23 Ιουνίου, η μέρα που έφυγε ο Ανδρέας, η μέρα που σημάδεψε τους Παπανδρέου…

 

Τι περίεργα παιγνίδια που παίζει η μοίρα. Ήταν 23 Ιουνίου του 1964 και ο τότε  πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου συναντήθηκε  στο Λευκό Οίκο με τον Αμερικανό πρόεδρο Λίντον Τζόνσον προσπαθώντας  να αντισταθεί σθεναρά στις πιέσεις του τελευταίου για να δεχτεί υποχωρήσεις στο Κυπριακό. Τότε κατάλαβε ότι ήταν αποφασισμένο να τον…ρίξουν.

Η Ιστορία αρκετά χρόνια αργότερα στις 23 Ιουνίου του 1996 θα αποχαιρετήσει τον γιό του, τον Ανδρέα Παπανδρέου ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργό της Ελλάδας από το 1981-1989, και από 1993-1996 και θα έχουν περάσει 28 χρόνια από τότε …σαν σήμερα!

Ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει έπειτα από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές αρχηγού κράτους. Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθος κόσμου παρευρέθηκε στην κηδεία του.

Ήταν γιος του επίσης πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος ήταν γνωστός και ως «Γέρος της Δημοκρατίας». Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο κόρη του Πολωνού Ζίγκμουντ Μινέικο. O γιος του Γεώργιος Α. Παπανδρέου ήταν από το 2004 έως το 2012 πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και πρωθυπουργός της Ελλάδας από το 2009 ως τις 11 Νοεμβρίου 2011.

Υπήρξε ηγέτης με ευρύτατη λαϊκή αποδοχή: σε έρευνα της εφημερίδας Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974.Από την άλλη δημιούργησε πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό, και προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ.

Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου μεταξύ άλλων ήταν συμμαθητής με τους Πέτρο Σιφναίο, Πάρι Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Σκιαδαρέση, εργολάβο, και Λεωνίδα Αδάμ. Με τους τελευταίους τρείς θα δημιουργήσει σε ηλικία δεκαπέντε ετών, το 1934, το Μαρξιστικό περιοδικό «Ξεκίνημα», όπου και δημοσίευσε πολλά άρθρα για το Σοσιαλισμό. Κάθε τεύχος του περιοδικού είχε στην προμετωπίδα του τους στίχους του Κωστή Παλαμά «Δουλέψτε τον ξανά τον κόσμο στη φωτιά!». Η «Εστία», η πιο σημαντική τότε εφημερίδα της Δεξιάς παράταξης, αντέδρασε απαιτώντας τον εξοβελισμό του νεαρού Ανδρέα Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη χώρα». Το Υπουργείο Παιδείας – στο οποίο δύο χρόνια νωρίτερα Υπουργός ήταν ο πατέρας του – διέταξε ανακρίσεις και οι «παρεκτραπέντες» μαθητές τιμωρήθηκαν με διαγωγή «επίμεμπτο» στο ενδεικτικό τους.

Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε γνωριστεί με τρεις σημαντικές μορφές του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, τον Παντελή Πουλιόπουλο (αργότερα εντάχθηκε και στην οργάνωσή του, την ΕΟΚΔΕ), τον Μιχάλη Ράπτη («Πάμπλο») και τον Πλάτωνα Δρακούλη.

Το 1937 εισήλθε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά το 1939, μετά τη σύλληψή του από το καθεστώς Μεταξά, αναχώρησε για τις Η.Π.Α., όπου συνέχισε τις σπουδές του. Υπηρέτησε εθελοντής σε σημαντική θέση στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, ως εξεταστής μοντέλων για τον κατάλληλο χρόνο επισκευής πολεμικών πλοίων.[20] Το 1943 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στα Οικονομικά και τη Φιλοσοφία από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, όπου και διορίστηκε ως αναπληρωτής καθηγητής (associate professor). Το 1944, ο μόλις 25 ετών Ανδρέας Παπανδρέου είναι ένα από τα πέντε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη του Bretton Woods – που σχεδίασε ολόκληρη την αρχιτεκτονική της παγκόσμιας οικονομίας ως τις πετρελαϊκές κρίσεις του ’70 – της οποίας ηγείται ο κορυφαίος Έλληνας οικονομολόγος Κυριάκος Βαρβαρέσος.Tο 1947 διορίστηκε επίκουρος και στη συνέχεια τακτικός καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα και του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ (Berkeley) της Καλιφόρνια, όπου και διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης από το 1956 ως το 1959. Την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία συνέχισε στα χρόνια της δικτατορίας, οπότε εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης (1968-69) και του Γιορκ (1969-1974), όπου διετέλεσε και διευθυντής μεταπτυχιακών σπουδών. Παντρεύτηκε διαδοχικά με τη Χριστίνα Ρασιά, μια ελληνοαμερικανίδα ψυχίατρο, τη Μαργαρίτα Τσαντ (με την οποία απέκτησε 4 παιδιά, τον Γιώργο, τη Σοφία, τον Νίκο και τον Αντρίκο) και τη Δήμητρα Λιάνη. Εκτός γάμου γεννήθηκε το 1969 η κόρη του Αιμιλία Νίμπλουμ.

Επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου του 1961 και έπειτα από πρόταση του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή ανέλαβε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού. Ο οικονομικός του λόγος κινείται μέσα στο επίσημο πλαίσιο της τότε οικονομικής ορθοδοξίας. Άλλωστε, η πανεπιστημιακή του καριέρα στις ΗΠΑ ως την έλευσή του στην Ελλάδα εντασσόταν στο πλειοψηφικό ρεύμα της αμερικανικής οικονομικής σκέψης της εποχής. Έτσι ακολουθεί τη διαδομένη τότε αντίληψη μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής για τις καθυστερημένες χώρες, η οποία επιδίωκε να συνδυάσει την ενίσχυση της ζήτησης μέσω της αύξησης των λαϊκών εισοδημάτων, με την άμεση παραγωγική δραστηριοποίηση του κράτους, ώστε να δοθεί η αναγκαία αναπτυξιακή δυναμική, να καλυφθούν τα παραγωγικά/κλαδικά κενά, να υποκατασταθούν βαθμιαία οι εισαγωγές. Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και στο συνωμοτικό Σχέδιο Ελικών.

Ήδη από εκείνα τα ταραχώδη χρόνια (1965-1967) ο Ανδρέας Παπανδρέου κερδίζει την αγάπη της μεγάλης πλειοψηφίας των πρώην ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που θα συνεχίζουν να τον στηρίζουν ως το τέλος, αλλά οι σχέσεις του με την ηγεσία της Αριστεράς χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία. Γενικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου ενδιαφερόταν περισσότερο για τον «απλό κόσμο» της Αριστεράς και όχι για τους ηγέτες της, που τους θεωρούσε παρωχημένους και όχι ιδιαίτερα ευφυείς.

Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται αλλά αφήνεται ελεύθερος τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου μετά από έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, όπως ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ (John Kenneth Galbraith), προσωπικός του φίλος από τα χρόνια του Χάρβαρντ. Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα σημερινά γνωστά στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Έδρα του Π.Α.Κ. ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.

Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα ΤΕΑ (Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης,ξεκινώντας την κόντρα του με τα παλιά τζάκια για τα οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα. Παράλληλα, σε πολύ μικρό διάστημα γίνεται ο δημοφιλέστερος Έλληνας πολιτικός, παρά τις συνεχείς επιθέσεις μερίδας του Τύπου.Ήρθε σε σύγκρουση με ορισμένους πολύ σημαντικούς συνεργάτες του πατέρα του, όπως ο τραπεζίτης και πολιτικός Σταύρος Κωστόπουλος. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήθελε τη δημιουργία ενός κόμματος αρχών με συγκεκριμένη ιδεολογία και ισχυρή οργάνωση σε εθνικό επίπεδο, κάτι στο οποίο αντιστέκονταν σθεναρά οι «βαρώνοι» της Ένωσης Κέντρου. Επιπλέον, οι βαρώνοι της βενιζελικής παράταξης ανησυχούσαν για την μεγάλη δημοτικότητά του και επέκριναν τον Ανδρέα ως “αλεξιπτωτιστή της πολιτικής”, ότι δηλαδή είχε εμφανισθεί από το πουθενά και μέσα σε ένα-δύο χρόνια είχε γίνει το πιο αναγνωρίσιμο και δημοφιλές πρόσωπο της ελληνικής πολιτικής και απαιτούσε να αποφασίζει για όλα.

Η ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Kινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε. Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του Π.Α.Κ. Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, σημερινό βουλευτή ν. Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη. Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.

1975 ΒΡΑΧΑΤΙ.ΑΠΟ ΔΕΞΙΑ ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΜΙΤΕΡΑΝ ΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ EUROKINISSI/ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΤΣΟΥΡΑΣ

Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,1% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. Η προεκλογική εκστρατεία του Α. Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από φίλους και αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».

Τη δεκαετία του ’80 η ελληνική κοινωνία άλλαξε ριζικά, και οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν κορυφαίο ρόλο σε αυτό τον μετασχηματισμό. Οι αλλαγές ήταν βαθύτερες και πιο ριζοσπαστικές στην επαρχία, και όχι τόσο στην Αθήνα, κάτι που εξηγεί και την καλύτερη επίδοση του ΠΑΣΟΚ εκεί. Σχεδόν αμέσως μετά το 1981, η επαρχία απαλλάχτηκε οριστικά και αμετάκλητα από τον “φόβο του χωροφύλακα”, η θέση των γυναικών βελτιώθηκε πολύ, δημιουργήθηκαν πολιτιστικά και αθλητικά σωματεία σε όλη τη χώρα με την ενεργό στήριξη της Μελίνας Μερκούρη, ενώ το Εθνικό Σύστημα Υγείας του Γιώργου Γεννηματά έφερε για πρώτη φορά σύγχρονη ιατρική περίθαλψη σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές της χώρας· αυξήθηκαν σημαντικά οι μισθοί με αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός καταναλωτισμού ανάλογου με τις υπόλοιπες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης οδήγησε σε ένα πρωτοφανές επίπεδο λαϊκής συμμετοχής σε κοινωνικο-πολιτικά θέματα, και οι κομματικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ πολέμησαν και συχνά διέλυσαν την ισχύ των παραδοσιακών μηχανισμών εξουσίας που στηρίζονταν συνήθως στα ισχυρά “τζάκια” της κάθε περιοχής.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου, απαλλαγμένος πλέον από τις κατηγορίες, επιστρέφει θριαμβευτικά στην εξουσία με άνετη πλειοψηφία της τάξης του 47%. Αποφασίζεται η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής της χώρας, μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ. Επίσης, αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων, δημιουργείται το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.

Όμως, η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και στις 21 Νοεμβρίου του 1995 εισάγεται εσπευσμένα στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, όταν επιδεινώθηκε η ασθένεια από την οποία έπασχε και που του είχε διαγνωστεί από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, μια βαριά νόσος του κολλαγόνου, ο ερυθηματώδης λύκος. Οι πιέσεις που του ασκούνται τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1996 την παραίτησή του, δηλώνοντας ότι “τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να περιμένουν”. Αποσύρεται από την πολιτική στις αρχές του 1996.

Στις 23 Ιουνίου 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές αρχηγού κράτους. Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθη κόσμου, που κυμαίνονταν από «εκατοντάδες χιλιάδες» παρευρέθηκαν στη κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου.

ΠΗΓΕΣ:

Sanshmera.gr

Wikipedia.gr

Εφημερίδες, καθημερινή, Το Βήμα