Τα μεσάνυχτα του Σαββάτου στις 13 Ιουνίου 1942, πέντε άντρες του συμμαχικού στρατηγείου και ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Κωστής Πετράκης, πραγματοποίησαν ένα από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Επιχείρησαν στο πολεμικό αεροδρόμιο Ηρακλείου και κατέστρεψαν δύο δεκάδες περίπου αεροπλάνα του εχθρού, χρήσιμα στις επιχειρήσεις που διεξάγονταν στο μέτωπο της Αφρικής από τους άντρες του Στρατάρχη Έρβιν Ρόμελ.
Η πορεία της διαφυγής των δολιοφθορέων είχε σχεδιαστεί προς τα νότια παράλια του νομού Ηρακλείου με τους Γερμανούς να βρίσκονται συνεχώς στα ίχνη τους και να επιδιώκουν με κάθε τρόπο τη σύλληψή τους. Οι σαμποτέρ πέρασαν από το χωριό Καρκαδιώτισσα.
Τρεις γενναίοι πατριώτες τους περιέθαλψαν και τους απέκρυψαν. Οι Σταυρακάκης Μανόλης – Σηφομανόλης, Σταυρακάκης Γιώργης – Κοκονογιώργης και Μανουσάκης Γιώργης – Μανουσογιώργης.
Μετά από 67 χρόνια, οι απόγονοι των παραπάνω πατριωτών αποφάσισαν και “έστησαν” στην Καρκαδιώτισσα μνημείο αφιερωμένο στους άντρες του σαμποτάζ του αεροδρομίου Ηρακλείου.
Το μνημείο εγκαινιάστηκε την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009 σε μία συγκινητική τελετή. Στα αποκαλυπτήρια του μνημείου και στα γεγονότα της επιχείρησης αναφέρθηκε ο γράφων Γεώργιος Α. Καλογεράκης, τονίζοντας τα εξής:
«Αγαπητοί κάτοικοι της Καρκαδιώτισσας και της ευρύτερης περιοχής. Κυρίες και κύριοι. Τον Ιούνιο του 1942 στο μέτωπο της Αφρικής οι εξελίξεις για τους συμμάχους ήταν δυσοίωνες. Ο Γερμανός Στρατηγός Έρβιν Ρόμελ προετοιμάζονταν για την τελική επίθεση κατάληψης της Αιγύπτου.
Η πολεμική του μηχανή είχε ανάγκη εφοδιασμού σε στρατιώτες, καύσιμα, πυρομαχικά, νερό και τρόφιμα, εφόδια τα οποία ζητούσε επίμονα από τον Γερμανό Διοικητή Κρήτης. Τα αεροδρόμια Ηρακλείου, Καστελλίου, Τυμπακίου και Μάλεμε Χανίων που βρίσκονταν στην Κρήτη, θα έπαιζαν έναν σπουδαίο ρόλο την περίοδο αυτή, στον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων του.
Οι συμμαχικές δυνάμεις προσπαθούσαν με λυσσαλέο και ηρωικό τρόπο να τον σταματήσουν. Στις αρχές Ιουνίου 1942, ο αντικειμενικός σκοπός του Ρόμελ ήταν η με κάθε τρόπο και θυσίες κατάληψη του Τομπρούκ. Αυτό θα τον έφερνε μόλις 100 χιλιόμετρα από την πανίσχυρη βρετανική βάση της Αλεξάνδρειας.
Ως πρώτη ημέρα της γενικής επίθεσης όρισε την 26η Μαΐου 1942. Ακριβώς εκείνες τις ημέρες οι Σύμμαχοι θέλησαν να προσβάλουν τη γερμανική μηχανή στα μετόπισθεν. Αποφασίστηκε να χτυπηθούν τα αεροδρόμια της Μεσογείου και κυρίως τα αεροδρόμια Ηρακλείου, Καστελλίου και Τυμπακίου.
Ημερομηνία των σαμποτάζ καθορίστηκε η νύχτα της 9ης προς 10 Ιουνίου 1942 και για τα τρία αεροδρόμια. Το σχέδιο εξελίχτηκε για το αεροδρόμιο Καστελλίου όπου οι σαμποτέρ με Έλληνες βοηθούς, (Γιώργο Ψαράκη, Κίμωνα Ζωγραφάκη, Κώστα Μαυραντωνάκη, Γιώργο Δουνδουλάκη), έπληξαν το αεροδρόμιο τα ξημερώματα της 10ης Ιουνίου με επιτυχία.
Στο αεροδρόμιο Τυμπακίου οι σαμποτέρ με οδηγό τον Μύρωνα Σαμαρείτη δεν έδρασαν γιατί δεν υπήρχαν αεροπλάνα.
Στο αεροδρόμιο Ηρακλείου η επιχείρηση καθυστέρησε λίγες μέρες και έγινε την νύχτα της 13ης προς 14η Ιουνίου 1942.
Αυτό οφειλόταν κυρίως στο ότι η μεταφορά των σαμποτέρ έγινε με το παλαιού τύπου Ελληνικό υποβρύχιο “Τρίτων” με κυβερνήτη τον Επαμεινώνδα Κοντογιάννη το οποίο έφτασε ανοιχτά του κόλπου των Μαλλίων τα ξημερώματα της 11ης Ιουνίου 1942.
Επικεφαλής του σαμποτάζ του αεροδρομίου Ηρακλείου ήταν ο Γάλλος Ταγματάρχης Μπερζέ. Στο σαμποτάζ συμμετείχαν ο Βρετανός Λοχαγός Τζωρτζ Τζέλλικο, ο Γάλλος λοχίας Ζακ Μουό, οι Γάλλοι δεκανείς Ζακ Σιμπάρ και Πιέρ Λεοστίκ και ο συμπατριώτης μας έφεδρος Ανθυπολοχαγός Κωστής Πετράκης.
Όλοι οι σαμποτέρ ανήκαν στην Ειδική Αεροπορική Υπηρεσία S.A.S. (Special Air Service). Η επιχείρηση έγινε γρήγορα. Οι σαμποτέρ εισήλθαν στο αεροδρόμιο κρατώντας καθένας τους ένα σάκο με εμπρηστικές και εκρηκτικές βόμβες.
Απόθεταν τις βόμβες πάνω από το αριστερό φτερό κάθε αεροπλάνου που βρέθηκε μπροστά τους. Αυτό έγινε σκόπιμα για να μη μπορέσει ο εχθρός να επισκευάσει τα κατεστραμμένα αεροπλάνα.
Ρύθμισαν τις βόμβες να εκραγούν μετά από δύο ώρες και αποχώρησαν. Το σαμποτάζ είχε επιτυχία. Δύο δεκάδες περίπου γερμανικά αεροσκάφη καταστράφηκαν.
Οι σαμποτέρ στράφηκαν προς τον νότο. Τα νότια παράλια της Κρήτης αποτελούσαν τα χρόνια της Κατοχής την πύλη σύνδεσης του νησιού μας με τη Μέση Ανατολή. Αυτό το εγχείρημα των σαμποτάζ δεν ήταν και τόσο εύκολο.
Σ’αυτή την πορεία των σαμποτέρ βρέθηκε το χωριό Καρκαδιώτισσα και οι πατριώτες Σταυρακάκης Μανόλης – Σηφομανόλης, Σταυρακάκης Γιώργης – Κοκονογιώργης και Μανουσάκης Γιώργης – Μανουσογιώργης.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η βοήθεια και αρωγή προς τους σαμποτέρ έπρεπε να είναι κάτι το αυτονόητο από όλους τους κατοίκους του νησιού. Ήταν όμως έτσι; Αν διαβάσουμε τα λόγια του Κωστή Πετράκη για το τι ακολούθησε μέχρι να φτάσουν στην Καρκαδιώτισσα, ίσως αλλάξουμε γνώμη. Αφηγείται ο Κωστής Πετράκης:
“…ήρθαμε στις Βασιλιές κάτω, εκεί μια χαράδρα είναι, εκεί ξημερωθήκαμε. Το απόγεμα είδα το Μαρκομανωλάκη, ένα απόστρατο ταγματάρχη πολύ φίλο μου. Βράδυ, νύχτα, είχαμε να περάσομε ανατολικά από το Γιούχτα κι είχαμε την πληροφορία ότι η περιοχή είχε μια μεραρχία Γερμανούς εκεί, έπρεπε να περάσομε προς Καρκαδιώτισσα με κάποια προφύλαξη κι είχαμε ανάγκη από ένα οδηγό.
Το είπαμε του Μαρκομανωλάκη και είπε ότι έχει αυτός ένα σύντεκνο στον Άγιο Σύλλα, να πάμε εκεί οι δυο μας βράδυ, αν είναι, να τον πάρομε, να τον γυρίσομε, να μας πάει. Επήγαμε νύχτα και από κακό μέρος, από ανάποδο μέρος, ταλαιπωρηθήκαμε. Επήγαμε σε εκείνο το σύντεκνό του, στο σπίτι του.
Εντάξει, λέω, θέλω να μας περάσεις ως την Καρκαδιώτισσα. Ευχαρίστως. Σε λίγο όμως μετάνιωσε κι αυτός. Δεν ήθελε να’ρθει. Τι μπρε θα γίνει; Τυχαία ήρθε στο σπίτι αυτό ένας γείτονάς του, ένας βρακοφόρος, νομίζω τον έλεγαν Τυμπακιανάκη.
Ο οποίος του λέει: Μωρέ δε ντρέπεσαι; Εγώ θα σας πάω. Ήρθε λοιπόν ο άνθρωπος, γυρίσαμε πίσω νύχτα, παρέλαβα και τους άλλους και φύγαμε, μας οδήγησε, μας πήγε. Κάτσαμε, έχει ένα αλώνι εκεί όπου τούτος μας είπε ότι: Από δω τώρα θα πάρετε άλλο άνθρωπο, έχει δω ανθρώπους. Μας έδειξε εκεί ένα αλώνι που είχε ανθρώπους τη νύχτα και κοιμόντανε, κι εγώ θα γυρίσω.
Τον ευχαριστήσαμε τον άνθρωπο. Εκεί, στ’αλώνι λοιπόν σ’ ένα λαμί από άχυρα, βρήκα ένα παιδί που κοιμότανε, ένα νεαρό. Του λέω σήκω. Σηκώθηκε.
Άμα μας είδε είπε σκοτώστε με, δεν πάω πουθενά. Εμά μωρέ! Δεν θα μας πας μωρέ στην Καρκαδιώτισσα; Τίποτα. Σε κειονέ το σπιτάκι λέει, απάνω στο δώμα, κοιμάται ένας άντρας. Βγαίνω λοιπόν απάνω, είχε μια ανεμόσκαλα, έτσι μια ξύλινη, ανεβαίνω απάνω, ένα παλικάρι ξαπλωμένο απάνω, άοπλος. Σήκω, του λέω, είμαι καταδιωκόμενος των Γερμανών.
Σήκω να μου δείξεις, γιατί θα με φάνε. Σηκώθηκε λοιπόν απάνω. Καταδιωκόμενος; Λέω ναι. Δεν ανακατεύομε κουμπάρε, μου λέει. Σήκω μωρέ! του λέω. Σκότωσέ με, δεν πάω ποθές. Τέλος πάντων κατέβηκα άπραχτος και ντρεπόμουν και τους ξένους.
Λέει ο Μπερζέ πάρε το όπλο σου να πας να τον ε κατεβάσεις. Πήρα λοιπόν μπιστόλι, πήγα και του λέω σήκω. Είμαι Γερμανός και θα σε σκοτώσω μόνο σήκω να μας οδηγήσεις στην Καρκαδιώτισσα. Μόνο σήκω! του λέω. Με το ζόρι σηκώθηκε, κατεβήκαμε από κάτω, είχε λάδι και ψωμί και το βάλαμε σ’ ένα πιάτο και το φάγαμε και μας πήγε.
Στο δρόμο κατάλαβε ότι δεν είμαστε Γερμανοί, λέει συγνώμη, μωρέ κουμπάρε. Τέλος πάντων μας πήγε. Στην Καρκαδιώτισσα βρήκαμε φίλους, τους Σταυρακάκηδες και μείναμε εικοσιτέσσερις ώρες, μια νύχτα, κοιμηθήκαμε, μας περιποιήθηκαν οι ανθρώποι.
Και είχαμε να οδοιπορήσομε βέβαια ακόμη, να διασχίσομε το κάμπο της Μεσαράς και να φτάσομε στα νότια παράλια. Έπρεπε να περπατούμε τη νύχτα και κάναμε σταθμό στην Καρκαδιώτισσα. Ξεκουραστήκαμε καλά, φάγαμε καλά, πλυθήκαμε σ’ ένα ρυάκι, βρήκαμε νερό, και ξυριστήκαμε κιόλας.
Αυτή η ανάπαυλα στο ρυάκι εκείνο, της Καρκαδιώτισσας μας άφησε περιθώριο να κάνομε μια ανασύνταξη, μια ανακεφαλαίωση, να αυτοσυγκεντρωθεί ο καθένας μας και να δει, τέλος πάντων, που βρισκότανε, ποιος ήτανε εκείνη τη στιγμή, μέσα στο κλίμα της εποχής, ύστερα από το επεισόδιο το πολεμικό…”. (αφήγηση Κωστή Πετράκη από το βιβλίο του Αντώνη Σανουδάκη, Ιππότες του Ονείρου).
Η αυτονόητη λοιπόν βοήθεια δεν ήταν και τόσο αυτονόητη αν αναλογιστεί κανείς και τη συνέχεια της ιστορίας, ότι δηλαδή η ομάδα των σαμποτέρ προδόθηκε στη θέση «Κολυβά» κοντά στο χωριό Βασιλικά Ανώγεια και ακολούθησε συμπλοκή με τα γερμανικά στρατεύματα. Σκοτώθηκε ο Γάλλος δεκανέας Πιέρ Λεοστίκ.
Ο επικεφαλής Ταγματάρχης Μπερζέ μαζί με τους άντρες του Μουό και Σιμπάρ πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Λόρδος Τζέλικο και ο Κωστής Πετράκης την ώρα της συμπλοκής είχαν μεταβεί στο χωριό Κρότος να μάθουν νέα της άφιξης του πλωτού που θα τους μετέφερε στη Μέση Ανατολή.
Το καλοκαίρι του έτους 2006, ένας από τους σαμποτέρ του αεροδρομίου Ηρακλείου, ο τότε δεκανέας Ζακ Σιμπάρ, επισκέφτηκε με τη σύζυγό του το Ηράκλειο. Η οικογένεια του Μύρωνα Σταυρακάκη τον προσκάλεσε στο χωριό Καρκαδιώτισσα.
Ο Ζακ Σιμπάρ δέχτηκε την πρόσκληση, επισκέφτηκε το χωριό και παρέμεινε σ’αυτό μία ημέρα. Μετά το γεύμα, ο Ζακ Σιμπάρ δέχτηκε να απαντήσει σε τέσσερις ερωτήσεις μας για το σαμποτάζ και την περίθαλψη που έλαβε η ομάδα του από τους κατοίκους του χωριού Καρκαδιώτισσα. Συγκεκριμένα, οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις είναι:
ΕΡ. Κύριε Σιμπάρ, 64 χρόνια μετά το σαμποτάζ του αεροδρομίου Ηρακλείου επιστρέφετε στο χωριό Καρκαδιώτισσα, ενδιάμεσο σταθμό της πορείας σας προς το Λυβικό πέλαγο και τη διαφυγή σας στη Μέση Ανατολή. Πώς αισθάνεστε;
ΑΠ. Είμαι πολύ χαρούμενος που ζω αυτή την ατμόσφαιρα και είμαι πολύ ευχαριστημένος με την υποδοχή που μου έκαναν οι άνθρωποι της Καρκαδιώτισσας.
ΕΡ. Από την οικογένεια των Σταυρακάκηδων, ποιος ήταν τελικά εκείνος που σας οδήγησε στον κάμπο της Μεσαράς; Ο Μανόλης Σταυρακάκης – Σηφομανόλης ή κάποιος άλλος;
ΑΠ. Ο Μανόλης Σταυρακάκης – Σηφομανόλης δεν μας οδήγησε, απλώς μας έδωσε να φάμε. Δύο άλλοι Σταυρακάκηδες μας οδήγησαν. Ο Κωστής ο Πετράκης μας βρήκε αυτούς τους ανθρώπους της Καρκαδιώτισσας αλλά δεν θυμάμαι τα ονόματά τους.
Ξέρω ότι ήταν μέλη της οικογενείας των Σταυρακάκηδων. Εδώ είναι κάποιος που μοιάζει καταπληκτικά με τον ένα από τους δύο που μας οδήγησε μέχρι τον κάμπο της Μεσαράς.
ΕΡ. Κάποιος από τους συντρόφους σας, ίσως ο Μπερζέ, έδωσε στον Σηφομανόλη ένα δεκαδόλαρο, χρήματα που είχαν την έννοια αγοράς της τροφής που προσέφερε σε σας και στους συντρόφους σας τις ημέρες που σας περιέθαλψαν. Αυτά τα χρήματα, το 1962 που επιστρέψατε και πάλι στην Καρκαδιώτισσα σας τα έδινε πίσω. Θυμάστε αυτό το γεγονός;
ΑΠ. Ήταν ένα δεκαδόλαρο. Νομίζω πως το έδωσε ο Μπερζέ. Το 1962 που επέστρεψα μου έδειξε ο Σηφομανόλης αυτά τα χρήματα. Ήταν το ίδιο δεκαδόλαρο που του είχαμε δώσει τότε, τσαλακωμένο και τριμμένο από το πέρασμα του χρόνου.
ΕΡ. Τελικά μετά από προδοσία οι Γερμανοί σας συνέλαβαν κοντά στα Βασιλικά Ανώγεια. Στη συμπλοκή σκοτώθηκε ο σύντροφός σας Πιέρ Λεοστίκ. Τον προδότη τον είδατε. Μάθατε ποτέ το όνομά του; Μάθατε ποτέ αν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τιμωρήθηκε από την Ελληνική Δικαιοσύνη;
ΑΠ. Στην Καρκαδιώτισσα βρήκαμε τρεις άντρες και στα Βασιλικά Ανώγεια ένα προδότη. Ο προδότης ήταν από το χωριό Βασιλικά Ανώγεια και το όνομά του ήταν Χαριτάκης. Ο Κωστής ο Πετράκης πήγε να καταθέσει εναντίον του.
Όταν μας συνέλαβαν οι Γερμανοί μετά τη συμπλοκή ο πατέρας Χαριτάκης συνοδευόταν από τον μικρό του γιο και όταν ήρθε ο Γερμανός επιλοχίας χάιδεψε το κεφάλι του μικρού γιου και του είπε στα Γερμανικά, μπράβο κέρδισες ένα ποδήλατο.
Τα σαμποτάζ που οργάνωσε το Συμμαχικό στρατηγείο Μέσης Ανατολής τον Ιούνιο του 1942 των αεροδρομίων του νομού μας, έχουν μια μοναδικότητα.
Ήταν τα πρώτα σαμποτάζ εναντίον του Άξονα σε ολόκληρη τη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη. Του αεροδρομίου Ηρακλείου καταγράφηκε σαν ένα από τα μεγαλύτερα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Νεότερες έρευνες και στοιχεία μας επιτρέπουν να αναφέρουμε σήμερα τα αποτελέσματα που είχε το σαμποτάζ του Ηρακλείου.
1) Έστρεψε το βλέμμα των Γερμανών πίσω από τις εχθρικές γραμμές, μειώνοντας την πίεση στο μέτωπο.
2) Καταστράφηκαν στο έδαφος εχθρικά αεροπλάνα που έφευγαν από το νησί και αναχαίτιζαν τις συμμαχικές νηοπομπές που προσπαθούσαν να ανεφοδιάσουν την πολιορκούμενη Μάλτα και
3) Όπως διηγείται ο Γιώργος Ψαράκης που έλαβε μέρος στα σαμποτάζ του Ιουνίου 1942: “…τη βραδιά του σαμποτάζ πέρασε τη Μεσόγειο μια νηοπομπή.
Ένα μεγάλο καράβι, νομίζω Κουήν Μαίρη το λέγανε, είχε φέρει στην Αίγυπτο εκατοντάδες πυροβόλα και άρματα μικρά και πιο ευέλικτα απ’ αυτά των Γερμανών. Μας λέγανε αργότερα που φτάσαμε στο Κάιρο ότι αυτά τα μικρά άρματα βοήθησαν να σταματήσει ο Ρόμελ στο Ελ Αλαμέιν. Αν δεν γινόταν τα σαμποτάζ στην Κρήτη, οι Γερμανοί θα είχαν επιτεθεί στη νηοπομπή…”.
Είχαν όμως και το τίμημά τους. Εκτελέστηκαν 50 πατριώτες στη θέση Ξηροπόταμος Ηρακλείου, όλοι τους επιφανείς Ηρακλειώτες. Την εκτέλεση των 50 πατριωτών πρότειναν στον Γερμανό Διοικητή Κρήτης Αντρέ, ο Στρατιωτικός Διοικητής Ηρακλείου Υποστράτηγος Φόλκμαν και ο επικεφαλής της Γερμανικής κατασκοπείας Ταγματάρχης Χάρτμαν με τους δωσίλογους συνεργάτες του.
Απομένει σ’εμάς τους νεότερους Κρήτες να ανακαλύψουμε και να αποκαλύψουμε επιτέλους την αλήθεια γι’ αυτήν την εκτέλεση. Επέλεξαν τυχαία οι κατακτητές τα ονόματα των Ηρακλειωτών;
Ή έγινε ύστερα από υπόδειξη γνωστών γερμανόφιλων της πόλης μας; Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι πολύ σύντομα και μετά από τη μελέτη των γερμανικών αρχείων του Φράιμπουργκ που αποκτήθηκαν πρόσφατα και βρίσκονται στη Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, θα αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Φίλες και φίλοι
Εδώ, στο σημείο αυτό που εγκαινιάζουμε σήμερα το μνημείο με τα ονόματα των σαμποτέρ και των κατοίκων αυτού του χωριού που τους περιέθαλψαν για δυο μέρες και μια νύχτα, βρίσκεται το σπίτι του Σηφομανόλη. Το παράθυρο του σπιτιού του χτύπησε ο Κωστής Πετράκης εκείνη τη νύχτα μετά το σαμποτάζ και ζήτησε βοήθεια.
Και όπως λέει και ο ποιητής Κωστής Καργάκης:
Όταν, (η λευτεριά), χτυπά την πόρτα σου νύχτα μαχαιρωμένη
και ένα χέρι καρτερεί μια απόκριση προσμένει
σ’ ώρα που ευχές δεν πιάνουνε και δε φελά το δάκρυ
τη λευτεριά που στέκεται στων σπλάχνων σου την άκρη
το «φύγε» είναι προδοσά, το «έμπα» είναι μαχαίρι
είναι η φοβερή στιγμή που η μοίρα θα σου φέρει
Εκείνη τη φοβερή στιγμή λοιπόν κατά τον ποιητή, ο Σηφομανόλης, ο Κοκονογιώργης και ο Μανουσογιώργης διάλεξαν το «έμπα». Η πράξη τους ας είναι ένα μάθημα για τους νέους στη σωστή επιλογή του δρόμου, όταν θα πρέπει κι αυτοί να διαλέξουν στη ζωή τους. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους».
Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου