Το Εργαστήριο Αρχαίου DNA, που λειτουργεί στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ
Η ανάλυση DNA μπορεί να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που εκκρεμούν χιλιάδες χρόνια

Ο Ιντιάνα Τζόουνς θα έσκαγε από τη ζήλεια του! Το Εργαστήριο Αρχαίου DNA, που από τον Μάιο του 2016 λειτουργεί στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ, καταφέρνει να ενώνει επιστήμονες από διάφορους χώρους και να απαντά, με την έρευνα του μέλλοντος, σε ερωτήματα που προέκυψαν πριν από χιλιάδες χρόνια…

 

Παράθυρο σε άλλη εποχή…

O πρόεδρος του ΙΤΕ, κ. Νεκτάριος Ταβερναράκης.
Ο κ. Ταβερναράκης

Πρόκειται για το μοναδικό στο είδος του εργαστήριο στην Ελλάδα, «κάτι που δείχνει ότι το ΙΤΕ μπορεί πολύ εύκολα να υιοθετεί νέες κατευθύνσεις αλλά, επίσης, να εξυπηρετεί και τις ανάγκες της χώρας σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό», αναφέρει στην «Π» ο πρόεδρος του Ιδρύματος, κ. Νεκτάριος Ταβερναράκης.

Παράλληλα με την υψηλού επιπέδου έρευνα που παράγεται στο ΙΤΕ, στόχος των επιστημόνων είναι να προσφέρουν στην κοινωνία τα αποτελέσματά της.

Στο εργαστήριο αξιοποιείται η τεχνογνωσία που υπάρχει σε όλα τα Ινστιτούτα, από την ανάγνωση του DNA στο ΙΜΒΒ, στην ανάλυσή του με εφαρμογές της πληροφορικής στη βιολογία, από το Ινστιτούτο Πληροφορικής, τη δημιουργία μαθηματικών μοντέλων, από το Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών, ενώ η σύνδεση με τις ανθρωπιστικές επιστήμες γίνεται με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών.

Πέρα από την ανάλυση δειγμάτων που μπορεί να προέρχονται από τον άνθρωπο, το εργαστήρι εξετάζει υλικό φυτικής ή ζωικής προέλευσης. Έτσι, μπορούμε να γνωρίζουμε τη βιοποικιλότητα μιας άλλης εποχής, τι ποικιλίες ελιάς είχαμε στη μινωική εποχή,  τι ποικιλίες αμπελιού, αν υπήρχαν επιδημίες.

«Ανοίγουμε ένα παράθυρο σε μια άλλη εποχή, βλέπουμε σε τι περιβάλλον ζούσαν οι άνθρωποι, από τι αρρώσταιναν, τι έτρωγαν, τι καλλιεργούσαν», αναφέρει ο κ. Ταβερναράκης.

Η επιστήμη του αύριο στο χθες…

Ο διευθυντής ερευνών του ΙΜΒΒ και επικεφαλής του εργαστηρίου Αρχαίου DNA του ΙΤΕ, κ. Δημήτρης Καφετζόπουλος
Ο κ. Καφετζόπουλος

Ο διευθυντής ερευνών του ΙΜΒΒ και επικεφαλής του εργαστηρίου, κ. Δημήτρης Καφετζόπουλος, τονίζει πως «είναι ένας χώρος που έχει ακόμα πολλά να δώσει αλλά και η χώρα μας θα πρέπει να φροντίσει να αξιοποιήσει τον αρχαιολογικό πλούτο που έχει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο προς όφελός της. Εξακολουθούν πολλά δείγματα και αποστέλλονται στο εξωτερικό».

Αντίστοιχα εργαστήρια λειτουργούν στη Λειψία της Γερμανίας, στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, στην Κοπεγχάγη και το Παρίσι. Νέο εργαστήριο υπάρχει στην Άγκυρα ενώ ενδέχεται να λειτουργήσει ένα στη Ρώμη.

«Έχουμε περισσότερα να κερδίσουμε αν μείνουμε ανοιχτοί και επιβάλουμε την παρουσία μας από την ποιότητα της δουλειάς μας και την αξία των αποτελεσμάτων», σημειώνει ο κ. Καφετζόπουλος.

Κρίσιμο ζήτημα για τη λειτουργία ενός τέτοιου εργαστηρίου είναι η πρόσβαση στα αρχαιολογικά, βιολογικά δείγματα, όπου υπάρχει συνεννόηση με φορείς του Υπουργείου Πολιτισμού, κάτι που πολλές φορές σημαίνει ότι δεν κυλούν όλα όσο γρήγορα θα ήθελαν οι επιστήμονες.

«Δείγματα η χώρα μας παρέχει άφθονα, καθώς υπήρξε σταυροδρόμι της μετακίνησης των λαών από αρχαιοτάτων χρόνων. Είναι τεράστιος ο πολιτιστικός της πλούτος και αντίστοιχα άφθονα είναι και τα ευρήματα», σημειώνει ο κ. Καφετζόπουλος.

Τονίζει πως ο χειρισμός τους, κυρίως όταν πρόκειται για ανθρώπινα λείψανα, απαιτεί σεβασμό.

