Τραγωδία: «Aν έδιναν έστω νερό, δεν θα είχε πεθάνει το κοριτσάκι»

Ακόμα και τις φλέβες τους προσπάθησαν να κόψουν κάποιοι μέσα στο πλοιάριο του μαρτυρίου προκειμένου να δώσουν τέλος στη ζωή τους από απόγνωση. Το ταξίδι της ελπίδας είχε πολύ γρήγορα μετατραπεί σε εφιάλτη και ο θάνατος ήταν παντού, γύρω τους και ανάμεσά τους, θερίζοντας ζωές στη μέση της Μεσογείου, με τα παραπλέοντα πλοία απλά να προσπερνούν.

Οι μαρτυρίες των προσφύγων και των μεταναστών που διασώθηκαν αποτυπώνουν τη φρίκη που έζησαν σχεδόν για δύο εβδομάδες μικρά παιδιά και γυναίκες σε κατάσταση προχωρημένης εγκυμοσύνης. Στοιβαγμένοι σε ένα  μικρό κατάστρωμα, εξαθλιωμένοι, εκτεθειμένοι στον καυτό ήλιο και στο διαξιφιστικό κρύο. Τις μέρες έλιωναν από τη ζέστη, τις νύχτες κοβόταν  η ανάσα τους από το κρύο. Σταματούσε η καρδιά τους. Τους σκέπαζαν τα κύματα και βρέχονταν μέχρι το κόκαλο.

Από τις πρώτες ημέρες κιόλας ξέμειναν από τροφή και νερό. Διψούσαν και τους υποχρέωναν να πίνουν θαλασσινό νερό.

Υπό αυτές τις μαρτυρικές συνθήκες χάθηκε το 4χρονο κοριτσάκι. Κατέρρευσε το παιδί. Κάθε ώρα που περνούσε, βυθιζόταν όλο και περισσότερο. Όταν πλέον ήρθε η βοήθεια, ήταν αργά για το άτυχο παιδί. Αποκαλύπτεται επίσης ότι δύο νεαροί από την Συρία πνίγηκαν αβοήθητοι μπροστά στα μάτια των υπολοίπων και οι οικογένειες τους ακόμα περιμένουν κάποιο νέο τους.

Συγκλονιστική είναι η κατάθεση 25χρονου Παλαιστίνιου πρόσφυγα, συζύγου της εγκύου που στον 8ο μήνα έχασε το μωρό  από τις κακουχίες και την κακομεταχείριση. Όπως λέει χαρακτηριστικά «κάποια στιγμή νομίζαμε ότι θα πεθάνουμε όλοι».

«Την 5η μέρα του ταξιδιού σταμάτησαν να μας δίνουν φαγητό και νερό για να έχουν να φάνε ο καπετάνιος, οι βοηθοί του και οι οικογένειές τους. Εγώ είχα φέρει μαζί μου δικό μου φαγητό για τη γυναίκα μου που είναι 8 μηνών έγκυος αλλά μας το πήραν και αυτό.

Πίναμε θαλασσινό νερό. Παρακαλούσα τον καπετάνιο και τους βοηθούς τους να δώσουν τουλάχιστον λίγο φαγητό και νερό στη γυναίκα μου…  Δύο μερόνυχτα πριν μας σώσει το μεγάλο πλοίο, σταμάτησε η μηχανή τελείως. Κάποιος από εμάς κάλεσε από ένα τηλέφωνο με κεραία για βοήθεια από την Ιταλία, την Ισπανία και τη Μάλτα απ’ όσο ξέρω. Προσπάθησε σε όλες τις χώρες. Περνούσαν από κοντά μας πολλά πλοία αλλά δεν μας έδιναν σημασία. Τις τελευταίες ημέρες νομίζαμε ότι θα πεθάνουμε όλοι γιατί ο καιρός ήταν κακός και δεν σταμάτησε κάποιο πλοίο να μας βοηθήσει.

Δύο Σύροι, 30-35 ετών, έπεσαν στη θάλασσα όταν το μεγάλο πλοίο προσπάθησε να μας σώσει. Πνίγηκαν στο νερό. Ο ένας είχε χτυπήσει το κεφάλι του, το δεύτερο που φορούσε σωσίβιο μάλλον τον τράβηξαν τα απόνερα του πλοίου. Ο καπετάνιος είπε να μην πούμε ότι έγινε αυτό το περιστατικό».

Σε άλλη κατάθεση,   ο 29χρονος Jalal από την Συρία περιγράφει:

«Ήμασταν  περίπου 14 ημέρες στη θάλασσα. Μας είχαν υποσχεθεί ότι σε πέντε ημέρες θα φθάναμε Ιταλία. Είχαμε χάσει την ελπίδα μας, είδαμε το θάνατο και ο Θεός έστειλε το μεγάλο πλοίο και μας έσωσε. Μετά από έξι μέρες, τελείωσε το φαγητό και το νερό. Όλα τα παιδιά που ήταν πάνω στη βάρκα αρρώστησαν επειδή έπιναν από το νερό της θάλασσας και από το κρύο. Και το παιδί που πήρανε αρρώστησε επειδή έπινε θαλασσινό νερό και ήταν όλοι βρεγμένοι. Εμάς μας είχαν όλους, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, στο κατάστρωμα της βάρκας στον ήλιο, με μία τέντα. Αν έδιναν έστω νερό δεν θα είχε αρρωστήσει το κοριτσάκι που πέθανε.

Ξέρω ότι λείπουν δύο άτομα… Τον έναν τον είδα να βουλιάζει μπροστά μου και για το δεύτερο μου το είπαν οι υπόλοιποι όταν διασωθήκαμε. Όταν ανεβήκαμε στο μεγάλο πλοίο, ο καπετάνιος είπε να μην μιλήσουμε σε κανένα για τους δύο Σύρους που πνιγήκανε».

“Πώς ήταν ο καιρός στη διάρκεια του ταξιδιού;”, τον ρωτάει λιμενικός. «Ήταν θάνατος. Τη νύχτα πολύ κρύο και τη μέρα πολλή ζέστη. Όλη νύχτα μας χτυπούσαν τα κύματα».

Σημειώνεται ότι γι’ αυτή την τραγωδία οι λιμενικές Αρχές κατέληξαν σε δέκα εμπλεκόμενα πρόσωπα, τρεις ανήλικους και επτά ενήλικες. Σε ό,τι αφορά στους τρεις ανήλικους, ανατέθηκε η εποπτεία τους σε επιμελητή της Εισαγγελίας Ανηλίκων, ενώ οι επτά ενήλικες, ανάμεσα στους οποίους και ο καπετάνιος, κρίθηκαν χθες προσωρινά κρατούμενοι. Και οι επτά αρνήθηκαν τις αποδιδόμενες κατηγορίες και ισχυρίστηκαν ότι ήταν επίσης διακινούμενοι. Μάλιστα ο καπετάνιος, τον οποίο «δείχνουν» σχεδόν όλοι, ισχυρίστηκε ότι στο σκάφος βρισκόταν με την οικογένειά του, την έγκυο σύζυγό του και τα πέντε τους παιδιά και υποστήριξε ότι ταξίδευαν για την Ευρώπη επειδή το ένα του παιδί χρειάζεται να υποβληθεί σε εξειδικευμένη επέμβαση.