ΕΓΚΥOΣ

Η Κρήτη μπορεί να έχει μεγάλη ηλιοφάνεια, ωστόσο το ποσοστό της ανεπάρκειας της βιταμίνης D, που κατά 95% προέρχεται από τον ήλιο, είναι πολύ υψηλό και στις έγκυες γυναίκες αυξάνοντας τον κίνδυνο να γεννήσουν παχύσαρκα παιδιά.

Σχετική μελέτη έγινε από τον τομέα Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης που διευθύνει ο καθηγητής Χρήστος Λιονής.

Η μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Pediatric Obesity έγινε στο πλαίσιο της Μελέτης Μητέρας Παιδιού Κρήτης, Μελέτη ΡΕΑ, την πρώτη μελέτη κοορτής στην Ελλάδα, η οποία ξεκίνησε το 2007 και παρακολουθεί περίπου 1300 ζεύγη μητέρας-παιδιού από την κύηση έως και σήμερα. Επιστημονικά υπεύθυνη της μελέτης ήταν η Επίκουρη Καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Λήδα Χατζή και πρώτη συγγραφέας η Επιμελήτρια Α της Ενδοκρινολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου κ. Βασιλική Δαράκη.

Στο πλαίσιο της εργασίας εξετάστηκαν στοιχεία από 532 ζευγάρια μητέρας- παιδιού στο Ηράκλειο Κρήτης. Τα επίπεδα βιταμίνης D στη μητέρα μετρήθηκαν στο πρώτο τρίμηνο κύησης, ενώ η κλινική εξέταση των παιδιών, όπου μετρήθηκαν το ύψος, το βάρος, η περιφέρεια μέσης και το ποσοστό λίπους πραγματοποιήθηκε στα 4 και στα 6 έτη ζωής.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι παιδιά 6 ετών των οποίων οι μητέρες είχαν πολύ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο πρώτο τρίμηνο της κύησης είχαν περίπου ένα εκατοστό μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης και περισσότερο λίπος (2%) στο σώμα τους σε σχέση με συνομήλικα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν επαρκή επίπεδα βιταμίνης D νωρίς στην εγκυμοσύνη.

Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, αυτές οι αυξήσεις μπορεί να μην φαίνονται τόσο υψηλές, αλλά ακόμη και ένα εκατοστό αύξηση στην περιφέρεια μέσης για ένα παιδί είναι σημαντικό πρόβλημα, ειδικά εάν αυτό το περίσσευμα λίπους μεταφέρεται σε όλη του τη ζωή.

Τα επίπεδα βιταμίνης D σε ένα νεογέννητο εξαρτώνται κυρίως από αυτά της μητέρας του. Για το λόγο αυτό, τα νεογνά έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν ανεπάρκεια βιταμίνης D αν οι μητέρες τους έχουν ανεπάρκεια αυτής της βιταμίνης, κατά τη διάρκεια της κύησης.

Οι αιτίες

Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη των οστών και την αντιμετώπιση των λοιμώξεων, ενώ η ανεπάρκειά της έχει συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, καρκίνου, σκλήρυνσης κατά πλάκας  και διαβήτη τύπου 1. Περίπου 95% της βιταμίνης D στο ανθρώπινο σώμα προέρχεται από τον ήλιο. Το υπόλοιπο 5% προέρχεται από αυγά, ψάρια, μουρουνέλαιο και εμπλουτισμένα τρόφιμα όπως γάλα, τυρί, γιαούρτι και δημητριακά.

Όπως δήλωσε η κ. Χατζή δεν είναι σαφές γιατί υπάρχει τόσο υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D σε μέρη με μεγάλη ηλιοφάνεια όπως η Κρήτη, αλλά ίσως οι άνθρωποι περνάνε πολλές ώρες σε εσωτερικούς χώρους μπροστά από οθόνες υπολογιστών ή σε γραφεία ή ίσως χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες αντηλιακών, που εμποδίζει την παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα.

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D στις έγκυες γυναίκες έχει αυξηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Όπως δήλωσε η κ. Δαράκη, στη μελέτη περίπου 66% των εγκύων είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, ένα κρίσιμο χρονικό διάστημα για τον σχηματισμό των οργάνων του εμβρύου.

Επιστημονική ομάδα

Η Βασιλική Δαράκη από το Πανεπιστήμιο Κρήτης ήταν η πρώτη συγγραφέας της μελέτης. Η Λήδα Χατζή, από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας είναι η επιστημονικά υπεύθυνη της μελέτης. Οι Θεανώ Ρουμελιωτάκη, Γεωργία Χαλκιαδάκη, Μαριάννα Κατρινάκη, Μαριάννα Καραχάλιου, Βασιλική Λεβεντάκου, Μαρίνα Βαφειάδη, Κατερίνα Σαρρή και Στάθης Παπαβασιλείου από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, η Μαρία Βασιλάκη από την Mayo Clinic και ο Μανώλης Κογεβίνας από το Institute of Global Health της Βαρκελώνης επίσης συνεισέφεραν στη μελέτη. Η συλλογή δεδομένων έγινε από τη μελέτη Μητέρας-Παιδιού Κρήτης, Μελέτη ΡΕΑ, η οποία χρηματοδοτήθηκε από ευρωπαϊκά προγράμματα και το Υπουργείο Υγείας της Ελλάδος.

Σύνδεσμος μελέτης: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/29377526.