Την 1η Ιουνίου 1941, έφτασαν στην πλατεία Μεϊντάνι, στο Καστέλλι Πεδιάδος, οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές πάνω σε μοτοσικλέτες. Από την 1η Ιουνίου το Καστέλλι και το πολεμικό του αεροδρόμιο, (το οποίο δέσποζε ημιτελές στον κάμπο της Επαρχίας Πεδιάδος), απετέλεσαν κομβικό σημείο των Γερμανικών δυνάμεων κατοχής στην Κρήτη. Κάτω από σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες, χιλιάδες κάτοικοι οδηγούνταν καθημερινά στα έργα του αεροδρομίου.
Το πρώτο τρίμηνο του 1942, το πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου ήταν έτοιμο να υποδεχτεί τα γερμανικά αεροπλάνα. Έγινε επιχειρησιακό, με πολλαπλές καθημερινές πτήσεις και συγκεκριμένες αποστολές.
Οι ανάγκες του στρατού κατοχής, για στέγαση στρατιωτών, υπηρεσιών, αποθηκών πυρομαχικών, υγειονομικού υλικού, εφοδίων, ανταλλακτικών αεροπλάνων κ.α. οδήγησαν τον Φρούραρχο Ηρακλείου, υπακούοντας σε διαταγή του Γερμανού Στρατηγού Διοικητή Κρήτης Αντρέ, να διατάξει την εκκένωση των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ, που βρίσκονταν δυτικά και πλησίον του αεροδρομίου Καστελλίου.
Για να δικαιολογήσουν οι κατακτητές την απομάκρυνση των κατοίκων και τη δημιουργία νεκρής ζώνης, επικαλέστηκαν λόγους υγείας των στρατιωτών τους. Με νέα διαταγή εκκενώθηκε και το χωριό Βαρβάρω (Αρχάγγελος).
Ημερομηνία της διαταγής εκκένωσης ήταν η 11η Μαΐου 1942. Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και έγιναν πρόσφυγες, καταφεύγοντας ως το τέλος του πολέμου σε γειτονικά χωριά, σε στάβλους, σε αποθήκες, σε παραπήγματα, στην ύπαιθρο και η εγκαταλελειμμένη περιοχή περιοχή κηρύχτηκε νεκρή ζώνη.
«´Kreiskommandantur 718
Iraklion 11 Mai 1942
An den Herrn Prafekten
Iraklion
Betr. : Raumung der Ortschaften Sklaverochori und Galeniana.
Aus sanitaren Grunden ist die Raumung des Ortes Sklaverochori notwendig. Sklaverochori besteht zum Teil aus unbewohnten Hauserruinen, die sehr verunreinigt und Anlass zu jahrlich wiederkehrender Fliegenplage. Eine auf kleinstem Ort derart konzentrierte Masse von Kot, Schmutz und Ungeziefer bedeuten sine standige Infektionsgefahr fur die in der Nane liegenden Soldaten. Sklaverochori hat zirka 85 Einwohner, die leicht in den umliegenden Ortschaften untergrbacht werden konnen.
Beim Ort Galeniana handelt es sich lediglion um 3 Hutten, die ebenfalls abgebrochen werden mussen.
Sie wollen die Raumung der beiden Orte sofort veranlassen und siecherstellen, dass die Raumung am 25 Mai durchgeiuhrt ist. Wegen der naheren Einzelheiten setzt sich der zustandige Burgermeister mit dem Fliegerhorstkommandanten in Kastelli in Verdindung».
«Εκκένωσις των χωρίων Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανά
Δια λόγους υγείας επιβάλλεται η εκκένωσις του χωρίου Σκλαβεροχώρι. Το Σκλαβεροχώρι συνίσταται εν μέρει από ακατοίκητα ερείπια, πολύ ακάθαρτα άτινα γίνονται εστίαι μυών. Μία εις ένα τόσον μικρόν μέρος συγκέντρωσις ακαθαρσιών, κόπρου και μικροβίων, είναι ένας διαρκής κίνδυνος μολύνσεως δια τους πλησίον ευρισκομένους στρατιώτας. Το Σκλαβεροχώρι έχει περίπου 85 κατοίκους, οίτινες ευκόλως δύνανται να μεταφερθούν εις τα πλησίον κείμενα χωρία.
