Ο Σπυρίδωνας Εμμανουήλ Καρυωτάκης γεννήθηκε το έτος 1929 στο Καστέλλι Πεδιάδος. Σε ηλικία δώδεκα χρονών, βίωσε την κατάληψη της Κρήτης από τις βάρβαρες γερμανικές κατοχικές δυνάμεις. Μεγάλη γερμανική δύναμη εγκαταστάθηκε στο χωριό του το Καστέλλι, όπου κατασκευάστηκε πολεμικό αεροδρόμιο, πλήρες επιχειρησιακό ως τον Σεπτέμβριο του 1944.
Ο ίδιος, παιδί δώδεκα (1941) ως δεκαπέντε χρονών (1944), εργάστηκε καταναγκαστικός εργάτης για να βοηθήσει την οικογένειά του, (έκανε δεκαπενταμερίες άλλων με αντίτιμο δεκαπέντε οκάδες σιτηρά). Τον Απρίλιο του 2019, σε ηλικία ενενήντα ετών, μας παρέδωσε χειρόγραφο πολυσέλιδο σημείωμα με τις γερμανικές εγκαταστάσεις στην περιοχή του Καστελλίου, τα επιταγμένα σπίτια-καταστήματα, δημόσια κτήρια και αγροκτήματα.
Στο σημείωμά του, ο Σπυρίδωνας Καρυωτάκης, Γραμματέας της Κοινότητας Καστελλίου επί τριάντα τρία (33) χρόνια, αναφέρει:
”´Με τον ερχομό των Γερμανών κατακτητών στο Καστέλλι το 1941, επίταξαν πολλές κατοικίες για στρατωνισμό των διαφόρων υπηρεσιών των, που ήτο πάμπολλες, εξαιτίας του αεροδρομίου που υπήρχε στην περιοχή. Αξιοσημείωτο είναι ότι όλα τα σπίτια τότε στην κωμόπολη Καστελλίου ήτο χωματοσκεπή και πιο λίγα από τα μισά ήτο κεραμποσκεπή. Με μπετόν αρμέ ήτο ελάχιστα. Όλα τα κεραμοσκεπή επιτάχθηκαν και εστέγασαν υπηρεσίες και προσωπικό των διαφόρων Γερμανικών Υπηρεσιών όπως:
Ολόκληρο το οίκημα του Γυμνασίου Καστελλίου με τους βοηθητικούς του χώρους, αποθήκες, διαδρόμους, γραφεία κλπ. Σ’αυτό έκαναν διάφορες τροποποιήσεις. Έκτισαν μεσότοιχους σε όλες τις αίθουσες διδασκαλίας, έκλεισαν παράθυρα και πύλες γιατί στα σκοτεινά παράθυρα εμφάνιζαν φιλμ που έπαιρναν ορισμένα αθόρυβα και από το ύψος το μεγάλο που πετούσαν απυρόβλητα αεροπλάνα σε πεδία των μαχών και σε άλλες απηγορευμένες περιοχές της Αφρικής, της Λιβύης και αλλού.
Ήτο δηλαδή κατασκοπευτικά με μεγάλα φτερά και απρόσβλητα από κανόνια και αεροπλάνα, έπαιρναν φωτογραφίες με φωτογραφικά μηχανήματα ακριβείας και τις εμφάνιζαν. Τις εμφανίσεις παρακολουθούσαν επιτελείς που διόρθωναν δικά τους πολεμικά λάθη και προσδιόριζαν εχθρικούς στόχους. Ακόμη μ’αυτά έβλεπαν όλες τις κινήσεις γύρω από το αεροδρόμιο Καστελλίου και των κατοίκων των γύρω χωριών.
Από το αεροδρόμιο Καστελλίου έκαναν όλες τις επιχειρήσεις στην Αφρική. Εγώ σαν παιδί, από την κορυφή του Δροζιτόπουλου αρχές του 1943, εμέτρησα γύρω από το αεροδρόμιο σταθμευμένα 100 αεροπλάνα διαφόρων τύπων. Ακόμη από το αεροδρόμιο Καστελλίου έστελναν φαγητό και νερό από πηγάδια γύρω από το Καστέλλι στα πολεμικά στρατεύματα στην Αφρική.
Το οίκημα του Δημοτικού Σχολείου στη θέση Άγιος Γεώργιος για στρατωνισμό αξιωματικών και πιλότων.
Το Μέγαρο των Παιδικών Κατασκηνώσεων στη θέση άνω της εκκλησίας Άγιος Νικόλαος του Παναγιώτη Παπαδάκη στη θέση Διαβαϊδέ για ξεκούραση και στρατωνισμό πιλότων.
Το Δικαστικό Μέγαρο του Γεωργίου Λαγουδιανού, ιδιοκτησία σήμερα κληρονόμων Εμμανουήλ Κοσμά Παπακανδεράκη για διαμονή οδηγών μηχανημάτων Α/Δ.
Ολόκληρο το ξενοδοχείο ύπνου του Γεωργίου Χουλάκη, ιδιοκτησία σήμερα κληρονόμων Εμμανουήλ Γ. Χουλάκη για λειτουργία Στρατιωτικού Νοσοκομείου με χειρουργείο, με στρατιωτικό υπηρετικό και νοσηλευτικό προσωπικό με νέους γιατρούς, με φορεία, με νοσοκομειακό αυτοκίνητο, με ξεχωριστή γεννήτρια παραγωγής ρεύματος, με στρατιωτικό παπά και με αρχίατρο πανεπιστημιακό καθηγητή τον Συνταγματάρχη Δρ. Muck.
Στην απέναντι γωνία προς δυσμάς του νοσοκομείου οικία του Δημητρίου Ιωάννου Παπαδάκη, καθηγητού μαθηματικών, σε δωμάτιο διέμενε ο Φρούραρχος του Α/Δ Συνταγματάρχης Τροστ με ιπποκόμο και γυναίκα καθαρίστρια.
Είκοσι μέτρα προς βορρά, στο ανώγειο του Εμμανουήλ Σπ. Καρυωτάκη διέμενε όλο το υπηρετικό και νοσηλευτικό προσωπικό του στρατιωτικού νοσοκομείου με σερβιτόρα και καθαρίστρια γυναίκα.
Προς νότο του στρατιωτικού νοσοκομείου ισόγειο οικίας Γεωργίου Ματθαίου Ζωγραφάκη, διέμενε ο στρατιωτικός Αστυνομικός ´Γκεστάπο» πάντα με φρουρούς και διερμηνέα.
Στο ανώγειο οικίας του δασκάλου Λεωνίδα Φραγκιαδάκη ήτο τα γραφεία της Γκεστάπο. Στη συγκέντρωση των εργατών κάθε πρωί στο προσκλητήριο κατέβαινε και ο πεταλάς (είχε κρεμάσει στο λαιμό του χονδρό άσπρο σκαλιστό μεγάλο πέταλο που κρεμόταν με χονδρή άσπρη αλυσίδα), με δύο βοηθούς του που κρατούσαν χονδρές βέργες και τις έσπαγαν στα σώματα των εργατών αλύπητα και χωρίς λόγο. Αυτοί ήτο τα ΕΣ ΕΣ των Γερμανών με όλη την αιμοβόρα και τη σαδιστική μορφή των. Έτσι όλος ο εργατικός κόσμος όταν έβλεπαν τα ΕΣ ΕΣ έτρεμε από τον φόβο.
