Δεν έχουμε όλοι το ίδιο «λογισμικό» μάθησης

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων οργάνωσε κάποια σεμινάρια για το προσωπικό της, αλλά τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς όπως τα περίμεναν οι υπεύθυνοι της επιμόρφωσης.

Αποφάσισαν τότε να προχωρήσουν σε αξιολόγηση του προσωπικού τους, σε μια προσπάθεια να λύσουν το μυστήριο: πώς άνθρωποι που είχαν πολύ καλές σπουδές και κατείχαν υψηλές θέσεις δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν και να μάθουν καινούργια πράγματα. «Μέσα από ψυχομετρικά τεστ κατάλαβαν ότι εκείνο που έφταιγε ήταν ο τρόπος που παρέχονταν οι νέες πληροφορίες», εξηγεί στην «Καθημερινή» η Εύα Φουντουλάκη, διευθύντρια της Ariston Psychometrics, της εταιρείας που επιστρατεύτηκε για να πραγματοποιήσει τα συγκεκριμένα τεστ.

Ψυχομετρικές εξετάσεις και τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού, τα οποία χρησιμοποιούνται πλέον ευρέως τόσο σε μαθητές όσο και σε ενηλίκους έχουν αλλάξει την οπτική για το τι είναι «κακός μαθητής», αλλά και ποιο είναι το σωστό επάγγελμα για τον καθένα. «Το σίγουρο είναι ότι όλοι είμαστε καλοί κάπου. Δεν υπάρχει κανείς άχρηστος. Πρέπει όμως να βρούμε τι μας ταιριάζει –που μπορεί να μην είναι αυτό που μας αρέσει– με βάση σταθερά στοιχεία της προσωπικότητάς μας, αλλά και με ποιον τρόπο μπορούμε να μάθουμε περισσότερο εύκολα και αποτελεσματικά», λέει η κ. Φουντουλάκη.

Τα τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού συχνά εστιάζουν στην πληροφορία σε σχέση με τα επαγγέλματα που υπάρχουν. «Οι πληροφορίες αυτές είναι εξαιρετικά σημαντικές. Ειδικά στην εποχή μας είναι σημαντικό για ένα παιδί, που θα πρέπει να αποφασίσει τι θα σπουδάσει, να καταλάβει ποιο είναι, τι θέλει αλλά και τι μπορεί. Γιατί δεν φτάνει μόνο να αρέσει κάτι σε κάποιον, χρειάζεται και να έχει συγκεκριμένες δεξιότητες και χαρακτηριστικά προσωπικότητας για να το πετύχει», τονίζει.

Τα εκπαιδευτικά συστήματα και ο τρόπος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση εξετάζουν αποκλειστικά τις γνώσεις, αλλά η απόκτηση γνώσεων δεν σημαίνει απαραίτητα και επαγγελματική επιτυχία. Για παράδειγμα, ένας πολύ καλός μαθητής που έχει πολύ υψηλή βαθμολογία μπορεί να περάσει στην Ιατρική. Αν όμως προσπαθήσει να γίνει χειρουργός, αλλά δεν έχει επιδεξιότητα στα χέρια, ψυχραιμία και ικανότητα να αποφασίζει γρήγορα, η καριέρα αλλά και οι ασθενείς του κινδυνεύουν. Επίσης, κάποιος αν περάσει με πολύ καλούς βαθμούς στο Πολυτεχνείο δεν θα πετύχει ως μηχανικός αν δεν έχει χώρο – αντιληπτική ικανότητα.

«Το τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού εξετάζει σταθερά χαρακτηριστικά προσωπικότητας, κάποια από τα οποία ένας μαθητής ή και ένας ενήλικος μπορεί να μην τα έχει ακόμη ανακαλύψει, επειδή δεν του έχει δοθεί το ερέθισμα. Συνδυάζεται έτσι η δομή της προσωπικότητας με το επάγγελμα και όχι οι επιδόσεις στα μαθήματα με το επάγγελμα. Αλλες δεξιότητες εξετάζει το εκπαιδευτικό σύστημα και άλλες χρειάζονται στον επαγγελματικό στίβο. Πώς θα γίνει κάποιος δικηγόρος αν δεν έχει πειθώ και δεν μπορεί με άνεση να μιλάει σε κοινό;», αναρωτιέται η κ. Φουντουλάκη. «Δεν σημαίνει πάντα ότι κάποιος που είναι μαθητής του 19 πρέπει να πάει στη Νομική, στο Πολυτεχνείο ή στην Ιατρική απαραίτητα», επισημαίνει. Η ψυχομετρική επιστήμη ιδρύθηκε το 1969 και βασίζεται στον συνδυασμό τριών άλλων επιστημών, της ψυχολογίας, της στατιστικής και της πληροφορικής (μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης). Ψυχομετρικά τεστ αξιοποιούνται από μεγάλες εταιρείες σε σχέση με το προσωπικό τους, αλλά και κατά τη διαδικασία της εκπαίδευσης.

Ικανότητες και τεχνικές

Η Γιούλα Π. τσακωνόταν συνέχεια με τον γιο της. «Του έλεγα να σημειώνει με έγχρωμο μαρκαδόρο τα πιο σημαντικά και να κρατάει σημειώσεις από όσα διαβάζει για να του αποτυπώνονται καλύτερα. Εκατοντάδες φορές φώναζα να καθήσει επιτέλους συγκεντρωμένος και να διαβάσει. Οταν κάναμε το τεστ για το μαθησιακό προφίλ, η ψυχολόγος που μας ενημέρωσε σχετικά ήταν απόλυτη. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κάτσει και να διαβάσει προσεκτικά και με αφοσίωση μια σελίδα Ιστορίας και να την αποστηθίσει. Δεν μαθαίνει με αυτόν τον τρόπο. Χρειάζεται να αλληλεπιδρά με ομάδα, να ρωτάει και να κινείται, να κάνει συχνά διαλείμματα», μου είπε. «Εχει όμως πολύ υψηλό δυναμικό», κατέληξε. Πολλά πράγματα εξηγήθηκαν, λέει η Γιούλα, ωστόσο η αντιμετώπιση της μελέτης στο σπίτι αποτελεί ακόμη πρόκληση, παραδέχεται.

Μέσω του λεγόμενου learning profile, τόσο ένα παιδί όσο και ένας ενήλικος μπορούν να ανακαλύψουν πώς μαθαίνουν. «Οπως δεν έχουμε τις ίδιες προτιμήσεις έτσι και δεν μαθαίνουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Χρειάζεται λοιπόν να δούμε πώς δουλεύουν τα ημισφαίρια του εγκεφάλου του, ποιος είναι ο μαθησιακός του τύπος και ποιες οι μαθησιακές του ικανότητες, προκειμένου να προσαρμόσει το διάβασμά του και να μαθαίνει πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά», λέει η κ. Φουντουλάκη.

Ισχυρές συνάψεις

«Την ώρα που μαθαίνουμε κάτι καινούργιο θα πρέπει να γίνονται τόσο ισχυρές συνάψεις στον εγκέφαλο, που η πληροφορία να πηγαίνει στη μνήμη μακράς διαρκείας. Μόνο τότε μπορείς να την ανασύρεις από το μυαλό σου και να τη χρησιμοποιήσεις όποτε χρειαστεί. Αλλιώς η πληροφορία πηγαίνει στη βραχύχρονη μνήμη και έπειτα από λίγο εξαφανίζεται. Αυτός είναι ο λόγος που μπορεί ένας μαθητής να κάθεται οκτώ ώρες πάνω από το βιβλίο του –κυριολεκτικός χρόνος– και να μην έχει μάθει τίποτα και μπορεί ένας άλλος να καθίσει μισή ώρα και να τα θυμάται όλα. Είναι αυτό που λέμε δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο», εξηγεί.

