Καλύτερός του θάνατος δεν είναι σαν την νάρκα, απού το κάνει το κορμί χίλια εκατό κομμάτια
Αριστερά ο μικρός Σπυρίδωνας Καλλέργης, 11 ετών και δεξιά του τα αδέρφια Γεώργιος και Σπύρος Τουτουντζιδάκης, 15 και 9 ετών αντίστοιχα από το χωριό Λούτρα Ρεθύμνου. Σκοτώθηκαν από έκρηξη νάρκης στον κάμπο της Λούτρας στις 3 Νοεμβρίου 1944

Η βρετανική προπαγάνδα, καθ’όλα τα χρόνια της κατοχής, διέρρεε ότι οι σύμμαχοι προετοίμαζαν απόβαση για την ανακατάληψη της Κρήτης. Με απόβαση των συμμαχικών στρατευμάτων, η Κρήτη θα αποκτούσε και πάλι την ελευθερία της.

Το μετέδιδαν στις Ανταρτικές Οργανώσεις, στους Αρχηγούς των ανταρτικών ομάδων, στους κρητικούς, στα στρατεύματα κατοχής. Με προκηρύξεις, με έγγραφα που «από λάθος» κατέληγαν στα χέρια των γερμανών, με εκπομπές σε ραδιοφωνικούς σταθμούς.

Σκοπός της βρετανικής αντικατασκοπείας ήταν, να διατηρούν οι κατακτητές στην Κρήτη μεγάλο αριθμό στρατευμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα σε άλλα μέτωπα του πολέμου.

Οι γερμανοί πίστεψαν αυτές τις φήμες και ως αντιστάθμισμα ναρκοθέτησαν όλες εκείνες τις παραλίες της Κρήτης, (κυρίως του νομού Ηρακλείου) που θα μπορούσαν να προσεγγίσουν τα αποβατικά σκάφη του συμμαχικού Στρατηγείου.

Στη συνέχεια, μετά τα σαμποτάζ των αεροδρομίων Καστελλίου και Ηρακλείου τον Ιούνιο του 1942, ναρκοθέτησαν και τις περιοχές γύρω από τα οχυρωματικά έργα του κατοχικού στρατού.

Οι παραπάνω ενέργειες των Γερμανών είχαν ως αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς από εκρήξεις ναρκών, (μεταξύ τους παιδιά και γυναίκες), καθώς και εκατοντάδες οικόσιτα ζώα, (άλογα, όνοι και ημίονοι, αιγοπρόβατα κ.α.). Τα θύματα ήταν πολλά και οι τραγωδίες ανείπωτες.

Ενδεικτικά παρουσιάζουμε κάποια απ’αυτά τα γεγονότα :

Α) Σφηνάρι Κισσάμου Χανίων : Γεωργακάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, Γοναλάκης Ιωάννης του Αντωνίου, Κουφογιαννάκης Βασίλειος, Μπαλαδάκης Εμμανουήλ του Αριστοτέλη, Νικολουδάκης Γεώργιος του Ηρακλή, Σκουνάκης Νικόλαος του Μανούσο.

Ο Κωνσταντίνος Γεωργακάκης του Γεωργίου από το χωριό Σφηνάρι Κισσάμου Χανίων. Σκοτώθηκε από έκρηξη δύο ναρκών, όπως περιγράφει στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα» ο γιος του Δημήτρης Γεωργακάκης την Τετάρτη 7 Ιουλίου 1943

Ο Δημήτρης Γεωργακάκης από το παραθαλάσσιο χωριό Σφηνάρι Κισσάμου Χανίων, έχασε τον πατέρα του Γεωργακάκη Κωνσταντίνο του Γεωργίου από έκρηξη νάρκης.

Στις 12 Ιουνίου 2021, στην εφημερίδα ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ, δημοσιεύτηκε ένα συγκλονιστικό άρθρο του με τον φόρο αίματος από τις εκρήξεις των ναρκών που είχαν τοποθετήσει στις παραλίες του χωριού του Σφηνάρι οι Γερμανοί.

Γράφει ο Δημήτρης Γεωργακάκης μεταξύ άλλων : «…τότε οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει νάρκες, σε όλες τις παραλίες της Επαρχίας Κισάμου, όπως ασφαλώς και στις παραλίες της υπόλοιπης Κρήτης, όπου βέβαια η μορφολογία του εδάφους και των ακτών ήταν πρόσφορη, για ενδεχόμενη απόβαση μηχανοκινήτων ή πεζοπόρων τμημάτων και Συμμαχικών Δυνάμεων.

