Οι υψηλές θερμοκρασίες μας προκαλούν εκνευρισμό, διαταράσσουν τον ύπνο , χαλάνε την διάθεσή , μας κάνουν επιθετικούς, μας εμποδίζουν να σκεφτούμε καθαρά και να συγκεντρωθούμε, θολώνουν το μυαλό μας.
Μελέτες έχουν βρει συσχετίσεις μεταξύ της αύξησης της θερμοκρασίας και μιας σειράς προβλημάτων ψυχικής υγείας, όπως η ψυχική κόπωση, η επιθετικότητα και υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών.
Όσοι υποφέρουν από ψυχικές διαταραχές ενδέχεται, επίσης, να είναι επιρρεπείς σε, προκαλούμενες από την υπερβολική ζέστη, παρορμητικές συμπεριφορές ή άλλες εκδηλώσεις άρσης αναστολών, που δεν μπορούν να τις ελέγξουν, ενώ ασθενείς με άνοια ίσως δεν μπορούν να επεξεργαστούν νοητικά τις ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες, ώστε να ενυδατώνονται περισσότερο και να φορούν ελαφριά ρούχα.
Ευάλωτοι είναι και όσοι πάσχουν από ψυχωτικές διαταραχές, σοβαρές διαταραχές του συναισθήματος ή αναπτυξιακές διαταραχές και ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή που επηρεάζει την θερμορύθμιση του οργανισμού τους και είναι περισσότερο επιρρεπείς σε αφυδάτωση και θερμοπληξία.
Ασθενείς με κατάθλιψη, για παράδειγμα, έχει βρεθεί πως εμφανίζουν μειωμένη θερμορυθμιστική ικανότητα, ενώ χρειάζεται αυξημένη προσοχή, καθώς πολλά από τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, μπορεί να επιδεινώσουν τις διαταραχές των ηλεκτρολυτών, εν μέσω κυμάτων καύσωνα.
Οι συνθήκες καύσωνα, γενικά μας αποσυντονίζουν όλους και όπως επισημαίνει ο καθηγητής Ψυχιατρικής Αλέξανδρος Βγόντζας, πρέπει να λαμβάνουμε τα μέτρα μας, είτε παίρνουμε φάρμακα είτε όχι.
Να μην βρισκόμαστε εκτεθειμένοι σε υψηλές θερμοκρασίες χωρίς προστασία, να περιορίσουμε το αλκοόλ και να ζητάμε ιατρική βοήθεια αμέσως μόλις νιώσουμε ότι κάτι δεν πάει καλά με την υγεία μας.
Πότε αρχίζει να μειώνεται η γνωστική απόδοση
Έρευνες, όπως αναφέρει η ιστοσελίδα Very Well Health, έχουν δείξει ότι η γνωστική απόδοση αρχίζει να μειώνεται όταν η θερμοκρασία φτάνει περίπου στους 26 βαθμούς Κελσίου. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, επειδή η υψηλή θερμοκρασία επηρεάζει τη δραστηριότητα του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος και τα επίπεδα κορεσμού οξυγόνου στο αίμα, οδηγώντας σε μειωμένη γνωστική λειτουργία.
Η υπερβολική ζέστη επιβαρύνει τη λειτουργία των νευροδιαβιβαστών, των χημικών ουσιών που μεταφέρουν σήματα στον εγκέφαλο. Φανταστείτε το νευρικό μας σύστημα ως ένα τεράστιο δίκτυο από καλώδια που μεταδίδουν ηλεκτρισμό και σήματα σε όλο το σώμα, από και προς τον εγκέφαλο. Επηρεάζοντας την ηλεκτρική αγωγιμότητα των νευρώνων, μειώνεται η απόδοση του εγκεφάλου, κάνοντάς μας να νιώθουμε πιο κουρασμένοι, με λιγότερη πνευματική διαύγεια και συγκέντρωση.
Επιδείνωση νευρολογικών και ψυχιατρικών διαταραχών
Η ζέστη μπορεί να επιδεινώσει υπάρχουσες νευρολογικές και ψυχιατρικές διαταραχές. Για παράδειγμα, έχει αναγνωριστεί ως ενισχυτικός παράγοντας για την κατάθλιψη και το άγχος. Για όσους πάσχουν από διαταραχές όπως το Αλτσχάιμερ και η σχιζοφρένεια, οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν επίσης να επιδεινώσουν τα συμπτώματα.
Ορισμένες, δε, κατηγορίες είναι πιο ευπαθείς. Μερικά φάρμακα, όπως τα αντιψυχωσικά, μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει τη θερμοκρασία, κάνοντας τους ασθενείς πιο ευάλωτους στη ζέστη.
Επίσης, άτομα με αναπηρίες, όπως τραυματισμοί στη σπονδυλική στήλη, μπορεί να αντιμετωπίζουν μειωμένη ικανότητα εφίδρωσης, η οποία είναι απαραίτητη για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος.
Πώς να προστατευτείτε
Για να προστατευτείτε από τις επιπτώσεις της ζέστης, είναι σημαντικό να λαμβάνετε προληπτικά μέτρα:
1. Μείνετε σε δροσερούς χώρους
2. Μείνετε ενυδατωμένοι
3. Επιλέξτε ελαφριά, ανοιχτόχρωμα ρούχα, που επιτρέπουν στο δέρμα να αναπνέει.
4. Χρησιμοποιήστε βοηθήματα ψύξης
5. Περιορίστε τη σωματική δραστηριότητα