ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ - ΚΡΗΤΗ 1940-45: Ιστορικές σελίδες

Την κατάληψη της Κρήτης την 1η Ιουνίου 1941, ακολούθησε  η «ανοχή» του Διοικητή των Γερμανών αλεξιπτωτιστών Αντιπτέραρχου Στούντεντ, ώστε οι στρατιώτες του να εκδικηθούν για τους συντρόφους τους που σκοτώθηκαν στις μάχες. Οι ίδιοι οι αλεξιπτωτιστές θα επέλεγαν τους τρόπους εκδίκησης.

Έτσι στους τρεις νομούς της Κρήτης που κράτησαν οι Γερμανοί, (Χανιά, Ρέθυμνο και Ηράκλειο), ακολούθησαν ομαδικές εκτελέσεις και πυρπολήσεις χωριών, με το αφήγημα των «αντιποίνων». Από την πρώτη ημέρα της κατάληψης, οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές αποκάλυψαν το πραγματικό πρόσωπο του φασισμού και του ναζισμού.

Φανέρωσαν έτσι στους Κρητικούς, ποια είναι τα  αποτελέσματα του δόγματος της «συλλογικής ευθύνης», που είχαν ως σημαία τους οι Γερμανοί αξιωματούχοι και τα στρατεύματα του Γ΄ Ράιχ.

Τα ανοσιουργήματα των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στην Κρήτη από την πρώτη ημέρα της Μάχης (20 Μαΐου 1941), ως την τελευταία εκτέλεση με το πρόσχημα των αντιποίνων που έγινε στην Παλαιόχωρα Χανίων, ήταν τα εξής:

Πλακάλωνα Κισσάμου, 23 Μαΐου 1941. Εκτέλεση τεσσάρων πατριωτών.

Κακόπετρος, 24 Μαΐου 1941. Εκτέλεση πέντε γυναικών και ενός αγοριού τριών ετών.

Αλικιανός, 24 Μαΐου 1941. Εκτέλεση πέντε πατριωτών.

Μάλεμε, 25 Μαΐου 1941. Εκτέλεση απροσδιόριστου αριθμού Βρετανών αιχμαλώτων στρατιωτών για άρνηση εργασίας (εκφόρτωση πυρομαχικών όπλων και πολεμικού υλικού).

Μάλεμε, 27 Μαΐου 1941. Εκτέλεση τριών Βρετανών αιχμαλώτων στρατιωτών του Συντάγματος Ουαλλών.

Κοντομαρί, 2 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 23 κατοίκων.

Αλικιανός, 2 Ιουνίου 1942, προαύλιο ιερού ναού Τιμίου Σταυρού. Εκτέλεση 42 πατριωτών.

Κάντανος 3 Ιουνίου 1941. Λεηλασία, πυρπόληση και καταστροφή του χωριού, εκτέλεση κατοίκων.

Στέρνες Ακρωτηρίου, 5 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση δέκα πατριωτών.

Ταυρωνίτης Κισσάμου, 3 Ιουλίου 1941. Εκτέλεση 11 πατριωτών.

Αλικιανός, ποταμός Κερίτης, 1 Αυγούστου 1941. Εκτέλεση 118 πατριωτών.

Αγυιά Χανίων, Ιούνιος 1941. Εκτέλεση 4 πατριωτών και πυρπόληση 80 κατοικιών.

Πατελάρι, 2 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 9 πατριωτών.

Βρύσες Κυδωνίας, Ιούνιος 1941. Εκτέλεση 8 πατριωτών.

Κυρτωμάδος, θέση «Λεπιδέ», 2 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 23 πατριωτών.

Περιβόλια Κυδωνίας, 20 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 33 πατριωτών (συνοικία Πορί, θέση Περιβόλι του Κρούγερ).

Χώρα Σφακίων, από 1 ως 7 Σεπτεμβρίου 1941. Εκτέλεση 26 πατριωτών (με την αφήγηση των «αντιποίνων» επειδή οι Σφακιανοί βοήθησαν και περιέθαλψαν τους συμμάχους στρατιώτες μετά τη μάχη της Κρήτης).

Παλαιόχωρα Χανίων, από  2 ως 9 Σεπτεμβρίου 1941. Εκτέλεση 29 πατριωτών.

Σταυρωμένος Ρεθύμνου, 20 Μαΐου 1941. Εκτέλεση 9 πατριωτών, (6 από Αγγελιανά, 1 από Σκορδίλο, 1 από Πρίνο και 1 από Έρφους).

Σταυρωμένος Ρεθύμνου, 21 Μαΐου 1941, 11ο χιλιόμετρο. Εκτέλεση 4 πατριωτών.

Μισίρια, 23 Μαΐου 1941, ώρα 6 το απόγευμα και 24 Μαΐου 1941, ώρα 7 το πρωί. Εκτέλεση 60 πατριωτών.

Αστέρι, 1 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 12 πατριωτών.

Αστέρι, 3 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση του Παναγιώτη Πολιουδάκη και της γυναίκας του Ευαγγελίας (οι Γερμανοί είχαν εκτελέσει και τον γιο τους την 1η Ιουνίου 1941 στο Αστέρι).

Άδελε, 2 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 18 πατριωτών.

Λούτρα, 3 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 10 πατριωτών.

Παγκαλοχώρι, 3 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 17 πατριωτών.

Αγάκου Μετόχι, 21 Μαΐου 1941. Εκτέλεση 7 πατριωτών.

Ηράκλειο, θέση «Λιοφυτάκι Γουρνών» ανατολικά του αεροδρομίου Ηρακλείου, 5 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 5 πατριωτών (μεταξύ τους και ο Νομάρχης Ηρακλείου Αντ/ρχης Ιωάννης Τσατσαρωνάκης).

Σκαλάνι, νεκροταφείο, 5 Ιουνίου 1941. Εκτέλεση 3 πατριωτών.

Το χρονικό της κύκλωσης, της σύλληψης και της εκτέλεσης δέκα παλικαριών του χωριού Στέρνες Ακρωτηρίου, θα παρακολουθήσουμε από τις παρακάτω τρεις πηγές:

α) Το βιβλίο του Ευτύχη Μαλεφάκη, «Μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα», Χανιά 1981, σελίδες 33-35.

β) Το βιβλίο του Γεωργίου Κάββου ´Γερμανοϊταλική κατοχή και Αντίσταση Κρήτης 1941-1945, Ηράκλειο 1991, σελίδες 34-35 και

γ) από το άρθρο στην εφημερίδα ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ της Ευαγγελίας Νικολακάκη, που δημοσιεύτηκε στις 22 Ιουνίου 2019.

Η Κρήτη μετά από δώδεκα ημέρες σκληρών μαχών μεταξύ των Γερμανών αλεξιπτωτιστών και ανδρών του Συμμαχικού Στρατηγείου (Βρετανών, Νεοζηλανδών, Αυστραλών, Κυπρίων), στρατιωτών της Πέμπτης Μεραρχίας Κρητών που είχαν επιστρέψει από το μέτωπο του Ελληνοϊταλικού πολέμου, της Σχολής Χωροφυλακής Ρεθύμνου, ενός τμήματος της Σχολής Ευελπίδων και εκατοντάδων Κρητικών, την Κυριακή 1 Ιουνίου 1941 έπεσε στα χέρια των κατακτητών.

Ο Αντιπτέραρος Στούντεντ, Διοικητής των αλεξιπτωτιστών αλλά και του Φρουρίου Κρήτης (από 1 Ιουνίου ως 8 Ιουλίου 1941), επέτρεψε στους άνδρες του για μία εβδομάδα να δράσουν με τον τρόπο που εκείνοι θα επέλεγαν, ώστε να πάρουν εκδίκηση για τους χιλιάδες νεκρούς αλεξιπτωτιστές συντρόφους τους.

Ο Διοικητής του 3ου Συντάγματος αλεξιπτωτιστών Ταγματάρχης Χάιντριχ, διέταξε δύναμη ανδρών ενός τάγματος να κατευθυνθεί από την πόλη των Χανίων στο Ακρωτήρι, συγκεκριμένα στο χωριό Στέρνες, όπου είχαν σκοτωθεί κάμποσοι αλεξιπτωτιστές σε μάχη με ντόπιους υπερασπιστές της Κρήτης.

Το τάγμα αναχώρησε στις 5 Ιουνίου 1941 και λίγο πριν ξημερώσει, έφτασε στις παρυφές του χωριού. Αμέσως, οι Γερμανοί στρατιώτες σκορπίστηκαν στο χωριό και κλοτσώντας τις πόρτες των σπιτιών, με άγριες φωνές και χτυπήματα, πρόσταζαν τους έντρομους χωρικούς να ντυθούν και να κατευθυνθούν στην κεντρική πλατεία.

Αυτή η βάρβαρη τακτική της κύκλωσης εξερεύνησης και σύλληψης των κατοίκων, ο κατοχικός στρατός με την καθοδήγηση των αξιωματούχων του την εφήρμοσε όλα τα χρόνια της κατοχής στις εφόδους του στα χωριά της Κρήτης. Στην κεντρική πλατεία των Στερνών, οι Γερμανοί ξεχώρισαν τα γυναικόπαιδα από τους άντρες. Μετρούσαν ως τον αριθμό δεκαεφτά και ο άντρας έβγαινε από τη σειρά και περίμενε στην άκρη. Με τον τρόπο αυτό επέλεξαν συνολικά δέκα Στερνιανούς. Αυτοί θα οδηγούνταν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Οι πατριώτες που θα εκτελούνταν ήταν οι:

Βεργανελάκης Βασίλειος, Γιαννακάκης Ιωάννης, Λίτινας Ιωάννης, Λυκάκης Εμμανουήλ, Μπιωτάκης Εμμανουήλ, Παντελάκης Αντώνιος, Παπαδομανωλάκης Νικόλαος, Πατρελάκης Μάρκος, Τρουλάκης Ηλίας και Τσουρλάκης Νικόλαος.

Ο επικεφαλής αξιωματούχος των γερμανών στρατιωτών, μόλις αντίκρισε τον Μανόλη Λυκάκη που ήταν μεταξύ των μελλοθανάτων, θυμήθηκε ότι ήταν αυτός που τον περιέθαλψε. Ο αξιωματικός είχε τραυματιστεί στις επιχειρήσεις στο Ακρωτήρι και ο Μανόλης Λυκάκης είχε περιποιηθεί το τραύμα του. Αμέσως διέταξε τον Λυκάκη να βγει από τη γραμμή  και στη θέση του τοποθετήθηκε ο Γεώργιος Πατεράκης.

Ο πατέρας του Νικολάου Τσουρλάκη, ενός από τους δέκα που θα εκτελούνταν, ήταν ο Γιάννης Τσουρλάκης. Ο Γιάννης ήταν καλός λυράρης και τραγουδιστής. Βλέποντας τον γιο του να οδηγείται για εκτέλεση, πήρε το θάρρος και απευθύνθηκε στον αξιωματικό. Του ζήτησε να απαλλάξει τον γιο του και στη θέση του να μπει ο ίδιος. Του ανέφερε ότι ο γιος του Νικόλαος είχε έξι παιδιά.

Ο Γερμανός αρνήθηκε. Ο Γιάννης βρήκε τον αδελφό της γυναίκας του γιου του, τον Βασίλη Πετράκη που ήταν ανύπανδρος. Του ζήτησε να πάρει τη θέση του γιου του για να μη μείνει χήρα η αδερφή του με έξι παιδιά. Ο Βασίλης Πετράκης δέχτηκε, αλλά και πάλι ο βάρβαρος και εγκληματίας Γερμανός αξιωματούχος αρνήθηκε. Έτσι ο Νικόλαος Τσουρλάκης εκτελέστηκε με την ομάδα των δέκα Στερνιανών ηρώων.

Η κ. Ευαγγελία Νικολακάκη, στο άρθρο της για την εκτέλεση στις Στέρνες Ακρωτηρίου στην εφημερίδα ‘Χανιώτικα Νέα’, σημειώνει για τον χαροκαμένο πατέρα Γιάννη Τσουρλάκη:  «…μόλις πέσανε τα κορμιά των αδικοσκοτωμένων κάτω, πήγε στον γιο του, γονάτισε, αγκάλιασε το γιο του ακούμπησε το πρόσωπό του στις πληγές του. Προσπάθησε να του μιλήσει, να τον παρηγορήσει, να του πει για τα παιδιά του ή ήθελε να τον αφήσουν να χορτάσει θρήνο;

Η δύναμη και η τραγικότητα του Ομήρου ξαναζεί. Όταν ο Πρίαμος ζήτησε από τον Αχιλλέα να τον αφήσει να αγκαλιάσει τον σκοτωμένο γιο του Έκτορα και να χορτάσει θρήνο και μετά σκότωσέ με. Η μέγιστη ένταση των τραγικών αυτών στιγμών, ο απέραντος καημός του πατέρα όταν ο γιος του μπαίνει στον τάφο, αφού δεν μπόρεσε να του γλυτώσει τη ζωή, να του γιατρέψει τις πληγές,  και η πονεμένη του σκέψη, του επιτρέπουν να εκφράσει τα τραγικά συναισθήματά του και να του πει:

-Θα ’θελα να ’χα τη δύναμη γιε μου, του μαυρισμένου του τάφου σου

ουρανό να σου τον αστερώσω!…ª».

Να σημειώσουμε ότι η εκτέλεση των δέκα παλικαριών στις Στέρνες Ακρωτηρίου, έγινε στην είσοδο του χωριού. Ο φασιστικός και ναζιστικός γερμανικός στρατός οδήγησε τους κατοίκους στον τόπο της εκτέλεσης, ώστε όλοι να παρακολουθήσουν την απάνθρωπη και εγκληματική τους πράξη. Έτσι οι γονείς είδαν τον θάνατο των παιδιών τους, οι γυναίκες αντίκρισαν τον θάνατο των συζύγων τους, τα παιδιά βίωσαν τον θάνατο των πατεράδων τους.

Για το παλικάρι Βασίλη Βεργανελάκη, ο συγγραφέας Ευτύχης Μαλεφάκης στο βιβλίο του ì «Μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμαî γράφει:  ´«… ο Βασίλης Βεργανελάκης αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια κατά την εκτέλεση. Προβάλλοντας το γυμνό στήθος του τους είπε:

-Εδώ χτυπάτε δολοφόνοι. Μας βρήκατε ξαρμάτωτους και μας νικήσατε!

Άξια της ιστορίας του λαού μας  ήταν η στάση των μελλοθανάτων. Ουδεμία λέξη βγήκε από τα σφιγμένα από την αγωνία του θανάτου χείλη τους. Ουδένα μαρτύρησαν αν και γνώριζαν τους συγχωριανούς τους που πολέμησαν τους αλεξιπτωτιστές. Αγέρωχα και ηρωικά αντιμετώπισαν την τραγική ώρα του θανάτου. Η αξιοπρέπεια δεν τους εγκατέλειψε ούτε στιγμή. Παραδειγματική ήταν  και η στάση των τραγικών θεατών. Έπνιξαν το μίσος τους κατά των δολοφόνων, που άνανδρα άρπαξαν από τα χέρια τους δέκα αγαπημένους τους. Τα πολυβόλα αντιλάλησαν εκνευριστικά και παρατεταμένα στους γυμνούς λόφους του ακρωτηρίου. Ο ναζιστικός χάρος έκοψε άσπλαχνα το νήμα της ζωής δέκα ηρωικών Ακρωτηριανών…».

Τον Ιούνιο του έτους 2014, εβδομήντα τρία (73) χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης, στο μνημόσυνο για τους δέκα ηρωικούς Στερνιανούς που εκτελέστηκαν από τα φασιστικά στρατεύματα του Γ΄ Ράιχ στις 5 Ιουνίου 1941 αμέσως μετά τη Μάχη της Κρήτης, η φιλόλογος Ασπασία Τσουρλάκη στην ομιλία της μπροστά στο ηρώο των Στερνών, είπε τα εξής:

´Η ιστορία είναι βίωμα και αφορά τον άνθρωπο. Το χωριό μας βίωσε το σκληρό πρόσωπο του πολέμου την ημέρα εκείνη, που οι Γερμανοί εκτέλεσαν για παραδειγματισμό δέκα άντρες. Ανήκουμε στις γενιές που ακολούθησαν την εκτέλεση και που βίωσαν τις συνέπειές της. Ελπίζω με την παρούσα ομιλία να ανταποκριθώ στις προσδοκίες όσων τα έζησαν αλλά και όσων μεταγενέστερων καλούνται να τα θυμηθούν.

5 Ιουνίου 1941 – πρώτες ημέρες της Γερμανικής Κατοχής. Η είδηση, ότι οι Γερμανοί θα προβούν σε αντίποινα για την εκτέλεση δυο στρατιωτών τους  είχε φτάσει στις Στέρνες κάποιες ώρες πριν από την εμφάνιση του αποσπάσματος. Κάποιοι άντρες που βρίσκονταν στο χωριό τράπηκαν σε φυγή. Κατέφυγαν σε κρυψώνες στα βουνά του Ακρωτηρίου, στις σπηλιές και στα καμίνια του ασβέστη.

Οι περισσότεροι όμως για τους δικούς του λόγους ο καθένας δεν κατάλαβαν, δεν πρόλαβαν ή δε θέλησαν να φύγουν. Το χωριό ήταν ανήσυχο. Οι μανάδες φόρεσαν στα αγόρια τους κοντά παντελονάκια, ώστε να μη θεωρηθούν άντρες, να τα γλιτώσουν από το κακό που ένιωθαν ότι πλέον ήταν κοντά.

Πράγματι, οι δυνάμεις του άξονα έσυραν  στην αυλή της Παναγίας όλους τους άντρες που βρήκαν. Το νούμερο 17 έφερνε το θάνατο. Ο 17ος έβγαινε από τη σειρά και δεν ήξερε αν πρέπει να χαρεί ή να τρομάξει. Στη συνέχεια τους μετέφεραν στο σημείο που βρισκόμαστε τώρα. Οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν το θέαμα. Αυτός ακριβώς ήταν ο στόχος.

Ο παραδειγματισμός. Ο ανεπανόρθωτος τραυματισμός της ανθρώπινης ψυχής, η καλλιέργεια του αδυσώπητου φόβου και η πρόκληση μόνιμου πένθους. Φυσικά όλα αυτά είχαν ως βασικό σκοπό την ηθική καταρράκωση και την εξουδετέρωση κάθε έννοιας αντίστασης. Για να τα δεχτούν όλα. Για να μην αντιδράσουν σε τίποτα. Για να θεωρήσουν αυτονόητο ότι η Κρήτη θα πρέπει να παραμείνει εκεί που την όρισε η μοιρασιά των ισχυρών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου: στα χέρια της χιτλερικής Γερμανίας.

Δέκα άνθρωποι που είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Εκτελέστηκαν. Δέχτηκαν και τη χαριστική βολή. Έπειτα τους σώριασαν και τους έθαψαν μαζικά. Δίπλα τους όλοι όσοι τραυματίστηκαν για πάντα με την αρρώστια που μόνο τα αντίποινα προκαλούν στις ψυχές και το μυαλό του ανθρώπου.

Οι δέκα εκτελεσθέντες επιτέλεσαν το χρέος τους στην πατρίδα. Πλήρωσαν το φόρο αίματος που οι συνθήκες απαιτούσαν, οι συνέπειες βάρυναν τις ρημαγμένες οικογένειές τους. Είχαν παιδιά που έμειναν ορφανά, γυναίκες που έγιναν σε μια στιγμή χήρες, αδέλφια και γονείς, φίλους και συγγενείς που σημαδεύτηκαν για πάντα.

Έβαψαν μαύρα τα ρούχα και τους τοίχους των σπιτιών τους, έντυσαν στα μαύρα τα παιδιά και τα βρέφη τους, βάφτηκε μαύρη η ψυχή τους.  Η επιστήμη λέει ότι οι συνέπειες των βιωμάτων και των επιλογών μας έχουν διάρκεια εφτά γενιές τουλάχιστον. Έχουμε δρόμο ακόμη να διανύσουμε από τη μέρα της εκτέλεσης μέχρι τη γιατρειά των πληγών που άφησε ανοιχτές.

Λίγες μέρες μετά την εκτέλεση, οι γυναίκες των νεκρών έλαβαν ως δώρο από τον κατακτητή, μπισκότα. Ήταν η αποζημίωση, η παρηγοριά. Περπατούσαν κλαίγοντας οι γυναίκες στο δρόμο για το σπίτι και στην ποδιά τους έτριζαν – σύμφωνα με μαρτυρίες –  τα μπισκότα.

Στην πείνα και την εξαθλίωση της Κατοχής, το μπισκότο θα μπορούσε να είναι βάλσαμο. Όμως σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν. Δεν αρκούσε. Η συνέχεια στη ζωή ήταν ακόμη σκληρότερη για τις χήρες και τα ορφανά, σε ένα αποδεκατισμένο από τους συνεχείς πολέμους κράτος, σε μια πραγματικότητα όπου επιβίωναν λίγοι.

Οι άνθρωποι αυτοί προστέθηκαν στο μακρύ κατάλογο των θυμάτων του πολέμου. Δεν αποτελούν όμως σταγόνα στον ωκεανό της ιστορίας. Τους κουβαλάμε μέσα μας, ζουν ακόμη αυτόπτες μάρτυρες, ζουν τα παιδιά τους, ζουν τα εγγόνια και εμείς τα δισέγγονά τους και ζητάμε απαντήσεις. Απαιτούμε από το σύγχρονο κόσμο ανθρωπιά. Γιατί η βία, η εκτέλεση και ο θάνατος είναι το αντίθετο του ανθρωπισμού…».

 * Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος

Απαραίτητη διόρθωση

Αγαπητοί αναγνώστες, στο άρθρο της προηγούμενης Δευτέρας 30 Μαΐου 2022, εκ παραδρομής ο απόφοιτος της Νομικής Σχολής και μετέπειτα συμβολαιογράφος Κωνσταντίνος Εμμανουήλ Φουντουλάκης, με μεγάλη πατριωτική δράση τα κατοχικά χρόνια, γράφτηκε ως Εμμανουήλ Φουντουλάκης. Θεώρησα απαραίτητη αυτήν τη διόρθωση, ζητώντας ευγενικά συγνώμη από τους αναγνώστες με τη διευκρίνιση ότι το λάθος ήταν δικό μου και όχι της εφημερίδας.
Γ.Α.Κ.