Μια πρόσφατη μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα έδειξε ότι η απεικόνιση PET/CT με τη χρήση ενός νέου παράγοντα ανίχνευσης είναι πιο αποτελεσματική από την τρέχουσα τυπική μαγνητική τομογραφία στον προσδιορισμό της έκτασης του καρκίνου του προστάτη για περιπτώσεις ενδιάμεσου και υψηλού κινδύνου.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο JAMA Oncology, αποκαλύπτει ότι η νέα εξέταση προέβλεψε με ακρίβεια τη θέση και τα περιθώρια των όγκων στο 45% των περιπτώσεων, ξεπερνώντας σημαντικά το 28% της μαγνητικής τομογραφίας.
«Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εξέλιξη, καθώς λαμβάνουμε πολλές αποφάσεις για τη θεραπεία με βάση το πού βρίσκεται ο καρκίνος στον προστάτη», εξήγησε ο Adam Kinnaird, επίκουρος καθηγητής χειρουργικής, αναπληρωτής επίκουρος καθηγητής ογκολογίας και κάτοχος της έδρας Frank και Carla Sojonky στην έρευνα για τον καρκίνο του προστάτη στο Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο της Βόρειας Αλμπέρτα.
Ο δρ. Kinnaird τόνισε τη σημασία της ακριβούς απεικόνισης για την προσαρμογή των στρατηγικών θεραπείας. Για παράδειγμα, κατά την αφαίρεση του προστάτη, οι χειρουργοί μπορούν να διευρύνουν τα περιθώρια, αν υπάρχει υποψία ότι ο καρκίνος επεκτείνεται πέρα από τον προστάτη, ενώ οι ακτινοθεραπευτές μπορούν να στοχεύουν πιο αποτελεσματικά το κέντρο του όγκου, για καλύτερο έλεγχο του καρκίνου. «Αυτή η απεικονιστική εξέταση μας δίνει μεγαλύτερο βαθμό ακρίβειας ως προς το σημείο στο οποίο πρέπει να εστιάσουμε τη θεραπεία», πρόσθεσε ο δρ. Kinnaird.
Πώς λειτουργεί η καινοτόμος εξέταση
Η νέα εξέταση περιλαμβάνει την έγχυση ενός ραδιενεργού ανιχνευτή, ειδικού για τον όγκο του προστάτη (18F-PSMA-1007) στο αίμα των ασθενών και την παρακολούθησή του με ένα συνδυασμό τομογραφίας εκπομπής ποζιτρονίων (PET) και αξονικής τομογραφίας (CT). Σε αντίθεση με προηγούμενες σαρώσεις PET/CT με άλλους ανιχνευτές, αυτή η νέα μέθοδος έδειξε σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα.
Στη μελέτη, τόσο οι εξετάσεις PET/CT, όσο και οι μαγνητικές τομογραφίες πραγματοποιήθηκαν εντός δύο εβδομάδων σε 134 άνδρες από την Αλμπέρτα του Καναδά, οι οποίοι είχαν προγραμματιστεί για ριζική προστατεκτομή – μια χειρουργική επέμβαση που αφαιρεί τον αδένα του προστάτη, τους γύρω ιστούς και τους κοντινούς λεμφαδένες. Η ακρίβεια των προβλέψεων κάθε εξέτασης συγκρίθηκε με τους πραγματικούς όγκους που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης.
«Αυτή η κλινική δοκιμή έχει μεγάλες επιπτώσεις στην κλινική πρακτική παγκοσμίως», δήλωσε ο δρ. Kinnaird, προβλέποντας ότι οι σαρώσεις PET/CT θα εφαρμόζονται στο μέλλον ως κύρια μέθοδος διάγνωσης. Παρά το γεγονός ότι περιλάμβανε μια μικρή δόση ακτινοβολίας, κανένας από τους συμμετέχοντες στη μελέτη δεν παρουσίασε παρενέργειες.
Ο δρ. Kinnaird αναμένει ότι η νέα εξέταση θα αντικαταστήσει τελικά άλλες αξονικές και οστικές τομογραφίες που απαιτούνται σήμερα για τους ασθενείς με καρκίνο του προστάτη. Αυτό θα σήμαινε λιγότερες επισκέψεις στο νοσοκομείο, μικρότερο χρόνο αναμονής για τα αποτελέσματα και μειωμένη έκθεση στην ακτινοβολία. Ωστόσο, χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθούν αυτά τα οφέλη.
Ο μεταπτυχιακός ερευνητής Patrick Albers, συνεργάτης της μελέτης, υπογράμμισε την αποτελεσματικότητα της νέας μεθόδου: «Είναι εξαιρετικά σημαντικό να παίρνουμε ακριβείς πληροφορίες και να αντικαταστήσουμε τρεις εξετάσεις με μία».
Αισιόδοξος μετά τα ευρήματα, ο δρ. Kinnaird έχει ξεκινήσει μια άλλη κλινική δοκιμή, για να διερευνήσει αν η σάρωση PET/CT μπορεί να καθοδηγήσει μια διαδικασία που χρησιμοποιεί θερμότητα, ψύξη ή ηλεκτρισμό για την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων μέσα στον προστάτη.
«Η ουσία είναι ότι αν μπορούμε να ανιχνεύσουμε τον καρκίνο σε πρώιμο, εντοπισμένο, θεραπεύσιμο στάδιο, έχουμε ποσοστό ίασης 95% ή κι ακόμη μεγαλύτερο. Εάν, όμως, ανιχνευτεί αργά, ο καρκίνος του προστάτη εξακολουθεί να αποτελεί μια θανατηφόρο ασθένεια», κατέληξε ο δρ. Kinnaird.