Το φιστίκι Αιγίνης στην κορυφή των ξηρών καρπών όλου του κόσμου από το Taste Atlas

Το φιστίκι έφτασε στην Αίγινα μόλις πριν από έναν αιώνα αλλά βρήκε στο νησί του Σαρωνικού το ιδανικό περιβάλλον για να ριζώσει. Το κλίμα και το χώμα έδωσαν και δίνουν έναν από τους πιο αγαπημένους ξηρούς καρπούς.

Και όπως φαίνεται είναι ένας καρπός που αγαπούν και πέρα από τα σύνορα της χώρας. «Μακράν το πιο γνωστό ελληνικό φιστίκι», χαρακτηρίζει το Taste Atlas το αιγηνίτικο φιστίκι που πήρε την πρώτη θέση στην έρευνα με μέσο όρο 4,8 στα 5.

Ο ελληνικός καρπός έχει την πρωτιά στους καρπούς όλου του κόσμου, ξεπερνώντας τα τουρκικά φιστίκια από το Γκαζιαντέπ, τα ιταλικά από την Κατάνια, τους καρπούς μακαντάμια, αμύγδαλα και κάστανα από όλο τον κόσμο.

«Αυτό το καταπληκτικό φιστίκι παράγεται από την ποικιλία αιγηνίτικη, η οποία καλλιεργείται παραδοσιακά στο νησί από τα τέλη του 19ου αιώνα», αναφέρει και προσθέτει ότι η πρώτη φυτεία φιστικιών (του είδους pistacia vera) δημιουργήθηκε το 1896 από τον Νικόλαο Πέρογλου, ο οποίος έφερε τους καρπούς από τη Συρία.

Ο καλός καιρός και η σύσταση του εδάφους δίνουν στα φιστίκια από την Αίγινα «ένα αναγνωρίσιμο άρωμα και γεύση για τα οποία θεωρούνται από τα καλύτερα στον κόσμο».

Η περίοδος συγκομιδής, καταλήγει το TasteAtlas, αρχίζει τον Αύγουστο και γίνεται με έναν ιδιαίτερο τρόπο: οι καλλιεργητές ραβδίζουν απαλά τα κλαδιά έτσι ώστε να μην καταστραφεί το δέντρο.

Ο αγροτικός συνεταιρισμός στην Αίγινα μετρά σχεδόν οκτώ δεκαετίες ζωής. Ιδρύθηκε το 1947 και σήμερα έχει 360 μέλη, τα περισσότερα από τα οποία είναι στην καλλιέργεια φιστικιού.

Από τη δεκαετία του ‘70 οι φιστικοπαραγωγοί αρχίζουν να συνεργάζονται πιο στενά για την προστασία του καρπού που πλέον είχε πανελλήνια φήμη για την ποιότητα και τη γεύση του. Την επόμενη δεκαετία το δίκτυο των πωλήσεων επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ έγιναν οι πρώτες επενδύσεις στην τυποποίηση.

Οι παραγωγοί πέτυχαν το 1993 την ένταξη του φιστικιού Αιγίνης στα προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), μία σημαντική κίνηση που κατοχυρώνει το προϊόν τους και σε διεθνές επίπεδο.

Πιο πρόσφατα, το 2023, ο «πολιτισμός του Φιστικιού Αιγίνης» καταχωρίστηκε στο ευρετήριο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, μια αναγνώριση του πώς η καλλιέργεια του καρπού είναι πια τόσο σημαντική για τη συλλογική μνήμη και τη σύγχρονη ταυτότητα της Αίγινας.

Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή, όπως και οι ανθρώπινες δραστηριότητες, απειλούν τις καλλιέργειες.

Οι ήπιοι χειμώνες των τελευταίων ετών δεν δίνουν στη φιστικά της Αίγινας τη δυνατότητα να δώσει τον καρπό της. Οι παραγωγοί μιλούν για μείωση της παραγωγής που είχε φτάσει ως το 80%. Πάντως, ένα μικρό μέρος της παραγωγής του νησιού, περίπου 30 στους 100 τόνους φέρει την πιστοποίηση ΠΟΠ – το υπόλοιπο αναφέρεται ως κελυφωτό.

Κίνδυνος για τις καλλιέργειες είναι και η επέκταση των κατοικημένων περιοχών πάνω στο νησί που πιέζει τις καλλιέργειες.

Άλλες δύο ελληνικές ποικιλίες φιστικιών έχουν θέση στη λίστα του Taste Atlas, τα φιστίκια από τα Μέγαρα στην 21η θέση και τα κελυφωτά φιστίκια από τη Φθιώτιδα στην 23η.

Στα Μέγαρα καλλιεργούν φιστίκια εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Είναι εξάλλου μια περιοχή που ευνοεί το δέντρο, καθώς έχει ζεστά καλοκαίρια, ήπιους χειμώνες και σχετικά λίγη βροχή.

Τέσσερες ποικιλίες έχει περιοχή (μεγαλόκαρπη, φουντουκάτη, νυχάτη και κοιλαράτη). Ο καρπός ξεραίνεται στον ήλιο πριν περάσουν από διαλογή. Ξεχωρίζουν για το βαθύ πράσινο χρώμα τους.

Τα κελυφωτά φιστίκια στη Φθιώτιδα καλλιεργούνται από τη δεκαετία του ‘40 στην περιοχή. Η συγκομιδή γίνεται στα τέλη Αυγούστου και τις αρχές του Σεπτεμβρίου. Στις καλλιέργειες δεν μπαίνουν ποτέ χημικά ή άλλες ουσίες που μπορεί να περάσουν στον καρπό και να το αλλοιώσουν.

Αφού αφαιρέσουν το κέλυφος οι παραγωγοί τα αποξηραίνουν και τα επιλέγουν ένας προς ένα για να πωληθούν.

Είναι ένα φιστίκι με βαθύ πράσινο χρώμα, που πωλείται αλατισμένο ή με τη φυσική του γεύση. Μπορεί να τα φάει κανένας όπως είναι ή να τα χρησιμοποιήσει σε γλυκά ή να συνοδεύσουν το γιαούρτι.

ΠΗΓΗ: protothema.gr