Η μάχη της Κρήτης στο Ρέθυμνο είχε ως αφετηρία το απόγευμα της 20ης Μαΐου 1941. Στην περιοχή Λατζιμάς οι μάχες κράτησαν από 20 ως 29 Μαΐου 1941. Πήραν μέρος δεκάδες ελεύθεροι σκοπευτές από διάφορα χωριά του Μυλοποτάμου, άντρες της Χωροφυλακής και μικρός αριθμός στρατιωτών με ικανούς αξιωματικούς.
Η ρίψη των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στην περιοχή του Λατζιμά, είχε ως στόχο την κατάληψη του αεροδρομίου Πηγής Ρεθύμνου, που βρίσκονταν στην εγγύτερη περιοχή. Στον Λατζιμά ρίχτηκαν ο 3ος λόχος και ο λόχος Διοικήσεως του 2ου τάγματος. Επικεφαλής των Γερμανών που επιχείρησαν επί δέκα ημέρες στον Λατζιμά και είχαν ξεκινήσει από το αεροδρόμιο των Μεγάρων Αττικής, ο Ταγματάρχης Χανς Κρωχ.
Ο έγκριτος ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας Μάρκος Πολιουδάκης, αναφέρει τριάντα δύο Μυλοποταμίτες που σκοτώθηκαν στη μάχη του Λατζιμά. Τα ονόματά τους είναι: Αλεξανδράκης Νικόλαος του Γεωργίου από Ρουμελί. Αντωνάκης Νικόλαος του Ιωάννου από Καλανδαρέ. Αποστολάκης Κωνσταντίνος του Εμμανουήλ από Ομάλα. Βασιλάκης Ευάγγελος του Χρήστου από Αλφά. Βασσάλος Δημήτριος του Γεωργίου από Αλφά.
Βεργάκης Χρήστος του Γεωργίου από Πάνορμο. Γαλλιάκης (Γαλλιός) Δημήτριος του Κωνσταντίνου από Πηγουνιανά. Γερογιάννης Ιωάννης του Γεωργίου από Χουμέρι. Γιακουμάκης Στυλιανός του Κωνσταντίνου από Χουμέρι. Γωνιωτάκης Βασίλειος του Ιωάννου από Καϊρνατζέ. Δασκαλάκης Μιχάλης του Κυριάκου από Πάνορμο. Δεληδάκης Κωνσταντίνος του Κωνσταντίνου από Τριπόδο. Διαρμίσης Ζαχαρίας του Κωνσταντίνου από Αλόιδες. Δροσάκης Νικόλαος του Πέτρου από Ελεύθερνα. Ζαχαράκης Εμμανουήλ του Χριστόδουλου από Ελεύθερνα.
Κιαγιάς Χαρίτος από Βιράν Επισκοπή. Κλάδος Δράκος του Γεωργίου από Λιβάδια. Λιάπης από Ρουμελί. Λυρώνης Νικόλαος του Δημητρίου από Απλαδιανά. Μαρής Γεώργιος από Αγρίδια. Μαρκάκης Μάρκος του Νικολάου από Αχλαδέ. Νικηφόρος Γεώργιος του Εμμανουήλ από Αξό. Παντελάκης Γεώργιος του Ανδρέα από Ρουμελί. Παπαμιχαήλ–Πυρούδης Γεώργιος του Κωνσταντίνου από Αλφά. Παραγιουδάκης Γεώργιος του Κωνσταντίνου από Μελισουργάκι.
Πατερογιαννάκης Νικόλαος του Γεωργίου από Βιράν Επισκοπή. Πετούσης Εμμανουήλ του Χαρ. από Χώνο. Πετρακάκης Νικόλαος του Αντωνίου από Αλφά. Πετρακάκης Νικόλαος του Εμμανουήλ από Έρφους. Σιγανός Ιωάννης του Νικολάου από Φαράτσι. Σκουλάς Γεώργιος (Τζαβελάκης) του Βασίλειου από Ανώγεια. Στριλιγκάς Γεώργιος (Ζάρφης) του Χαρίδημου από Λιβάδια.
Την Παρασκευή 21 Μαΐου 2021, ανήμερα της 80ης επετείου της Μάχης της Κρήτης στη συνοικία Περαχώρι Ανωγείων, πραγματοποιήθηκε σεμνή και γεμάτη συναισθημάτων τελετή αποκάλυψης μεγάλου μεγέθους πορτραίτου (graffiti), του Γεωργίου Βασιλείου Σκουλά ή Τζαβελάκη. Ο Τζαβελάκης έπεσε μαχόμενος κατά τη δεύτερη ημέρα της Μάχης της Κρήτης στις 21 Μαΐου 1941, πολεμώντας τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στη θέση Λατζιμάς Ρεθύμνου.
Στην παρουσίαση του πορτραίτου του Γεωργίου Σκουλά, μίλησε ο Νίκος Σκουλάς του παπα Κώστα, δικηγόρος και Αντιπεριφερειάρχης. Από την ιστορική ομιλία του Νικολάου Σκουλά που ευγενικά μας απέστειλε, παραθέτουμε τα παρακάτω αποσπάσματα:
«…αξίζει να συγκινηθούμε για τον ήρωα. Ακούσετε την αδερφή του τη Ντερτζογιώργαινα να τον μοιρολογάται στο θάνατό του:
Αδερφέ μου Τζαβελάκη μου αδερφέ μου
αρχαίο παλικάρι καντιφέ μου.
Στου δώδεκα τον πόλεμο χαρά μου
έκεια επήγες Γιώργη έρωντά μου.
Και ήρθες φως μου νικητής κι ανθέ μου
κι έφερες και το όπλο ασκιανέ μου.
Στου Λατζιμά το μόλαρες φεγγάρι μου
κι έπεσες εις τη μάντρα παλικάρι μου.
Εθάριες Τζαβελάκη μου μπαξέ μου
πως ήτονε καυγάς περήφανέ μου
για να νταλντίσεις κρίνε μου φεγγάρι μου
με ι το μάλιχέρι παλικάρι μου.
Μάσανιε μηχανήματα ασκιανέ μου
κι ολόκληρη ριπή αντρόπιαστέ μου
του πολυβόλου Γιώργη μ’ αδερφέ μου
την κεφαλή σου πήρε μενεξέ μου.
Αδερφέ μου που σου φωνιάζανε αδερφέ μου
-ìΤσιγάρα Τζαβελάκη” καντιφέ μου.
Άχι και συ των έλεγες πλεμένε μου
-ìΉρθα να πολεμήσω” φημισμένε μου.
“Δε θέλω από τον άτιμο” χαρά μου
“το Γερμανό τσιγάρα”, λεβεντιά μου.
ìΗ λεβεντιά ‘ναι μια πληγή που πάντα αίμα τρέχει, Θε μου και πώς τήνε βαστά εκείνος που την έχει.” Αν νομίζετε πως ζωγραφίσαμε τον Τζαβελάκη υπερφίαλα ή τυχαία, μπορεί και να σφάλετε. Όταν από στέρηση κι ανάγκη άλλοι αφαιρούσαν εφόδια από τους νεκρούς Γερμανούς, εκείνος εμάχετο αφάγωτος, άκαπνος και περήφανος.
Το τσιγάρο, που με ηθικό πλεονέκτημα στερήθηκε όταν πολεμούσε ο μαχητής του Λατζιμά, τον συνοδεύει ως εικόνα στο γκράφιτι που αποκαλύψαμε πριν λίγο. Κάθεται και καπνίζει ο Τζαβελάκης στην αιωνιότητα. Ο θαυμάσιος καλλιτέχνης που το ζωγράφισε, ο Αλέξανδρος Ραπτάκης, το παρατήρησε αποτυπώνοντάς το και τον ευχαριστούμε. Και για αυτό και για όλα. Οι αξίες είναι σπόροι που πάντα βλασταίνουν.
Το 1946 έφεραν τα οστά του ήρωα στα Ανώγεια. Και τον στόλισε θρηνώντας ποιητικά, η άλλη αδερφή του, η Παπαδονικόλαινα:
Αδερφέ μου τιμημένε μου αδερφέ μου
αρχαίε πολεμάρχο ξομπλιαστέ μου.
Και έξι χρόνους σήμερο φεγγάρι μου
έχεις να’ρθεις στ΄Ανώγεια παλικάρι μου.
Στην Παναγία σ’ έχουνε ψυχή μου
και παίξε ι το σάλτο ευγενή μου.
Να πας ομπρός στα σπίθια σου χρυσέ μου
ερείπιά ‘νιαι Γιώργη αδερφέ μου.
Κι έφυγε η οικογένεια αντρειωμένε μου
και στην Πλακιώτισσά ναι παινεμένε μου.
Σήκ΄ όμορφέ μου γλεντιστή αδερφέ μου
τσοι φίλους σου να ιδείς πονετικέ μου.
Τα καφενεία αέρα κι ασκιανέ μου
Γιώργη μου να γυρέψεις πλουμιστέ μου.
και να τρατάρεις Γιώργη μου στολή μου
έξοδα εσύ να κάμεις ευγενή μου.
Τα μοιρολόγια αφηγήθηκαν στοιχεία της αξίας του μαχητή. Τη λεβεντιά, το φιλότιμο, το χουβαρνταλίκι του αρχαίου παλικαριού που είναι πονετικός χαρακτήρας.
Ο πρώην δήμαρχος Ανωγείων, ο κ. Γεώργιος Σμπώκος μέσα στην ευγενή λογιοσύνη και τα υπέροχα βιβλία του, τα ευαγγέλια της τοπικής παράδοσης και ιστορίας, γράφει:
«Ο Γεώργιος Βασιλείου Σκουλάς ή Τζαβελάκης γεννήθηκε το 1888. Υπήρξε μια από τις ηρωικές μορφές, που το πέρασμά της λάμπρυνε και τίμησε τ’ Ανώγεια. Διακρίνονταν για την αρχοντιά, την τόλμη και τον ηρωισμό του. Σκοτώθηκε στο Λατζιμά Μυλοποτάμου. Εντυπωσιάστηκε ο λαϊκός μας ποιητής Μανώλης Καλομοίρης ή Λιόντας από όσα ο θρύλος και η παράδοση διέσωσαν για τον ήρωά μας.
Ο ποιητής τον διατήρησε στην μνήμη του από τότε που ήταν παιδί και τον αποκαμάρωνε. Είδε τον Τζαβελάκη να φεύγει από την αυλή του σπιτιού τους, μαζί με τον πατέρα του Νικόλα Καλομοίρη για να αντιμετωπίσουν τις ουρανοκατέβατες ορδές του Χίτλερ.
Ο Καλομοιρονικόλας τραυματίστηκε στη μάχη. Ο γιος του ο Λιόντας έγραψε ένα ποίημα που αποτελεί ύμνο στον Τζαβελάκη» .
“Πάνω στση Μύθιας την κορφή έναν αηδόνι κλαίει
και μοιρολόγια του Σκουλά του Τζαβελάκη λέει.
Σε δυο πολέμους έτυχε Τουρκία Βουλγαρία
γι αυτό ‘χει γράψει γράμματα χρυσά η Ιστορία.
Μιαν ανοιξιάτικην αυγή, μια σκουντουφλιάρα μέρα
οι Γερμανοί σαν τα πουλιά πέφτουν που τον αέρα.
Ήρθε μαντάτο στο χωριό στ’ Ανώγεια λυπημένο
πως πέσανε οι Γερμανοί κι είν’ αναστατωμένο.
Οι τρεις καμπάνες του χωριού λυπητερά χτυπούνε
νέους και γέρους να βρεθούν στον πόλεμο καλούνε.
Ο Τζαβελάκης ξεκινά και τ΄ άρματά ντου παίρνει
κι ο Καλομοίρης στην αυλή, έτοιμος περιμένει.
Σε ποια μεριά να πάρουνε ποια πάντα να κινήσουν
που πέσανε οι Γερμανοί να πα’ τσι πολεμήσουν;
Σαν αστραπή ‘που το χωριό ‘πογείραν τ’ Αχλαδάκι
και στη Λιβάδα εσμίξανε τον Κώστα τον Κανάκη.
Στο πόδι πίνουν μια ρακή οι τουρκοπολεμάρχοι
και τον Κανάκη πήρανε και πάνε για τη μάχη.
Στο δρόμο που πηγαίνανε στση νύχτας το σκοτίδι
ο Καλομοίρης συμβουλές του Τζαβελάκη δίδει:
«Φιλιότσο Γιώργη οι Γερμανοί είναι στρατός με όλα
αεροπλάνα άρματα όλμους και πολυβόλα.
Και οι σφαίρες είναι λιγοστές, καλά που το κατέχεις
και συνιστώ σου όσο μπορείς φιλιότσο να προσέχεις”.
«Σάντολε μην ανησυχείς, μαζί θα πολεμούμε
την τελευταία σφαίρα μου θα τήνε μοιραστούμε”.
Σαν τα γεράκια χύνουνται, σαν τα πουλιά πετούνε
και την αυγή στου Λατζιμά τσοι Γερμανούς χτυπούνε.
Πόλεμο κάνουνε σκληρό δυο νύχτες και δυο μέρες
μπέτη με μπέτη παίζουνε των Γερμανώ τσι σφαίρες.
