Ασπίδα προστασίας στις καλλιέργειες από ερευνητικούς φορείς της χώρας

Ασπίδα προστασίας για τις καλλιέργειες υψώνουν τρεις από τους σημαντικότερους ερευνητικούς φορείς της χώρας, με έδρα την Κρήτη, το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας, Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, το Τμήμα Γεωπονίας του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου και το Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου, του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού ΔΗΜΗΤΡΑ.

Συνεργάζονται με μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον χώρο της Αγροδιατροφής, της «Ραιδεστός» των Κ & Ν Ευθυμιάδης, για την ανάπτυξη καινοτόμων μεθόδων αντιμετώπισης επιβλαβών μικροοργανισμών των καλλιεργειών, καθώς και της επαγωγής της ανθεκτικότητας τους στην αυξημένη αλατότητα.

ο καθηγητής  Μικροβιολογίας των Πανεπιστημίων Κρήτης και Exeter και ερευνητής του ΙΜΒΒ-ΙΤΕ, Δρ. Παναγιώτης Σαρρής

Συντονιστής είναι ο Δρ. Παναγιώτης Σαρρής, καθηγητής Μικροβιολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης και ΙΜΒΒ-ΙΤΕ, συμμετέχουν οι Δρ. Εμμανουήλ Τραντάς, Εκπρόσωπος ΕΛΜΕΠΑ, καθηγητής Γονιδιωματικής Ανάλυσης και

Μεταβολικής Μηχανικής, Δρ. Εμμανουήλ Μαρκάκης, εκπρόσωπος ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, ερευνητής Μυκητολογίας και Ρεβέκκα Στεφανίδου, εκπρόσωπος «Ραιδεστός» Κ & Ν Ευθυμιάδης, γεωπόνος.

Ο Δρ. Παναγιώτης Σαρρής αναφέρει στην «Π» πως «είναι από όλους αποδεκτό, ότι αποτελεί μονόδρομο για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας η διασύνδεση της έρευνας (κυρίως της εφαρμοσμένης) με την βιομηχανία.»

Τονίζει, ακόμα, ότι «στον απόηχο μιας οικονομικής κρίσης που ταλαιπώρησε την Ελληνική κοινωνία και οικονομία για περίπου δέκα χρόνια, η πραγματική διασύνδεση των Ελληνικών ερευνητικών κέντρων και πανεπιστημίων, με τον πραγματικό κόσμο των επιχειρήσεων είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.

Η παρακολούθηση των επιχειρηματικών εξελίξεων στον τεχνολογικό τους τομέα από τους επιστήμονες/ερευνητές, ιδιαίτερα αυτούς που ασχολούνται με το κομμάτι της εφαρμοσμένης έρευνας, συνεισφέρει στον έγκαιρο προσανατολισμό της έρευνας προς την επίλυση σοβαρών προβλημάτων.

Οι επιχειρήσεις από την άλλη, πρέπει να  διστάζουν να αναζητήσουν ενδιαφέρουσες τεχνολογίες στο εθνικό ερευνητικό οικοσύστημα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη συγκριτικών πλεονεκτημάτων για αυτές, προσδίδοντάς ταυτόχρονα την πολυπόθητη προστιθέμενη αξία στα αποτελέσματα της έρευνας.»

Τα παραπάνω αποτέλεσαν το κίνητρο για την συγγραφή και την κατάθεση για χρηματοδότηση της πρότασης BIOCONTROL. Σκοπός μας είναι η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας καθώς και η άμεση διασύνδεση και αξιοποίηση τους από Ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο της Αγροδιατροφής στην Ελλάδα. Για τον λόγω αυτό, ερευνητικές ομάδες από τα τρία μεγαλύτερα ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα της Κρήτης καθώς και μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες την Ελλάδα, στον χώρο της Αγροδιατροφής, ένωσαν τις δυνάμεις τους.

Το πρόβλημα και η λύση

Η εντατικοποίηση της Γεωργίας, η παγκόσμια πληθυσμιακή αύξηση και η ραγδαία κλιματική αλλαγή έχουν οδηγήσει στην υποβάθμιση των αγροτικών εδαφών, την εμφάνιση πιο μολυσματικών στελεχών γνωστών παθογόνων και την ανάδυση νέων καταστροφικών παθογόνων (π.χ. Xylella fastidiosa στην ελιά, κ.ά.).

Τα προβλήματα αυτά αναμένεται να ενταθούν λόγω του επικείμενου περιορισμού στην χρήση πολλών φυτοπροστατευτικών δραστικών ενώσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Περιβάλλοντος (οδηγία 2009/128/ΕΚ), με αποτέλεσμα να γίνεται επιτακτική και άμεση η ανάγκη εύρεσης νέων αειφόρων μεθόδων και προϊόντων βιολογικής αντιμετώπισης.

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, στο παρόν έργο (BIOCONTROL), εξετάζονται δυο συμπληρωματικές στρατηγικές για την προστασία των καλλιεργειών:

Η πρώτη αφορά την απομόνωση ωφέλιμων μικροβίων, από άγρια φυτικά είδη (συγγενικά των καλλιεργούμενων) που διαβιούν σε ακραία περιβάλλοντα, για την διερεύνηση της χρήσης τους ως «Βιο-εμβόλια». Σκοπός του εγχειρήματος αυτού είναι η ανάπτυξη νέων μεθοδολογικών προσεγγίσεων στην παραγωγική διαδικασία, για την αντιμετώπιση επιλεγμένων φυτοπαθογόνων μικροβίων αλλά και των δυσμενών επιδράσεων της αυξημένης αλατότητας των εδαφών.

Προκαταρκτικά πειράματα, ανέδειξαν τη δυνατότητα διαφόρων μικροβιακών στελεχών να προστατεύουν τα φυτά από τη βερτισιλλίωση (Verticillium dahliae), καθώς και από τα βακτήρια καραντίνας Ralstonia solanacearum και Clavibacter michiganensis subsp. michiganensis, καθιστώντας τα ταυτόχρονα ιδιαιτέρως ανεκτικά στην υψηλή αλατότητα.

Τα απομονωμένα στελέχη θα εμπλουτίσουν την υπάρχουσα τράπεζα γενετικού υλικού και θα χρησιμοποιηθούν για τον μετέπειτα σχεδιασμό εμπορικών σκευασμάτων (συνθετικών μικροβιακών κοινοτήτων).

Η δεύτερη προσέγγιση αφορά στην καινοτόμο παραγωγή επιλεγμένων φυτικών «Βιοενεργών ενώσεων» μέσα από καλά σχεδιασμένα βιολογικά εργοστάσια. Οι ουσίες αυτές που στη φύση παράγονται στην ελιά (υδροξυτυροσόλη) και στο αμπέλι (ρεσβερατρόλη) έχουν δείξει σημαντική δράση ενάντια σε σημαντικά παθογόνα των καλλιεργειών. Σκοπός του εγχειρήματος είναι η βελτιστοποίηση του συστήματος παραγωγής ώστε να μπορέσει να υποστηρίξει την παραγωγή σε μεγαλύτερη κλίμακα για την γενικευμένη χρήση τους στη γεωργία.

Τα σκευάσματα φυτικών Βιοενεργών ενώσεων, τα Βιο-εμβόλια ωφέλιμων μικροοργανισμών και τα πρωτόκολλα φυτοπροστασίας που θα αναπτυχθούν, θα δοκιμαστούν από την εταιρεία «Ραιδεστός», με σκοπό τον έλεγχο τους στο πεδίο και τον έλεγχο της απόδοσης τους με στόχο την αξιοποίηση τους ως εμπορικά προϊόντα/σκευάσματα.