Στα καφενεία στο Μεϊντάνι του Αδαμάκη, κουρείο Ζαχαρένιας Σγουροβασιλάκη, ραφείο Γεωργίου Ι. Σαριδάκη και Χαριδήμου Ζωγραφάκη, ενωμένα σε ένα τεράστιο καφεζαχαροπλαστείο με υπηρετικό προσωπικό και σερβιτόρες γερμανίδες με μπυραρίες μπιλιάρδα, σκάκια, τάβλια, χαρτιά κολιτσίνας με όλα τα τσιγάρα και ποτά με το όνομα Soldatenheim.
Εκεί κάθε βράδυ, (που η ώρα στους πολίτες ήτο απαγορευμένη), έμπαιναν μόνο Γερμανοί όλων των βαθμών, διασκέδαζαν με δική τους μουσική, έτρωγαν και έπιναν ότι το εκλεκτό υπήρχε. Εκεί στο καφενείο του Ζωγραφάκη υπάρχουν και σήμερα ακόμη τοιχογραφίες από καλούς Γερμανούς ζωγράφους που σώζονται.
Το Φρουραρχείο αρχικά ήτο στο μαγαζί επί της λεωφόρου Λύττου του Νικολάου Ανδρέου Τζανακάκη, μεταστεγάσθη όμως στο ανώγειο του καφενείου Μιχαήλ Οικονομάκη, επί της οδού Τριφύτσου.
Εκεί τα γραφεία, Φρούραρχος ο Τροστ, φιλέλληνας με ιπποκόμο και διερμηνέα τη Γεωργία Εμμ. Μπαλτζάκη ή Μόνικα, άξια Ελληνίδα.
Στην οικία του Χαράλαμπου Λυδάκη στο Μεϊντάνι, έμεναν οι επιστάτες έργων του αεροδρομίου και των δύο νταμαριών.
Η κομπανία αυτή των επιστατών είχε όνομα Στάνμπαχ.
Δουλειά τους ήτο να παραλάβουν κάθε πρωί τους εργάτες αγγαρείας από το προσκλητήριο και να τους οδηγήσουν στις δουλειές του Α/Δ και των δύο (2) νταμαριών (Γέρο Δροζίτη και Γρόσπηλιο). Κρατούσαν κι αυτοί χονδρές βέργες για ξύλο σε όσους εργάτες δεν δούλευαν γρήγορα και προπαντός στο φόρτωμα πετρών στα βαγόνια που τα έσερνε μια μηχανή που ονομάζονταν Ντεκοβίλ.
Αμέσως απέναντι προς νότο στο τότε μαγαζί του Εμμανουήλ Χαλκιαδάκη ήτο τα μαγειρεία αυτών με μάγειρα και γυναίκα καθαρίστρια και σερβιτόρα.
Στην οικία του γιατρού Γεωργίου Κατζουράκη και Ελένης Λαγουδιανάκη έμεναν οι σερβιτόρες Γερμανίδες του Soldatenheim.
Στο σπίτι του γιατρού Φροίξου Γ. Κατζουράκη έμεναν οι νέοι γιατροί του στρατιωτικού νοσοκομείου.
Στο σπίτι του Εμμανουήλ Ν. Χαλκιαδάκη (Νομάρχη) έμεναν αξιωματικοί εκπαιδευτές Αυστριακοί και ο αρχίατρος του στρατιωτικού νοσοκομείου Δρ. Muck.
Στα σπίτια Γεωργίου Ζαχ. Χρειασιδάκη, Νικολάου και Αικατερίνης Βαγιωτάκη, Νικολάου Μάρκου Καμπάνη και Γεωργίου Νικολάου Καμπάνη έμεναν ηλεκτρολόγοι της Ηλεκτρικής μηχανής και κατασκευαστές τεχνίτες γραμμών και οικιών.
Στο ανώγειο οικίας Αθανασίου Γ. Κατζαγιαννάκη έμεναν πιλότοι αεροπλάνων.
Στην οικία και μαγαζί του Γεωργίου Φραγκιαδουλάκη (Πασατέμπο) ήτο παπουτσίδικο με πολλούς μαστόρους κατασκευαστές και επισκευαστές αρβυλών με πολλά υλικά υποδημάτων από δέρματα, σόλες, πετσιά.
Το σχοινάδικο και καρεκλάδικο των Ευαγγέλου και Γεωργίου Καρυωτάκηδων, ήτο αποθήκη δερμάτων, πετσών, μπροκών και πετάλων αρβυλών.
΄Ολο το οίκημα Μπουρνέλη επί λεωφ. Λύττου και Χερσονήσου (πριν υπήρξε και Δημοτικό Σχολείο), την κατοχή ήταν αποθήκη ιματισμού αποθήκη ατομικών όπλων αλλά και μέρος με καζάνια φαγητών. Εκεί εφύλαγαν σκοποί όλο το 24ωρο.
Σ’αυτά τα μαγειρεία εργάζονταν και κοπέλες και επιμελούνταν την ετοιμασία φαγητών και τηγανητών πατατών που πακεταρισμένα έστελναν με τα αεροπλάνα στο μέτωπο της Αφρικής. Εκεί η Αντίσταση κατά τη συσκευασία αλάτιζε λίγο παραπάνω και οι εις τα μέτωπα πολεμούντες Γερμανοί από τη δίψα πάθαιναν αφυδάτωση και αναγκάζονταν να πίνουν νερό από τα ψυγεία των αυτοκινήτων τους, επειδή στη Λιβύη δεν υπήρχε νερό.
Το σπίτι του Εμμανουήλ Αντ. Παπαδάκη (Ραπανά) είχε μετατραπεί σε μηχανοστάσιο ηλεκτρικής παραγωγής ρεύματος με συνεχή προσωπικό σε βάρδιες γιατί εφώτιζαν όλες τις υπηρεσίες τους και τα επιταγμένα σπίτια και καταστήματα στο Καστέλλι που έμεναν οι Γερμανοί.
Έτσι το Καστέλλι και όλη η περιοχή του υπήρξε πρωτοπόρο στην επαρχία Πεδιάδος στο νομό Ηρακλείου που απόκτησε ηλεκτρικό ρεύμα, επειδή η Κοινότητα με την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, τη μηχανή την πλήρωσε ως πολεμικό λάφυρο στο Δημόσιο και την είχε δώσει στον Συνεταιρισμό και τη δούλευε.
Στο σπίτι της Ζαχαρένιας Μάρκου Καμπάνη, επί οδού Χερσονήσου, έμεναν αξιωματικοί και Υπαξιωματικοί.
Για την αποπεράτωση του Α/Δ Καστελλίου οι Γερμανοί είχαν ανοίξει στην περιοχή δυο νταμάρια πετρών. Το ένα ήτο στο Γέρο Δροζίτη και το άλλο στο Γρόσπηλιο. Αυτά τα δυο νταμάρια ήτο αντιθέτου κατεύθυνσης του Α/Δ. Τα σύνδεσαν και τα δυο με συρμό από 20-25 βαγόνια που γύριζαν και άδειαζαν εύκολα στην εκφόρτωση. Σύνδεσαν τα δυο νταμάρια με σιδερένιες ράγες και με μια μηχανή ΝΤΕΚΟΒΙΛ με οδηγό τον αείμνηστο Εμμανουήλ Μιχ. Τζανακάκη (Κουρκούδη).
Ξεκινούσε φορτωμένος ο συρμός από το ένα νταμάρι, περνούσε το Α/Δ που ήτο στη μέση απόσταση των τριών χιλιομέτρων, άδειαζε τα βαγόνια στο Α/Δ και προχωρούσε στο δεύτερο νταμάρι. Φόρτωνε απ’εκεί, περνούσε πάλι από το Α/Δ , άδειαζε τα βαγόνια και προχωρούσε στο πρώτο νταμάρι. Αυτό το βιολί γινόταν όλες τις ώρες εργασίας και κάθε μέρα. Έτσι όλο το Α/Δ έγινε καλντερίμι και πάνω σ’αυτό έπεσε η ψημένη άσφαλτος επί της οποίας απογειώνονταν και προσγειώνονταν όλα τα αεροσκάφη.
Εδώ τώρα είναι που έπεσε πολύ ξύλο στο φόρτωμα των πετρών στα βαγόνια. Αυτοί οι επιστάτες έργων με χονδρές βέργες τις σπούσαν στα πλευρά των εργατών για να φορτώνουν γρήγορα τις πέτρες στα βαγόνια. Εκείνη την εποχή δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη ο φορτωτής ούτε ο εσκαφέας, ούτε ο προωθητήρας. Αν είχαν ανακαλυφθεί αυτά τα μηχανήματα, το Καστέλλι και η περιοχή του θα είχαν σήμερα άλλη όψη και δεν θα υπήρχε αγγαρεία.
Σε δωμάτιο οικίας Αντωνίου Γ. Χαρασσανού διέμεναν επιστρατευμένοι μηχανικοί του Α/Δ Έλληνες από την Αθήνα.
Στην οικία Εμμανουήλ και Ευαγγελίας Κουντάκη διέμεναν Αυστριακοί στρατιώτες.
Στρατιωτικοί έμενα και στις οικίες Μαρίας Μιχ. Εργαζάκη, Λεωνίδα Γαλανάκη, παλιά σπίτια Ματθαίου Σταθάκη, Ελένης Αντ. Μπελαδάκη, στο μαγαζί και σπίτι Ιωάννου Νικ. Σηφάκη, στο ανώγειο της οικίας Ελπινίκης Ιωάννου. Κατζαγιαννάκη, στο ανώγειο της οικίας Γεωργίου Ιωάννου Κατζαγιαννάκη, στην οικία Αντωνίου Π. Γαλανάκη, στο εστιατόριο και οικία Γεωργίου Ματθαίου Ζωγραφάκη, στην οικία Αριστέας Γ. Μαλεγιαννάκη, στο ανώγειο της οικίας Εμμανουήλ Γ. Τσιριγωτάκη, στην οικία Αντωνίου και Ελένης Μπελαδάκη.
Ακόμη έμεναν σε δωμάτιο της οικίας Νικολάου Χρ. Σαριδάκη, στο γραφείο Χαριδήμου Χαλκιαδάκη, στην αποθήκη ξυλείας Εμμανουήλ Κολυβάκη, στο ανώγειο οικίας Δημητρίου Ξυδάκη, σήμερα οικόπεδο Εμμανουήλ Κουτσαντωνάκη, στην οικία Ελευθερίας Κουντάκη, στις οικίες Εμμανουήλ Μιχ. Μετζογιαννάκη, Εμμανουήλ Κοκοτάκη, Χαριδήμου Ζαχ. Μπιτζαράκη, Νικολάου Φραγκουλιδάκη, Κωνσταντίνου Τουτουντζάκη, Μιχαήλ Αντωνιάδη, Μιχαήλ Γ. Μαλεγιαννάκη, στο ανώγειο της οικίας Μανούσου Μπουλουκάκη, σε δωμάτιο οικίας Γεωργίου και Αναστασίας Δοκιανάκη, στο ανώγειο οικίας Αφροδίτης Κουντάκη, στο ανώγειο οικίας Ευαγγελίας Μαλλιωτάκη.
Στο ισόγειο οικίας Αναστασίας συζ. Κωνσταντίνου Στρατάκη, στην επί Τρυφίτσου οικία Ευαγγελίας Μαλλιωτάκη, σήμερα ιδιοκτησία Κωνσταντίνου Γκαμύλη, στην οικία Νικολάου και Μαρίνας Παπαδάκη δασκάλων, στο σπίτι Ιωάννου και Γεωργίας Βουμβουλάκη (παλιά Αστυνομία), στο σπίτι Εμμανουήλ Αλεξ. Αποστολάκη, δασκάλου, στο σπίτι Γεωργίου Εργαζάκη, Βουλευτή και δικηγόρου, σε δωμάτιο οικίας Χαρίδημου και Φωτεινής Μανουσάκη, σε δωμάτιο Στεφανή και Ειρήνης Τζανακάκη, Κωνσταντίνου και Αργυρής Γαρεφαλλάκη, Γεωργίου και Ειρήνης Καρυωτάκη, Σπύρου και Αναστασίας Ρασιδάκη, Εμμανουήλ και Μαρινιάς Σμαριαννάκη, Γεωργίου και Ουρανίας Μορφιαδάκη.
Σε ανώγειο οικίας Εμμανουήλ Γ. Μαραυγάκη και Χριστινιάς, Γρηγορίου και Ειρήνης Σταθάκη, Εμμανουήλ Ι. Καρυωτάκη, Δημητρίου και Μαρίας Τσιριγωτάκη (καθηγητή Γυμνασίου). Σε δωμάτιο Γεωργίου Εμμ. Μαλεγιαννάκη (φούρνος) που ήτο φούρναρης ο Ιωάννης Αλ. Δρακάκης, σε δωμάτιο Παναγιώτου Γ. Βιτσαξάκη, οικία Ιωσήφ Κ. Καμπάνη, μαγαζί Κωνσταντίνου Τουτουντζάκη, εργοστάσιο Νικολάου Λαγουδιανού, σήμερα ιδιοκτησία Συνεταιρισμού Καστελλίου, ήτο αποθήκες ανταλακτικών Α/Δ.
Σε οικία κατεδαφισμένη Κανετάκη, σήμερα ιδιοκτησία κληρονόμων Ματθαίου Γ. Μπιτζαράκη για στρατωνισμό των οδηγών οχημάτων Α/Δ. Το ξενοδοχείο ύπνου Γεωργίου και Σοφίας Δοξαστάκη για διαμονή νεοερχομένων στρατιωτών στο Α/Δ.
Ολόκληρο το εργοστάσιο Συνεταιρισμού για επισκευή βαρέων οχημάτων. Κατεδαφίστηκε ολόκληρη πολυτελής οικία Εμμανουήλ Ι. Σαριδάκη επί λεωφόρου Ηρακλείου, γιατί εμπόδιζε την προσγείωση και απογείωση αεροπλάνων στο Α/Δ στο δε υπόγειό της εγκατέστησαν τεράστια σειρήνα που ακούγονταν απ’όλη την περιφέρεια και όλα τα γύρω χωριά.
Ολόκληρη η έκταση από το τέλος ως το βορρά του Α/Δ ως το Συνεταιρικό εργοστάσιο να ακολουθήσει τη βάγγα του Νικολάου Καλαϊτζάκη και έκταση του Δημητρίου Τσιριγωτάκη να βγει στο Α/Δ, ήτο γερμανικά περβόλια. Τα δε κηπικά λαχανικά, όλα μαγειρεύονταν στα καζάνια στο οίκημα Μπουρνέλη που εργάζονταν οι επιστρατευμένες κοπέλες και πολλές κυρίες για να ετοιμάζουν σε πακέτα τα φαγητά που καθημερινά έστελναν με αεροπλάνα στα πεδία των μαχών στην Αφρική.
Το Μέγαρο Χελλάου κοντά στο γήπεδο ποδοσφαίρου στο Καστέλλι. Εκεί έμενε ο Μηχανικός κατασκευαστής του Α/Δ. Εξαίρετο δικό του κατασκεύασμα που ο ίδιος διέμενε, μέρος του οποίου με καμάρες στέκεται ακόμη. Ήτο δε και φιλόζωος γιατί δίπλα του στρατώνιζε τα Γερμανικά τεράστια άλογα που όργωναν τους γερμανικούς κήπους. Ακόμη και στα παλιά γραφεία της Κοινότητας στρατώνιζαν άλογα για τον ίδιο σκοπό.
Όλη η έκταση πίσω από το μηχανουργείο του Ελευθερίου Καργιαντουλάκη ήτο στάθμευση επιδιορθωμένων αυτοκινήτων του Α/Δ και ρυμουλκών.
Στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου Ροβυθιώτη λειτουργούσαν καμίνια παρασκευής ασβέστου. Εκεί δούλευε πολύς πληθυσμός εργατών. Σήμερα είναι κατεδαφισμένα γιατί η περιοχή βρίσκεται μέσα σε στρατόπεδο.
Σε όλη την περιοχή του Καστελλίου υπήρχαν σκοπιές και εφύλασσαν όλα τα οχήματα του Α/Δ που ήτο πάμπολλα.
Όλος ο «Πετρές» να φτάσει στο Κέντρο Υγείας, να βρει το δρόμο Διαβαϊδέ Πολυθέας, να βρει το δρόμο Ξυδά Καστέλλι να κατεβεί στο Καστέλλι να βρει το δρόμο Αγίου Γεωργίου προς Κέντρο Υγείας ήτο μια έκταση γεμάτη με σταθμευμένα αυτοκίνητα ρυμουλκά, βαγόνια με ρεμούλκες ρυμουλκά αεροπλάνων, νταλίκες, υδροφόρες, καζάνια σε βαγόνια και άλλα. Ήτο τσαντήρια με σκοπιές κινητά περίπολα, η νυχτερινή κυκλοφορία απαγορεύετο στους πολίτες, το Καστέλλι και η περιοχή του ήτο ένα στρατόπεδο γεμάτο φόβο. Γι’αυτό οι ντόπιοι κάτοικοι έμεναν κάθε βράδυ στα γύρω χωριά.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Όλος αυτός ο στρατός έπεφτε με αλεξίπτωτα και με αποβάσεις στα πεδία των μαχών στην Αφρική. Όσοι έφευγαν κανείς δεν επέστρεφε και τα αεροπλάνα χάνονταν. Αρχές του 1943 εμέτρησα από την κορυφή του «Δροζιτόπουλου» 100 αεροπλάνα διαφόρων τύπων. Το Πάσχα του 1944 ήτο λιγοστά. Φαινότανε το κατρακύλισμα μέχρι που τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου άδειασαν οι στρατώνες του Καστελλίου και οι κινήσεις λιγόστευαν. Όταν έφευγαν, έλουζαν τις παράγκες με βενζίνη και τις έκαιγαν.
Ενθυμούμαι την ημέρα του Σεπτεμβρίου το 1944 που έφευγαν. Κατά τύχη βρέθηκα με τον αδερφό μου το Σταύρο στου Προεστού το μοναχόσπιτο στο Σκλαβεροχώρι ερχόμενοι προς Καστέλλι. Ένας Γερμανός με αναμμένη τη μοτοσυκλέτα μας είπε:
-Πίκουλα, ιε ζέστεν νιξ παρτί καπούτ και μας έβαλε και τα δυο κάτω από την πέτρα που σκέπαζε τη βάγγα του σπιτιού. Μπήκε μέσα, σύνδεσε την έκρηξη των πολεμοφοδίων των ´Κεφαλιών. Επέστρεψε, καβάλησε το μοτοσυκλέτα και ακολούθησε την πομπή του φευγιού των στρατευμάτων προς το Ηράκλειο. Εκεί μείναμε γιατί χιλιάδες βλήματα σφύριζαν και κατάπεφταν στη γη. Βγήκαμε μόνο το λυκόφως της βραδιάς όταν από το ύψος του απέναντι νταμαριού Γρόσπηλιου ακούστηκε μια φωνή:
Ελευθερωθήκαμε!”.
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος