Ο καρκίνος μαστού είναι η πιο συχνή κακοήθεια στις γυναίκες και παραμένει κύρια αιτία θανάτου από καρκίνο παρά τις προόδους στη πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία της νόσου.
Ο Δημήτρης Μαυρουδής, Καθηγητής Παθολογικής Ογκολογίας Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, δίνει στην «Π» και το patris.gr όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την ασθένεια ώστε να την κατανοήσουμε και να την προλάβουμε, στο μέτρο του εφικτού.
Γιατί νοσούμε
«Μόνο περίπου οι μισές περιπτώσεις καρκίνου μαστού μπορούν να εξηγηθούν με βάση τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου. Η κληρονομική προδιάθεση και η ανίχνευση κληρονομούμενων μεταλλάξεων σε γονίδια μπορούν να εξηγήσουν ένα επιπλέον 10% των περιπτώσεων. Για τις υπόλοιπες περιπτώσεις η αιτιολογία για την εμφάνιση της νόσου παραμένει άγνωστη»,αναφέρει ο ογκολόγος και σημειώνει:
«Υπολογίζεται ότι μία στις 8 γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής της. Η πιθανότητα εμφάνισης αυξάνεται με την ηλικία, τη παρουσία παχυσαρκίας σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, την ανίχνευση «πυκνού» προτύπου μαστών στη μαστογραφία, την ύπαρξη κάποιων «καλοήθων» βλαβών στους μαστούς, τη λήψη ορμονικών σκευασμάτων, τη πρώιμη έναρξη εμμήνου ρύσης, τη καθυστερημένη εμμηνόπαυση, την απουσία τεκνοποίησης ή τη τεκνοποίηση για πρώτη φορά σε προχωρημένη ηλικία.»
Οικογενειακό ιστορικό
Ο κ. Μαυρουδής εξηγεί ότι «το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού σε πρώτου βαθμού συγγενείς και η εμφάνιση καρκίνου μαστού σε συγγενείς σε νεαρή ηλικία αυξάνουν σημαντικά το κίνδυνο εμφάνισης νόσου. Η ύπαρξη μεταλλάξεων στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 ευθύνεται για το 5% των περιπτώσεων καρκίνου μαστού.
Εκτός αυτών των γονιδίων υπάρχουν και άλλα γονίδια π.χ. PALB2, CHEK2 κλπ που σπανιότερα μπορεί να σχετίζονται με την εμφάνιση της νόσου. Αλλά και συνήθειες του τρόπου ζωής όπως κατανάλωση αλκοόλ και κάπνισμα έχουν συσχετιστεί με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καθώς και η έκθεση σε ιονίζουσα ακτινοβολία σε μικρή ηλικία.»
Πρόληψη
Πως μπορεί όμως μία γυναίκα να μειώσει τη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου μαστού;
Ο καθηγητής επισημαίνει: «Σε γυναίκες με ισχυρή προδιάθεση λόγω ύπαρξης μεταλλαγμένου γονιδίου θα πρέπει να συζητηθεί η ενδεχόμενη προληπτική αφαίρεση των μαστών ή των ωοθηκών.
Σε γυναίκες με χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης νόσου αλλά αυξημένο σε σχέση με το γενικό πληθυσμό μπορούν να χορηγηθούν προληπτικά φαρμακευτικά σκευάσματα όπως της ταμοξιφένης ή ενός αναστολέα αρωματάσης που μειώνουν περίπου στο μισό το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού.
Όλες οι γυναίκες όμως μπορούν να μειώσουν το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού διατηρώντας αυξημένη φυσική δραστηριότητα μέσω της άσκησης και με τη διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους ιδιαίτερα μετά την εμμηνόπαυση.
Η πιθανότητα θανάτου μιας γυναίκας σήμερα από καρκίνο του μαστού είναι πολύ μικρότερη σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1980 και αυτό πιστεύεται ότι οφείλεται στην εφαρμογή των προγραμμάτων πρώιμης ανίχνευσης της νόσου μέσω της μαστογραφίας αλλά και στις μεγάλες θεραπευτικές εξελίξεις τόσο στη πρώιμη όσο και στη μεταστατική νόσο.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η θεραπεία της νόσου σε αρχικό στάδιο έχει καλύτερα αποτελέσματα από ‘οτι η θεραπεία σε προχωρημένο στάδιο νόσου.»
Εξετάσεις
«Με βάση τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου, τονίζει, μία γυναίκα μπορεί να έχει μεσαίο (κάτω από 15%), αυξημένο (15-20%) ή πολύ αυξημένο (πάνω από 20%) κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού. Για τις γυναίκες με αυξημένο ή πολύ αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης εφαρμόζονται εντατικά προγράμματα πρώιμης ανίχνευσης νόσου (screening) που αναλόγως και της ηλικίας της γυναίκας μπορεί να περιλαμβάνουν τη μαστογραφία, το υπερηχογράφημα μαστών και τη μαγνητική μαστογραφία.
Για τις γυναίκες σε αυξημένο κίνδυνο λόγω προδιαθεσικών παραγόντων θα πρέπει να αποφασίσει ο θεράπων ιατρός σε ποια ηλικία θα ξεκινήσει ο έλεγχος (screening), πόσο συχνά θα γίνεται και με ποιες εξετάσεις.»
Η συχνότητα
Για τις γυναίκες μεσαίου κινδύνου που είναι και η πλειονότητα των γυναικών, εξηγεί, συνιστάται να γίνεται ο έλεγχος (screening) με βάση τα παρακάτω:
– Ηλικία έναρξης ελέγχου (screening) με μαστογραφία τα 40 χρόνια
– Η μαστογραφία θα πρέπει να γίνεται κάθε 1-2 χρόνια μέχρι την ηλικία των 75 χρονών
– Για μεγαλύτερες ηλικίες μπορεί να συνεχιστεί κάθε 2 χρόνια εφόσον η γυναίκα δεν έχει άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας
– Το υπερηχογράφημα μαστών είναι συμπληρωματικό της μαστογραφίας ιδιαίτερα σε περιπτώσεις «πυκνών» μαστών
– Ο έλεγχος (screening) με μαγνητική μαστογραφία δεν συνιστάται παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις όπως ύπαρξη πολύ «πυκνών» μαστών
– Η εξέταση των μαστών με ψηλάφηση από ειδικό εάν γίνεται θα πρέπει καλύτερα να προηγείται της μαστογραφίας
– Η αυτοεξέταση των μαστών από την ίδια τη γυναίκα δεν συνιστάται γιατί δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να την υποστηρίζουν
Ο έλεγχος (screening) με μαστογραφία μειώνει τη πιθανότητα θανάτου από καρκίνο μαστού κατά 20%.
«Όλες οι γυναίκες θα πρέπει να ενημερώνονται για τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους και να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε προγράμματα ελέγχου (screening) που στη κυριολεξία σώζουν ζωές», καταλήγει.