Εις τα Γαλενιανά πρόκειται περί τριών καλυβών αίτινες δέον να κατεδαφισθούν επίσης. Ευαρεστήθητε να παρακινήσετε την εκκένωσιν των δύο τούτων μερών αμέσως και να εξασφαλίσετε όπως η εκκένωσις έχει περατωθή μέχρι 25 Μαΐου. Δια σχετικάς λεπτομερίας δέον να έλθη εις επαφήν ο αρμόδιος Δήμαρχος μετά του εν Καστελλίω Διοικητού του αεροδρομίουª.
Ο Φρούραρχος Ηρακλείου, για να δικαιολογήσει την εκκένωση των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ, επικαλείται λόγους υγείας των Γερμανών στρατιωτών που υπηρετούν στο αεροδρόμιο Καστελλίου. Δίδει ημερομηνία εκκένωσης την 25η Μαΐου 1942 και η οδηγία του ήταν να μεταφερθούν οι κάτοικοι στα πλησιέστερα χωριά της περιοχής.
Ο διορισμένος από τις αρχές κατοχής Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης, με εγκύκλιο που στέλνει στην Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Καστελλίου και στον Πρόεδρο της Κοινότητας Βαρβάρω, ενημερώνει για τη διαταγή εκκένωσης των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ, ζητώντας τη συνδρομή τους στην απομάκρυνση των κατοίκων. Προτείνει την επίταξη οικημάτων των χωριών υποδοχής των κατοίκων του Σκλαβεροχωρίου και Γαλενιανού, προβάλλοντας ταυτόχρονα το παράδειγμα της εκκένωσης του Τυμπακίου.
«Ηράκλειον 15/5/1942
Εξαιρετικώς επείγον
Προς Την Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Καστελλίου Π/δος
Το Φρουραρχείον δια της 11/5/42 διαταγής του διατάσσει την εκκένωσιν των συνοικισμών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανό.
Εντελόμεθα άμα τη λήψει της παρούσης όπως παραλάβητε τον Πρόεδρον της Κοινότητος Βαρβάρων Καστελλίου και μεταβήτε και συνενοηθήτε μετά του Διοικητού του αεροδρομίου Καστελλίου Π/δος δια την εκκένωσιν ταύτην.
Τούτον δέον να γίνη αμέσως διότι το Φρουραρχείον τάσσει προθεσμίαν εκκενώσεως μέχρι της 25 Μαΐου ε.ε.
Αι ολίγαι καλύβαι του συνοικισμού Γαλενιανό δέον να κατεδαφισθώσιν διότι είναι εστίαι μολύνσεως.
Οι κάτοικοι του Σκλαβεροχωρίου και Γαλενιανού να μεταφερθούν εις τα πέριξ χωρία. Φροντίσετε όπως επιτάξητε μερικά οικήματα προς στέγασιν αυτών και χωρίσετε τας άνω οικογενείας αναλόγως από ολίγας εις έκαστον χωρίον. Ειδοποιήσητε τους Προέδρους των πέριξ Κοινοτήτων ότι είναι υποχρεωμένοι να δεχθούν έκαστος μερικάς οικογενείας όπως εδέχθησαν όλαι αι πέριξ του Τυμπακίου Κοινότητες τους κατοίκους του εκκενωθέντος Τυμπακίου.
Συνιστώμεν δραστηριότητα εις την εκτέλεσιν της άνω διαταγής του Φρουραρχείου και αναφέρητε εκτέλεσιν αυτού.
Ο Νομάρχης».
Την ίδια ημέρα, με την επισήμανση «εξαιρετικά επείγον», στέλνει έγγραφο και στον Πρόεδρο της Κοινότητας Βαρβάρω, ζητώντας του «μετά προθυμίας» να βοηθήσει στην απομάκρυνση των κατοίκων των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ.
«Ηράκλειον τη 15/5/1942
ΠΡΟΣ Τον κ. Πρόεδρον της Κοινότητος
ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΚΑΣΤΕΛΛΙΟΥ ΠΕΔ/ΔΟΣ
Και Προέδρους των Κοινοτήτων των πέριξ συνοικισμών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανό.
