Συμπληρώνονται φέτος 77 χρόνια από την απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού Heinrich Κreipe. Σαν σήμερα, στις 26 Απριλίου 1944, ομάδα δεκατριών αντρών από έντεκα κρητικούς και δύο βρετανούς αξιωματικούς, στη διακλάδωση των Αρχανών με την πόλη του Ηρακλείου και του Καστελλίου Πεδιάδος, απήγαγε τον Στρατηγό Κράιπε. Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο Πάτρικ Λη Φέρμορ.
Το σχέδιο της απαγωγής με όλες τις λεπτομέρειες, είχε καταστρωθεί αρκετές ημέρες πριν την επιχείρηση. Μεταξύ άλλων προέβλεπε τη μεταφορά του Στρατηγού στον Ψηλορείτη και στη συνέχεια στη Μέση Ανατολή. Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ είχε ζητήσει από τον Βρετανό αξιωματικό Σύνδεσμο Τομ Ταμπάμπιν ή Ιωάννη, (ο σταθμός ασυρμάτου του Τομ βρίσκονταν στον Ψηλορείτη), να του στείλει τον Αντώνη Ζωιδάκη που ήταν τότε στη φρουρά του ασυρμάτου και ένα παλικάρι από την Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων στην τοποθεσία Καλόγερος, στην μάντρα του Σηφογιάνη στα ορεινά της Κασταμονίτσας που είχε καταλύσει η ομάδα της απαγωγής.
Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ ήθελε τη βοήθεια του Ανωγειανού στην πορεία του στρατηγού και των απαγωγέων από το Γενή Γκαβέ στα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη, σύμφωνα με τον σχεδιασμό.
Ο Τομ Ταμπάμπιν έστειλε σημείωμα στον Αρχηγό της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων Χριστομιχάλη Ξυλούρη με τον Αντώνη Ζωιδάκη. Στο σημείωμά του προς τον Χριστομιχάλη, ο Τομ έγραφε: «Αγαπητέ Μιχάλη, θέλω να μας βοηθήσετε στο εξής.
Να στείλετε μαζί με τον Αντώνη ένα καλό παιδί να τον βοηθήση σε μιαν δουλειά που θέλει ο κ. Μανώλης. Το παιδί πρέπει να είναι ψύχραιμος και πολύ εχέμυθος. Ένας από τους δυο Κώστηδες θα κάνη. Ήλθαμε καλά. Δεν είδα ακόμα τ’άλλα παιδιά. Με αγάπη Ιωάννης».
Οι δύο Κώστηδες που ζητούσε ο Τομ, ήταν ο Κώστας Κεφαλογιάννης ή Κουντόκωστας και ο Κώστας Πασπαράκης ή Πετρόκωστας. Επειδή ο Κουντόκωστας και ο Πετρόκωστας δεν ήταν στο λημέρι εκείνη την εποχή αλλά σε αποστολή, ο Χριστομιχάλης Ξυλούρης έστειλε ένα άλλο παλικάρι, τον Γιάννη Βιτώρο.
Λίγες ημέρες πριν την απαγωγή, ο Βιτώρος αρρώστησε και δεν πήρε μέρος στην επιχείρηση. Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ στο σημείωμά του Τομ, αναφέρεται ως κύριος Μανώλης.
Το πρωί της 27ης Απριλίου 1944, ο Στρατηγός Κράιπε με τον βρετανό Μος και τους Στρατή Σαβιολή και Μανόλη Πατεράκη βρέθηκαν βόρεια των Ανωγείων, σε μια βραχώδη περιοχή στην τοποθεσία «Κολοβελανίδες».
Το δειλινό της 27ης Απριλίου, ο Κώστας Κεφαλογιάννης ή Κουντόκωστας γίνεται μέλος των απαγωγέων και με το μουλάρι του μεταφέρει τον Στρατηγό στα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη. Ο Κουντόκωστας παραμένει στην ομάδα απαγωγής από τις 27 Απριλίου ως τις 6 Μαΐου 1944.
Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ του ανέθεσε να γίνει η σκιά του Κράιπε και να αποτρέψει τυχόν απόπειρα αυτοκτονίας του. Έτσι ο Κουντόκωστας ακολούθησε την πορεία των απαγωγέων από τα Πετροδολάκια του Ψηλορείτη, το πέρασμα της κορυφής Αρκαλού, τα Ακόλλυτα, στη σπηλιά της Νίθαυρης και το πέρασμα στο όρος Κέρδρος.
Την 6η Μαΐου, με υπόδειξη του Πάτρικ Λη Φέρμορ επιστρέφει στο ανωγειανό αόρη και την ομάδα του, αφού είχε εκτελέσει με επιτυχία την αποστολή του.
Το έτος 2001, ο Δημήτρης Ξυριτάκης, σε ένα ιστορικό δοκίμιο `109 σελίδων με τίτλο «Γεννημένος Αντάρτης», περιγράφει τη ζωή και τη δράση του Κώστα Κεφαλογιάννη ή Κουντόκωστα από το 1916, (έτος γέννησής του), ως το τέλος της δεκαετίας του ’50. Στις σελίδες 53 -58 περιγράφεται από τον Κουντόκωστα με λεπτομέρειες, η συμμετοχή του στην επιχείρηση της απαγωγής του Στρατηγού Κράιπε:
´…την 26ην Απριλίου 1944 είχεν επιτευχθεί κατά τρόπον θρυλικόν που συνεκλόνισεν τους λαούς της γης, η απαγωγή του Στρατηγού Κράιπε. Ιππεύοντας τον ημίονον, τον οποίον είχα αρπάξει από τους Ιταλούς, ο Στρατηγός μετεφέρθη εις το λημέρι, πολύτιμον λάφυρον του αγώνος της αντιστάσεως. Ο Γερμανός Στρατηγός ήτο συντετριμμένος. Τον ωδηγήσαμεν εντός του σπηλαίου.
Μαζί του ευρίσκοντο ο Λη Φέρμορ, ο Άγγλος Λοχαγός Μος και οι απαγωγείς του. Ο Λη Φέρμορ μου ανέθεσε την φρούρησιν του Στρατηγού, λέγοντάς μου να προσέχω κάθε του κίνησιν δια να μην αυτοκτονήσει και να του συμπεριφέρομαι ευγενικά.
Εξετέλεσα την διαταγήν εις το ακέραιον. Ο αιχμάλωτης Στρατηγός παρέμενεν άγρυπνος καθ’όλην την νύκτα, αναστενάζοντας και έχοντας το βλέμμα εστραμμένον προς το δάπεδον του σπηλαίου. Δεν ωμίλει, ούτε εδέχθη τροφήν. Την επαύριον το απόγευμα ετοιμασθήκαμε προς αναχώρησιν. Ο Λη Φέρμορ διέταξεν όπως εις την ομάδα απαγωγής του Κράιπε συμπεριληφθώ κι εγώ, ο Κωνσταντίνος Πασπαράκης-Πετρόκωστας και ο Εμμ. Κεφαλογιάννης-Πλατυγιάννης.
Ο Γερμανός Στρατηγός ίππευσε και πάλιν το μουλάρι του μέχρι της Νίδας. Εις το σημείον Αρκαλού ηναγκάσθη να περιπατήσει, διότι το απότομον του εδάφους δεν επέτρεπεν εις το ζώον να βαδίσει. Εις την τοποθεσίαν αυτήν μας ανέμενεν ο Πετρακογιώργης με την ομάδα του. Μέχρι του σημείου τούτου ηκολούθησαν οι Μιχ. Ξυλούρης, Γεώργιος Δραμουντάνης, αδελφός του εκτελεσθέντος Αρχηγού Ιωάννη Δραμουντάνη-Στεφανογιάννη και ο Νικόλαος Σταυρακάκης.
Συνεσκέφθημεν από κοινού περί του ασφαλεστέρου τρόπου μεταφοράς του Στρατηγού εις Μέσην Ανατολήν. Εγένοντο προτάσεις και αντιπροτάσεις και ερρίφθη η ιδέα να προσγειωθεί μικρόν αεροπλάνον επί του οροπεδίου της Νίδας. Εν τέλει καταλήξαμεν εις την απόφασιν να βαδίσωμεν εις Αμάρι και αναλόγως των πληροφοριών μας προσετέθησαν τρεις ακόμη άνδρες εκ της ομάδος Πετρακογιώργη, οι Γεώργιος Φαραγκουλιτάκης, Γεώργιος Μπαλάσκας και Εμμ. Γραδάκης.
Ο πρώτος εκατήγετο από το χωριό Βορρίζα. Περί την 4ην απογευματινήν ώραν ανεχωρήσαμεν πεζοί κατευθυνόμενοι προς την κορυφήν του Ψηλορείτη. Διέβημεν την υψηλήν τοποθεσίαν Ακόλλητα, ότε ήρχισε να νυκτώνει. Η τοποθεσία αυτή ευρίσκεται επί της κορυφής του Ψηλορείτη. Ο Στρατηγός Κράιπε δεν ημπορούσε να βαδίζη και η πορεία μας εβράδυνεν.
Εβαδίσαμεν καθ’όλην την νύκτα και κατά τας πρωινάς ώρας εφθάναμεν έξω του χωρίου Νίθαυρη. Εκρύβημεν εις τεράστιον σπήλαιον. Ήτο ασφαλέστατον κρυσφύγετον και πολλές φορές εχρησιμοποιείτο από τους αγγελιοφόρους, αντάρτες της περιοχής όλων των ομάδων και από τους Άγγλους κατά την πορείαν διαφόρων αποστολών. Εντός του σπηλαίου παρεμείναμεν επί δυο ημέρας. Περισυνελέξαμεν χρησίμους πληροφορίας από τον Αντώνιον Ζωιδάκην και άλλους αγωνιστάς της περιοχής, ως και από τους αδελφούς Παραδεισανούς. Αι πληροφορίαι ήσαν αποκαρδιωτικαί.
Όλαι αι ευρισκόμεναι εις Κρήτην Γερμανικαί δυνάμεις εκινητοποιήθησαν προς ανακάλυψιν του κρησφύγετου και ανεύρεσιν του Στρατηγού. Η περιοχή μας ήτο περικυκλωμένη. Εκρυβόμεθα την ημέραν και εβαδίζαμε την νύκτα, ανάλογα με την διαταγήν που έδιδον ο Λη Φέρμορ και Μος.
Κανείς εξ όλων όσων ευρίσκοντο εκεί δεν εφαίνετο μεταμελημένος δια την συμμετοχήν του εις μίαν τόσον επικίνδυνον αποστολήν. Απεναντίας είμεθα αποφασισμένοι να δώσωμε και την τελευταίαν ρανίδα του αίματός μας δια να φέρωμεν εις επιτυχίαν το έργον μας γνωρίζοντες την απογοήτευσιν που επροκάλεσεν εις τους κατακτητάς η απαγωγή του στρατηγού των και την απήχησιν του επικού γεγονότος εις τον ελεύθερον και τον υπόδουλον κόσμον.
Την δευτέραν ημέραν, δια να ολιγοστεύσει η δύναμις και να κρυβώμεθα ευκολότερον, οι Άγγλοι διέταξαν να επιστρέψουν εις την ομάδα Ανωγείων οι Κωνσταντίνος Πασπαράκης και ο Εμμ. Κεφαλογιάννης-Πλατυγιάννης. Από την ομάδα Πετρακογιώργη επίσης ανεχώρησαν ο Εμμ. Γραδάκης και παρέμειναν οι Γεώργιος Φαραγκουλιτάκης και Γεώργιος Μπαλάσκας.
Το βράδυ διετάχθη η συνέχισις της πορείας. Πριν ξεκινήσωμεν είπον εις τον Λη Φέρμορ και τον Μος “εάν συναντήσωμε Γερμανούς, κατά την πορείαν μας, τι θα κάνωμε με τον Στρατηγό;” Και εδήλωσα ότι η πρώτη σφαίρα που θα ρίψω θα πέσει εις την κεφαλήν του Κράιπε. Οι Άγγλοι δεν το ενέκριναν. Αλλ’ημείς συννενοήθημεν μεταξύ μας και απεφασίσαμε να εκτελέσωμε τον Κράιπε. Εμπροσθοφυλακή της συνοδείας ετέθην εγώ μετά του Γεωργίου Φαραγκουλιτάκη.
Ηκολούθουν οι λοιποί με τον Κράιπε και τους Άγγλους αξιωματικούς Λη Φέρμορ και Μος. Εβαδίσαμε καθ’όλην την νύκτα με κατεύθυνσιν προς το όρος Κέδρος. Ο Στρατηγός και πάλιν δεν ημπορούσε να βαδίση και η πορεία μας επεβράδυνε. Περί τα χαράματα ευρέθημεν εις κοιλάδα της οποίας το όνομα δεν ενθυμούμαι, εκρύβημεν εις σκιώδη ρύακα και παρεμείναμεν όλην την ημέραν. Οι Γερμανοί είχον φθάσει εις την περιοχήν και είχον κυκλώσει τον τόπο, πληροφορηθέντες φαίνεται, τας κινήσεις μας. Ηκούαμεν και τας φωνάς των “ΓΚΕΝΕΡΑΛ ΚΡΑΙΠΕ !”
Εκείνην την ημέραν έρριψε βροχήν αν και καλοκαίρι. Είμεθα βρεγμένοι και ευρισκόμεθα εντός του ρύακος. Ο Στρατηγός, εις μίαν στιγμήν ενθαρρυνθείς ακούων τα Γερμανικά αεροπλάνα που μας ανεζήτουν, περιιπτάμενα εις πολύν χαμηλόν ύψος και τους Γερμανούς φωνάζοντας συνεχώς ΓΚΕΝΕΡΑΛ ΚΡΑΙΠΕ, είπεν “Εντός ολίγου θα είσθε όλοι αιχμάλωτοί μου”, όπως μας εξήγησε ο Λη Φέρμορ, ο οποίος εγνώριζεν την Γερμανικήν απταίστως.
Αι πληροφορίαι, τας οποίας μας μετέδιδον οι αγγελιοφόροι, που κατέφθανον αλληλοδιαδόχως, ήσαν πάντοτε απογοητευτικαί. Είναι περιττόν να τονίσω την ευψυχίαν των Άγγλων και την ψυχραιμίαν των, διότι αι αρεταί αυταί των Βρετανών στρατιωτικών είναι γνωσταί εις τους Κρήτας. Όσον χειρότεραι ήσαν αι πληροφορίαι, τόσον περισσότερον γελούσε ο Λη Φέρμορ, λέγοντας “Βάλετε να πιούμε στην υγειά του Στρατηγού”. Το ίδιο βράδυ ανεχωρήσαμε προς το όρος Κέδρος. Εφθάσαμε περί τα χαράματα και εκρύβημεν εντός θάμνων. Είχομεν ουσιαστικώς ξεφύγει από τον γερμανικόν κλοιόν και ο κίνδυνος ήρχισε να ελαττούται.
Εις τον Γερμανόν συμπεριφερόμεθα όλοι ευγενικά. ΄Ητο πάντοτε εκνευρισμένος και ανήσυχος και έπινεν αρκετούς καφέδες. Εις μίαν συζήτησιν μεταξύ του Κράιπε και εμού, με διερμηνέα τον Πάτρικ Λη Φέρμορ, είπον εις τον Γερμανόν Στρατηγόν ότι εις την Ελλάδα τα 50% του πληθυσμού ήσαν φίλοι των Γερμανών πριν τους γνωρίσουν, αλλά με τη βαρβαρότητά των και οι πλέον ακραιφνείς φίλοι των τώρα τους μισούν και θα τους πολεμήσουν.
Η απάντησις του Κράιπε προς τον Λη Φέρμορ ήτο “αυτός νυξ γκουτ παρτιζάν, είναι τίγρης”, ενώ εγώ ωμιλούσα με ήρεμον ύφος.
Αι καταστροφαί και αι ομαδικαί εκτελέσεις του πληθυσμού της περιοχής είναι γνωσταί και δεν είναι ανάγκη να τας αναφέρω…
Εις το Κέδρος παρεμείναμεν δύο ημερόνυκτα προς ανάπαυσιν. Ένα πρωί ο Λη Φέρμορ είπεν εις εμέ, τον Φαραγκουλιτάκην και τον Μπαλάσκαν να επιστρέψωμεν εις τας ομάδας μας, διότι η αποστολή μας ετελείωσε. Εις το κρυσφύγετον του Κέδρους προσήλθον αρκετοί οργανωμένοι αγωνισταί δια να ίδουν τον Κράιπε, επίσης προσήλθε και μία γυναίκα γνωστή του Λη Φέρμορ, της οποίας το όνομα μου διαφεύγει. Παρεμείναμεν όλην την ημέραν, διότι η πορεία μας ήτο επικίνδυνος. Το βράδυ αποχαιρετίσαμε τους φίλους μας και τον Στρατηγόν και τους ηυχήθημεν “καλό ταξίδι”. Εις τους φίλους μας Άγγλους είπαμε ìκαλή αντάμωσιν”. Καθ’όλην αυτήν την πορείαν μας εφέραμεν αυτόματα τόμιγκαν και στιλέτο-κομάντος. Μόλις ενύκτωσεν ανεχωρήσαμεν επιστρέφοντες στο λημέρι μας».
Ο συγγραφέας Δημήτρης Ξυριτάκης προσθέτει: Αυτό που τους ανέμενε καθ’οδόν ήταν ασύλληπτο. Η περιοχή φλεγόταν. Ολόκληρα χωριά είχαν πυρποληθεί και οι ομαδικές εκτελέσεις ακολουθούσαν η μία την άλλη. Το τραγικό θέαμα, που αναγκάστηκαν να παρακολουθήσουν κρυμμένοι σε κάποιους θάμνους έξω από το χωριό Λοχριά, έχει χαραχτεί στη μνήμη του Κώστα.
«…μόλις εξημέρωσεν ήρχισεν η πυρπόλησις του χωρίου από τμήματα Γερμανικού στρατού. Ηκούαμεν ριπάς πολυβόλων και κρότους εκρηκτικών υλών. Εις τα αυτιά μας έφθαναν οι κραυγές της απογνώσεως των γυναικοπαίδων των εκτελεσθέντων κατοίκων. Τα πάντα εθρήνουν. Και αυτά τα; ζώα συνεμερίζοντο την οδύνη των ανθρώπων. Συνησθάνοντο την καταστροφήν.
Τα αρνιά εκάλουν τα πρόβατα και τα μοσχάρια εφώναζαν εις τας αγελάδας. Ζώων και ανθρώπων οι κραυγές της απελπισίας συνηνούντο και συνεκλόνιζον την περιοχή. Και τα όρη αν είχαν καρδιά θα ερράγιζε. Μόνον οι κατακτηταί έμειναν ασυγκίνητοι και ανάλγητοι εξηκολούθουν το έργον της ολοκληρωτικής καταστροφής. Βλέποντες το θέαμα τούτο εσχίζετο η καρδιά μας, διότι δεν είχαμε την δύναμιν, τρεις άντρες να εκδικηθούμε την θηριωδίαν αυτήν των Γερμανών…».
Η παραπάνω αφήγηση του Κώστα Κεφαλογιάννη για την απαγωγή, προσθέτει μεταξύ άλλων δύο σημαντικά στοιχεία στην ιστορική έρευνα.
α) Την απόφαση των Κρητών απαγωγέων για την τύχη του Στρατηγού, αν στην πορεία διαφυγής τους είχαν εμπλοκή σε μάχη με τους γερμανούς ή έπεφταν σε ενέδρα. Η τύχη του Κράιπε ήταν προδιαγεγραμμένη, παρά την αντίθετη γνώμη του Πάτρικ Λη Φέρμορ και του Στάνλεϋ Μος. Αυτό αποτυπώνεται στις φράσεις του Κουντόκωστα:
´…εάν συναντήσωμε Γερμανούς, κατά την πορείαν μας, τι θα κάνωμε με τον Στρατηγό; Και εδήλωσα ότι η πρώτη σφαίρα που θα ρίψω θα πέσει εις την κεφαλήν του Κράιπε. Οι Άγγλοι δεν το ενέκριναν. Αλλ’ημείς συννενοήθημεν μεταξύ μας και απεφασίσαμε να εκτελέσωμε τον Κράιπε..ª.
β) Ο Κώστας Κεφαλογιάννης διασαφηνίζει την απέχθεια που ένιωθαν οι Κρητικοί προς τους κατακτητές, την προέλευση της οποίας ποτέ δεν κατάλαβαν οι Γερμανοί αξιωματούχοι. Λέει ο Κουντόκωστας:
«…εις μίαν συζήτησιν μεταξύ του Κράιπε και εμού, με διερμηνέα τον Πάτρικ Λη Φέρμορ, είπον εις τον Γερμανόν Στρατηγόν ότι εις την Ελλάδα τα 50% του πληθυσμού ήσαν φίλοι των Γερμανών πριν τους γνωρίσουν, αλλά με τη βαρβαρότητά των και οι πλέον ακραιφνείς φίλοι των τώρα τους μισούν και θα τους πολεμήσουν…».
Τη βαρβαρότητα επέδειξαν οι Γερμανοί από τις πρώτες ημέρες της μάχης της Κρήτης και τα κατοχικά χρόνια που ακολούθησαν με τις δεκάδες εκτελέσεις αμάχων, τις πυρπολήσεις και λεηλασίες των χωριών, τις φυλακίσεις, τα βασανιστήρια, τους εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσες και εργασίες της Γερμανίας της Πολωνίας και της Αυστρίας.
Σε σύντομο σημείωμα που στέλνει στη γυναίκα του Κουντόκωστα Στέλλα ο Πάτρικ Λη Φέρμορ, για να την συλλυπηθεί για τον θάνατο του συζύγου της, γράφει:
´Ο Κουντόκωστας – όπως λέγαμε όλοι τον Κώστα Κεφαλογιάννη – μου φάνηκε πάντα ένα μοναδικό φαινόμενο, καμωμένο από δυναμικότητα, ενέργεια, ταχύτητα, ατρόμητη γενναιότητα και χιούμορ συγχρόνως – μια πραγματική δύναμη της φύσεως. Ένας πρωτότυπος Κρητικός βουνήσιος και μπορούμε να πούμε Ανωγειανό παλικάρι. Μεταξύ μας οι Άγγλοι του δώσαμε το παρατσούκλι Tigerman (Τιγράνθρωπος) από κάτι το ορμητικό και αδάμαστο στο σουλούπι του, και τον αγαπούσαμε όλοι τόσο πολύ. Η ζωή του ήταν όλο περιπέτειες, πράξεις, δράσεις και εκπλήξεις (ο Καζαντζάκης θα τον είχε αρπάξει ως μοντέλο…).
Εγώ πρωτοσυνάντησα τον Κώστα στο σπίτι των συντέκνων μου Στεφανογιάννη και Χαρίκλειας Δραμουντάνη στα Ανώγεια, το χειμώνα του 1942, λίγους μήνες πριν ο θαυμάσιος σύντεκνός μου σκοτωθεί δραπετεύοντας από τον γερμανικό κλοιό του χωριού.
Αργότερα ο Κώστας παντρεύτηκε την κόρη του Στέλλα, όπως ξέρουμε. Ο Κώστας έμεινε πολύτιμο στέλεχος της αντιστασιακής ομάδας Ψηλορείτης και όταν ο έκτακτος Μιχάλης Ξυλούρης κληρονόμησε το καπετανιλίκι, έλαβε μέρος σ’όλες τις ενέργειες της ομάδος και εβοήθησε σημαντικά στην επικίνδυνη μεταφορά του Στρατηγού Κράιπε, διασχίζοντας την οροσειρά του Ψηλορείτη, και στο σαμποτάζ της Δαμάστας, εσήκωσε τον βαρειά πληγωμένο (Σπιθούρη) κάτω από τις εχθρικές μπάλλες και του έσωσε τη ζωή. Έλαβε μέρος σ’όλες τις πράξεις της αντιστάσεως και για τη συμμαχική αποστολή ήταν θαυμάσιος υποστηρικτής.
Δεν θυμόμαστε μόνο την πολεμική προσφορά σ’αυτά τα χρόνια, αλλά και το κέφι, τα γέλια, τα καλαμπούρια και τα τραγούδια. Χάσαμε έναν πραγματικό και πιστό φίλο και στέλνουμε όλοι μας τα συλλυπητήριά μας στη χήρα του Στέλλα και σ’όλη την οικογένειά του.
30 Σεπτεμβρίου 2001 Πάτρικ Λη Φέρμορ (Μιχάλης)ª
* O Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος