Οι Ογκολογικές Κλινικές «πνίγονται» στα νοσοκομεία της Κρήτης. Και ναι, μεν, οι ασθενείς έχουν σχετικά εύκολα πρόσβαση σε ογκολόγο, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και η συνέχεια για την αντιμετώπιση της ασθένειάς τους από την διάγνωση μέχρι την θεραπεία είναι απλή.
Ο διευθυντής της Ογκολογικής Κλινικής του Βενιζελείου Νίκος Ανδρουλάκης μίλησε την «Π» με αφορμή την επιστημονική διημερίδα για την θεραπεία των νεοπλασματικών νοσημάτων που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο στα Χανιά.
Οι πιο συχνοί καρκίνοι
Οι πιο συχνοί καρκίνοι, όπως είπε, είναι του πνεύμονα (με διαφορά), του μαστού, του παχέως εντέρου, του προστάτη, των ωοθηκών, του παγκρέατος. Ακολουθούν του στομάχου, της ουροδόχου κύστεως, του νεφρού.
Σε προχωρημένο στάδιο το 30% των όγκων
Ο ογκολόγος σημείωσε ότι δυστυχώς το 30% των καρκίνων που διαγιγνώσκονται είναι σε προχωρημένο στάδιο είτε γιατί δεν είχαν σοβαρά συμπτώματα ή διότι οι ασθενείς δεν έκαναν τακτικά προληπτικές εξετάσεις. Ο κ. Ανδρουλάκης είπε ότι σε χώρες με προηγμένα συστήματα πρόληψης, το ποσοστό αυτό είναι 20%.
Όταν αρχίζουν τα δύσκολα
Όπως υπογράμμισε ο ίδιος, οι ασθενείς μπορεί στην Κρήτη να έχουν εύκολη πρόσβαση σε ογκολόγο, όμως υπάρχουν σχετικές καθυστερήσεις στην διάγνωση και την θεραπεία.
Όπως εξήγησε, για παράδειγμα στο Βενιζέλειο τα χειρουργεία γίνονται περιορισμένα λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων (αν και φυσικά έχουν προτεραιότητα ως ογκολογικά περιστατικά) και στις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις, αξονικές, μαγνητικές κ.λπ. υπάρχει επίσης καθυστέρηση λόγω ελλείψεων ακτινολόγων.
Αναμονές υπάρχουν επίσης με τις εξετάσεις στο pet scan του ΠΑΓΝΗ για τον σχεδιασμό της θεραπείας.
«Αντιλαμβάνεστε τι συμβαίνει στα νοσοκομεία της Ιεράπετρας, της Σητείας, του Ρεθύμνου, του Αγίου Νικολάου.
Υπάρχει πρόβλημα στη διαχείριση των ογκολογικών ασθενών, όχι τόσο μεγάλο όσο σε άλλες περιφέρειες αλλά σαφώς υπάρχει», τόνισε ο Νίκος Ανδρουλάκης προσθέτοντας ότι πολύ συχνά πρέπει να πληρώσεις για να επισπεύσεις εξετάσεις και ιατρικό ραντεβού απευθυνόμενος στον ιδιωτικό τομέα.
Σήμερα στην Κρήτη εκτιμάται ότι είναι υπό παρακολούθηση περίπου 12.000 ογκολογικοί ασθενείς, υπάρχει αυξητική τάση αλλά και περισσότερα περιστατικά ανθρώπων νεότερων ηλικιών.