Σαν τα λιοντάρια μάχουνται και την ζωή αψηφούνε
στα χέρια με τσοι Γερμανούς κοντεύει να πιαστούνε.
Ο Τζαβελάκης δε δειλιά και στη φωτιά νταλντίζει
οι σφαίρες πέφτουνε βροχή μα οπίσω δε γυρίζει.
Ατρόμητος και σα θεριό ορθός στην μάχη μπαίνει
και μια ριπή των Γερμανών την κεφαλή του παίρνει.
Την τελευταία του ματιά ρίχνει στον Ψηλορείτη
κι είπε με σιγανή φωνή “Ζήτω πατρίδα Κρήτη”
Ένα πουλί στου Λατζιμά ένα στεφάνι πλέκει
και στεφανώνει το νεκρό μαζί με το τουφέκι.
Για τση Πατρίδας την τιμή όσοι είναι σκοτωμένοι
να ‘ναι το χώμα ελαφρύ απού ‘ναι σκεπασμένοι.
Ας ακούσουμε και τον Τζαβελαντρέα, που ως έφηβος, έζησε τα γεγονότα, να τα διηγείται. Υπαγόρευσε την παρακάτω αφήγηση στον Μίχαλο Σταυρακάκη και υπάρχει στο βιβλίο του “Θύελλες και κατατρεγμοί”.
ì…πρίχου πέσουνε οι αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη ήρθε στ΄αόρι στη Μύθια ο καπετάν Σατανάς από τον Κρουσώνα με έναν Εγγλέζο. Εξωμένανε καθ΄αργά στο μιτάτο μας. Και κάθε ταχινή επηγαίνανε στη Νίδα κι εσηκώνανε πέτρες από τα πλάγια και τσι βάνανε στον κάμπο τση Νίδας. Αυτή η δουλειά εβάσταξε πολλές μέρες. Εδουλέψανε εθελοντικά πολλοί Ανωγειανοί, για να μην προσγειωθούνε, όπως έλεγε ο Εγγλέζος, γερμανικά αεροπλάνα στη Νίδα.
Ο θείος μου ο Τζαβελάκης εκλούθανε ταχιά του Σατανά και του Εγγλέζου από τη Μύθια κι επηγαίνανε στ Νίδα. Και καθ’ αργά εγιαγέρνανε κι εξωμένανε στο μιτάτο.
Το Μάη το 1941 που πέσανε οι αλεξιπτωτιστές, ήρθε ο Τζαβελάκης από τη Μύθια στο χωριό κι εβάστανε το τουφέκι ντου.
Ετότεσάς ήτονε δήμαρχος ο Νικολής ο Σταυρακάκης. Έβγαλε ντελάλη και φώνιαζε στσοι γειτονιές του χωριού:
“Όποιοι θέλουνε να πάνε να πολεμήσουνε να περάσουνε από το Δημαρχείο να γραφτούνε να πάνε οργανωμένοι.”
Όσοι ήτανε γέροι ανήμποροι να πολεμήσουνε επήγανε στο Δημαρχείο μαχαίρια και τουφέκια να τα πάρουνε αυτοί που μπορούσανε.
Στο δρόμο του Κατσαμπά επαντήξανε με το Δήμαρχο ο Τζαβελάκης. Εβάστανε ο Τζαβελάκης το ντουφέκι και του λέει ο Δήμαρχος:
-Να περάσεις Γιώργη από το Δημαρχείο να γραφτείς.
Και του λέει ο Τζαβελάκης:
-Ντα με τσι μπένες Δήμαρχε κάνουνε τον πόλεμο γη με τα τουφέκια;
Ο Τζαβελάκης επήγε μαζί με τον Καλομοιρονικόλα να πολεμήσουνε και στου Λατζιμά εσκοτώθηκε ο Τζαβελάκης…»
Γιατί λέμε ιστορίες καθημερινής ζωής, για τον μαχητή του Λατζιμά; Ακριβώς για να δείξουμε ποιος ήταν ο άνδρας αυτός που στέκει τόσο ψηλά στην συνείδηση της φαμελιάς, της γειτονιάς και του χωριού. Αυτός και κάθε όμοιός του, δεν ήταν κανένας βλοσυρός, απόμακρος, κακός, επίφοβος, απειλητικός και προβληματικός. Αντίθετα, η φυσική του γενναιότητα και παλικαριά συνδυάζονταν με συναίσθημα, φιλότιμο, ευστροφία, αλληλεγγύη και συμπόνοια. Έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν την ζωή όμορφη και γλυκιά. “Κοντός ήτονε παιδί μου, μα ήτονε ωσάν τον αητό”, μου έλεγε η γιαγιά μου, η Κίκαινα.
Δεν ήταν ο Τζαβελάκης άφιλος, απόμακρος και στείρος. Δεν στέκει σε βάθρο αγάλματος κοιτάζοντας υπερφίαλα την ζωή. Δεν συμπεριφέρεται καταφρονητικά στους αδύναμους. Ακολουθεί τον κύκλο της ζωής, όπως τον κύκλο του χορού. Αγαπά την ζωή, όπως και την Πατρίδα του. Και όταν έρχεται η ώρα, το Μάη του 1941, σε ηλικία 53 ετών αφήνει την φαμελιά στο έλεος του Θεού. Σπεύδει και πέφτει πρωτομαχητής, για να μην δει τον τόπο του στην κυριαρχία του Χίτλερ, του Κρόνου.
Διότι όσο πιο γλυκά και ταιριαστά βιώνεις την ζωή, τόσο πιο πολύ αγαπάς τον τόπο σου και τους ανθρώπους . Άρα, είσαι και περισσότερο έτοιμος να κάνεις θυσίες και να πεθάνεις για αυτά. Πατρίδα, ήταν και είναι, ο τόπος και η αγάπη προς αυτόν και τους ανθρώπους που συμβιώνεις.
Η αρνητική στάση ζωής, αναπόφευκτα δημιουργεί κακούς εσωτερικούς διαλόγους. Αυτοί καταλήγουν σε κακές κοινωνικές συμπεριφορές. Με την σειρά της, η κοινωνία αποδοκιμάζει τον κακό φορέα και τον οδηγεί στην απομόνωση ή στην αποβολή.
Και την κρίσιμη ώρα του χρέους, κάθε συστηματικά αντικοινωνική περίπτωση, φοβάμαι ότι όχι μόνο δεν δείχνει φιλοπάτριδη γενναιότητα, όχι μόνο δεν προβαίνει σε ηρωικές πράξεις αυτοθυσίας για την Πατρίδα, αλλά μάλλον θα πρέπει να φοβόμαστε τα χειρότερα. Το επιβεβαιώνει και η ιστορική εμπειρία.
Και όποιος σήμερα επαινεί την επιδεικτική οπλοφορία και την οπλοκατοχή με πρόφαση μεν τον πατριωτισμό, αλλά λογαριάζοντας άλλα, μάλλον δεν μας τα λέει καλά. Διότι η σύγχρονη μορφή πολέμου, με ηλεκτρονικά μέσα και ντρόουνς (drones) ακυρώνει τον ισχυρισμό άμεσα. Ο φιλόπατρις, δουλεύει εντατικά, ασκείται στοχοπροσηλωμένα στην αναγκαία και θεσμικά επιτρεπτή δράση και εμψυχώνει.
Γνωρίζουμε τις δικαιολογημένες ενστάσεις. Πράγματι. Δεν μπορείς να είσαι χαλαρός και να θέλεις να επιβιώσεις με τους δύσκολους όρους του Ψηλορείτη. Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί. Το βουνό έχει τους σκληρούς και άγραφους νόμους του. Αυτούς που διαμορφώνει το τοπίο. Όταν απειλείσαι, οφείλεις να το ξέρεις. Αυτό είναι αλήθεια.
Όμως η απάντηση είναι το μέτρο. Αυτό που καθιέρωσε η βασιλεία του Δία στον κόσμο, αφότου έριξε τον Κρόνο από το θρόνο. Όπου χαθεί το μέτρο, πληρώνεται πάρα πολύ ακριβά.
Ο Τζαβελάκης ήταν συνεχιστής της φημολογούμενης γενναιότητας της πατρογονικής του γραμμής. Θεμελιωτής της παράδοσης αυτής, ήταν ο θείος του ο Παπαδαντώνης. Τουρκομάχος και βασανισμένος ο Παπαδαντώνης, σκότωσε στον καιρό του πέντε άντρες. Και έθαψε όσο ζούσε τους πέντε από τους έξι λεβέντες γιους του. Κι έλεγε στα ύστερά του. “Μην κάμεις μη σου κάμουνε, μην πεις να μη σου πούνε, την ξένη πόρτα όντε χτυπάς την εδική σου σπούνε…».
Ανήσυχος και ο γέρο Καρφάκης, έλεγε συχνά: “Πολύ αντρειά, ερημιά σπιθιού».
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης, είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος