Ψύχωση και θεραπεία: Τρεις ειδικοί μιλούν στην «Π» για την αξία της έγκαιρης διάγνωσης
Η έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση κρίσιμη για τον ασθενή που μπορεί να ζήσει μια καλή ζωή

Ο ασθενής μπορεί να έχει ψευδαισθήσεις, αποδιοργανωμένη σκέψη, παραληρητικές ιδέες, κατάθλιψη, απόσυρση από κοινωνικές επαφές, αυτοκτονικό ιδεασμό.

Σύμφωνα με στοιχεία από την Κινητή Ψυχιατρική Μονάδα του ΠαΓΝΗ, ο χρόνος που μεσολαβεί από την έναρξη των συμπτωμάτων μέχρι την αναζήτηση κατάλληλης θεραπείας μπορεί να υπερβαίνει και τα 10 χρόνια.

Για την κρίσιμη σημασία της έγκαιρης ιατρικής παρέμβασης και τον σημαντικό ρόλο που παίζουν οι Μονάδες που λειτουργούν για αυτό τον σκοπό στο Ηράκλειο είναι η «Ξένιος Ζεύς», ενώ μιλούν στην «Π» 3 ειδικοί.

Η καθηγήτρια Ψυχιατρικής Μαρία Μπάστα, ο κλινικός ψυχολόγος Αργύρης Τσιμπιμπάκης και η νευροψυχολόγος Ελένη Σκούρτη.

«Με τον όρο ψύχωση, σημειώνουν, είναι πλέον πιο δόκιμο να αναφέρεται κάποιος σε «φάσμα ψυχωσικών διαταραχών» στις οποίες περιλαμβάνονται η σχιζοφρένεια και οι διαταραχές του συναισθήματος με συνοδά ψυχωσικά σημεία και συμπτώματα.

Στον γενικό πληθυσμό, η συχνότητα διάγνωσης ψυχωσικών διαταραχών κυμαίνεται από 1.5-3.5% με την ετήσια συχνότητα εμφάνισης ενός Πρώτου Ψυχωσικού Επεισοδίου στον ελληνικό πληθυσμό να προσεγγίζει τα 30 άτομα ανά 100.000.

Η έγκαιρη διάγνωση ψυχωσικών συμπτωμάτων είναι κομβικής σημασίας, αφού από αυτήν εξαρτάται η άμεση θεραπευτική παρέμβαση, η έκβαση του περιστατικού και οι πιθανότητες ανάκαμψης/λειτουργικής αποκατάστασης του ασθενούς καθώς και η πρόληψη πιθανών υποτροπών.

Σύμφωνα με συγκεντρωτικά στοιχεία που αφορούν στη λειτουργία της Κινητής Ψυχιατρικής Μονάδας του ΠαΓΝΗ, ο χρόνος που μεσολαβεί από την έναρξη ψυχιατρικών εκδηλώσεων έως και την αναζήτηση κατάλληλης θεραπείας μπορεί να υπερβαίνει και τα 10 έτη, με σημαντικές συνέπειες για την ποιότητα ζωής των ασθενών αλλά και των οικογενειών τους».

Τα συμπτώματα πριν και στην διάρκεια του ψυχωσικού επεισοδίου

Τα ψυχωσικά συμπτώματα κατατάσσονται σε 4 ευρύτερες κατηγορίες: τα θετικά συμπτώματα (ψευδαισθήσεις-παραισθήσεις, αποδιοργάνωση σκέψης-συμπεριφοράς και παραληρητικές ιδέες), τα αρνητικά συμπτώματα (άμβλυνση συναισθήματος, απόσυρση από κοινωνικές επαφές, αβουλία, απάθεια, μείωση ποσότητας εκφοράς λόγου), τα γνωστικά συμπτώματα (ελλείμματα στη συγκέντρωση, τη μνήμη, τη στοχοκατευθυνόμενη συμπεριφορά και την ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών) και τέλος, συνυπάρχουσες δυσκολίες όπως διαταραχές στον ύπνο, χρήση αλκοόλ και ουσιών, άγχος και κατάθλιψη, ενώ συχνά παρουσιάζεται και αυτοκτονικός ιδεασμός και συμπεριφορές αυτοκτονικότητας.

«Είναι, επίσης, συχνό φαινόμενο πριν την εκδήλωση ενός ψυχωσικού επεισοδίου να προηγείται μια περίοδος εμφάνισης ήπιων συμπτωμάτων (κατάθλιψη, απόσυρση, διαταραχές ύπνου και συγκέντρωσης) που σηματοδοτεί την πρόδρομη φάση της νόσου, κατά την οποία η αναζήτηση κατάλληλης φροντίδας μπορεί να αμβλύνει την βαρύτητα των συμπτωμάτων της οξείας φάσης», τονίζουν.

Η θεραπεία δεν γίνεται μόνο με φάρμακα

Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση του πρώτου ψυχωσικού επεισοδίου περιλαμβάνουν τη συστηματική χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, καθώς και ένα συνδυασμό ψυχολογικών και κοινωνικών παρεμβάσεων.

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση του πρώτου ψυχωσικού επεισοδίου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στην αντιμετώπιση της νόσου. Συνίσταται στη χορήγηση αντιψυχωσικών φαρμάκων (α’ και β’ γενιάς ).

Η χορήγηση τους οδηγεί στην σταθεροποίηση/ύφεση των συμπτωμάτων, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Γενικά, στην αντιμετώπιση του πρώτου ψυχωσικού επεισοδίου, η δόση του αντιψυχωσικού που χορηγείται θα πρέπει να είναι στο κατώτερο θεραπευτικό όριο, ειδικά κατά την έναρξη της.

Τα αντιψυχωσικά φάρμακα σχετίζονται με την εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών άλλοτε σε άλλο βαθμό ανάλογα με το φάρμακο και τη δοσολογία του. Έτσι, η τελική επιλογή του φαρμάκου γίνεται με βάση το συνολικό προφίλ των παρενεργειών, αλληλεπιδράσεων, των αντενδείξεων και της γενικότερης κλινικής εικόνας του ασθενούς.

Η συστηματική ψυχιατρική παρακολούθηση και χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, συμπληρώνεται από τη δράση ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων, όπως η ατομική ψυχοθεραπεία, η γνωστική αποκατάσταση και κοινωνική επανένταξη. Στόχος της ανωτέρω ολιστικής προσέγγισης αποτελεί η αποτελεσματική διαχείριση των ψυχωσικών συμπτωμάτων και η προαγωγή της ψυχικής ανθεκτικότητας και λειτουργικής ανάκαμψης.

Η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (ΓΣΘ) διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην έγκαιρη παρέμβαση και τη συνεχή διαχείριση των συμπτωμάτων της ψύχωσης. Εστιάζει στο να βοηθά τα άτομα να αναγνωρίζουν και να τροποποιούν διαστρεβλωμένα μοτίβα σκέψης και πεποιθήσεις που συμβάλλουν στα ενοχλητικά συμπτώματα, όπως οι παραισθήσεις και οι παραληρητικές ιδέες.

Με την αμφισβήτηση αυτών των αρνητικών ερμηνειών και την ανάπτυξη στρατηγικών αντιμετώπισης, τα άτομα μπορούν να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο επί των εμπειριών τους.

Η Γνωσιακή θεραπεία εστιασμένη στην Ανάκαμψη βασίζεται στην παραδοσιακή ΓΣΘ, δίνοντας έμφαση στους προσωπικούς στόχους ανάκαμψης και ενδυναμώνοντας τα άτομα να ζήσουν μια ουσιαστική ζωή παρά τα συμπτώματά τους. Παράλληλα, ενσωματώνει στρατηγικές για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την καλλιέργεια της ελπίδας, υποστηρίζοντας τελικά τα άτομα στο ταξίδι τους προς μια ικανοποιητική ζωή πέρα από τους περιορισμούς των ψυχωσικών τους εμπειριών.

Ολιστική κατανόηση της κατάστασης του ατόμου

Σύμφωνα με τις επισημάνσεις τους, τα προγράμματα ατομικής ή ομαδικής νοητικής ενδυνάμωσης αποσκοπούν στην βελτίωση του θεραπευτικού αποτελέσματος και της λειτουργικότητας (εργασιακής, κοινωνικής), καθώς και την αύξηση του αισθήματος ευζωίας των θεραπευόμενων, στοχεύοντας εμμέσως και τα κλινικά συμπτώματα της διαταραχής.

Η νευροψυχολογική εκτίμηση αποτελεί «πυξίδα» για το εξατομικευμένο πλάνο αποκατάστασης, με συνδυασμό τόσο παραδοσιακών όσο και ασκήσεων γνωστικής ενδυνάμωσης με τη χρήση υπολογιστή.

Τα μέχρι στιγμής ερευνητικά δεδομένα για την χρήση online προγραμμάτων γνωστικής αποκατάστασης σε άτομα με πρώιμα συμπτώματα ψύχωσης ή Πρώτο Ψυχωσικό Επεισόδιο, καταδεικνύουν βελτίωση σε πολλαπλούς γνωστικούς τομείς (λεκτική μνήμη, επιτελικές λειτουργίες, προσοχή, ταχύτητα επεξεργασίας ερεθισμάτων), και σημαντική συσχέτιση της βελτίωσης αυτής με το επίπεδο λειτουργικότητας των θεραπευόμενων, καθώς και με βελτίωση σε ψυχοκοινωνικούς και κλινικούς δείκτες.

Παράλληλα, η εκτίμηση των αναγκών σε ασθενείς που βιώνουν το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης αποτελεί κρίσιμο βήμα για την κατάρτιση αποτελεσματικών πλάνων θεραπείας και υποστήριξης.

Η εκτίμηση αναγκών αποσκοπεί στην ολοκληρωμένη αξιολόγηση των αναγκών των ασθενών με σοβαρές ψυχικές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ψύχωσης, σε ποικίλους τομείς της ζωής του ατόμου όπως βασικές βιοτικές ανάγκες (στέγαση, τροφή), τη σωματική υγεία και ατομική υγιεινή καθώς και την διαπροσωπική/επαγγελματική/ακαδημαϊκή λειτουργικότητα.

Κατά συνέπεια, βοηθά τους κλινικούς να εντοπίζουν τις πραγματικές ανάγκες από την οπτική του ασθενούς, των φροντιστών αλλά και των επαγγελματιών υγείας, προάγοντας έτσι μια ολιστική κατανόηση της κατάστασης του ατόμου.

Με τον τρόπο αυτό, οι ειδικοί ψυχικής υγείας μπορούν να προτεραιοποιήσουν τις παρεμβάσεις, να ενισχύσουν τη συμμετοχή των ασθενών στις παρεχόμενες παρεμβάσεις/θεραπευτικά πρωτόκολλα και να παρακολουθήσουν την πρόοδο στην πάροδο του χρόνου, διασφαλίζοντας ότι οι σύνθετες και εξελισσόμενες ανάγκες όσων βιώνουν το πρώτο επεισόδιο ψύχωσης αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά.

Οι μονάδες έγκαιρης παρέμβασης

«Σημαντικό βήμα, στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπευτική αντιμετώπιση πρώιμων εκδηλώσεων ψύχωσης, υπογραμμίζουν οι ίδιοι, αποτέλεσε η ίδρυση των 8 μέχρι τώρα, Μονάδων Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση που λειτουργούν πανελλαδικά.

Οι μονάδες αυτές είναι λειτουργικά συνδεδεμένες, ώστε να διασφαλίζεται η μεταφορά τεχνογνωσίας, εξειδίκευσης και πρόσβασης των ασθενών σε ποιοτική φροντίδα.

Επιπλέον, η εκάστοτε Μονάδα είναι συνδεδεμένη με τις τοπικές μονάδες υγείας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη συνέχιση της παρακολούθησης των ασθενών σε οποιοδήποτε επίπεδο», καταλήγουν.