Και όπου οι ακτές, όπως οι ακτές του Κόλπου Κισάμου και αλλαχού, ήταν κατάλληλες για απόβαση μηχανοκίνητων τμημάτων, εκεί οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει μεγάλης εκρηκτικής δύναμης νάρκες.

Και τις νάρκες αυτές τις λέγαμε «χειρόμυλους» διότι, κυκλοτερείς και πλακουτσωτές όπως ήταν, έμοιαζαν πάρα πολύ και ήταν περίπου όμοιες με τους παλιούς μικρούς χειρόμυλους, με τους οποίους οι μανάδες και οι γιαγιάδες μας (γυρίζοντας την πάνω πλάκα με το χέρι τους από ειδική χειρολαβή) άλεθαν το σιτάρι χοντροκομμένο, για να φτιάχνουνε τον ξινόχοντρο (τραχανά).

Στη θάλασσα πάλι οι Γερμανοί (ασφαλώς και οι σύμμαχοι) είχαν ποντίσει πολύ μεγάλες και στρογγυλές νάρκες, οι οποίες εφοδιασμένες με πανίσχυρους μαγνήτες ήταν ο όλεθρος και η καταστροφή των πλοίων. Και μια τέτοια μεγάλη νάρκη στρογγυλή, της οποίας η διάμετρος ήταν πάνω από ένα μέτρο, την ξέβρασε ο γιαλός (την έφερε το κύμα στο ακρογιάλι) άθικτη και την είδαμε όλοι εδώ στο Σφηνάρι.

Κι όμως αυτό το πανίσχυρο και φοβερότατο οπλομηχάνημα το εξουδετέρωσαν απενεργοποιώντας το πυροσωλήνα του, οι πολυμήχανοι χωριανοί μου. Αλλά εδώ στο Σφηνάρι, όπου βραχώδεις ακτές δεν είναι πρόσφορες για απόβαση αρμάτων μάχης και τανκς, οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει δύο ειδών μικρότερες νάρκες.

Και αυτές ήταν:

α) οι λεγόμενες «κερατσάτες», διότι το εξωτερικό άκρο, του πυροσωλήνα τους, με τον επικρουστήρα που προεξείχε, κατέληγε σε τρία μεταλλικά κερατάκια, όπως του χοχλιού (σαλίγκαρου), σε σχήμα ανεστραμμένου κώνου, για να ενεργοποιούνται ασφαλώς, όταν τις πίεζε ή τις πατούσε άνθρωπος είτε ζώο.

Κι αυτές οι μεταλλικές και σε σχήμα κυλίνδρου νάρκες, που είχαν δύο επάλληλα μεταλλικά περιβλήματα και δυο επάλληλες βάσεις, ήταν θαμμένες μέσα στη γη και μόνον ο επικρουστήρας με τα κερατάκια του φαινόταν από πολύ κοντά.

Οι νάρκες αυτές εκτός από τη γόμωση (εκρηκτικό υλικό) και είχαν και πολυάριθμα διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων σφαιρίδια, για το λόγο αυτόν ήταν φονικότατες και κυριολεκτικά κατακρεουργούσαν και χιλιοκομμάτιαζαν όποιον τις πατούσε.

β) Η άλλη κατηγορία ήταν όχι μεταλλικές, μικρότερης ισχύος και χωρίς σφαιρίδια νάρκες. Και τις νάρκες αυτές τις λέγαμε «σαπουνάκια» ή «πλακάκια», διότι κατά το σχήμα και μέγεθος ήταν περίπου ίδιες με τις πλάκες σαπουνιού, που τότε έφτιαχναν οι νοικοκυρές στα χωριά, αφού δεν υπήρχε σαπούνι, πόλεμος γάρ….

Οι νάρκες αυτές, που δεν ήταν μεταλλικές κι είχανε μικρή γόμωση, δεν άφηναν επί τόπου όποιον τις πατούσε, όμως τον ακρωτηρίαζαν προκαλώντας του φρικαλέα τραύματα κι εγκαύματα στα πόδια κυρίως, τα οποία τραύματα, λόγω ακατάσχετης αιμορραγίας κ.α.π, επέφεραν αργό και φριχτό θάνατο, δεδομένου πως εκείνους τους χαλεπούς καιρούς δεν υπήρχε ίχνος από την αναγκαία ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Κι ο αείμνηστος πατέρας μου πρώτα πάτησε μία νάρκα-πλακάκι, που τον κατακρεούργησε και του κατάκαψε το πόδι, κι ύστερα λιπόθυμος έπεσε ανάσκελα πάνω σε μια «κερατσάτη» που τον έκανε χίλια κομμάτια! Ήταν η μαύρη μου μέρα 7-7-1943.

Κι ακόμη ενθυμούμαι που τον έφεραν κομμάτια μέσα σ’ ένα σεντόνι ή σακί, ενώ η κακομοίρα η μάνα μου κι η αδελφή μου χαλούσαν τον κόσμο από τα γοερά κλάματα! Κι ήταν τότε μια γειτόνισσα μας, η Μαρκογιάνναινα, βλέποντας με μικρό και «αλληλοϊσμένο» (να τα έχω χαμένα), μου είπε λυπητερά:

“Κακομοίρη, Δημήτρη, ίντα σου΄γραφε η μοίρα σου!” (καημούς, πίκρες και βάσανα και συμφορές και πόνους). Και με την ευκαιρία σημειώνω εδώ πως, όταν οι Γερμανοί ναρκοθετούσαν τις παραλίες του χωριού μας, ένας Γερμανός ναρκοθέτης τραυματίσθηκε μάλλον βαριά, στην παραλιακή τοποθεσία “ΓΑΪΔΑΡΟΒΟΛΑΚΑΣ”.

Και τότε ήλθε ένα Γερμανικό υδροπλάνο, που προσγειώθηκε κοντά στην ακτή, και παρέλαβε τον τραυματία, για τα περαιτέρω. Ήταν κατακαλόκαιρο και το είδαμε όλοι οι Σφηναριώτες.

Στο Σφηνάρι από τις Γερμανικές νάρκες βρήκαν φριχτό θάνατο οι παρακάτω άνθρωποι: Γεωργακάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, ο πατέρας μου. Γοναλάκης Ιωάννης του Αντωνίου, (το Κοκολαντωνάκι). Κουφογιαννάκης Βασίλειος (Λασουφοβάσυλας), από τον Πλάτανο αλλά παντρεμένος από το Σφηνάρι. Ήμουν αυτόπτης μάρτυρας στο θανάσιμο τραυματισμό του. Μπαλαδάκης Εμμανουήλ του Αριστοτέλη, (ανήλικο αγόρι).

Νικολουδάκης Γεώργιος του Ηρακλή (ο Κυρ Γιώργος) και Σκουνάκης Νικόλαος του Μανούσο, (ο δυνατότερος άντρας του χωριού μας, νέος ρωμαλέος). Επίσης από νάρκες τραυματίσθηκαν και όμως επέζησαν, μα υπέφεραν εφ’ όρου ζωής από τ’ ανίατα τραύματα τους, οι: Γοναλάκης Μιχαήλ του Αντωνίου, ο ψαράς.

Νικολουδάκης Αντώνιος του Ηρακλή (Ηρακλαντώνης, αδελφός του Κυρ Γιώργου) και Χοχλάκης Εμμανουήλ του Γεωργίου (ο Λυλομάνωλας). Με τους φριχτούς από τις Γερμανικές νάρκες σκοτωμούς, έφυγαν από τη ζωή τα καλύτερα του χωριού παλικάρια και ορφάνεψε το Σφηνάρι!

Και επειδή εδώ στα χωριά κατά κάποιο τρόπο είμαστε όλοι συγγενείς ή κουμπάροι μεταξύ μας, σχεδόν όλα τα σπίτια του χωριού μαυροφορέθηκαν. Και σχεδόν σ’ όλες τις πόρτες των σπιτιών τότε μπήκαν μεγάλοι μαύροι πάνινοι Σταυροί, μπροκωμένοι με μαντεμιλίδικες μπρόκες, που δήλωναν την αέναη και ανήκουστη θλίψη, μα και το γενικό πένθος στο χωριό μας!

Και για πάρα πολλά χρόνια σ’ ολωνών τα σπίτια οι καθρέπτες σκεπάσθηκαν με κατάμαυρα πανιά, όπως βάφτηκαν μαύροι οι άσπροι και δαντελωτοί κρεβατόγυροι (που περίτεχνα κεντημένοι κρεμότανε από τα κρεβάτια !)

Και σχεδόν όλοι μας μαυροφορεθήκαμε τότε, οι άντρες άφησαν τα γένια τους αξύριστα για χρόνια, και στα συχνά των αδικοσκοτωμένων μνημόσυνα σκίζανε τον αέρα κι έφταναν ως τον ουρανό οι γοεροί θρήνοι και τα σπαραχτικά μοιρολόγια των χαροκαμένων μανάδων, συζύγων, γονέων, τέκνων και αδελφών!

Μα η Γερμανοκατοχή κάποια καλή ώρα και τυχερή στιγμή πέρασε και ξανάρθε η πολυπόθητη Λευτεριά και τότε πια σε κάθε γιορτή και χαροκόπια ο νόμος του συνειρμού της ανάπλασης των (ψυχολογικών) παραστάσεων μας έκανε με βουρκωμένα μάτια να τραγουδούμε με χαρμολύπη) τις μαντινάδες Να τραγουδήξω ήθελε, μα είν’ η καρδιά μου μαύρη, γιατί ’χω τον πατέρα μου που κείτεται στον Άδη.

Ανοίξετε τα μνήματα αδικοσκοτωμένοι, να δείτε την πατρίδα μας που ’ν’ ελευθερωμένη!».

Β) Λιλιανό : Φραγκιαδουλάκη – Καραπιδάκη Χαρίκλεια του Εμμανουήλ

Το Α΄ σαμποτάζ του αεροδρομίου Καστελλίου, (10 Ιουνίου 1942), είχε ως αποτέλεσμα την ναρκοθέτηση της γειτνιάζουσας μ’αυτό περιοχής και την τοποθέτηση ηλεκτροφόρων καλωδίων γύρω του.

Η Χαρίκλεια Φραγκιαδουλάκη, από το χωριό Λιλιανό. Σκοτώθηκε πατώντας γερμανική νάρκη, (παγίδα), κοντά στα σύρματα του αεροδρομίου Καστελλίου, την Άνοιξη του 1943

Με ανακοινώσεις στις εφημερίδες, στους ναούς και στα χωριά, οι αξιωματούχοι του κατοχικού στρατού το έκαναν γνωστό στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής για να προφυλάγονται.

Παρά τις συστάσεις των Γερμανών, η Χαρίκλεια Φραγκιαδουλάκη από το χωριό Λιλιανό Πεδιάδος που γειτνίαζε με το πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου, έβγαζε την κατσίκα της για βοσκή κοντά στα ηλεκτροφόρα σύρματα. Η χρήση και η επικινδυνότητα του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν ακόμη άγνωστα στους πολίτες.

Τις εγκαταστάσεις του πολεμικού αεροδρομίου, ηλεκτροδοτούσε μικρό ηλεκτρικό εργοστάσιο που βρίσκονταν στην είσοδο του χωριού Βαρβάρω (Αρχάγγελος). Την Άνοιξη του 1943, τα ηλεκτροφόρα καλώδια σκότωσαν την κατσίκα της Χαρίκλειας Φραγκιαδουλάκη.

Βλέποντας την κατσίκα της να κεραυνοβολείται από το ρεύμα, προσπάθησε τρέχοντας να την σύρει μακριά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πατήσει μία νάρκη, να εκραγεί και της αποκοπούν τα κάτω άκρα.

Η ακατάσχετη αιμορραγία οδήγησε την Χαρίκλεια στον θάνατο. Στην εφημερίδα Κρητικός Κήρυξ, με ημερομηνία 13 Μαΐου 1943, δημοσιεύτηκε η παρακάτω ανακοίνωση: «ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ ΤΑ ΣΤΡ. ΣΥΡΜΑΤΟΠΛΕΓΜΑΤΑ Κοινοποιούμεν κατωτέρω γνωστοποίησιν του κ. Φρουράρχου Ηρακλείου, σχετικώς με τον κίνδυνον τον οποίον διατρέχει ο πληθυσμός, εφ’όσον πλησιάζει τα υπό του στρατού Κατοχής τοποθετημένα συρματοπλέγματα, ως και τας εν γένει πολεμικάς εγκαταστάσεις και παρακαλούμεν όπως έχει τούτο υπ’όψιν του ο πληθυσμός προς αποφυγήν δυστυχημάτων.

Επίσης εντέλλεται ο κ. Δήμαρχος Ηρακλείου και ο Δ/τής Χωροφυλακής, ο κ. Επόπτης Αγροφυλακής και οι Πρόεδροι Κοινοτήτων του νομού Ηρακλείου όπως δώσωσιν ευρυτάτην δημοσίευσιν της παρούσης, δια παντός προσφόρου μέσου και δια της επ’εκκλησίαις αναγνώσεως προς διαφώτισιν του κοινού.

Ο Νομάρχης Εμμανουήλ Κ. Ξανθάκης ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΙΣ Φέρεται εις γνώσιν του πληθυσμού, ότι απαγορεύεται απολύτως εις τον πληθυσμόν, να πλησιάζει τα συρματοπλέγματα τα οποία έχουν τοποθετηθεί υπό του Γερμανικού στρατού εις τους καταυλισμούς και τας στρατιωτικάς εγκαταστάσεις, καθ’ότι πάντα ταύτα έχουν συνδεθεί με νάρκας.

Ιδιαιτέρως εφιστάται η προσοχή, δια τον κίνδυνον τον οποίον διατρέχουν τα παιδιά, τα οποία παίζουν προ των καταυλισμών. Ο Φρούραρχος Δρ. Στόσμπεργ». Μετά τον θάνατο της Χαρίκλειας Φραγκιαδουλάκη αλλά και άλλων πολιτών και πολλών οικόσιτων ζώων στα ηλεκτροφόρα σύρματα, η Kreiskommandantur Ηρακλείου επανέρχεται με έγγραφο προς τη Νομαρχία Ηρακλείου και ημερομηνία 15 Ιουνίου 1944, τονίζοντας τα εξής :

´ΔΥΣΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΜΙΝΕΣ (ΝΑΡΚΕΣ) Παρακαλείται η Νομαρχία όπως δημοσιεύση την κάτωθι ανακοίνωσιν εις την εφημερίδα “Κρητικός Κήρυξ”.

Εις τους Προέδρους των Κοινοτήτων δέον να υποδειχθή να κάμουν ευρυτέραν προπαγάνδαν δια τον σκοπόν τούτον εις την Κοινότητά των.

“Απαγορεύεται αυστηρώς η είσοδος εις τα πεδία των ναρκών, προ των οποίων έχουν τοποθετηθή συρματοπλέγματα εμποδίζοντα την είσοδον καθώς και απαγορευτικαί πινακίδες. Επίσης απαγορεύεται η παραμονή και η βοσκή ζώων εις απόστασιν 50 μέτρων προ της επικινδύνου αυτής ζώνης.

Η παράβασις της διαταγής ταύτης συνεπάγεται την κατάσχεσιν των ζώων”».

Γ) Ασκοί : Βαβαδάκη Μαρία του Ματθαίου

Τα βόρεια παράλια του νομού Ηρακλείου, Κοκκίνη Χάνι, Γούβες, Ανισαράς, Σταλίδα, Μάλλια, ήταν παραλίες όπου μπορούσαν να γίνουν αποβάσεις των συμμάχων. Γι’αυτό ο κατοχικός στρατός είχε παγιδεύσει με νάρκες όλες τις παραπάνω παραλίες.

Η Μαρία Βαβαδάκη του Ματθαίου (το γένος Μαρκαντωνάκη) και της Αικατερίνης από το χωριό Ασκοί Πεδιάδος. Σκοτώθηκε από έκρηξη γερμανικής νάρκης στις 17 Απριλίου 1943, στην περιοχή Κοκκίνη Χάνι

Η Μαρία Βαβαδάκη του Ματθαίου (το γένος Μαρκαντωνάκη) και της Αικατερίνης από το χωριό Ασκοί Πεδιάδος, στις 17 Απριλίου 1943 μάζευε αγριόχορτα (βρούβες) στους αμμόλοφους στου Κοκκίνη το Χάνι. Πάτησε μια γερμανική νάρκη και σκοτώθηκε ακαριαία (διαμελίστηκε).

Δ) Λούτρα Ρεθύμνου : Σπυρίδωνας Καλλέργης, Γεώργιος και Σπύρος Τουτουντζιδάκης

Σε κοντινή απόσταση από το χωριό Λούτρα Ρεθύμνου βρίσκονταν το μικρό αεροδρόμιο της Πηγής Ρεθύμνου. Μετά τα σαμποτάζ των αεροδρομίων Ηρακλείου και Καστελλίου τον Ιούνιο του 1942, ο Γερμανός στρατηγός Αντρέ του «Φρουρίου Κρήτης» διέταξε και ναρκοθετήθηκαν οι γειτνιάζουσες περιοχές του αεροδρομίου της Πηγής.

Τρία παιδιά του χωριού, ο Σπυρίδωνας Καλλέργης 11 χρονών και τα αδέλφια Γεώργιος και Σπύρος Τουτουντζιδάκης 15 και 9 χρονών αντίστοιχα, σκοτώθηκαν από έκρηξη νάρκης στον κάμπο της Λούτρας στις 3 Νοεμβρίου 1944.

Ο πατέρας του πρώτου παιδιού ιερέας της Λούτρας Εμμανουήλ Σπύρου Καλλέργης, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς με το «αφήγημα» της συμμετοχής στη Μάχη της Κρήτης μαζί με εννέα (9) άλλους συγχωριανούς του στις 3 Ιουνίου 1941.

Ο Χαράλαμπος Μαθιουδάκης από το χωριό Λούτρα Ρεθύμνου. Βρήκε τραγικό θάνατο στην προσπάθεια εξουδετέρωσης νάρκης σε παραλία του Ηρακλείου, στις 31 Οκτωβρίου 1944

Ε) Λούτρα Ρεθύμνου : Μαθιουδάκης Χαράλαμπος

Ο Χαράλαμπος Μαθιουδάκης ήταν από το χωριό Λούτρα Ρεθύμνου. Αμέσως με την κατάληψη της Κρήτης εντάχθηκε στις ομάδες Αντιστάσεως. Το καλοκαίρι του 1942 φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή και εντάχθηκε στη Βρετανική Υπηρεσία.

Εκπαιδεύτηκε στην αχρήστευση του πολεμικού υλικού του εχθρού. Στις 11 Οκτωβρίου 1944, οι Γερμανοί εγκατέλειπαν το Ηράκλειο και συμπτύσσονταν στην «Οχυρά Θέση Χανίων». Μαζί με Βρετανούς υπαξιωματικούς, ασχολήθηκε αμέσως με την απονάρκωση των βορείων παραλίων του νομού Ηρακλείου, που είχαν παγιδεύσει και ναρκοθετήσει οι κατακτητές.

Το δειλινό της 31ης Οκτωβρίου 1944, πάνω στην εργασία του, τραυματίστηκε σοβαρά από έκρηξη νάρκης που επιχείρησε να εξουδετερώσει.

Τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας πέθανε, έχοντας στο πλάι του τους φίλους και συνεργάτες του Στρατή Σαβιολή, Μανόλη Πατεράκη, Γιώργη Τυράκη, Γιάννη Πουλακάκη και Μανόλη Βρελιανάκη. Την επόμενη ημέρα … 1 Νοεμβρίου 1944, μεταφέρθηκε στο χωριό του Λούτρα με συνοδεία ανδρών των ανταρτικών Ομάδων Πετρακογιώργη και Αμαρίου και ανδρών του Φρουραρχείου Ηρακλείου και της Βρετανικής Υπηρεσίας.

Στη σωρό του ηρωικού νεκρού απέδωσαν τιμές άντρες της Διοικήσεως Χωροφυλακής Ρεθύμνου και των Ανταρτικών Ομάδων Σφακίων. Κατατέθηκαν πολλά στεφάνια και απεύθυναν λόγους πατριωτικούς ο στρατιώτης της Βρετανικής Υπηρεσίας Χάρης Σαριδάκης, ο Ενωμοτάρχης Γεώργιος Αγγελάκης και ο γιατρός του χωριού.

Έτσι χάθηκε ο αγνός πατριώτης Χαράλαμπος Μαθιουδάκης και όπως ανέφερε στον επικήδειο λόγο του ο Χάρης Σαριδάκης, «…ήρωες σαν τον Μαθιουδάκη δεν λησμονούνται ποτέ παρά παραμένουν σύμβολα φωτεινά που χαράσσουν σαφώς τον δρόμο του καθήκοντος στις γενεές των νέων που ακολουθούνε μετά…».

Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου