Για πολλούς ενηλίκους στις ΗΠΑ η στέρηση ύπνου αποτελεί διαρκές πρόβλημα που μπορεί να επηρεάσει τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική υγεία. Ερευνες δείχνουν ότι ο χρόνιος, ανεπαρκής ύπνος αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, υπέρτασης και μεταβολικών διαταραχών, και μπορεί να σας καταστήσει πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις. Ορισμένες μακροχρόνιες μελέτες έχουν επίσης συνδέσει την έλλειψη ύπνου με την κατάθλιψη, το άγχος και άλλες ψυχικές διαταραχές.
Ο επαρκής ύπνος, από την άλλη πλευρά, μπορεί να μειώσει το άγχος, να οξύνει την προσοχή και να ενισχύσει ακόμη και το ανοσοποιητικό σύστημα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ακόμη και η συστηματική έλλειψη 15 λεπτών ύπνου από τον απαραίτητο χρόνο για την ομαλή λειτουργία του οργανισμού μπορεί να θεωρηθεί στέρηση ύπνου.
Ιδανικά, οι ενήλικοι θα πρέπει να στοχεύουν σε επτά έως εννέα ώρες ύπνου κάθε βράδυ, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC). Ωστόσο, περίπου 1 στους 3 ενηλίκους στις ΗΠΑ κοιμάται λιγότερο από επτά ώρες την ημέρα. Μελέτες δείχνουν ότι ο ανεπαρκής ύπνος έχει γίνει πιο συχνό φαινόμενο τις τελευταίες δεκαετίες στους Αμερικανούς, εν μέρει λόγω της αύξησης των ωρών εργασίας και της παρατεταμένης χρήσης συσκευών που εκπέμπουν μπλε φως, όπως υπολογιστές και κινητά, κάτι που επηρεάζει την ικανότητα ύπνου. Το μπλε φως, όπως και οι ακτίνες του ηλίου, ενεργοποιεί υποδοχείς του εγκεφάλου που είναι σχεδιασμένοι να μας κρατούν ξύπνιους. «Καθώς είμαστε όλο και περισσότερο συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο, το πρόβλημα αυτό εντείνεται», λέει η δρ Σαρλίν Γκαμάλντο, καθηγήτρια Νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς.
Σε γενικές γραμμές οι ειδικοί θεωρούν ότι κάποιος στερείται ύπνου όταν κοιμάται λιγότερο από όσο χρειάζεται ή δεν έχει ποιοτικό ύπνο για πολλές ημέρες την εβδομάδα επί μήνες, λέει η δρ Γκαμάλντο. Ο ανεπαρκής ύπνος εκτός του ιδανικού ωραρίου για το βιολογικό μας ρολόι –μεταξύ 11 μ.μ. και 7 π.μ. για τους περισσότερους ανθρώπους, αν και μπορεί να διαφέρει– μπορεί να μειώσει την ποιότητα του ύπνου και να προκαλέσει στέρηση ύπνου, εξηγεί. Ορισμένες ιατρικές καταστάσεις, όπως η υπνική άπνοια και η αϋπνία, μπορούν επίσης να προκαλέσουν στέρηση ύπνου.
Διαφέρει η υπνηλία
Χωρίς ιατρική γνωμάτευση μπορεί να είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τη στέρηση ύπνου και ορισμένες από τις αιτίες της από την απλή υπνηλία, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Η έλλειψη επαρκούς ύπνου μπορεί να σας κάνει να νιώθετε την ανάγκη να γείρετε το κεφάλι σας στο γραφείο ή να αποκοιμιέστε ενώ παρακολουθείτε τηλεόραση το βράδυ. Μπορεί επίσης να νιώθετε πιο ευερέθιστοι. Ωστόσο, αυτό συνήθως υποχωρεί μετά από μια νύχτα επαρκούς ύπνου. Μια περιστασιακή νύχτα ανεπαρκούς ύπνου δεν αποτελεί λόγο ανησυχίας, αναφέρει η δρ Γκαμάλντο.
Ερευνες δείχνουν ότι ο χρόνιος ανεπαρκής ύπνος αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, υπέρτασης και λοιμώξεων, ενώ συνδέεται με άγχος και κατάθλιψη.
Αν έχετε στέρηση ύπνου, η ανάγκη για ύπνο μπορεί να μοιάζει πιο επιτακτική. Και η παρατεταμένη έλλειψη ύπνου μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρότερες συνέπειες. Μπορεί να αντιμετωπίζετε δυσκολίες στη συγκέντρωση και στη βραχυπρόθεσμη μνήμη, οι οποίες επηρεάζουν την απόδοση στην εργασία. Η επίμονη ευερεθιστότητα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Μπορεί επίσης να αποκοιμιέστε πιο συχνά ή σε επικίνδυνες στιγμές, όπως κατά την οδήγηση.
Ενας τρόπος για να διαπιστώσετε αν έχετε στέρηση ύπνου είναι να παρακολουθήσετε πόσες ώρες κοιμάστε τις ημέρες που δεν έχετε επαγγελματικές ή άλλες υποχρεώσεις, όπως τα Σαββατοκύριακα ή στις διακοπές, λέει ο δρ Ερικ Ολσον, ειδικός στον ύπνο στη Mayo Clinic στο Ρότσεστερ της Μινεσότα (το να κοιμάται κανείς περισσότερο αυτές τις ημέρες μπορεί να μην είναι εφικτό για κάποιους, όπως οι γονείς, επισημαίνουν οι ειδικοί). Αυτό μπορεί να σας βοηθήσει να καταλάβετε πόσο ύπνο χρειάζεστε πραγματικά και αν το κανονικό σας πρόγραμμα ύπνου είναι επαρκές.
Διάγνωση
Εάν κοιμάστε αρκετά, αλλά παραμένετε διαρκώς κουρασμένοι, ο γιατρός μπορεί να σας συστήσει μια εξέταση ύπνου με τη χρήση ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος (EEG), για να εντοπίσει διαταραχές που ενδέχεται να επηρεάζουν την ποιότητα του ύπνου σας.
Τι μπορεί να βοηθήσει; Εξαρτάται από την αιτία της έλλειψης ύπνου. Στους ασθενείς με αϋπνία η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματική. Τα άτομα με υπνική άπνοια μπορεί να ωφεληθούν από τη χρήση μηχανήματος CPAP (συσκευή συνεχούς θετικής πίεσης των αεραγωγών), την τακτική άσκηση και την αποφυγή καφεΐνης και αλκοόλ.
Ανεξάρτητα από την αιτία, οι ειδικοί συνιστούν να αποφεύγεται η χρήση μη συνταγογραφούμενων βοηθημάτων ύπνου, καθώς μπορεί να καλύψουν το πρόβλημα αντί να το επιλύσουν. Τα συνταγογραφούμενα υπνωτικά χάπια μπορεί να βοηθήσουν όσους αντιμετωπίζουν περιστασιακή αϋπνία, αλλά δεν συνιστώνται για καθημερινή χρήση, λέει ο δρ Ολσον. Ο ίδιος και άλλοι ειδικοί προειδοποιούν κατά της χρήσης βενζοδιαζεπινών, οι οποίες συνταγογραφούνται περιστασιακά για τον ύπνο, αλλά ενδέχεται να προκαλέσουν εθισμό, καθώς και κατά της εξάρτησης από αντιισταμινικά ως μέσο πρόκλησης ύπνου.
Η δρ Σάρα Λου Κλέβερ, παθολόγος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, προτείνει την εφαρμογή στρατηγικών συμπεριφοράς ως πρώτο βήμα. Η αντικατάσταση του μπλε φωτός του κινητού με ένα βιβλίο μπορεί να βοηθήσει τον εγκέφαλο να χαλαρώσει, αντί να τον διεγείρει την ώρα του ύπνου, σημειώνει. Οι διατάσεις και η ελαφριά άσκηση πριν από τον ύπνο μπορούν να βελτιώσουν τόσο την ποιότητα όσο και τη διάρκεια του ύπνου. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι ο διαλογισμός μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα της αϋπνίας και της κόπωσης.
Η δρ Κλέβερ συμβουλεύει επίσης τους ασθενείς να εξασφαλίζουν επαρκή χρόνο για ύπνο, αν και αναγνωρίζει ότι ακόμη και η ίδια το βρίσκει δύσκολο. «Ο ύπνος είναι ένα από τα πράγματα που οι άνθρωποι πρέπει να θέτουν σε προτεραιότητα για να τον εξασφαλίσουν», αναφέρει.
Πηγή: kathimerini