Σοκάρει η εκρηκτική αύξηση στα κρούσματα του κοκκύτη στην Ελλάδα, που φθάνει φέτος σχεδόν το 5000%,σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΔΥ.
Κρούσματα σε ενήλικες και παιδιά καταγράφονται και στην Κρήτη, ενώ είχαμε περιπτώσεις μωρών που χρειάστηκαν νοσηλεία στην Εντατική
Από την αρχή της χρονιάς ως την 1η Δεκεμβρίου, είχαν καταγραφεί 438 κρούσματα, όταν ολόκληρο το 2023 είχαν καταγραφεί μόλις 9.
Το ίδιο διάστημα καταγράφηκαν δύο θάνατοι βρεφών κάτω των 2 μηνών από ανεμβολίαστες μητέρες, όπως προκύπτει από στοιχεία που ανακοινώθηκαν σε πρόσφατη ημερίδα του ΕΟΔΥ με θέμα «Επίκαιρα Θέματα Δημόσιας Υγείας».
Το 32,3% των φετινών κρουσμάτων αφορούν βρέφη κάτω του 1 έτους, το 16% παιδιά και εφήβους 10-17 ετών και το 15,6% βρέφη έως 2 μηνών.
Πολλοί παράγοντες θεωρούνται ως υπεύθυνοι για την αυξανόμενη επίπτωση της νόσου ανάμεσα στους οποίους η φθίνουσα με το χρόνο ανοσία που προσφέρει το εμβόλιο με επακόλουθο άτυπες κλινικές εκδηλώσεις, η κυκλική εμφάνιση επιδημιών ανά 3-4 χρόνια.
Η Ελευθερία Χατζηδάκη αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεογνολογίας και Διευθύντρια της Νεογνολογικής κλινικής και Μονάδας Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών ΠΑΓΝΗ και η επίκουρη καθηγήτρια Παιδιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Ελένη Βεργαδή, μίλησαν πρόσφατα στην «Π» για το σοβαρό αυτό θέμα, εξηγώντας ποια είναι τα μέτρα πρόληψης κατά του κοκκύτη που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τα μωρά.
Εξαιρετικά μεταδοτικός
Ο κοκκύτης είναι μια εξαιρετικά μεταδοτική βακτηριακή λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος. Η λοίμωξη αρχικά μοιάζει με κοινό κρυολόγημα, με συμπτώματα όπως φτέρνισμα, καταρροή, χαμηλό πυρετό και ήπιο βήχα, και στην συνέχεια μπορεί να εξελιχθεί σε επίμονο παροξυσμικό βήχα, που διαρκεί αρκετές εβδομάδες.
Ο κίνδυνος για τα βρέφη
Ενώ ο κοκκύτης συνήθως δεν προκαλεί σοβαρή νόσο σε μεγαλύτερα παιδιά και ενήλικες, οι πάσχοντες μπορούν να μεταδώσουν τη νόσο σε νεογέννητα και μικρά βρέφη του περιβάλλοντός τους. Οι άνθρωποι που νοσούν μπορούν να μεταδώσουν τα βακτήρια από την έναρξη των συμπτωμάτων και για τουλάχιστον 2-3 εβδομάδες μετά.
Η λήψη αντιβιοτικών νωρίς στην ασθένεια μπορεί να μειώσει τη διάρκεια που κάποιος είναι μεταδοτικός. Ωστόσο, μερικοί άνθρωποι έχουν ήπια συμπτώματα και δεν γνωρίζουν ότι έχουν κοκκύτη, αλλά μπορούν να μεταδώσουν τα βακτήρια σε άλλους. Πολλά νεογνά και μικρά βρέφη μολύνονται από μεγαλύτερα αδέρφια, γονείς ή φροντιστές που δεν γνωρίζουν ότι έχουν κοκκύτη.
Στα νεογνά και μικρά βρέφη, ο κοκκύτης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως άπνοιες (παύσεις στην αναπνοή), πνευμονία, πνευμονική υπέρταση, σπασμούς και εγκεφαλοπάθεια λόγω παρατεταμένης υποξίας.
Ο έντονος βήχας και οι έμετοι δυσχεραίνουν τη σίτιση, οδηγώντας σε αφυδάτωση και κακή θρέψη. Οι άπνοιες είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές, καθώς μπορεί να προκαλέσουν κυάνωση και να γίνουν απειλητικές για τη ζωή. Η πνευμονία, που συχνά συνοδεύει τον κοκκύτη, μπορεί να απαιτεί νοσηλεία, υποστήριξη με οξυγόνο και σε σοβαρές περιπτώσεις εισαγωγή σε ΜΕΘ.
Προλαμβάνεται με εμβολιασμό σε όλες τις ηλικιακές ομάδες
Βασικό μέτρο πρόληψης του κοκκύτη είναι ο εμβολιασμός. Ο εμβολιασμός έναντι του κοκκύτη αφορά όλες τις ηλικιακές ομάδες, ξεκινά από τον 2ο μήνα ζωής και συνεχίζεται με επαναληπτικές και αναμνηστικές δόσεις στην βρεφική, παιδική, εφηβική και ενήλικο ζωή σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών της χώρας μας.
Τα νεογνά και τα μικρά βρέφη, παραμένουν ευάλωτα καθώς είτε δεν έχουν ξεκινήσει τον εμβολιασμό (που ξεκινά στην ηλικία των δύο μηνών), είτε δεν έχουν ολοκληρώσει τις δόσεις του πρωταρχικού εμβολιασμού που χρειάζονται για να αναπτύξουν προστατευτικά επίπεδα αντισωμάτων.
Η σημασία του εμβολιασμού στην εγκυμοσύνη
Ο εμβολιασμός κατά του κοκκύτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει αποδειχθεί ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την προστασία των νεογνών και των βρεφών τους πρώτους 3 μήνες της ζωής. Ο εμβολιασμός συστήνεται να γίνεται μεταξύ της 27ης και 36ης εβδομάδας της εγκυμοσύνης.
Όταν η έγκυος εμβολιάζεται, τα αντισώματα που αναπτύσσει περνούν μέσω του πλακούντα στο έμβρυο, παρέχοντας προστασία κατά τους πρώτους κρίσιμους μήνες της ζωής του. Ο εμβολιασμός στην εγκυμοσύνη εξασφαλίζει ότι το βρέφος έχει άμεση παθητική ανοσία από τη γέννησή του.
Αυτό είναι σημαντικό, καθώς έτσι μπορούμε να επιτύχουμε προστασία των νεογέννητων και μικρών βρεφών από σοβαρή ασθένεια μέχρι να μπορέσουν να ολοκληρώσουν τους πρωταρχικούς τους εμβολιασμούς.
Η ασθένεια δεν παρέχει ισόβια ανοσία, επομένως, ακόμα και οι γυναίκες που έχουν νοσήσει ή εμβολιαστεί στο παρελθόν πρέπει να εμβολιάζονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
«Δυστυχώς, παρά τις διεθνείς συστάσεις, το ποσοστό των εγκύων που εμβολιάζεται παραμένει ανησυχητικά χαμηλό στη χώρα μας»,είχαν επισημάνει οι καθηγήτριες Ελευθερία Χατζηδάκη και Ελένη Βεργαδή.