Το ψυχομετρικό τεστ ανιχνεύει τη λειτουργία των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων σε κάθε άνθρωπο, σε συνδυασμό με τον μαθησιακό τύπο, έτσι ώστε να μπορούμε να εφαρμόσουμε συγκεκριμένες τεχνικές για να μαθαίνουμε πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά.

Ενας άνθρωπος που έχει περισσότερο ανεπτυγμένο το δεξί ημισφαίριο μαθαίνει καλύτερα από το σύνολο προς τη λεπτομέρεια. «Αν, για παράδειγμα, πάει να δει μια θεατρική παράσταση θα καταλάβει πολύ καλύτερα την ιστορία, το σενάριο, αν πρώτα έχει διαβάσει την περίληψη στο πρόγραμμα. Δεν σημαίνει ότι αν δει την παράσταση χωρίς να έχει διαβάσει το πρόγραμμα δεν θα την κατανοήσει. Ομως, θα υπάρξουν στοιχεία που δεν θα τα πάρει είδηση κατά τη διάρκεια της παράστασης», περιγράφει η ειδικός.

Αντιθέτως, για τους ανθρώπους που έχουν περισσότερο ανεπτυγμένο το αριστερό ημισφαίριο, η περίληψη πιο πολύ θα τους μπερδέψει παρά θα τους βοηθήσει. Αντιλαμβάνονται καλύτερα την πληροφορία που έρχεται σειριακά, όταν από το ειδικό πηγαίνουμε στο γενικό.

Επίσης, όσοι έχουν ανεπτυγμένο το δεξί ημισφαίριο μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα παράλληλα, αλλά χρειάζονται να αναπτύξουν την ικανότητα διαχείρισης του χρόνου. «Το δεξί ημισφαίριο είναι σε θέση να κάνει παράλληλη επεξεργασία, να ξεκινήσει ένα έργο προτού ολοκληρώσει ένα άλλο. Η παράλληλη επεξεργασία είναι κάτι καλό, ωστόσο απαιτείται πολύ καλή διαχείριση χρόνου. Γιατί υπάρχει η πιθανότητα να αφήσει τα πάντα στη μέση έχοντας καταναλώσει πολλούς πόρους και ενέργεια». Αντιθέτως, «το αριστερό ημισφαίριο δεν μπορεί και δεν θέλει να κάνει παράλληλη επεξεργασία. Χρειάζεται να ολοκληρώσει αυτό που έχει ξεκινήσει και μετά να πάει στο επόμενο».

Οι μετρήσεις

Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν εξίσου ανεπτυγμένα και τα δύο ημισφαίρια; «Φυσικά», απαντάει η ψυχολόγος. «Επίσης εξαρτάται από το ποσοστό. Αλλο είναι ένα ποσοστό 60/40 αριστερό και δεξί ημισφαίριο και άλλο 80/20. Γι’ αυτό έχει σημασία η μέτρηση που γίνεται με την ψυχομετρία. Αλλο να έχεις πυρετό 37 και άλλο 40», περιγράφει.

Εκτός όμως από την ανάπτυξη των δύο ημισφαιρίων, τα ψυχομετρικά τεστ μετρούν και άλλα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που διαμορφώνουν τους μαθησιακούς τύπους: διαπροσωπικός, κιναισθητικός, ακουστικός, λεκτικός, οπτικός, ενδοπροσωπικός.

Επίσης μετριούνται τα ποσοστά που το άτομο έχει σε συγκεκριμένους παράγοντες, όπως η δυνατότητα συνταιριάσματος εννοιών, η κατανόηση κανόνων, η κατανόηση τομών, η σύνθεση εννοιών, η ανακατασκευή εννοιών, η κατανόηση υποσυνόλων και η αναγνώριση αναλογιών.

Πηγή: kathimerini.gr