«Τόσο οι αντλίες ινσουλίνης όσο και οι αισθητήρες γλυκόζης έχουν κυκλοφορήσει πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια. Οι αντλίες ινσουλίνης είναι κάποιες συσκευές, οι οποίες έχουν κάποιο πρόγραμμα και βάσει αυτού του προγράμματος παρέχουν ινσουλίνη στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη. Οι αισθητήρες γλυκόζης μετρούν το σάκχαρο, όχι στο αίμα αλλά στον υποδόριο ιστό.
Οι αισθητήρες αυτοί έχουν εξελιχθεί, έχουν μία πολύ καλή ακρίβεια στις μετρήσεις σακχάρου, επικοινωνούν ασύρματα με τις αντλίες ινσουλίνης και παρέχουν τις τιμές του σακχάρου.
Η αντλία ινσουλίνης, χάρη σε ένα λογισμικό που διαθέτει, μπορεί να προτείνει στον ασθενή και δόση ινσουλίνης που έχει να κάνει.
Η τεχνολογία έχει προχωρήσει πολύ, υπάρχουν δύο – τρία μοντέλα στο εξωτερικό, αλλά στην Ελλάδα κυκλοφορεί μόνο ένα εξ αυτών, το οποίο όλο το 24ωρο μπορεί να προσδιορίσει τον τρόπο χορήγησης της ινσουλίνης από μόνο του και το μόνο που έχει να κάνει το άτομο με σακχαρώδη είναι να εισαγάγει την ποσότητα των υδατανθράκων που θα καταναλώσει στο επόμενο γεύμα.
Αν θα καταχωρίσει για παράδειγμα 30, 40-50 γραμμάρια υδατάνθρακες, το εισαγάγει μέσα στο σύστημα και το σύστημα μπορεί να τού προτείνει τις δόσεις ινσουλίνης που πρέπει να κάνει.
Στο εξωτερικό, στην Αμερική, ήδη κυκλοφορεί ένα παρόμοιο σύστημα, με το οποίο πλέον ούτε χρειάζεται να εισαγάγεις τους υδατάνθρακες.
Απλώς αναγγέλλεις το γεύμα και αυτό βρίσκει πόσους υδατάνθρακες έχεις καταναλώσει και προσαρμόζεται ανάλογα, γίνεται πιο επιθετικό, όταν χορηγείται ινσουλίνη. Είναι μια ακόμη μεγαλύτερη ευκολία για τους ασθενείς, γιατί δεν αναγκάζονται να καταγράφουν τους υδατάνθρακες», αναφέρει ο κ. Διδάγγελος.