 

Ταβερναράκης-Καφετζόπουλος
Οι δύο επιστήμονες μιλούν στην «Π» για τη λειτουργία του Εργαστηρίου Αρχαίου DNA

«Η διαδικασία θα πρέπει να γίνει με ιδιαίτερη προσοχή, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα καταστρέψουμε κάποια πολύτιμα ευρήματα και, επίσης, ένα ζήτημα γενικότερα ηθικής τάξης είναι το ποια θα πρέπει να είναι η τύχη αυτών των ευρημάτων όταν ολοκληρωθεί η ερευνητική δραστηριότητα, με την έννοια, αν είναι σωστό να τα εκθέτουμε σε μουσεία, καθώς υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να σεβαστούμε την επιθυμία των προγόνων μας και να τα επιστρέφουμε στη γη, όπου τα βρήκαμε», εξηγεί.

Όσο αφορά σε πολλαπλούς τάφους, μπορούν οι επιστήμονες να αναπτύξουν τις μεθόδους τους και να απαντήσουν σε ζητήματα που αφορούν είτε τη φυσιογνωμία, τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου προγόνου ή τις σχέσεις που είχαν αυτοί που έχουν ταφεί μεταξύ τους, αν πρόκειται για οικογενειακό τάφο, αν ήταν ομοεθνείς ή διαφορετικής ταυτότητας.

«Μπορούμε από συλλογή τέτοιων ευρημάτων να μελετήσουμε κοινωνικές ομάδες, πληθυσμούς, φυλές και να τις εντάξουμε στη γενική αντίληψη που έχουμε για τα ιστορικά γεγονότα που έχουν συμβεί. Η δουλειά είναι πολύ πιο απαιτητική, με την έννοια ότι κάθε δείγμα αποτελεί μια μικρή ψηφίδα σε ένα μεγάλο ψηφιδωτό, το οποίο μελετάμε επίσης. Με βάση αυτές τις εικόνες μπορούμε να κατανοήσουμε γεγονότα που συνέβαιναν παλιότερα, όπως εάν οι κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στις ομάδες ήταν φιλικές ή εχθρικές, επιθετικές ή ειρηνικές», εξηγεί ο κ. Καφετζόπουλος.

Το εργαστήριο, σε συνεργασία με την Εφορεία της Άρτας, έχει υποβάλει αίτημα στο Υπουργείο για να μελετήσει το διάστημα του δεύτερου ελληνικού αποικισμού, κυρίως των Κορινθίων.

«Με τέτοιου είδους συστηματικές μελέτες μπορούμε να καταλάβουμε αρκετά πολύπλοκα κοινωνικά φαινόμενα, όπως αν υπήρχαν ανταλλαγές πληθυσμού ανάμεσα σε διαφορετικές πόλεις ή διαφορετικές περιοχές, αν κάποιες νύφες ή γαμπροί ερχόντουσαν από διπλανά χωριά ή να δούμε ακριβώς το αντίθετο, αν υπάρχει μια συγκεκριμένη περιοχή με πολύ αυστηρά κοινωνικά φράγματα τα οποία να μην επιτρέπουν τέτοιου είδους μίξεις.

Αυτά τα συμπεράσματα είναι πολύ προωθημένα, κρύβουν πολλές εκπλήξεις σε σχέση με την αντίληψη που έχουμε για τις σχέσεις που είχαν οι κοινωνικές ομάδες», αναφέρει ο κ. Καφετζόπουλος.

Ένα ερώτημα που θέτουν οι επιστήμονες είναι αν ο ελληνικός εποικισμός ήταν μια ειρηνική διασπορά ή μια πολεμική επιχείρηση.

Είναι αλλιώς να εποικίζουν οικογένειες και αλλιώς να μεταβαίνουν στρατεύματα κατοχής συγκεκριμένων περιοχών, αυτό το βλέπουμε στην ταυτότητα του γενετικού υλικού. Για να κατανοήσουμε τι ακριβώς συνέβη, χρειαζόμαστε ειδικά μοντέλα.

Υπάρχουν μελέτες όπου βλέπουμε ότι η εγκατάσταση μιας πληθυσμιακής ομάδας διαταράσσει το γενετικό υλικό διαφορετικά στα δύο φύλα με διαφορετικό τρόπο, επικρατεί το γενετικό υλικό της μιας ομάδας στα αρσενικά αλλά όχι στα θηλυκά. Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα υπήρξε κάποιου είδους αφανισμός των αντιπάλων και επικράτηση των ισχυρών.

«Τέτοιου είδους φαινόμενα δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν, αλλά δεν καταγράφονται πουθενά αλλού παρά μόνο στο DNA», σημειώνει ο επικεφαλής του εργαστηρίου.

Τονίζει ότι έχουμε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα να μελετήσουμε, ωστόσο, πολλά παλαιά ευρήματα φυλάσσονται σε διάφορους χώρους και δεν έχει γίνει μια συστηματική καταγραφή για να μπορεί κανείς να τα αναλύσει.

Μέχρι σήμερα το εργαστήριο έχει εμπλακεί σε περισσότερα από δέκα προγράμματα και τα πέντε περίπου ήταν συνεργασίες με το εξωτερικό.

Εκτός από ανθρώπινα δείγματα, μελετά και δείγματα ζώων και παλαιά βιολογικά ευρήματα και παλαιογενετικά ευρήματα, όπως αρχαίους ιπποπόταμους και ελέφαντες στην Κρήτη και αλλού, από την Πορτογαλία μελετήθηκαν νάνοι ελέφαντες.

Υπάρχει συνεργασία με Ιδρύματα της Κρήτης, στενή σχέση με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, το εργαστήριο έχει αναλύσει ευρήματα από σωστικές ανασκαφές στην Εφορεία Ηρακλείου, σε σημεία όπως την Αγία Πελαγία.