Το Φρουραρχείον εντέλλεται όπως οι κάτοικοι των Συν/σμών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ εκκενώσουν τους συνοικισμούς των και μεταφερθούν εις τας πέριξ Κοινότητας.
Εντελλόμεθα όπως φροντίσητε δια την εκτέλεσιν της διαταγής ταύτης μετά προθυμίας συμφώνως προς τας οδηγίας ας εδώσαμεν ήδη προς την Υποδιοίκησιν Χωροφυλακής Καστελλίου Πεδ/δος.
Η παρούσα απευθύνεται προς υμάς αλλά θέλει επιδειχθή προς εκτέλεσιν και εις τους Προέδρους των πέριξ Κοινοτήτων εις ας θέλετε κρίνει σκόπιμον να εγκαταστώσιν οι κάτοικοι των εκκενουμένων συνοικισμών και οίτινες είναι υπόχρεοι δια την ανεύρεσιν οικημάτων προς στέγασιν τούτων.
Ο Νομάρχης
Ι. Πασσαδάκηςª
Με ένα ακόμη έγγραφο, ο Νομάρχης Ηρακλείου Ιωάννης Πασσαδάκης απευθύνεται στον Φρούραρχο, ενημερώνοντάς τον για τις ενέργειες που έκανε σχετικά με την μεταφορά των κατοίκων των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ.
«Ηράκλειο 15/5/1942
Προς Το Φρουραρχείον
Σχετ. : Raumung der Ortschaften Sklaverochori und Galeniana.
Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρωμεν εις απάντησιν της υπό χρονολογίαν 11/5/42 διαταγής υμών ότι εδώσαμεν διαταγήν εις την Υποδιοίκησιν Καστελλίου Π/δος και Πρόεδρον Κοινότητος Βαρβάρω Καστελλίου Πεδιάδος όπως διατάξει τους κατοίκους των συνοικισμών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ όπως εκκενώσουν τους συνοικισμούς τούτους εντός της ταχθείσης προθεσμίας. Τοποθετήσαμε τους κατοίκους των συνοικισμών τούτων εις τας πέριξ Κοινότητας
Ο Νομάρχης»
Οι πραγματικοί λόγοι εκκένωσης των χωριών Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ, περιγράφονται με γλαφυρότητα από κατοίκους των χωριών, που ζήσανε αυτό το γεγονός. Δεκάδες μαρτυρίες έχουν καταγραφεί.
Η Μαρία Φαρσαράκη – Παγωνάκη (1922 – 2016), από το χωριό Γαλενιανώ, σε απομαγνητοφωνημένη συζήτηση στις 20 Ιουνίου 2014, διασαφηνίζει τους πραγματικούς λόγους που οι Γερμανοί εκκένωσαν το χωριό της Γαλενιανώ και το διπλανό χωριό Σκλαβεροχώρι.
Η Μαρία Φαρσαράκη – Παγωνάκη θυμάται :
´Öεγώ εγεννήθηκα το 1922. Το σπίτι μας ήτανε στο Γαλανιανώ. Ο πατέρας μου ο Μιχάλης ο Φαρσάρης εφύτευγε κήπους για να τα βγάλομε πέρα. Η μάνα μου η Ερήνη έπρεπε να πηγαίνει στσι γερμανούς να πλύνει ρούχα.
Επήγαινα όμως εγώ, που ήμουνε δεκαεννιά χρονώ. Θυμούμαι το Πρόεδρο του Βαρβάρου, που ήρθε στο σπίτι μας και είπε τση μάνας μου να πηγαίνει να πλύνει ρούχα. Στο Καρδουλιανώ, στο σπίτι του Μπαλτζή.
Το’χανε επιτάξει οι γερμανοί. Το Πρόεδρο τον ελέγανε Πλυτά. Μια μέρα ήρθε πάλι στο χωριό στο Γαλανιανώ. Ήσυρνε και ένα δυο χωροφυλάκους, εδικούς μας.
Από το σταθμό του Καστελλίου. Το χωριό μας είχε τέσσερα-πέντε σπίθια. Και μας ε λένε ότι πρέπει να φύγομε γιατί θα τα γκρεμίσουνε. Και που θα πάμε ;
Όπου μπορείτε, μας είπε ο Πλυτάς. Επήγε ο πατέρας μου κι έφτιαξε μια καλύβα στσι Μύλους. Κι εμέναμε όλη τη κατοχή στη καλύβα. Βλέπαμε κάθε μέρα να δούμε ανέ μας ε γκρεμίσουνε το σπίτι.
Κι ήτανε ο πατέρας με τη μάνα μου πολύ στενοχωρημένοι. Δε μας το γκρεμίσανε όμως. Κανένα σπίτι του Γαλενιανού δεν εγκρεμίσανε. Εφέρανε και εγεμίσανε τα σπίθια διάφορε πράματα. Στου πατέρα μου το σπίτι εβάλανε φάρμακα.
Γιατί στα δέματα που εξεφορτώσανε, εθωρούσαμε κι είχανε απάνω κόκκινους σταυρούς.
Και μας είπε ένας ότι είναι φάρμακα. Μετά που εφύγανε οι γερμανοί εξαναγυρίσαμε στο σπίτι μας στο χωριό…».
(Μαρία Φαρσαράκη-Παγωνάκη, απομαγνητοφωνημένη συζήτηση, Καστέλλι 20 Ιουνίου 2014).
Ο Γεώργιος Μαρκογιαννάκης από το χωριό Σκλαβεροχώρι, θυμάται ως παιδί τους γονείς του να τον παίρνουν και να φεύγουν από το χωριό τους το 1942. Κατοίκησαν σε μια καλύβα που έστησαν πρόχειρα στην περιοχή «Μύλοι». Στους συμμαχικούς βομβαρδισμούς κατέφευγαν σε μια σπηλιά, λίγο πιο κάτω στη θέση «Στρατοπούλι».
Στη σπηλιά αυτή οι γονείς του Μανόλης και Αικατερίνη βρήκαν τραγικό θάνατο από το ίδιο θραύσμα βόμβας νυχτερινού βομβαρδισμού στις 10 Ιουλίου 1942, δυο μήνες μετά τη μετεγακτάστασή τους εκεί.
Όταν αποχώρησαν οι Γερμανοί από την περιοχή, επέστρεψε στο χωριό του Σκλαβεροχώρι και αντίκρυσε το σπίτι των γονιών του ανέπαφο. Ο Γεώργιος Μαρκογιαννάκης αφηγείται :
´Öόλοι οι χωριανοί εφύγαμε από το χωριό. Εγώ ήμουνε μικρό κοπέλι. Εγεννήθηκα το 1929 και ήμουνε δεκατριώ χρονώ. Δεν επόμεινε κανείς. Επήγανε οι πατεράδες μας κι εκάνανε καλύβες και εμέναμε όλα τα χρόνια τση κατοχής.
Εμείς εμέναμε σε μια καλύβα στσι Μύλους και σε και σε μια σπηλιά στο Στρατοπούλι. Δεν εμάθαμε ποτέ γιατί μας εδιώξανε. Στο δικό μας το σπίτι εβάλανε βόμβες.
Όταν εφύγανε οι γερμανοί κι εγυρίσαμε στο σπίτι μας εβρήκαμε μια βόμβα μέσα. Την επήρανε άλλοι χωριανοί κι εβγάλανε τη σεντίτιδα. Στο σπίτι του Αγγουριδομανόλη εφέρανε κοινές γυναίκες, για τσι στρατιώτες τους και τσι σπιτώσανε.
Στο σπίτι του Αγγουριδογιώργη είχανε τα πλυντήρια. Στο σπίτι του Αγγουριδομιχάλη εκάνανε τα μαγειρεία. Εφτιάξανε και τρεις μεγάλες παράγκες κι εξωμένανε οι γερμανοί στρατιώτες. Θυμούμαι όταν εφεύγανε και βάλανε στις γωνιές των παραγκών βενζίνη. Μετά με ένα πιστόλι για φωτοβολίδες εσημαδέψανε τη βενζίνη, επήρε φωθιά και τσι κάψανε. Ήτανε πολλοί γερμανοί στο Σκλαβεροχώρι. Εγώ εδούλευα στα μαγειρεία ντωςÖª.
(Μαρκογιαννάκης Γεώργιος του Εμμανουήλ, απομαγνητοφωνημένη συζήτηση, Σκλαβεροχώρι, 15 Ιουλίου 2016)
Τα χωριά Βαρβάρω, (Αρχάγγελος), Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ, αποτελούσαν τα χρόνια 1941-1944 ενιαία Κοινότητα. Με διαταγή του, (στις 11 Μαΐου 1942), ο Φρούραρχος Ηρακλείου είχε κηρύξει την περιοχή νεκρή ζώνη και είχαν διαταχθεί οι κάτοικοι να τα εγκαταλείψουν.
Στις 10 Ιουνίου 1942, Βρετανοί και Έλληνες δολιοφθορείς επιχειρούν επιτυχημένο σαμποτάζ στο πολεμικό αεροδρόμιο Καστελλίου. Στις 13 Ιουνίου 1942, στο αεροδρόμια Ηρακλείου επιχειρεί άλλη ομάδα σαμποτέρ, καταστρέφοντας δεκάδες αεροπλάνα των γερμανών. Ο Στρατηγός Αντρέ, Διοικητής του ´Φρουρίου Κρήτηςª, εισπράττει τη δυσμένεια των ανωτέρων του.
Μετά το σαμποτάζ, οι γερμανοί διοχετεύουν στα συρματοπλέγματα του αεροδρομίου Καστελλίου ηλεκτρικό ρεύμα, που παρήγαγε το ηλεκτρικό εργοστάσιο των κατακτητών, που βρίσκονταν ανατολικά του χωριών Σκλαβεροχώρι και Βαρβάρω. Παρά την κήρυξη της περιοχής σε νεκρή ζώνη, παιδιά οδηγούσαν τα οικόσιτα ζώα τους στα λιβάδια των χωριών Βαρβάρω, Σκλαβεροχώρι και Γαλενιανώ για βοσκή. Οι γερμανοί, δεν έπαιρναν μέτρα εναντίον τους.
Η Ειρήνη Δρακαντωνάκη, δεκατεσσάρων χρονών, κόρη του Μιχάλη Δρακαντωνάκη από το χωριό Βαρβάρω, την παραμονή των Χριστουγέννων του 1943 είχε πάει για βοσκή την κατσίκα της κοντά στα ηλεκτροφόρα σύρματα του αεροδρομίου. Αφού την έδεσε, επέστρεψε στο κατάλυμα της οικογένειάς της. Η κατσίκα ακούμπησε στα ηλεκτροφόρα καλώδια του αεροδρομίου και σκοτώθηκε.
«…φώναξε της Ειρήνης ο ξάδερφός μας, ο Χρύσανθος ο Δρακάκης. Της είπε ότι την κατσίκα μας την έπιασε το ρεύμα εκεί που την έδεσε κοντά στα σύρματα του αεροδρομίου. Η αδερφή μου δεν ήξερε.
Έπιασε το σκοινί να την τραβήξει και κάηκε, την έκαψε το ρεύμα. Αμέσως εσκοτώθηκε. Θυμούμαι το χέρι της που ήταν καμένο. Μας ειδοποιήσανε και έτρεξα να τη δω. Την είχανε μεταφέρει οι Γερμανοί στο Καστέλλι στο ιατρείο τους. Η αδερφή μου ήταν 14 χρονών.
Ωραία κοπέλα, ψηλή. Μας την παραδώσανε οι Γερμανοί σε ένα φέρετρο. Εγώ να σκοτώνομαι από το κλάμα.
Η αδερφή μου ήταν τόσο ψηλή που τα πόδια της περισσεύανε από το γερμανικό φέρετρο. Το τι έγινε, δεν μπορώ να το περιγράψω. Μεγάλος θρήνος. Από τον πατέρα μου και από μας τα αδέρφια. Ήταν σπερνό των Χριστουγέννων το 1943…».
(Μαρία Δρακαντωνάκη-Παράσχου, απομαγνητοφωνημένη συζήτηση, Καρδουλιανώ, 20 Αυγούστου 2002.
Η Μαρία Δρακαντωνάκη Παράσχου, ήταν αδερφή της Ειρήνης Δρακαντωνάκη).
*Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελλίου