Η νόσος του Χάνσεν (λέπρα), πριν γίνει εντελώς ιάσιμη, (τη δεκαετία του’60), προξενούσε τρόμο στους αρρώστους, τους συγγενείς τους αλλά και στους κατοίκους της περιοχής που ζούσαν. Ήταν μια λοιμώδης νόσος που παραμόρφωνε τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου.
Στην Κρήτη, για τους λεπρούς υπήρχε ο τόπος της υποχρεωτικής τους απομόνωσης, που ήταν η Σπιναλόγκα, ένα νησάκι ανοιχτά του κόλπου της Ελούντας. Η Σπιναλόγκα λειτούργησε πρώτη φορά ως τόπος απομόνωσης των λεπρών, από τις 13 Οκτωβρίου 1904, (τα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας).
Ο αείμνηστος Εμμανουήλ Μακράκης, (Ράδιο Μακράκη), στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του με τίτλο «Μια βαλίτσα γεμάτη όνειρα», περιγράφει πως μια κοπέλα που νόσησε με λέπρα από το χωριό Αμαριανό, οδηγείται στην Ελούντα από τον αδελφό της, καθήμενη πάνω σε μουλάρι. Ο συγγραφέας ως μικρό παιδί, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της σκηνής, όταν τα δυο αδέρφια περνούσαν τον κεντρικό δρόμο της Κασταμονίτσας. Γράφει ο Μανόλης Μακράκης:
«Ένα συγκλονιστικό γεγονός από την περιοχή του χωριού άφησε ανεξίτηλες μνήμες στους ανθρώπους του τόπου. Μια πανέμορφη νέα από το γειτονικό χωριό Αμαριανό, είχε προσβληθεί από τη φριχτή αρρώστια λέπρα. Είναι γνωστό ότι οι χανσενικοί εκείνα τα χρόνια είχαν απομονωθεί στο νησάκι της Ελούντας Σπιναλόγκα. Εθεωρείτο αρρώστια πολύ μεταδοτική.
Και τούτο αφ’ενός και αφετέρου οι φριχτές παραμορφώσεις που έφερνε στον άρρωστο, δίκαια προκαλούσαν φρίκη. Η είδηση έπεσε σα βόμβα στα γύρω χωριά.
Δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως μια νέα και όμορφη κοπέλα είχε αρρωστήσει με την τόσο σοβαρή αρρώστια που καταδίκαζε τον ασθενή σε φρικτές παραμορφώσεις και ισόβια απομόνωση, σαν σε εξορία σ’ένα νησάκι με παρέα μόνο όμοιους ασθενείς.
Οι αρχές ειδοποίησαν τους δικούς της ότι έπρεπε να την παραδώσουν το ταχύτερο δυνατόν στο νησί των χανσενικών. Έπρεπε λοιπόν η όμορφη κοπέλα να φύγει για το κολαστήριό της, μια και η μοίρα της την είχε τόσο σκληρά καταδικάσει.
Σ’όλα τα γύρω χωριά δεν είχαν άλλη συζήτηση από την κακή μοίρα της κοπέλας. Όλοι δικοί και ξένοι την πονούσαν και θρηνούσαν σαν να την πήγαιναν να ενταφιαστεί ζωντανή στον πιο φρικτό τάφο !
Κι ένα βράδυ διαδόθηκε η είδηση ότι την επομένη το πρωί θα περνούσε “η καταδικασμένη” μ’ένα μουλάρι μαζί με τον αδελφό της για να πάει στο χωρίς γυρισμό ταξίδι. Θλιβερές ιστορίες πολλές είχαν να δώσουν και να πάρουν οι κάτοικοι για την άτυχη νέα.
Οι γυναίκες παρακαλούσαν την Αγία Φωτεινή να τη σώσει και να ξαναγυρίσει στον τόπο της.
Βαθειά χαράματα την περίμεναν να περάσει με τον αδελφό της κι όλοι στήθηκαν πίσω από τις εξώπορτες. Κάποια στιγμή ακούνε τα πέταλα του αλόγου στο σοκάκι. Με τη μάνα του στεκόταν στην αναγερτή πόρτα κι ο Μανόλης, ειδοποιημένοι από κάποια γειτόνισσα. Ανέδιασαν να δουν και βλέπουν πάνω στο άλογο μια σιλουέτα σφιχτοτυλιγμένη μ’ένα μαύρο σεντόνι κι ένας άντρας να σέρνει το χαλινάρι με πονεμένα βήματα.
Πολλές μέρες κράτησε στην περιοχή η συζήτηση της άμοιρης λεπρής κι όλοι είχαν την περιέργεια να μάθουν τι απογίνηκε στη Σπιναλόγκα το άτυχο κορίτσι.
Ο πατέρας του Μανόλη ο κυρ Δημήτρης, ακούραστος και αεικίνητος πάντα για να θρέψει δέκα στόματα, έκανε και τον κυρατζή – το στρατολάτη. Νοίκιαζε διάφορα ζώα, γαϊδουράκια, μουλάρια και τα φόρτωνε με ασκιά κρασί. Πήγαινε και το πουλούσε με στραθιές στο Μεραμπέλλο.
Ο πατέρας γνώρισε στην Ελούντα ένα βαρκάρη που τον περνούσε στο νησί και γίνανε φίλοι. Του βάφτισε μάλιστα κι ένα παιδί του και γίνανε συντέκνοι.
Ο σύντεκνος λοιπόν τον πληροφόρησε ότι οι λεπροί πίνουν πολύ κρασί κι αν ήθελε να τους φέρει μερικά φορτία να τους το πουλήσει. Πολλοί απ’αυτούς είχαν χρήματα γιατί μετά την καταδίκη τους πουλούσαν λίγη λίγη την περιουσία τους και περνούσαν καλά.
Πρότεινε λοιπόν στον Δημήτρη, αν ήθελε να τους φέρει πρώτα δυο τρία τσουκάκια κρασί σα δείγμα για να διαλέξουν ποιο θα ήθελαν να τους πηγαίνει. Πράγματι σε άλλη στραθιά τους έφερε μερικά δείγματα από το Αμαριανό. Έλεγε πως τα χρήματα που πήρε τα περάσανε πρώτα από κλίβανο.
Σ’ένα από τα ταξίδια, ρώτησε κάποιους τι απόγινε η κοπέλα που πήγαν εκεί από το Αμαριανό. Τον πληροφόρησαν λοιπόν ότι η κόρη αυτή ήταν τόσο όμορφη που όλοι οι νεαροί λεπροί ήθελαν να την παντρευτούν, γιατί οι λεπροί παντρεύονταν μεταξύ τους. Διάλεξε λοιπόν ένα απ’όλους και τον παντρεύτηκε.
Οι δικοί της όταν έμαθαν ότι ο κυρ Δημήτρης πήγαινε στραθιές με κρασί στο νησάκι, τον παρακάλεσαν να μάθει για την κοπελιά και να τους πει.
Εκείνος έδωσε όσες πληροφορίες είχε και ότι σχετικό είχε μάθει. Τους είπε ακόμη ότι οι λεπροί ζουν εκεί καλά, με πολλά αγαθά, κι ότι οι βάρκες από την Ελούντα που άραζαν εκεί με εμπορευόμενους πήγαιναν εκεί τρόφιμα φρούτα και ποτά, που τα αγόραζαν και καλοπερνούσαν. Είχαν την εκκλησία τους, τις συναναστροφές τους, τα σπίτια τους και μια ιδιότυπη κοινωνική ζωή. Κι όσοι όπως είπαμε είχαν από πριν περιουσίες τις πουλούσαν και βελτίωναν τις συνθήκες της ζωής τους».
(Ειρήνη Ταχατάκη, Μια βαλίτσα γεμάτη όνειρα, αυτοβιογραφία Εμμανουήλ Μακράκη, επιμέλεια Γιώργος Καλογεράκης, Ηράκλειο 2018, σελ. 42-44)
Μετά τη Μάχη και την κατάληψη της Κρήτης, οι νομοί Χανίων Ρεθύμνου και Ηρακλείου πέρασαν στην κατοχή των Γερμανών και ο νομός Λασιθίου στους Ιταλούς.
Η Σπιναλόγκα, τα χρόνια της Ιταλικής κατοχής, εξακολουθούσε να λειτουργεί ως λεπροκομείο με ρητές απαγορεύσεις των Ιταλών αξιωματικών, ώστε να μην εγκαταλείπουν ποτέ το νησί οι λεπροί.
Από την 1η Ιουνίου 1941 ως τον Σεπτέμβριο του 1943 που συνθηκολόγησε με τους συμμάχους η Ιταλία, δεν είχε φονευθεί κανείς λεπρός από τα φασιστικά Ιταλικά στρατεύματα.
Τον Σεπτέμβριο του 1943, ο νομός Λασιθίου πέρασε στην κατοχή των Γερμανών.
Οι Γερμανοί ακολούθησαν στη Σπιναλόγκα τις συνήθειες και τις διαταγές των Ιταλών, δεν προσέγγιζαν ποτέ το νησί, απαγόρευαν την έξοδο των λεπρών και φρόντιζαν με αγγαρείες των ντόπιων κατοίκων να εφοδιάζονται οι δύστυχοι ασθενείς με τροφές και είδη ανάγκης.
Την περίοδο όμως της γερμανικής κατοχής του νομού Λασιθίου, (από τον Σεπτέμβρη του 1943 ως τον Σεπτέμβρη του 1944), οι Γερμανοί εκτέλεσαν έναν λεπρό, τον Νικόλαο Αντωνακάκη από το χωριό Μούλια Ηρακλείου και από την αδιαφορία του κατοχικού στρατού ως προς τον εφοδιασμό σε τρόφιμα των λεπρών στο νησί, πέθαναν από την πείνα εκατό περίπου κρατούμενοι.
Αμέσως μετά την κατάληψη της Κρήτης την 1η Ιουνίου 1941 και την εγκαθίδρυση των κατοχικών δυνάμεων στο νησί, αρκετοί λεπροί δραπέτευσαν από τη Σπιναλόγκα με σκοπό να επιστρέψουν στα χωριά τους.
Όταν οι δραπετεύσεις έγιναν γνωστές στους Γερμανούς αξιωματούχους του νομού Ηρακλείου, αποστέλλεται η υπ. αριθμ. 49 διαταγή του Γερμανού Αρχιάτρου Ηρακλείου με ημερομηνία 8 Ιουλίου 1941 προς τον Διευθυντή του Υγειονομικού Κέντρου Λασιθίου.
Ο Γερμανός Αρχίατρος διατάσσει να εξαφανιστούν όλοι οι λεπροί από την Κρήτη, δίνοντας προθεσμία μιας εβδομάδας, ως τις 15 Ιουλίου 1941. Στη διαταγή του ο Αρχίατρος δεν διευκρινίζει την έννοια της λέξης «εξαφανιστούν». Να εκτελεστούν οι λεπροί κατά τον Γερμανό Αρχίατρο ή να μεταφερθούν σε άλλο μέρος της κατεχόμενης Ελλάδας;
Συγκεκριμένα η διαταγή του Αρχιάτρου αναφέρει τα εξής:
«Υγιειονομικόν Κέντρον Λασηθίου, Άγιος Νικόλαος 18 Ιουλίου 1941
Προς τον κ. Διευθυντήν του Νοσηλευτηρίου Άγιος Παντελεήμων – Πλάκαν
Κοινοποιούμεν κατωτέρω εν μεταφράσει την υπ. αριθ. 49 διαταγήν του εν Ηρακλείω Γερμανού Αρχιάτρου και παρακαλούμεν όπως έχητε ταύτην υπ’όψει σας καθ’όσον αι ποιναί δια παρεκτροπάς είναι βαρύτατοι
Ο Νομίατρος Λασιθίου, Ε. Περάκης
8 Ιουλίου 1941
Προς τον κ. Διευθυντήν του Υγειονομικού Κέντρου Λασηθίου
Έμαθον ότι πολλοί εγκάτοικοι του λεπ/μείου Σπιναλόγκας εδραπέτευσαν ήδη από 1.6.41 και διαμένουν από τότε επί της νήσου Κρήτης ως πολίται.
Να λάβετε πάραυτα άπαντα τα ενδεικνυόμενα μέτρα όπως όλοι οι λεπροί εξαφανισθούν εκ της νήσου Κρήτης και να μοι δώσητε μέχρι της 15 Ιουλίου 1941 μίαν δήλωσιν επί τοιούτου.
Εις την δήλωσιν ταύτην να επισυναφθή ονομαστική κατάστασις των συλληφθέντων και εξαφανισθέντων λεπρών».
Οι δραπετεύσεις λεπρών από τη Σπιναλόγκα συνεχίζονταν όλα τα χρόνια της κατοχής. Έτσι, στις 14 Αυγούστου 1942, ο Υπουργός Γενικός Διοικητής Κρήτης με έγγραφο που υπογράφει ο Γενικός Γραμματέας της Διοίκησης Γ. Συγκελάκης και βρίσκεται στο αρχείο της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Κρήτης στα Χανιά, ενημερώνει τους Διοικητές Χωροφυλακής Χανίων, Ρεθύμνης και Ηρακλείου ότι στις αρχές Αυγούστου δραπέτευσαν από τη Σπιναλόγκα επτά λεπροί και τους καλεί να συντονίσουν τις ενέργειές τους ώστε να τους συλλάβουν και να τους οδηγήσουν πίσω στο νησί. Το έγγραφο κοινοποιείται και στους Νομάρχες Ηρακλείου, Ρεθύμνης και Χανίων. Συγκεκριμένα, ο Γ. Συγκελάκης αναφέρει:
´ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΡΗΤΗΣ, ΧΑΝΙΑ 14/ 8/ 1942, αριθμ. πρωτ. 50046
κ. κ. Διοικητάς Χωρ/κής Χανίων, Ρεθύμνης και Ηρακλείου.
Έχομεν την τιμήν να κοινοποιήσωμεν υμίν συνημμένως εν αντιγράφω την υπ’ αριθμ.
ΥΙ της 9/8/42 διαταγήν του κ. Δ/τού Φρουρίου Κρήτης προς Κράις Κομμαντατούρ και να παρακαλέσωμεν όπως επιληφθήτε αμέσως σχετικών ερευνών προς σύλληψιν των περί ων πρόκειται λεπρών και επαναγωγήν των εις Σπιναλόγκαν.
Ο Υπουργός Γ. Δ. Κρήτης
και α.α. ο Γενικός Γραμματεύς Γ. Συγκελάκηςª.
Η διαταγή του Διοικητή του Φρουρίου Κρήτης Στρατηγού Αντρέ, με ημερομηνία 9 Αυγούστου 1942 προς τα Φρουραρχεία (Kreiskommandantur) των νομών Χανίων Ρεθύμνης και Ηρακλείου για τους λεπτούς που απέδρασαν από τη Σπιναλόγκα, τόνιζε τα εξής:
«αριθμ. ΥΙ / 9-8-1942 Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΦΡΟΥΡΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
Προς τις Κράις Κομμαντατούρ Χανίων, Ρεθύμνης και Ηρακλείου
Η Ιταλική Διοίκησις στρατευμάτων Νεαπόλεως αναφέρει ότι απέδρασαν οι κάτωθι λεπροί εκ του λεπροκομείου Σπιναλόγκας.
1) Νικόλαος Εμμαν. Μαρκετάκης 40 ετών εξ Αζωγυρών Σελίνου, λεπρός κανονικού αναστήματος, ανοικτού χρώματος κόμμωσιν, μαύρους οφθαλμούς, κυρτωμένα δάκτυλα.
2) Δημήτριος Ζαχ. Δασκαλάκης 37 ετών εκ Μαστροχιανών Ηρακλείου, φυματιώδης λέπρα, καστανά μαλλιά άνευ βλεφαρίδων, κανονικού αναστήματος.
3) Διαμάντα Ζαχ. Κοσμαδάκη 35 ετών, εκ Μαστροχιανών Ηρακλείου, φυματιώδης λέπρα σκούρα μαλλιά, άνευ βλεφαρίδων κανονικό ανάστημα.
4) Μιχαήλ Ιωάν. Περούλης, 62 ετών εκ Σελίνου Ηρακλείου, φυματιώδης λέπρα, κανονικό ανάστημα, ανοικτό δέρμα, άνευ οδόντων.
5) Δημήτριος Γεωργ. Αναστασόπουλος, 30 ετών εκ Μικράς Ασίας, κανονικού αναστήματος, καστανής κομμώσεως, άσπρο στρογγυλό πρόσωπο, λεπρός.
6) Ματθαίος Χαρ. Κονσολάκης, 35 ετών εξ Αμιρών Βιάννου, λεπρός, κανονικού αναστήματος, κύρτωσις δακτύλων, μαύρη κόμη, ανοικτό δέρμα.
7) Κωνσταντίνος Ανδρέα Ατζιδάκης, (Χατζηδάκης), 20 ετών εκ Πλώρας Καινουρίου Ηρακλείου, φυματιώδης λέπρα, μικρού αναστήματος, ανοικτής κόμης, εξάνθημα στο πρόσωπο.
Είναι δυνατόν οι λεπροί ούτοι να επιχειρήσουν να επιστρέψουν εις την κατοικίαν των. Οι Κράις Κομμαντατούρ να ειδοποιήσουν σχετικώς τους Νομάρχας και την Ελληνικήν αστυνομίαν».
Στις 3 Απριλίου 1944, από τη Σπιναλόγκα δραπέτευσαν δύο ακόμη λεπροί. Ο Νικόλαος Αντωνακάκης και η Χρυσούλα Δασκαλάκη. Και οι δύο κατάγονταν από το χωριό Μούλια Ηρακλείου. Ο Διευθυντής του λεπροκομείου Εμμανουήλ Γραμματικάκης, την ίδια ημέρα ενημερώνει τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λασιθίου και ζητά την σύλληψη των λεπρών, ώστε να μη μεταδοθεί η μολυσματική αυτή αρρώστια σε υγιή άτομα. Συγκεκριμένα, το έγγραφο του Εμμανουήλ Γραμματικάκη αναφέρει τα εξής:
«Νοσηλευτήριον Λεπρών, Πλάκα, 3 Απριλίου 1944
Προς τον κ. Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λασηθίου, Νεάπολιν
Λαμβάνω την τιμήν να υποβάλω υμίν την υπό σημερινήν ημερομηνίαν αναφοράν των παρ’ημίν φυλάκων εν ακριβή αντιγράφω και να αναφέρω τα εξής. Την 3ην Απριλίου 1944 απέδρασαν οι λεπροί 1) Νικόλαος Αντωνακάκης του Δημητρίου ετών 27 εκ Μουλίων Καινουρίου και 2) Δασκαλάκη Χρυσούλα του Αριστείδου ετών 31 εκ Μουλίων Καινουρίου, βοηθούμενοι ίσως υπό του ειδικού ναυτικού λεπρού Μιχαήλ Κουκιά. Δι’ο παρακαλώ όπως ασκηθή η δέουσα ποινική δίωξις επί μεταδόσει μολυσματικών νόσων.
Ο Διευθυντής – Εμμανουήλ Γραμματικάκης»ª
Μετά από παρέλευση δεκαέξι ημερών, στις 19 Απριλίου 1944, απόσπασμα των στρατευμάτων κατοχής συναντά και εκτελεί τον δραπέτη Νικόλαο Αντωνακάκη στη θέση «Μεμεθιάδες Πλάκας». Ο νεκρός μεταφέρθηκε και τάφηκε στο νεκροταφείο της Σπιναλόγκας. Ο Διευθυντής του Λεπροκομείου Εμμανουήλ Γραμματικάκης, ενημερώνει τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λασιθίου για τον θάνατο του Νικολάου Αντωνακάκη, ώστε να παύση η έρευνα για την ανεύρεσή του. Το έγγραφο του Εμμανουήλ Γραμματικάκη αναφέρει τα εξής:
´Νοσηλευτήριον λεπρών, Πλάκα 19 Απριλίου 1944
Λαμβάνω την τιμήν εν συνεχεία της υπ. αριθ. 262/188 της 3.4.44 αναφοράς μου να αναφέρω ότι σήμερον την 9 π.μ. εξετελέσθη υπό αποσπάσματος των ενταύθα στρατευμάτων κατοχής εν τη θέσει Μεμεθιάδων και εντός του φρουρίου Πλάκας ο αποδράσας εκ Σπιναλόγκας την νύκτα της 3 Απριλίου ε.ε. Ο λεπρός Αντωνακάκης Νικόλαος του Δημητρίου ετών 25 εκ Μουλίων Καινουρίου Ηρακλείου και πάσχων εκ λέπρας φυματιώδους.
Το πτώμα αυτού μερίμνη της υπηρεσίας μετεφέρθη εν Σπιναλόγκα αυτοστιγμή και ετάφη εις το εκείσε νεκροταφείον. Χαρακτηριστικά αυτού, ενδυμασία καστανή, υπόδυσις φθαρμένη εκ παπουτσίων, ανάστημα μέτριον μάλλον μικρόν, χρώμα σιτόχρουν πρόσωπον λεοντιδές, τρίχες μέλανες φύματα και ελκώσεις επί του προσώπου επί των χειρών και επί των ποδών.
Η εκτέλεσις του ανωτέρω εγένετο κατόπιν διαταγής της Κράις Κομμαντατούρ εν συνεχεία της υπ. αριθ. 16.10.43 διαταγής αυτής και τηλεφωνικής τοιαύτης σήμερον προς τους διοικητάς των ενταύθα στρατευμάτων κατοχής,
Ο Διευθυντής – Εμμανουήλ Γραμματικάκης».
Ο Διευθυντής του Λεπροκομείου της Σπιναλόγκας Εμμανουήλ Γραμματικάκης ήταν εξαίρετος πατριώτης, μέλος της Εθνικής Αντίστασης και πληροφοριοδότης του Συμμαχικού Στρατηγείου. Είχε στην κατοχή του ραδιόφωνο, (τον διευκόλυνε η μη παρουσία των στρατευμάτων κατοχής στο νησί), και έγραφε σε δελτία και διένειμε τα στρατιωτικά νέα, όπως τα μετέδιδαν οι συμμαχικού ραδιοφωνικοί σταθμοί. Ενδεικτικό της πατριωτικής δράσης του είναι το παρακάτω έγγραφο:
«Άγ. Νικόλαος 11-12-1943 Κύριε Γραμματικάκη
Θεωρώ υποχρέωσίν μου να σας συγχαρώ δια το θάρρος σας και την ανδρικήν στάσιν σας την οποίαν επιδείξατε χθες, ότε χάρις εις την αυθαίρετον εμφάνισίν σας ενώπιον του Γερμανού Φρουράρχου Αγ. Νικολάου επετύχατε δια της τοιαύτης επεμβάσεως και των επιχειρημάτων σας την απελευθέρωσιν πεντήκοντα και πλέον εκ των 200 συλληφθέντων εκ των χωρίων Πλάκας, Βρουχά, Σχοινιά και Λούμα.
Ομολογώ ότι σας εθαύμασα και ότι ουδείς ανέμενεν ένα τοιούτον αποτέλεσμα οφειλόμενον εις τον πράγματι αγνόν άδολον και ανυστερόβουλον πατριωτισμόν σας.
Με πολλήν εκτίμησιν
Ηρ. Αποστολάκης, Διερμηνεύς Κρ. Κομμαντατούρ».
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος