Ερευνητές σε πρόσφατη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances, υποστηρίζουν ότι η χρήση κοινών αντιβιοτικών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, καθώς επηρεάζει αρνητικά μία σημαντική προστατευτική στιβάδα του.
Ο αριθμός των ατόμων που πάσχουν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου αυξάνεται σταθερά, φτάνοντας σε εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (IBD) αναφέρεται σε διάφορες παθήσεις που προκαλούν χρόνιες φλεγμονές στο γαστρεντερικό σύστημα, με τις δύο πιο διαδεδομένες μορφές να είναι η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα. Προς το παρόν, δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για αυτές τις ασθένειες, ενώ η ακριβής αιτία τους παραμένει ασαφής.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Bar-Ilan στο Ισραήλ προσπαθούν να διευκρινίσουν περαιτέρω αυτό το ζήτημα, υπογραμμίζοντας πως τα αντιβιοτικά ενδέχεται να βλάπτουν το προστατευτικό στρώμα βλέννας στο έντερο, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο εμφάνισης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή της Ιατρικής Σχολής Azreili του Πανεπιστημίου Bar-Ilan και κύριο συγγραφέα της μελέτης, η ερευνητική ομάδα αποφάσισε να διερευνήσει τη συσχέτιση μεταξύ χρήσης αντιβιοτικών και της πιθανότητας ανάπτυξης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, καθώς επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ισχυρή σύνδεση μεταξύ τους, η οποία μάλιστα εξαρτάται από τη δόση των αντιβιοτικών.
«Σε αντίθεση με άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες, η επίδραση των αντιβιοτικών μπορεί να μελετηθεί εργαστηριακά με ελεγχόμενο τρόπο», δήλωσε ο ερευνητής στο Medical News Today.
Η έρευνα που διεξήγαγαν σε πειραματόζωα έδειξε ότι αντιβιοτικά όπως η αμπικιλλίνη, η μετρονιδαζόλη, η νεομυκίνη και η βανκομυκίνη προκαλούσαν βλάβες στο προστατευτικό στρώμα βλέννας του πεπτικού συστήματος, επιτρέποντας στα βακτήρια να διαπεράσουν το φράγμα και αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο φλεγμονής του εντέρου.
«Παλαιότερα πιστεύαμε ότι τα αντιβιοτικά επιτίθενται μόνο στα βακτήρια και όχι στον ίδιο τον οργανισμό, όμως η νέα μας έρευνα έδειξε ότι επηρεάζουν άμεσα τα κύτταρα του εντέρου», εξήγησε ο ειδικός. «Αυτό αναστέλλει την ικανότητα των κυττάρων να παράγουν βλέννα, κάτι που επιτρέπει στα βακτήρια να διεισδύουν στους ιστούς, οδηγώντας σε φλεγμονή, που είναι το κύριο χαρακτηριστικό της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου».
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η βλαπτική επίδραση των αντιβιοτικών στον εντερικό φραγμό δεν συνδέεται με αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου, αλλά με μεταβολές στα κύτταρα που παράγουν βλέννα.
«Η άμεση επίδραση των αντιβιοτικών στα θηλαστικά μας εξέπληξε», πρόσθεσε ο ερευνητής. «Αυτή η πληροφορία δεν είναι ευρέως γνωστή, και η ευρεία χρήση των αντιβιοτικών στη γεωργία και την ιατρική βασίζεται σε μια εσφαλμένη αντίληψη».
Ο ειδικός υπογράμμισε επίσης ότι τα αντιβιοτικά πρέπει να χρησιμοποιούνται με φειδώ, καθώς σήμερα χορηγούνται υπερβολικά συχνά. Με τη νέα γνώση, ελπίζουν ότι η χρήση τους θα περιοριστεί σε περιπτώσεις που είναι πραγματικά αναγκαία. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι τα αντιβιοτικά μπορούν να επηρεάσουν άμεσα τον οργανισμό, ανεξάρτητα από την επίδρασή τους στα βακτήρια. Το επόμενο βήμα, ανέφερε, είναι η διερεύνηση άλλων παραγόντων που μπορεί να σχετίζονται με τον κίνδυνο εμφάνισης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου από τη χρήση αντιβιοτικών.