στο τέλος της και ότι βρισκόμαστε πλέον στην transformation economy (οικονομία του μετασχηματισμού), όπου ο καταναλωτής αναζητά τρόπους να γίνουν ο ίδιος αλλά και η κοινωνία καλύτεροι. Στόχοι είναι η βιωσιμότητα, ο περιορισμός των ανισοτήτων και η κοινωνική δικαιοσύνη. Επειδή ωστόσο π.χ. ένα κέικ πρέπει εκτός από τα παραπάνω να είναι και νόστιμο ενώ ένα παιδάκι που θέλει υπερήρωα στα γενέθλιά του δεν επηρεάζεται από το κατά πόσον αυτός είναι δίκαιος ή βιώσιμος, προς το παρόν αυτή η τάση είναι μάλλον περιορισμένη.
Την ίδια στιγμή στην έννοια της εμπειρίας έχει προστεθεί η δυνατότητα να την μοιραστεί κανείς με χιλιάδες φίλους αλλά και παντελώς αγνώστους μέσω των social media. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα η ανάρτησή της έχει μεγαλύτερη σημασία από την εμπειρία καθαυτή. Δεν πειράζει, με άλλα λόγια, εάν το κέικ τρώγεται ή όχι αρκεί να «γράφει» καλά στην φωτογραφία.