Τέσσερα βασικά οφέλη για τη χώρα περιλαμβάνει η συμφωνία στο πλαίσιο του Eurogroup, με την κυβέρνηση να υποστηρίζει πως κατάφερε να υλοποιήσει τη δέσμευση της και να βγάλει τη χώρα από τα χρόνια των Μνημονίων.
Τα βασικά στοιχεία της συμφωνίας περιλαμβάνουν:
- 10 χρόνια περίοδος χάριτος για το δάνειο του EFSF, που συνεπάγεται με πάγωμα πληρωμών κεφαλαίου και τόκων ως το 2032.
- Δεκαετή επιμήκυνση ωριμάσεων ομολόγων του δανείου από τον EFSF, γεγονός που σημαίνει ότι ο μέσος χρόνος για την ωρίμαση των ομολόγων, ανεβαίνει στα 32 χρόνια. Η αποπληρωμή των ομολόγων εκκινεί το 2033 αντί για το 2023.
- Συνολικά 15 δισεκατομμύρια εκταμίευση, που αυξάνουν το απόθεμα του ελληνικού Δημοσίου στα 24,1 δισ. ευρώ. Με τη συγκεκριμένη εκταμίευση οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας καλύπτονται για τα επόμενα δύο χρόνια, που συνεπάγεται ότι μπορεί να σχεδιαστεί μια έξοδος στις αγορές χωρίς πίεση.
- Επιστροφή κερδών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των άλλων Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωζώνης ύψους 4,8 δισ. που θα εκταμιευτούν σε 4 ετήσιες ή 8 εξαμηνιαίες δόσεις. Προϋπόθεση για την εκταμίευση αυτών των χρημάτων είναι η επίτευξη των στόχων.
Δεσμεύσεις
Η συγκεκριμένη συμφωνία δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν δεν υπήρχαν και συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Βασική δέσμευση της χώρα είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% ως και το 2022.
Στις δεσμεύσεις εντάσσονται επίσης η συνέχεια των θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων, ανεξαρτησία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της Αρχής Δημόσιων Εσόδων.
Η κυβέρνηση είναι αυτή που θα αποφασίσει πλέον με ποιο τρόπο θα επιτύχει τους στόχους των πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5 %.
Οι θεσμοί παρ’ όλα αυτά δεν φεύγουν από τη χώρα, αλλά θα συνεχίζουν να έρχονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και να καταθέτουν εκθέσεις με συστάσεις και υποδείξεις προς τις ελληνικές αρχές.
Τι επιτεύχθηκε
Μέσα από την ολοκλήρωση της συμφωνίας του Eurogroup, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δεν θα υπερβαίνουν το 15% ως το 2042 και το 20% από το 2042 κι έπειτα. Η Ελλάδα με αυτό τον τρόπο μπορεί να εξασφαλίσει με τα κατάλληλα διαρθρωτικά μέτρα και μεταρρυθμίσεις την εμπιστοσύνη των αγορών, αλλά και να διεκδικήσει μια 15ετία συμφωνίας με επενδυτές.
Όλα αυτά βέβαια, εφόσον μπορέσουν να επιτευχθούν οι σκληρές δεσμεύσεις και πλεονάσματα κι εφόσον οι μεταρρυθμίσεις, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται μειώσεις συντάξεων, μειώσεις αφορολόγητου και μια σειρά άλλων σκληρών δημοσιονομικών μέτρων, αποφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Η συμφωνία εκτιμάται από τους διεθνείς αναλυτές ότι μπορεί εν δυνάμει να φέρει την Ελλάδα στην κανονικότητα της Ευρώπης, εφόσον η Ελλάδα υιοθετεί από μόνη της σκληρότερα μέτρα και πολύ αυστηρή δημοσιονομική πολιτική περικοπών, έως και το 2042.
Η κυβέρνηση παρ’ όλα αυτά εκτιμά πως η συμφωνία είναι η καλύτερη που θα μπορούσε να υπάρξει, τονίζοντας πως πρόκειται για μία καθαρή έξοδο από τα Μνημόνια, η οποία βάζει τέλος στην αβεβαιότητα και την επιτροπεία. Ασφαλώς και το μέλλον θα δείξει αν όντως η συμφωνία είναι πραγματικά ιστορική ή αν συνεπάγεται ένα διαρκές νέο μνημόνιο εικοσαετίας χωρίς χρηματοδοτήσεις, όπως το χαρακτηρίζει η αντιπολίτευση.