παχυσαρκία

Το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech πιθανώς παράγει λιγότερα αντισώματα στους παχύσαρκους, οι οποίοι ίσως χρειαστούν τρίτη ή υψηλότερη δόση, σύμφωνα με ιταλική έρευνα σε υγειονομικούς.

Αναλυτικά, Ιταλοί γιατροί και άλλοι επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι, σύμφωνα με έρευνα τους μεταξύ υγειονομικών που έκαναν το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech κατά της Covid-19, οι παχύσαρκοι παρήγαγαν στον οργανισμό τους μόνο τα μισά περίπου αντισώματα μετά τη δεύτερη δόση, σε σχέση με όσους συναδέλφους τους είχαν κανονικό βάρος.

Αν και είναι πρόωρο να εξαχθεί κάποιο συμπέρασμα σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολίου στους παχύσαρκους, πιθανώς σημαίνει ότι οι άνθρωποι με παχυσαρκία ίσως χρειαστούν μια τρίτη δόση, για να διασφαλιστεί ότι έχουν επαρκή προστασία έναντι του κοροναϊού, σύμφωνα με τη βρετανική «Γκάρντιαν».

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η παχυσαρκία (δείκτης μάζας σώματος άνω του 30) αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου από Covid-19 κατά σχεδόν 50%, καθώς και τον κίνδυνο, μετά τη λοίμωξη, για εισαγωγή στο νοσοκομείο κατά 113%. Εν μέρει αυτό οφείλεται στο ότι οι παχύσαρκοι συχνά έχουν άλλα υποκείμενα νοσήματα, όπως καρδιοπάθεια ή διαβήτη τύπου 2. Επίσης, το υπερβολικό πάχος μπορεί να επιφέρει μεταβολικές αλλαγές, όπως φλεγμονή και ινσουλινοαντίσταση, που καθιστούν δυσκολότερη την καταπολέμηση της λοίμωξης Covid-19 από το σώμα του ασθενούς.

Έρευνες στο παρελθόν έχουν δείξει ότι το αντιγριπικό εμβόλιο έχει περίπου τη μισή αποτελεσματικότητα στους παχύσαρκους σε σχέση με τους εμβολιαζόμενους με κανονικό βάρος. Η νέα μελέτη, που προδημοσιεύθηκε στο medRxiv (δεν έχει υπάρξει ακόμη δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό), παρέχει τις πρώτες ενδείξεις πώς πιθανώς κάτι ανάλογο μπορεί να συμβαίνει με το εμβόλιο κατά του κοροναϊού – κάτι που πάντως πρέπει να επιβεβαιωθεί.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ανοσολόγο δρα ‘Αλντο Βενούτι του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου IRCCS «Ρετζίνα Έλενα» στη Ρώμη, αξιολόγησαν την παραγωγή αντισωμάτων μετά και τη δεύτερη δόση του εμβολιασμού 248 υγειονομικών (158 γυναικών και 90 ανδρών). Επτά μέρες μετά τη δεύτερη δόση, σχεδόν όλοι (99,5%) είχαν εμφανίσει ανοσιακή αντίδραση και η παραγωγή αντισωμάτων ήταν πιο μεγάλη στους ανθρώπους που είχαν περάσει λοίμωξη Covid-19 προηγουμένως, στους νέους και στις γυναίκες. Όμως η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος στο εμβόλιο ήταν μειωμένη στους υπέρβαρους και παχύσαρκους, σε σχέση με όσους είχαν βάρος κανονικό ή μικρότερο του κανονικού. Το συμπέρασμα των ερευνητών ήταν ότι «οι γυναίκες, οι λεπτοί άνθρωποι και οι νέοι έχουν αυξημένη ικανότητα ανοσιακών αντιδράσεων σε σχέση με τους άνδρες, τους υπέρβαρους και τους ηλικιωμένους».

«Εφόσον η παχυσαρκία συνιστά σοβαρό παράγοντα κινδύνου για νοσηρότητα και θνητότητα στους ασθενείς με Covid-19», ανέφεραν οι ερευνητές, «είναι αναγκαίο να σχεδιαστεί ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα εμβολιασμού για τη συγκεκριμένη υπο-ομάδα. Μολονότι περαιτέρω μελέτες χρειάζονται, τα πρώτα αυτά δεδομένα πιθανώς έχουν σημαντικές επιπτώσεις για την ανάπτυξη εμβολιαστικών στρατηγικών για την Covid-19, ιδίως για τους παχύσαρκους ανθρώπους. Αν τα στοιχεία μας επιβεβαιωθούν από μεγαλύτερες μελέτες, η χορήγηση στους παχύσαρκους μιας πρόσθετης δόσης του εμβολίου ή μιας υψηλότερης δόσης είναι ανάμεσα στις επιλογές που πρέπει να αξιολογηθούν».

Ο καθηγητής ανοσολογίας Ντάνι Όλτμαν του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου σχολίασε: «Πάντα ξέραμε ότι ο δείκτης μάζας σώματος ήταν τεράστιος προγνωστικός δείκτης μειωμένης ανοσιακής αντίδρασης στα εμβόλια, συνεπώς η νέα ιταλική μελέτη είναι σαφώς ενδιαφέρουσα, μολονότι βασίζεται σε ένα μάλλον μικρό προκαταρκτικό δείγμα. Επιβεβαιώνει πάντως ότι ένας εμβολιασμένος πληθυσμός δεν είναι κατ’ ανάγκη συνώνυμος με ένα πληθυσμό που έχει ανοσία, ιδίως σε μια χώρα με υψηλή παχυσαρκία, και συνεπώς αναδεικνύει τη ζωτική ανάγκη για μακροπρόθεσμα προγράμματα επιτήρησης της ανοσίας».

Σε μια μελέτη σε Βραζιλιάνους υγειονομικούς, ο δρ Όλτμαν βρήκε ότι η επαναλοίμωξη από τον κοροναϊό SARS-CoV-2 ήταν συχνότερη μεταξύ όσων είχαν μεγάλο δείκτη μάζας σώματος και ότι οι παχύσαρκοι άνθρωποι παρήγαγαν λιγότερα αντισώματα μετά την αρχική λοίμωξη.