Σε αρχείο της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου, Β.Δ.Β.Η., ανασύραμε το παρακάτω έγγραφο: ´Κουρομιχελάκης Γεώργιος του Νικολάου και της Ειρήνης. Εκ Νίπους Αποκορώνου Χανίων, κλάσεως 1928. Υπενωμοτάρχης Χωροφυλακής.
Πατήρ τριών τέκνων. Όνομα συζύγου Ελένη Κουρομιχελάκη το γένος Κουντάκη ή Σουλουξάκη. Εκτελέσθη υπό των Γερμανών την 14η Ιουνίου 1942. Την ιδία ημέρα που εκτελέσθησαν οι 62 εξ Ηρακλείου Μηνάς Γεωργιάδης κτλ..
Μ’αυτές τις εφτά προτάσεις περιγράφεται ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης σε χειρόγραφο αγνώστου συντάκτη των αρχείων της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου.
Ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης, ήταν ένας από τους 50 Ηρακλειώτες που εκτελέστηκαν μετά το σαμποτάζ των αεροδρομίων Καστελλίου Πεδιάδος και Ηρακλείου, στις 10 και 13 Ιουνίου 1942, στη θέση Ξηροπόταμος Ηρακλείου.
Ως Ενωμοτάρχης Χωροφυλακής, υπηρετούσε προπολεμικά στο Καστέλλι Πεδιάδος όταν γνώρισε την Ελένη που έγινε η μετέπειτα σύζυγός του.
Η Ελένη ήταν κόρη του Γεωργίου Κουντάκη ή Σουλουξή, από την μεγάλη και ιστορική Καστελλιανή οικογένεια των Κουντήδων. (Η καστελλιανή οικογένεια των Κουντήδων μετρά πέντε θύματα στους απελευθερωτικούς αγώνες του τόπου μας. Ποτέ δεν έλειψαν από τα προσκλητήρια της Πατρίδας.
Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην περίοδο της εφτάχρονης δικτατορίας 1967-1974 διακρίθηκε για τους αγώνες του ο Γιάννης Κουντάκης του Μιχαήλ.
Καθαιρέθηκε από αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, βασανίστηκε και φυλακίστηκε γιατί με ένα σκάφος από την Ιεράπετρα διέπλευσε το Λυβικό Πέλαγος και έφτασε στην Αίγυπτο, ζητώντας πολιτικό άσυλο, καταγγέλλοντας συγχρόνως το καθεστώς των Συνταγματαρχών).
Ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης με την Ελένη απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Τρία απ’αυτά πέθαναν σε μικρή ηλικία από ατυχήματα και αρρώστιες.
Τον Μάιο του 1941 στη Μάχη της Κρήτης, ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης ή Κουρομιχελής πολέμησε τους Γερμανούς στην πόλη του Ηρακλείου. Εκεί είχε μετοικήσει με την οικογένειά του από το Καστέλλι Πεδιάδος, λίγο πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Για τη δράση του Γεωργίου Κουρομιχελάκη, πολλές πληροφορίες αντλούμε από την Έκθεση του ανθυπομοιράρχου Παπαδογιάννη Ευαγγέλου του Νικολάου, που βρίσκεται στα αρχεία της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου.
Στην Έκθεσή του, (με ημερομηνία 10 Ιουλίου 1945), ο Ευάγγελος Παπαδογιάννης αναφέρει μεταξύ άλλων: ´…την 10ην Μαΐου διετάχθην ο Ανθυπασπιστής Παπαδογιάννης και εμερίμνησε και επιστάτησε δια την εξεύρεσιν 20 εργατών και αυτοκινήτων και μετεφέρθη εκ του Υ/τος Τραπέζης Ελλάδος εις την παραλίαν και εφορτώθη εις το υπ. αριθμ. 99 Αγγλικόν πολεμικόν ο εν Ηρακλείου εναποθηκευμένος χρυσός του Κράτους (600 κυβωτίδια των 60 κιλών και περί τας 20 βαλίτσας χρεώγραφα).
Μεταξύ των ληφθέντων μέτρων ασφαλείας ήτο και η σήμανσις συναγερμού πολλοί όμως εργάται εκλαβόντες τούτον ως πραγματικόν εγκατέληψαν την εργασία …την 20ην Μαΐου από πρωίας διετάχθην και εμερίμνουν δια την εκφόρτωσιν των εν τω λιμένι Ηρακλείου αφιχθέντων 2 πετρελαιοκινήτων με φορτίον 8.000 σάκκων οσπρίων, σιτηρών αλεύρων ζαχάρεως και ορύζης βοηθούμενος και υπό των χωρ/κων Φασουλάκη, Δασκαλάκη Γεωργίου, Μπαρκούτση Βασ. κ.α. περί 4ην απογευματινήν περίπου ενεφανίσθησαν ανοικτά της Ρογδιάς μεγάλα κύματα αεροπλάνων εκ των οποίων τα περισσότερα με κατεύθυνσιν προς Ρουσσές.
Μόλις δε έφτασαν άνωθεν Γιοφύρου και Ρουσσές ήρχησαν να ρίπτουν ομβρέλες λευκές και άλλων χρωμάτων (αλεξιπτωτιστάς) συγχρόνως δε διεξήγετο σφοδρότατος πολυβολισμός υπό αεροπλάνων εκ χαμηλού ύψους με ένα ιδιόρυθμον κρότον ως να ερρίπτοντο βόμβαι (παραγόμενος τεχνικώς υπό πολυβολούντων αεροπλάνων).
Μόλις έγινεν αντιληπτόν η πτώσις των αλεξιπτωτιστών, άπαντες οι άνδρες της πόλεως οι δυνάμενοι να φέρωσι όπλα έσπευσαν να οπλισθώσιν από τας διαφόρους στρατιωτικάς υπηρεσίας.
Αλλά δυστυχώς δεν υπήρχον. Τα ιδιωτικά ως γνωστόν είχον περισυλεχθή και είχον αποσταλή εις το Αλβανικόν μέτωπον. Ο δημιουργηθείς πανικός ήτο απερίγραπτος.
Οι εν τη πόλει άνδρες της χωρ/κής άλλοι έσπευδον να καταλάβωσιν τας προκαθορισθείσας θέσεις των και άλλοι οίτινες δεν είχον λάβη συγκεκριμένας εντολάς έσπευσαν να ταχθώσιν εις ομάδας και να πολεμήσωσιν.
Από της πρώτης στιγμής διεκρίθησαν μεταξύ όλων οι άξιοι παντός θαυμασμού Ενωμοτάρχαι Βουτυράς Εμμανουήλ νυν ανθυπασπιστής, Πυροβολάκης Εμμανουήλ και υπενωμοτάρχης Κουρομιχελάκης Γεώργιος. Συγκροτήσαντες ομάδας εκ πολιτών και χωρ/κων έσπευσαν προς ανεύρεσιν και εξόντωσιν αλεξιπτωτιστών.
Ο Υπενωμοτάρχης Κουρομιχελάκης Γεώργιος μετά ομάδος χωρ/κων επολέμησε την ημέρα εκείνην με την αυτήν τόλμην αυτοθυσίαν και αυταπάρνησιν.
Μετά των ανωτέρω αξιωματικών εξηκριβώθη απολύτως ότι έδρασαν οι χωρ/κες Μιχαλόπουλος Χρήστος, Μαυριγιαννάκης Εμμανουήλ, Διασάκος Ιωάννης, Σαρρής Αγησίλαος, Βασιλείου Ευθύμιος, Αρκαλάκης Γεώργιος, Πλατήραχος Νικόλαος, Σπανουδάκης Ανδρέας, Μπρουτζάκης Ζαχαρίας, Καλογεράκης Ελευθέριος, Καραβελάκης Μιχαήλ, Απλαδάς Χρήστος, Κουρομιχελάκης Σταύρος, (σημ.: ξάδερφος του υπενωμοτάρχη Γεωργίου Κουρομιχελάκη), Γιόκας Κων/νος, Σπιλίρης Βασίλειος και Καβρουλάκης Νικόλαος.
Επίσης επέδειξαν καλήν στάσιν οι Ενωμοτάρχαι Γαλανάκης Αντώνιος, Κατσιρντάκης Αντώνιος ή Απόστολος, Υπενωμοτάρχαι Μοχιανάκης Νικόλαος, Πατεράκης Μιχαήλ και χωρ/κες Δασκαλάκης Γεώργιος, Φασουλάκης Δημήτριος, Μουστεράκης Στέφανος, Κατσούγκρης Τιμολέων, Καλαϊτζάκης Εμμανουήλ. Οι Γερμανοί εν τούτοις κατόρθωσαν την νύκτα της 20ης προς την 21η να διισδύσουν εκ των δυτικών τοιχών της πόλεως και να εισέλθουν εντός καταλαβόντες τας σταφιδαποθήκας Κωνσταντινίδου, Σταφιδικής Ακράτου, Ηλεκτρικόν εργοστάσιον, πλατεία Αγίας Αικατερίνης και Αγίου Μηνά.
Την 8ην περίπου πρωινήν κατηυθύνοντο δια της Πλαθιάς στράτας προς το Μεϊντάνη με αντικειμενικόν ασφαλώς σκοπόν τους Στρατώνας και το Αστυνομικόν Τμήμα.
Πληροφορηθείς τούτο παρά του αστυφύλακος Αστυν. Πόλεως Καρύδη εκ Κερκύρας την ανωτέρω πορείαν των Γερμανών, ειδοποίησα από τηλεφώνου τον εις το Εμπορικό Κατάστημα Τσικαλάκη εγκατεστημένον Διοικητήν της χωρ/κής σχετικώς, διετάχθην να λάβω άπαντα τα αναγκαία μέτρα αμύνης του τμήματος και να θέτω εν επιφυλακή τους τυχόν επανερχόμενους άνδρας.
Επίσης να ειδοποιηθώσι καταλλήλως οι Βουτυράς και Κουρομιχελάκης σχετικώς. Και ο μεν Βουτυράς επολεμούσε παρά την πλατείαν Αγίου Μηνά ή Αγίας Αικατερίνης ο δε Κουρομιχελάκης διερχόμενος εκ του τμήματος διετάχθην να σπεύση και να λάβη θέσιν αμύνης παρά το Μεϊντάνι. Ούτος παραλαβών την Τσούρμα του ως χαρακτηριστικώς έλεγε τους υπ’αυτόν άνδρας, έσπευσε δια των Πεπλετζίδικων.
Καθ’ην στιγμήν διήρχετο παρά του Δεληγιάννη, αντελήφθην να κατέρχεται εκ Μεϊντανίου τον Ταγματάρχην πεζικού ΤΖΟΥΛΑΚΗΝ Μιχαήλ ακολουθούμενος εκ 2 στρατιωτικών και μερικών ενόπλων πολιτών, του εφώναξε κ. Ταγματάρχα προσοχή διότι στο κατάστημα Καβαλάκη-Νερατζούλη είναι ταμπουρωμένοι Γερμανοί πιθανότατα δε και εις τους προ του καταστήματος σάκους άμμου.
Ο Τζουλάκης όμως του ομίλει σηκώνων την χείραν του. Μόλις δε επροχώρησε βήματα τινά εδέχθη ριπήν πολυβόλου και έμεινε επί τόπου.
Ο Κουρομιχελάκης μετά του Βουτυρά των υπ’αυτών ανδρών και των προσδραμόντων πολιτών και στρατιωτών, κατώρθωσαν να εξοντώσουν τους καταφυγόντας εις τα ανωτέρω καταστήματα, πλατείαν Αγίου Μηνά και Αικατερίνης, καταδιώκοντες τούτους μέχρι Πύλης Χανίων. Και την νύκτα αυτήν ανέλαβε την φρούρησιν των τοιχών (δυτικών) η χωρ/κή.
Εγώ και πάλιν διενυκτέρευσα εις το Τμήμα ως έπραττον από 15 Απριλίου 1941 και την επομένην λίαν πρωί επανελήφθη η εκφόρτωσις και η μεταφορά αλευρών εις τα αρτοποιεία προς παρασκευήν άρτου του οποίου εστερούντο όχι μόνον τα στρατιωτικά Τμήματα και η χωρ/κή αλλά και ο άμαχος πληθυσμός και αυτών των Άγγλων.
Το πρώτον μάλιστα αυτοκίνητον όπερ μετεφέρθη έξωθι του Αστυνομικού Τμήματος παρελήφθη σχεδόν βιαίως παρά Άγγλου λοχαγού παρά τας διαμαρτυρίας του κ. Αδαμάκη.
Την ημέραν εκείνην (23-5-1941) τας προμεσημβρινάς ώρας εγένετο πρότασις εις τους Γερμανούς παρά του Φρουράρχου και του Βουτυρά πλην όμως οι Γερμανοί όχι μόνον δεν εδέχθησαν να παραδωθώσιν αλλά και ηξίωσαν την παράδωσιν της πόλεως εντός ωρών άλλως θα την εβομβάρδιζαν.
Όντως την 1.30 μ.μ. ήρχισε σφοδρός βομβαρδισμός της πόλεως και ερρίπτοντο βόμβαι εντός της πόλεως εις διάφορα σημεία. Την αυτήν δε ώραν έπεσε και η πρώτη βόμβα εντός του Αστυνομικού Τμήματος εις το παραπλεύρως των γραφείων του Τμήματος δωμάτιον.
Εις το γραφείον δε ευρίσκετο ο υποφαινόμενος και η Φρουρά. Μετ’ολίγον έπεσε και δευτέρα βόμβα οπότε παρελάβομεν και τους κρατουμένους και καταφύγαμεν εις τα καταφύγια Λήμνιου άτινα είχον μετατραπή και εις θαλάμους ανδρών.
Οι κάτοικοι της πόλεως (οι ολίγοι εναπομείναντες) έσπευδον να εξέλθουν της πόλεως εν αλοφροσύνη και εντός μιας ώρας η πόλις ερημόθη τελείως οι ελάχιστοι δε παραμείναντες κατέφυγον εις τα θεωρούμενα ως ασφαλή καταφύγια (Πηγάδας, Καινούριας Πόρτας και Ζουράρη).
Ο υποφαινόμενος ειδοποιήθην εν τω μεταξύ ότι έπεσε μία βόμβα παρά τας φυλακάς και απέκοψε και τους δύο πόδας του χωρ/κος Καστανάκη αμέσως έσπευσα επί τόπου με φορίον και παρελάβομρεν τούτον και τον μεταφέραμεν δια το νοσοκομείον.
Ενώ διερχόμεθα όμως παρά τα καταστήματα Καπαρουνάκη κατελήφθημεν υπό διερχομένων άνωθεν αεροπλάνων και καταφύγαμεν εις πλησίον υπόγειον.
Επειδή τότε ενεπρήσθη το κατάστημα Καπαρουνάκη εκ βόμβας τον μεν τραυματίαν απέστειλα εις το Νοσοκομείον εγώ δε εκάλεσα μετά του παρευρεθέντος εκείνην την στιγμήν λοχαγού Εμ. Δαμιανάκη την πυροσβεστική υπηρεσία προς κατάσβεσιν της πυρκαϊάς πράγμα που δεν εκατορθώθη λόγω και του συνεχιζομένου σφοδρού βομβαρδισμού.
Κατερχόμενοι μετά του λοχαγού προς το Μεϊντάνι συναντήσαμεν ένα παραφρονήσαντα εκ του βομβαρδισμού στρατιώτην όστις είχε πέση χάμαι και εκτυπάτον και τον μεταφέραμεν εις το κάτωθι του Μεγάρου Διαλυνά καταφύγιον-Φρουραρχείον.
Επειδή δε ουδένα στρατιωτικόν ή έστω πολίτην συναντήσαμεν ίνα του παραδόσωμεν τον παράφρονα προς συγκράτησιν παρέμεινε ο λοχαγός μέχρι ου μεταβή κανείς στρατιώτης. Εγώ δε ανεχώρησα δια την Διοίκησιν χωρ/κής (κατάστημα Τσικαλάκη).
Μόλις όμως έφθασα την στοά Μπαλαμούτσου, συνήντησα τον Βασίλειον Πορταλάκη εν παραφροσύνη διατελούντα και οδήγησα μεταφέρων τούτον εις την πλάτην μου εις το εστιατόριον Όλυμπος όπου παρελήφθη παρά των μαγείρων.
Επιστρέψας δε εις την Διοίκησιν δεν ανεύρον κανένα. Διερχομένων δε και πάλιν αεροπλάνων ηναγκάσθην να καταφύγω εις το εκεί πλησίον καταφύγιον Μάνου Καβαλάκη. Εκεί συνήντησα τον Ανθυπασπιστήν κ. Χατζηδάκην Ευάγγελον όστις με επληροφόρησε ότι η δύναμις συμπτύσσεται προς Πατέλες και Φορτέτζα.
Ως το προϋπάρχον σχετικόν Εμπιστευτικόν σχέδιον συμπτύξεως και μετά την λήξιν του βομβαρδισμού κατηυθήνθημεν προς Φορτέτζα ένθα και διανυκτερεύσαμεν ομού μετά του λοχαγού κ. Κοσμαδάκη Εμμανουήλ.
Την επομένην δεν κατορθώσαμεν να συναντήσωμεν τον κ. Διοικητήν αναχωρήσαμεν δι άγιον Σύλλα και Τζαγκαράκη Μετόχι ένθα απεπειράθημεν να συγκεντρώσωμεν ομάδα και να κατέλθομεν προς Μαλάδες πλην δεν κατωρθώσαμεν το τοιούτον και μετέβημεν εις Αρχάνες ένθα είχον καταφύγη η δύναμις της Διοικήσεως χωρ/κής Ηρακλείου μετά του Διοικητού κλπ. αξιωματικών όπου παραμείναμεν μέχρι 30 Μαΐου οπότε έκαστος ανεχώρησε κατά βούλησιν.
Κατά την αναχώρησίν μου εξ Αρχανών, ουδείς Αξιωματικός της χωρ/κής ευρίσκετο εκεί δι’ο παρουσιάσθην εις τον Υποφρούραρχον Αρχανών εφ. Ανθυπολοχαγόν κ. Πετράκην και του εδήλωσα ότι αναχωρώ δια την Νότιον παραλίαν Κρήτης. Πράγματι την 31ην αφίχθην εις την Μεσσαράν ένθα συναντηθείς μετά του νυν Υπομοιράρχου κ. Φασομυτάκη, επροσπαθήσαμεν ν’αναχωρήσωμεν δι’ Αίγυπτον πλην δεν το εκατορθώσαμεν.
Την 6ην Ιουνίου 1941 επανήλθον εις Ηράκλειον ειδοποιηθείς προς τούτο υπό του Υποδιοικητού Καινουρίου κ. Φαρσαδάκη. Ετοποθετήθην εις το Αστυνομικόν Τμήμα Ηρακλείου με Διοικητήν τον τότε Ανθυπασπιστήν κ. Χλειουνάκην, Διοικητήν της Αστυνομικής Δ/σεως Ηρακλείου τον υπομοίραρχον Πωλιουδάκην Ιωάννην και Διοικητήν της Αγροτικής Διοικήσεως Υπομοίραρχον κ. Τζαγκαράκη. Διοικητήν δε του τμήματος Ασφαλείας του τότε Ανθυπασπιστού κ. Μάντακα Ξεν.
Υπό τας διαταγάς του κ. Χλειουνάκη παρέμεινα μέχρι 21 Αυγούστου 1941, οπότε μετετέθην εις Άγιον Μύρωνα. Συναντήσαμε τον Σεπτέμβριο του 2005 τον Κωστή Κουρομιχελάκη, γιο του Γεωργίου Κουρομιχελάκη στο χωριό Επισκοπή Πεδιάδος, τόπο της κατοικίας του. Μας μίλησε για τον πατέρα του και μας διηγήθηκε το ηρωικό του τέλος.
Σύμφωνα λοιπόν με τη διήγηση του Κωστή Κουρομιχελάκη, ο πατέρας του μετά τη μάχη της Κρήτης και την κατάληψη του νησιού από τους Γερμανούς, δεν επέστρεψε στην υπηρεσία του. Οι Γερμανοί τον αναζητούσαν γιατί πήρε μέρος στη Μάχη και ο Κουρομιχελής κρυβόταν στο σπίτι του στην οδό Λουκά Πετράκη 2, (στη Λεωφόρο Κνωσού). Αρχές Ιουνίου 1942, αποφασίζει να φύγει με λεωφορείο για τα Χανιά και το χωριό του Νίππος Αποκορώνου.
Το επιχείρησε μόνος, χωρίς την οικογένειά του. Η γυναίκα και το παιδί του θα ακολουθούσαν μετά από λίγες ημέρες. Στο Γενή Γκαβέ οι Γερμανοί σταμάτησαν το λεωφορείο και ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης συνελήφθη από τον Ιωάννη Πολιουδάκη.
Κλείστηκε στις φυλακές. Από τις φυλακές οδηγήθηκε στο απόσπασμα μετά το σαμποτάζ του αεροδρομίου Ηρακλείου και εκτελέστηκε μαζί με τους 50 Ηρακλειώτες στις 14 Ιουνίου 1942 στη θέση Ξηροπόταμος Ηρακλείου.
Ο Αντιστασιακός και πρώην Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου Γιάννης Χρονάκης, σε δημοσίευμά του στην εφημερίδα του Ηρακλείου ΠΑΤΡΙΣ την Τρίτη 21 Μαΐου 1991, αποκαλεί τον Γεώργιο Κουρομιχελάκη «γιο της Κρήτης».
Συγκεκριμένα, ο Γιάννης Χρονάκης γράφει μεταξύ άλλων στο άρθρο του: «…σχεδόν αμέσως καταφτάνει στο πρόχωμα κρατώντας ατομικό οπλοπολυβόλο ένας βεργολυγερός νέος και φωνάζει “Ενωμοτάρχης Κουρομιχελάκης, διατάξετε κ. Φρούραρχε”. Φαινόταν πως ήταν από τη Δυτική Κρήτη, είχε μαζί του και κάποιο άλλο χωροφύλακα, νομίζω ήταν ο Καφετζάκης από το Λασίθι που τον γνώριζα.
Τρέξτε του λέει ο Φρούραρχος, (σημ.: Μανόλης Τζαγκαράκης), να ανεβείτε στην ταράτσα της Λέσχης, (απέναντι στ’Αχτάρικα) και να ελέγχετε το δρόμο από την 25η Αυγούστου και από το Μεϊντάνι. Όταν πολύ αργότερα, δηλ. τα τελευταία χρόνια πριν πεθάνει μιλούσαμε σχετικά, ξαφνικά με ρώτησε αν γνώριζα τι απόγινε εκείνος ο βεργολυγερός ενωμοτάρχης ο Κουρομιχελάκης.
Πώς τον θυμήθηκες μετά τόσα χρόνια; τον ρώτησα. Μα δεν τον ξέχασα ποτέ μου, απάντησε. Μόλις τον είδα τότε είπα πως αυτός θα πρέπει να’ταν ο γιος της Κρήτης. Ιστορική είναι η οικογένεια των Κουρομιχελήδων στο Νίπος Αποκορώνου Χανίων.
Με θυσίες αρκετών μελών της στους αγώνες της πατρίδας για λευτεριά και ανεξαρτησία, μα πιότερο απ’όλες τη θυσία του Γιάννη Κουρομιχελάκη, (θείου του υπενωμοτάρχη Γεωργίου Κουρομιχελάκη), στη Μικρά Ασία. Ο Γιάννης Κουρομιχελής, 32 χρονών, έφεδρος ανθυπολοχαγός, κυκλώθηκε από πολυάριθμους Τούρκους στις 8 Αυγούστου 1921.
Αφού είδε όλους τους άντρες της ομάδας του να σκοτώνονται, άδειασε τις σφαίρες του περιστρόφου του πάνω στους εχθρούς, μα κράτησε μία για τον εαυτό του. Προτίμησε να σκοτωθεί παρά να πέσει ζωντανός στα χέρια τους. Η μοίρα, αργότερα, έστησε το δικό της παιγνίδι στη μοναδική κόρη του Γιάννη Κουρομιχελάκη, την Άννα. Πέθανε κι αυτή στην ηλικία του πατέρα της, 32 χρονών, πάνω στη γέννα του 9ου παιδιού της. Και ο υπενωμοτάρχης ανιψιός του Γιάννη, ο Γεώργιος Κουρομιχελάκης, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στον Ξηροπόταμο Ηρακλείου, στις 14 Ιουνίου 1942, σε ηλικία 32 χρονών.
O Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου