Η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανοϊταλούς, ολοκληρώθηκε την 1η Ιουνίου 1941. Οι Κρητικοί, μια «ράτσα» ανθρώπων που δεν προσκύνησε ποτέ κανένα κατακτητή, ξεκίνησαν αμέσως το αντάρτικο. Οι απόκρημνες πλαγιές των Λασιθιώτικων βουνών, του Ψηλορείτη, των Λευκών Ορέων, έγιναν τα κρησφύγετα των ανταρτών. Ακολούθησαν τέσσερα χρόνια σκλαβιάς και ηρωισμών, τέσσερα χρόνια αγώνων και θυσιών, ώσπου να έρθει η μέρα της λευτεριάς. Στο πλάι των ανταρτών, στάθηκαν άξια οι γυναίκες της Κρήτης. Οι γυναίκες της Κρήτης που ύψωσαν το ανάστημά τους στον βάρβαρο κατακτητή βοηθώντας με όποιον τρόπο μπορούσαν τους αντάρτες, δίδοντας πολλές απ’αυτές το αίμα τους για την πατρίδα. Σ’αυτήν την ομάδα των γυναικών της Κρητικής Αντίστασης, ανήκουν η Αικατερίνη Μαυρόκωστα – Μανουρά από το Καλό Χωριό Μονοφατσίου και η δασκάλα Ευαγγελία Παναγιωτάκη από το χωριό Πεζά Ηρακλείου.
Η Αικατερίνη Μαυρόκωστα – Μανουρά
Ο Γεώργιος Μαυρόκωστας του Ιωάννου, γεννήθηκε στα Ανώγεια το έτος 1874. Παντρεύτηκε την Αικατερίνη Μανουρά και απέκτησαν οκτώ παιδιά. Τη Μαρία (1903), τον Κωνσταντίνο (1905), τον Ιωάννη (1907), τον Εμμανουήλ (1909), τον Νικόλαο (1911), τον Βασίλη (1916), τον Λευτέρη (1919) και την Αγάπη (1925).
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών Χριστιανών και Μουσουλμάνων, η οικογένεια του Γεωργίου Μαυρόκωστα μετεγκαταστάθηκε το 1924 από τα Ανώγεια στο Καλό Χωριό Μονοφατσίου. Ο Γεώργιος Μαυρόκωστας ήταν μεγαλοκτηνοτρόφος και στο Καλό Χωριό βρήκε εκτάσεις για το ποίμνιό του.
Διαβάζουμε σε κείμενο του Πολιτιστικού Συλλόγου Καλού Χωριού:
´Το Καλό Χωριό Μονοφατσίου είναι χτισμένο στους πρόποδες του λόφου, από όπου περνάει ο παραπόταμος του Αναποδάρη στον οποίο συγκεντρώνονται τα νερά της κοιλάδας του Αρκαλοχωρίου, των πηγών της Μουσούτας και της Χαντρούς. Στο χωριό κατοικούσαν αποκλειστικά οθωμανοί και είναι ένα από τα χωριά που ιδρύθηκαν την περίοδο της Οθωμανικής κατοχής, γι’αυτό και δεν αναφέρεται στις απογραφές. Το χωριό ήταν κέντρο στήριξης του οθωμανικού στοιχείου κατά την επαναστατική περίοδο 1821 – 1830. Το χωριό, όπως αναφέρει ο Pashley στην απογραφή του, για τον δεκάχρονο επαναστατικό αγώνα, καταστράφηκε εντελώς από τους χριστιανούς και εκδιώχτηκαν οι κάτοικοί του.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, οι οθωμανοί κάτοικοι επέστρεψαν σταδιακά, (μετά το 1831), αφού η Κρήτη δεν περιλήφθηκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος. Το εγκατέλειψαν δε οριστικά, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Τότε εγκαταστάθηκαν στο χωριό αποκλειστικά πρόσφυγες της Ιωνίαςª.
Δύσκολα ήταν τα χρόνια της κατοχής 1941-1945 για την οικογένεια του Γεωργίου και της Αικατερίνης Μαυρόκωστα – Μανουρά. Από τα βάρβαρα και φασιστικά Γερμανικά στρατεύματα, εκτελέστηκαν ο πατριάρχης της οικογένειας Γεώργιος Μαυρόκωστας και δυο γιοι του, ο Βασίλης και ο Νικόλας. Τρεις γιοι, ο Κωστής, ο Γιάννης και ο Μανόλης μαζί με τον γαμπρό τους Δημήτρη Φαρσαράκη, (άντρας της Μαρίας), ενεργά μέλη της Εθνικής Αντίστασης Κρήτης στην Ομάδα του Καπετάν Μανόλη Μπαντουβά, κατέφυγαν στη Μέση Ανατολή. Η Αικατερίνη Μαυρόκωστα Μανουρά, σιωπηλή παρουσία με σημαντική δράση στην Αντίσταση της Κρήτης τα χρόνια 1941-1944, έκλαψε για τον άντρα και τα δυο παιδιά της που έδωσαν το αίμα τους για τη λευτεριά και συνέχισε να εργάζεται για τη συμμαχική νίκη. Δεν έπαψε «ούτε λεπτό», να φιλοξενεί αντάρτες στο σπίτι της, άντρες του συμμαχικού στρατηγείου, σαμποτέρ, να πλύνει τα ρούχα των αγωνιστών, να ζυμώνει ψωμιά για την Κρητική Αντίσταση, να μεταφέρει μηνύματα. Με καταγωγή της ίδιας από την ιστορική και λεβέντικη οικογένεια των Μανουράδων, έμεινε ως το τέλος στης ζωής της πιστή στην μαντινάδα:
Η λεβεντιά είναι ένα δεντρί που πάντα αίμα τρέχει
Θε μου και πως τήνε βαστά εκείνος που την έχει
Μαυρόκωστας Βασίλης του Γεωργίου. Ο Μαυρόκωστας Βασίλειος του Γεωργίου και της Αικατερίνης Μανουρά, γεννήθηκε το 1916 στα Ανώγεια Μυλοποτάμου και από το 1924 με την οικογένειά του κατοικούσε στο Καλό Χωριό Μονοφατσίου. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο επιστρατεύτηκε και πολέμησε τους Ιταλούς στα βουνά της Αλβανίας. Στην Εθνική Αντίσταση Κρήτης Ε.Α.Ο. Καπετάν Μανόλη Μπαντουβά, οργανώθηκε αμέσως μόλις επέστρεψε από την Αλβανία, την αρχή ως τροφοδότης και σύνδεσμος και έπειτα ως αντάρτης. Πήρε μέρος ως ένοπλος αντάρτης στις 12 Σεπτεμβρίου 1943 στη Μάχη της Σύμης. Μετά τη μάχη, κατόπιν διαταγής του Αρχηγού Εμμανουήλ Μπαντουβά, λόγω των μεγάλων γερμανικών δυνάμεων που κύκλωσαν την περιοχή που ήταν το λημέρι (Χαμέτη Βρύση), αναχώρησε μαζί με τέσσερις άλλους αντάρτες για να διασπάσουν τον γερμανικό κλοιό και να επιστρέψουν στα χωριά τους. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1943 και ενώ κατευθύνονταν από το Λημέρι στον Πόρο του Ομαλού και την Έμπαρο, μόλις είχαν περάσει τη μάντρα των Σταυρακάκηδων έπεσαν σε ενέδρα των Γερμανών. Στην ενέδρα σκοτώθηκαν ο Βασίλης Μαυρόκωστας και ο Μανόλης Καλλέργης από τον Άγιο Θωμά. Αργότερα τα πτώματά τους τα έθαψε δίπλα στο εξωκλήσι του Αγίου Πνεύματος ο κτηνοτρόφος Σταυρακάκης.
Μαυρόκωστας Νικόλαος του Γεωργίου. Ο Μαυρόκωστας Νικόλαος του Γεωργίου και της Αικατερίνης Μανουρά, γεννήθηκε το 1911 και από το 1924 κατοικούσε με την οικογένειά του στο Καλό Χωριό Μονοφατσίου. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 πήρε μέρος και πολέμησε στην Αλβανία τους Ιταλούς. Από τους πρώτους οργανώθηκε στην Εθνική Αντίσταση Κρήτης-Ε.Α.Ο. του Καπετάν Μανόλη Μπαντουβά και αποτελούσε επίλεκτο και δυναμικό μέλος της. Στις 4 Φεβρουαρίου 1944, λόχος γερμανικού στρατού αναζητώντας αντάρτες κύκλωσε και στη συνέχεια εξερευνούσε την περιοχή του Καλού Χωριού.
Ο Νικόλαος Γ. Μαυρόκωστας, στην προσπάθειά του να βγάλει έξω από τον κλοιό δυο αντάρτες και να τους φυγαδεύσει, έγινε αντιληπτός από τους Γερμανούς και πυροβολήθηκε. Οι αντάρτες κατόρθωσαν να διαφύγουν τη σύλληψη, όμως ο Νικόλαος Μαυρόκωστας τραυματίστηκε στο πόδι και πιάστηκε αιχμάλωτος.
Αν και τραυματίας, βασανίστηκε απάνθρωπα για να μαρτυρήσει ότι γνώριζε για τους αντάρτες. Επειδή όμως παρά τα βασανιστήρια δεν μαρτυρούσε, τον σκότωσαν χωρίς δίκη στην αγροτική περιοχή μεταξύ Καλού Χωριού και Μοναστηράκι. Το σώμα του το έθαψαν οι γερμανοί σε άγνωστο σημείο και δε βρέθηκε ποτέ.
Μαυρόκωστας Γεώργιος του Ιωάννου. Ο Γεώργιος Μαυρόκωστας του Ιωάννου γεννήθηκε στα Ανώγεια Μυλοποτάμου το 1874. Επειδή δεν μπορούσε να αντέξει στην ιδέα ότι και ο δεύτερος γιος του θα παραμείνει άταφος και μη γνωρίζοντας τον τόπο της ταφής του, κατευθύνθηκε στο Καστέλλι και στον Γερμανό Διοικητή του πολεμικού αεροδρομίου Ταγματάρχη Τροστ. Ο Γεώργιος Μαυρόκωστας μπαίνοντας στα γραφεία της Γκεστάπο του Καστελλίου, πιάστηκε αμέσως αιχμάλωτος, του πέρασαν χειροπέδες και μετά από ανάκριση οδηγήθηκε στις φυλακές Ηρακλείου.
Σύμφωνα με έγγραφο του κλειστού ακόμα αρχείου του Καπετάν Μπαντουβογιάννη, τον Γεώργιο Μαυρόκωστα άρπαξε από τις φυλακές Ηρακλείου ο αιμοσταγής Σούμπερτ με την ομάδα του, τον οδήγησαν στα γραφεία της οργάνωσης που βρίσκονταν στη σημερινή Λεωφόρο Καλοκαιρινού και τον σκότωσαν μετά από φριχτά βασανιστήρια. Το σώμα του είναι άγνωστο που τάφηκε. Στο φύλλο 71 της εφημερίδας της Κυβέρνησης με ημερομηνία 13 Ιουλίου 1954, αναφέρεται ότι ο Γεώργιος Ιωάννου Μαυρόκωστας εκτελέστηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1944.
Για την οικογένεια του Γεωργίου Μαυρόκωστα, πληροφορίες αντλούμε από το έγγραφο οικογενειακής κατάστασης που εξέδωσε ο Πρόεδρος της Κοινότητας Λευκοχωρίου (που υπάγεται το Καλό Χωριό Μονοφατσίου), με ημερομηνία 20 Νοεμβρίου 1957. Ο Πρόεδρος της Κοινότητας Λευκοχωρίου πιστοποιεί ότι:
´Ο υπογεγραμμένος Πρόεδρος της Κοινότητος Λευκοχωρίου Μονοφατσίου εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς ή ανακριβούς πιστοποιήσεως πιστοποιώ ότι η οικογένεια του Γεωργίου Ι. Μαυρόκωστα αποβιώσαντος λόγω βασανιστηρίων υπό των Γερμανών τη 17 – 1 – 1944 μετά των υιών αυτού 1) Βασιλείου 2) Νικολάου όπου εξετελέσθησαν. Ούτος άφησε τους κάτωθι κληρονόμους, την νόμιμον αυτού σύζυγον Αικατερίνη Γ. Μαυρόκωστα το γένος Μανουρά και τα κάτωθι νόμιμα τέκνα:
1) Μαρία, έτος γεννήσεως 1903, αριθ. δημ. 146, έγγαμος, οικιακά.
2) Κωνσταντίνης, έτος γεννήσεως 1905, αριθ. μητρώου 6, έγγαμος, γεωργός.
3) Ιωάννης, έτος γεννήσεως 1907, αριθ. μητρώου 7, έγγαμος, γεωργός.
4) Εμμανουήλ, έτος γεννήσεως 1909, αριθ. μητρώου 4, έγγαμος, γεωργός.
5) Ελευθέριος, έτος γεννήσεως 1919, αριθ. μητρώου 8, έγγαμος, γεωργός.
6) Αγάπη, έτος γεννήσεως 1925, αριθ. δημ. 18, έγγαμος, οικιακά.
Και ότι ευρίσκονται εν ζωή κάτοικοι Καλού Χωριού Μονοφατσίου της υπ’εμέ Κοινότητοςª.
Η δασκάλα Ευαγγελία Παναγιωτάκη
Μετά το σαμποτάζ στο αεροδρόμιο Καστελλίου και των αποθηκών βενζινών στα Πεζά τα ξημερώματα της 5ης Ιουλίου 1943, οι γερμανοί συλλαμβάνουν και κλείνουν σε χωράφι, στη θέση Διακονιάρης Αγιών Παρασκιών, 190 πατριώτες από διάφορα χωριά της επαρχίας Πεδιάδος.
Αμέσως καταφτάνει στο Ηράκλειο από την έδρα του τα Χανιά, ο Γενικός Διοικητής Κρήτης, Ιωάννης Πασσαδάκης. Εκεί ειδοποιημένοι, τον περίμεναν οι κοινοτάρχες της Πεδιάδος, (οι περισσότεροι ήταν διορισμένοι από τις αρχές κατοχής). Ο Πασσαδάκης μίλησε προς τους κοινοτάρχες και προς τους ομήρους, τους οποίους τελικά απελευθέρωσε, ύστερα από εντολή του Διοικητού «Φρουρίου Κρήτης» Μπρούνο Μπρόγερ. Τη μετάβαση του Ιωάννη Πασσαδάκη στα Πεζά και αποσπάσματα της ομιλίας του, ο αρθογράφος της εφημερίδας «Κρητικός Κήρυξ» στο φύλλο της 13ης Ιουλίου 1943, περιγράφει ως εξής:
«…την 10ην πρωινήν της προχθές Κυριακής, ο εν τη πόλει μας ευρισκόμενος Υπουργός Γεν. Διοικητής Κρήτης κ. Ιωάν. Πασσαδάκης, συνοδευόμενος υπό του κ. Επιθεωρητού του Φρουραρχείου, του κ. Νομάρχου, του κ. Διοικητού της Χωρ/κής και του ημετέρου Διευθυντού κ. Βάρβογλη, μετέβη εις το χωρίον Πεζά, ένθα κατόπιν προσκλήσεως είχον συγκεντρωθή άπαντες οι Κοινοτάρχαι της περιφερείας και αρκετός κόσμος των πέριξ χωρίων. Προς τους συγκεντρωθέντας, ο κ. Υπουργός ωμίλησεν επί των προσφάτων λυπηρών γεγονότων της νήσου, συνεπεία πράξεων σαμποτάζ και ετόνισε την ανάγκην όπως ο πληθυσμός παρακολουθή και καταγγέλη αυθωρεί πάσαν κίνησιν των διαφόρων σαμποτέρ, ήτις ως είπεν, ουδένα άλλον σκοπόν έχει, ει μη να ρίπτη τον πληθυσμόν εις μεγάλα δεινά.
Ευρίσκομαι από της προχθές εδώ, εσυνέχισεν ο κ. Υπουργός Φρουρίου Κρήτης, εκτελών εντολήν του Αξιοτίμου Διοικητού του Φρουρίου Κρήτης, όστις ευηρεστήθη να αποδεχθή παράκλησίν μου περί απολύσεως των συλληφθέντων ενταύθα ομήρων, συνεπεία των τελευταίων σαμποτάζ.
Αι αρχαί Κατοχής, ετόνισεν ο κ Υπουργός, ενδιαφέρεται ζωηρώς δια την γαλήνην της νήσου και έχουν την εύλογον απαίτησιν από τον πληθυσμόν να συμβάλλη κι αυτός εις την παγίωσιν αυτής. Δια τον λόγον τούτον, οφείλομεν πάντες ανεξαιρέτως να επαγρυπνώμεν δια την διατήρησιν της τάξεως ταύτης και να ματαιώνωμεν ενεργώς εφ’ όσον υποπίπτει εις την αντίληψίν μας, κάθε απόπειραν των σαμποτέρ όπως μας θέσουν αντιμετώπους με τον στρατόν κατοχής.
Ακολούθως ο κ. Υπουργός ανεφέρθη εις τον αγώνα, όν διεξάγει η Γερμανία υπέρ της Ευρώπης και ετόνισε ότι ο Ελληνικός λαός δεν πρέπει να δίδει πίστιν εις την αντίθετον προπαγάνδαν, διότι η Γερμανία είναι πανίσχυρος και θα κρατήση οπωσδήποτε την Κρήτην μέχρι πέρατος του εν Ευρώπη αγώνος της. Είναι γνωστόν άλλως τε, εσυνέχισεν ο κ. Υπουργός, ότι ο Γερμανικός Στρατός δεν ήλθεν εις την Κρήτην δια να βλάψη ημάς αλλά δια να εκδιώξη τους Άγγλους, οίτινες κατέκλυσαν την χώραν μας δια να την θέσουν αντιμέτωπον της Γερμανίας.
Είτα ο κ. Υπουργός εκάκισε την αγγλικήν πολιτικήν, ήτις είναι πολιτική καταστροφής δια την Ευρώπην ως συνεργαζομένην με τον εβραϊσμόν και τον μπολσεβικισμόν, όστις απεργάζεται την συντριβήν του πολιτισμού.
Τέλος ο κ. Υπουργός εξώρκισε τους παρισταμένους όπως διάγουν εν νομιμοφροσύνη και ητήσετο την συνδρομήν αυτών εις το βαρύ έργον του προς αποκατάστασιν ενός ρυθμού ομαλότητος και τάξεως εν τη νήσω.
Μετά τον κ. Υπουργόν, ο Νομάρχης κ. Ξανθάκης ωμίλησε δι’ ολίγον υπό το αυτό πνεύμα και εν συνεχεία ανεφέρθη εις το ζήτημα της συγκεντώσεως των σιτηρών, επί των μέχρι τούδε αποτελέσματα της οποίας, ως είπε, δεν είναι διόλου ευχαριστημένος. Ο κ. Νομάρχης επέστησε και πάλιν την προσοχήν των Κοινοτικών επιτροπών και των Εποπτών συγκεντρώσεως, επί του κεφαλαιώδους τούτου ζητήματος, τονίσας ότι απόφασις των Γερμανικών και Ελληνικών αρχών είναι να μην φεισθούν ουδενός αυστηρού μέτρου προκειμένου να επιτύχη απολύτως η σχετική συγκέντρωσις των σιτηρών.
Μετά το πέρας του λόγου του κ. Νομάρχου, προσεφέρθησαν εις τους επισήμους αναψυκτικά, μεθ’ ό, ούτοι περί ώραν 12ην μεσημβρίας ανεχώρησαν επιστρέφοντες εις Ηράκλειον…».
Την προσφώνηση του Πασσαδάκη στο χωριό Πεζά, ανέλαβε εκ μέρους των κατοίκων η δασκάλα Ευαγγελία Παναγιωτάκη. Τον λόγο της δημοσίευσε η φιλογερμανική εφημερίδα ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ στο φύλλο της 14ης Ιουλίου 1943. Συγκεκριμένα, η δασκάλα Ευαγγελία Παναγιωτάκη είπε:
«…η κοινότης Πεζών, δεχομένη σήμερον τον Γενικόν Διοικητήν Κρήτης μετά των αρχών κατοχής, αισθάνεται χαράν ανεκλάλητον επί τη αφίξει εκείνου όστις απάσας τας σωματικάς και πνευματικάς αυτού δυνάμεις διαθέτει προς το συμφέρον και εξυπηρέτησιν της πατρίδος, κατά τας κρισίμους αυτάς στιγμάς που διέρχεται αύτη, καθώς και ολόκληρος η ανθρωπότης.
Συναισθανόμενοι δε το μέγεθος των θυσιών και υπηρεσιών σας, σας ευχαριστούμεν και σας ευγνωμονούμεν, παρακαλούμεν δε τον Ύψιστον να διαφυλάττη υμάς υγιά, ίνα αι στιβαραί υμών χείρες κατευθύνουν το σκάφος της Κρήτης, όπου και όπως δει, υποσχόμεθα δε και ημείς την πλήρη συμμόρφωσιν και υπακοήν προς τας εκάστοτε εκδιδομένας διαταγάς υμών και των αρχών κατοχής.
Οι κάτοικοι Πεζών και οι Κοινοτάρχαι της Πεδιάδος σας απευθύνουν επί τη αφίξει σας το καλώς ήλθατε».
(Σχολιασμός: Στο χωριό Πεζά είχε γίνει σαμποτάζ και ανατινάχτηκαν χιλιάδες γαλόνια βενζινών, όπως και το αεροδρόμιο του Καστελλίου που απέχει λίγα χιλιόμετρα από τα Πεζά. Δίπλα από τον Ιωάννη Πασσαδάκη, μέσα στα σύρματα του «Διακονιάρη», ήταν κλεισμένοι 190 πατριώτες, πολλοί απ’αυτούς Πεζανοί, συγχωριανοί δηλαδή της δασκάλας Ευαγγελίας Παναγιωτάκη, με αβέβαιο μέλλον. Κάποιος έπρεπε να προσφωνήσει τον Γενικό Διοικητή Κρήτης. Η δασκάλα δέχτηκε. Θυσίασε τον εαυτό της, (με κίνδυνο να χαρακτηριστεί γερμανόφιλη) και δέχτηκε να κάνει την προσφώνηση. Ο σκοπός ήταν να απελευθερωθούν οι όμηροι. Η δασκάλα ήταν πατριώτισσα και προσφέρθηκε εθελοντικά. Όπως μαρτυρούν σήμερα και οι συγχωριανοί της, ο λόγος που εκφώνησε προς τον Πασσαδάκη δεν είχε σχέση με τη δράση της, που ήταν πάντοτε προς την κατεύθυνση της αντίστασης και της ελευθερίας της Κρήτης.
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου Πεδιάδος